Πάνω από τέσσερις μήνες θα διαρκέσει η πολυαναμενόμενη δίκη του Ελ Τσάπο, που ξεκίνησε την Τρίτη σε ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μπρούκλιν, κι όπου αναμένεται να ξεδιπλωθεί η κινηματογραφική ιστορία του ισχυρότερου εμπόρου ναρκωτικών στον πλανήτη.
Ο Χοακίν Αρτσιβάλντο Γκουζμάν Λοέρα, όπως είναι το πραγματικό όνομα του «κοντούλη» Μεξικανού βαρώνου των ναρκωτικών, ίδρυσε το διαβόητο καρτέλ Σιναλόα το 1989 παραλαμβάνοντας από τον Κολομβιανό Πάμπλο Εσκομπάρ τη σκυτάλη στην κυριαρχία του παγκόσμιου εμπορίου ναρκωτικών, χτίζοντας μια τεράστια περιουσία κι αφήνοντας πίσω του ματωμένα χνάρια ηττημένων αντιπάλων και μελών των δυνάμεων επιβολής του νόμου.
Μετά τη δεύτερη θεαματική απόδρασή του από φυλακές ο Ελ Τσάπο συνελήφθη στις 8 Ιανουαρίου 2016 και εκδόθηκε στις ΗΠΑ, χωρίς να του δοθεί η ευκαιρία να ξεγελάσει γι’ άλλη μια φορά τις μεξικανικές Αρχές.
Η άνοδος του «Αλ Καπόνε» των ναρκωτικών
Ο άνθρωπος που σύμφωνα με ειδικούς είναι για τα ναρκωτικά ότι ήταν ο Αλ Καπόνε για το ουίσκι την εποχή της Ποτοαπαγόρευσης, γεννήθηκε στη Λα Τούνα κοντά στο Μπαντιραγκουάτο της Σιναλόα το 1957. Ο πατέρας του, ιδιοκτήτης ράντσου και μικροέμπορος ναρκωτικών, τον έδερνε συχνά. Στην ύστερη εφηβεία του ο Ελ Τσάπο βρέθηκε στη δούλεψη ενός ντόπιου νονού της μαφίας, ονόματι Έκτορ Λουίς Πάλμα Σαλαζάρ, συμμετέχοντας στη διοικητική μέριμνα της διακίνησης κοκαϊνης από τη δυτική αυτή Πολιτεία του Μεξικό προς τις δυτικές ακτές των ΗΠΑ.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 μεταπήδησε στο διαβόητο καρτέλ Γκουανταλαχάρα του Φέλιξ Γκαγιάρντο ελπίζοντας να επεκτείνει τη δράση του σε κάτι περισσότερο από έναν μεσάζοντα για τους Κολομβιανούς. Όταν ο Γκαγιάρντο διέταξε το βασανισμό και τη δολοφονία του Ενρίκε «Κίκι» Καμαρένα Σαλαζάρ, ενός μυστικού πράκτορα της αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών (DEA) που είχε παρεισφρήσει στο καρτέλ και διέρρεε πληροφορίες, τον Φεβρουάριο του 1985 οι Αρχές άρχισαν να κυνηγούν εντατικά το συνδικάτο επιτρέποντας στον Ελ Τσάπο να εκμετταλευτεί το χάος. Μετά τη σύλληψη του Γκαγιάρντο το 1989, οι εναπομείναντες νονοί μοιράστηκαν την «επικράτεια» του καρτέλ του και έτσι σχηματίστηκαν τα καρτέλ της Τιχουάνα, του Χουάρεζ και της Σιναλό -το τελευταίο υπό τις εντολές του Ελ Τσάπο και του πιο έμπιστου υπαρχηγού του, του Ισμαήλ «Ελ Μάγιο» Ζαμπάντα Γκαρθία.
Ο «βασιλιάς της κόκας»
Όταν άρχισε να σφίγγει ο κλοιός γύρω από τον Πάμπλο Εσκομπάρ τα μεξικανικά συνδικάτα έσπευσαν να αναπληρώσουν το κενό που άφηναν τα κολομβιανά καρτέλ του Μεντεγίν και του Κάλι.
Ο Ελ Τσάπο και οι άνδρες του πήραν στα χέρια τους τον έλεγχο του εμπορίου κοκαϊνης από τη Νότια Αμερική προς τις ΗΠΑ, επιστρατεύοντας αδίστακτες συμμορίες όπως οι Λος Τσάκος, οι Λος Τέξας, οι Λος Λόμπος και οι Λος Νέγκρος για να κάνουν τη «βρώμικη» δουλειά: εκφοβισμούς, δωροδοκίες, βασανιστήρια και εκτελέας.
Το καρτέλ Σιναλόα άρχισε να πλημμυρίζει τις περιοχές βορείως των συνόρων του Τέξας με ναρκωτικά χρησιμοποιώντας τους πιο ευφάνταστους τρόπους για τη διακίνηση των «προϊόντων» του: κατασκεύασαν υπόγειες κλιματιζόμενες σήραγγες κάτω από το φράκτη κατά μήκος της αμερικανο-μεξικανικής μεθορίου, ή έκρυβαν την κοκαϊνη μέσα σε πυροσβεστήρες, ή σε κονσέρβες με πιπεριές τσίλι που εξάγονταν στις ΗΠΑ.
Συν τω χρόνω – και με την εξουδετέρωση αντιπάλων συμμοριών- η ισχύς του καρτέλ Σιναλόα αυξήθηκε σε βαθμό που να επεκτείνει τη δράση του σε πέντε ηπείρους διακινώντας πλέον και ηρωίνη, μαριχουάνα και μεθαμφεταμίνη.
«Ζωή χαρισάμενη» στις φυλακές
Ελάχιστα άλλαξαν όταν συνελήφθη το 1993 ο Ελ Τσάπο στη Γουατεμάλα και εκδόθηκε στο Μεξικό, όπου καταδικάστηκε σε εικοσαετή κάθειρξη. Δωροδοκώντας τους φύλακες απολάμβανε ζωή χαρισάμενη μέσα στη φυλακή, ενώ συνέχιζε να κινεί τα νήματα δίνοντας εντολές στον αδελφό του, Αρτούρο. Ακόμη και πολυτελείς χριστουγεννιάτικες γιορτές παρουσία όλων των μελών της οικογένειάς του οργάνωνε στο κελί του, ενώ δεχόταν συχνά «συζυγικές επισκέψεις» από την ερωμένη του, Ζουλέμα Χερνάντεζ, πρώην αστυνομικό που είχε φυλακιστεί για ένοπλη ληστεία και δολοφονήθηκε αργότερα από την αντίπαλη συμμορία των Λος Ζέτας.
Η πρώτη απόδραση
Όλα αυτά μέχρι τις 19 Ιανουαρίου του 2001, όταν ο Ελ Τσάπο απέδρασε από τη φυλακή υψίστης ασφαλείας Πουέντε Γκράντε στην Πολιτεία Τζαλίσκο, φορώντας στολή αστυνομικού και με αστυνομική συνοδεία, όταν ο φύλακας του άνοιξε την πόρτα του κελιού του. Συνολικά 28 μέλη του προσωπικού της φυλακής συνελήφθησαν αργότερα ως συνένοχοι στην απόδραση.
Παρά το ανθρωποκυνηγητό που εξαπέλυσαν οι αμερικανικές και μεξικανικές Αρχές επιστρατεύοντας το FBI, τη CIA, τη DEA και τον μεξικανικό στρατό, και την επικήρυξη των πέντε εκατομμυρίων δολαρίων για πληροφορίες που θα οδηγούσαν στη σύλληψή του, ο Ελ Τσάπο κατάφερνε επί 13 ολόκληρα χρόνια να ξεγλιστρά από το δίχτυ του νόμου. Όλο αυτό το διάστημα ο πόλεμος των ναρκωτικών μαινόταν καθιστώντας πόλεις όπως η Τιχουάνα και το Χουάρεζ στο Μεξικό από τα πλέον επικίνδυνα σημεία του πλανήτη με σορούς απαγχονισμένων να κρέμονται από στύλους και οδογέφυρες και πληρωμένους δολοφόνους να διαμελίζουν μέλη αντιπάλων συμμοριών στην έρημο.
Ο «Ρομπέν των Δασών» της Σιναλόα
Το 2012 οι αμερικανικές Αρχές κατέσχεσαν τα περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας του Ελ Τσάπο – που είχε στο μεταξύ αποκτήσει τουλάχιστον 13 παιδιά από τρεις γάμους- στις ΗΠΑ, χωρίς ωστόσο, να καταφέρουν να περιορίσουν τις επιχειρήσεις του. Μάλιστα ο «κοντούλης» - που σύμφωνα με εκτιμήσεις του Forbes, διέθετε εκείνη τη χρονιά περιουσία περίπου ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων- είχε καταφέρει να χτίσει στη Σιναλόα φήμη ενός σύγχρονου «Ρομπέν των Δασών» πληρώνοντας για τρόφιμα και φάρμακα ντόπιων που τους είχε αφήσει απροστάτευτους το κράτος.
Η δεύτερη απόδραση
Όταν συνελήφθη τον Φεβρουάριο του 2014 στο θέρετρο Μαζατλάν στον Ειρηνικό Ωκεανό, ο τότε πρόεδρος της χώρας Ενρίκε Πένια Νιέτο αρνήθηκε να τον παραδώσει στους Αμερικανούς λέγοντας ότι «θα ήταν ασυγχώρητο να μη λάβει η κυβέρνηση μέτρα για να διασφαλίσει ότι δεν θα επαναληφθεί, ό,τι είχε γίνει την τελευταία φορά», που είχε πέσει στα δόκανα του νόμου ο Ελ Τσάπο.
Όμως αυτό ακριβώς συνέβη στις 11 Ιουλίου του επόμενου έτους, όταν ο Ελ Τσάπο απέδρασε και πάλι, αυτή τη φορά μέσω ενός τούνελ βάθους δέκα μέτρων κάτω από τις ντουζιέρες της φυλακής Τολούκα, που οδηγούσε σε ένα γιαπί κάπου ενάμιση χιλιόμετρο μακριά.
Η συνέντευξη με τον Σον Πεν
Εκείνο το διάστημα που τον κυνηγούσαν οι μεξικανικές Αρχές τον βρήκε ο διάσημος Αμερικανός ηθοποιός Σον Πεν και με τη μεσολάβηση μιας Μεξικανής ηθοποιού του πήρε συνέντευξη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Rolling Stone. «Είναι αλήθεια ότι τα ναρκωτικά καταστρέφουν. Δυστυχώς», είπε, «εκεί που μεγάλωσα δεν υπήρχε άλλος τρόπος και ακόμη δεν υπάρχει άλλος τρόπος επιβίωσης, δεν υπάρχει τρόπος να ενταχθείς στην οικονομία μας και να βγάλεις τα προς το ζην».
Τέλος εποχής...
Τελικά στις 8 Ιανουαρίου, μετά από μια σφοδρή ανταλλαγή πυρών, ο Ελ Τσάπο συνελήφθη και πάλι, αυτή τη φορά στην πόλη Λος Μοτσίς με τον πρόεδρο Πένια Νιέτο να θριαμβολογεί: «Η αποστολή εξετελέσθη. Είναι στα χέρια μας».
Αλλά η δολοφονία τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου του δικαστή Βιθέντε Αντόνιο Μπερμούντεζ Ζακαρίας, που είχε αναλάβει την εκδίκαση της υπόθεσής του, ώθησε τελικά τον Μεξικανό πρόεδρο να δώσει το πράσινο φως για την έκδοση του Ελ Τσάπο τον Ιανουάριο του 2017 στις ΗΠΑ, όπου δήλωσε αθώος για τις συνολικά 17 κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν, κυρίως για εισαγωγή και διανομή ναρκωτικών, ξέπλυμα χρήματος και ανθρωποκτονίες εκ προθέσεως.
Η φυλάκισή του στις ΗΠΑ δεν είχε μέχρι τώρα επίπτωση στη ροή των ναρκωτικών προς τις ΗΠΑ, λέει ο μεξικανός αναλυτής σε θέμα ασφάλειας, Αλεχάντρο Χόπε. «Είχε όμως μεγάλη, συμβολική σημασία», πρόσθεσε. «Είναι κάτι σαν τέλος εποχής. Ελάχιστοι βαρώνοι αυτού του μεγέθους, παραμένουν. Αφήνουμε πίσω μας αυτή την εποχή, την εποχή των αρχινονών. Τώρα κυριαρχούν μικρότερες συμμορίες»...