Τη βεβαιότητα ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα συνεχίσει να διατηρεί τα σημερινά χαμηλά επιτόκιά της, μέχρι να επιτύχει τον στόχο της για πληθωρισμό, εξέφρασε η Κριστίν Λαγκάρντ.
Με την προηγηθείσα απόφαση για τη μελλοντική κατεύθυνση νομισματικής πολιτικής της, η ΕΚΤ τόνισε ότι δεν θα αυξήσει τα επιτόκιά της «έως ότου διαπιστώσει ότι επιτυγχάνεται ο στόχος για πληθωρισμό 2% πολύ πριν το τέλος του ορίζοντα των προβλέψεων της και με διάρκεια για τον υπόλοιπο χρόνο του ορίζοντα προβλέψεων και κρίνει ότι η πραγματοποιηθείσα πρόοδος στον δομικό πληθωρισμό είναι αρκετά μεγάλη για να είναι συνεπής με τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στο 2% μεσοπρόθεσμα».
«Το κάναμε για να υπογραμμίσουμε τη δέσμευσή μας να διατηρήσουμε μία επίμονα χαλαρή στάση νομισματικής πολιτικής για να επιτύχουμε τον στόχο μας για τον πληθωρισμό», δήλωσε η Κρ.Λαγκάρντ. Όπως είπε, η ΕΚΤ θέλει να δει τον πληθωρισμό να κινείται προς το 2% στα μέσα του ορίζοντα των προβλέψεων της (ο οποίος φθάνει έως το 2023).
Η Κρ.Λαγκάρντ είπε ότι η οικονομία της Ευρωζώνης είναι σε τροχιά ανάκαμψης και ότι η ΕΚΤ εκτιμά πως θα επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα στο πρώτο τρίμηνο του 2022, αλλά τόνισε ότι υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος για να αντιμετωπισθεί η ζημιά που έχει προκαλέσει η πανδημία στην οικονομία.
Προσέθεσε ότι το νέο κύμα κρουσμάτων της μετάλλαξης Δέλτα αποτελεί κίνδυνο για την οικονομία της Ευρωζώνης, αλλά η ΕΚΤ θεωρεί «ισορροπημένους» τους κινδύνους (ανοδικούς και καθοδικούς) για την πορεία της.
«Το εκ νέου άνοιγμα μεγάλων τμημάτων της οικονομίας στηρίζει μία ισχυρή ανάκαμψη του τομέα των υπηρεσιών, αλλά η μετάλλαξη Δέλτα του κορονοϊού θα μπορούσε να τη μετριάσει, ιδιαίτερα στον τουρισμό και τη φιλοξενία», είπε η επικεφαλής της ΕΚΤ, προσθέτοντας ότι οι κυβερνήσεις και οι πολίτες είναι σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσουν την πανδημία κατά τη διαδοχικά κύματά της.
Η ΕΚΤ επιβεβαίωσε, επίσης, ότι θα συνεχίσει τις αγορές ομολόγων στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματός της (PEPP) ύψους 1,8 τρισ. ευρώ κατά το τρέχον τρίμηνο με «σημαντικά υψηλότερο ρυθμό από ότι τους πρώτους μήνες του έτους».