Υπάρχουν πολλά που κρατούν την Ευρωπαϊκή Ένωση ενωμένη, όπως απέδειξαν οι πολλαπλές κρίσεις των τελευταίων ετών.
Από την κρίση χρέους της Ευρωζώνης, την αποχώρηση της Βρετανίας, την πανδημία του κορωνοϊού, μέχρι και τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάφερε να διατηρήσει μια αξιοθαύμαστη ενότητα, παρ' όλες τις επιμέρους παραφωνίες και διαφωνίες. Εκεί όμως που φαίνεται πως υπάρχει πλήρης ασυμφωνία είναι ως προς τη γεωπολιτική τοποθέτηση της Ένωσης, ιδίως απέναντι στην Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι διαφορές στρατηγικής και αντίληψης στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης εμφανίστηκαν με κρότο την περασμένη εβδομάδα με την επίσκεψη του Εμανουέλ Μακρόν, της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και της Ανναλένα Μπέρμποκ στο Πεκίνο, και την επίσκεψη του Πολωνού Πρωθυπουργού Ματέους Μοραβιέτσκι στην Ουάσιγκτον. Ο Γάλλος Πρόεδρος τάραξε και πάλι τα νερά με δηλώσεις του αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον Κινέζο Πρόεδρο Σι Ζινπίνγκ. Δίνοντας συνέντευξη στο Politico και τη Les Echo μέσα στο προεδρικό αεροσκάφος, ο Εμανουέλ Μακρόν είπε πως «ο μεγάλος κίνδυνος» για την Ευρώπη είναι «να εμπλακεί σε κρίσεις που δεν είναι δικές μας, και που θα μας αποτρέψουν από το να χτίσουμε την δική μας στρατηγική αυτονομία». Πρόσθεσε δε, πως «θα ήταν παράδοξο να κυριευθούμε από πανικό και να πιστέψουμε ότι είμαστε απλά το παρακολούθημα της Αμερικής».
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι δηλώσεις του Μακρόν προκάλεσαν ένα κύμα αντιδράσεων, και όχι μόνο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ο Υπουργός Άμυνας της Γερμανίας τις χαρακτήρισε ξερά ως «ατυχείς», ενώ ο Πολωνός Πρωθυπουργός μιλώντας στο Atlantic Council στην Ουάσιγκτον τόνισε πως «η συμμαχία με τις ΗΠΑ είναι το απόλυτο θεμέλιο της ασφάλειάς μας» και πως κάποιες χώρες «προσπαθούν να κάνουν με την Κίνα το ίδιο λάθος που έγινε με τη Ρωσία» ιεραρχώντας τα οικονομικά συμφέροντα πάνω από τη γεωπολιτική ασφάλεια. Πρόσθεσε δε πως «κάποιοι» εννοούν τη στρατηγική αυτονομία ως μια στροφή προς την Κίνα και εξασθένηση των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Εκπρόσωποι της γαλλικής Προεδρίας προσπάθησαν να μετριάσουν τις εντυπώσεις από τις δηλώσεις Μακρόν, αλλά ο αντίκτυπος ήταν ήδη μεγάλος. Αυτά πάντως που είπε ο Γάλλος Πρόεδρος είναι γνωστό ότι απηχούν τις απόψεις και άλλων ηγετών στην Ευρώπη, οι οποίοι θεωρούν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει στρατηγικά συμφέροντα στην Κίνα, τα οποία δεν πρέπει να διασαλευτούν από τη σημασία που αποδίδουν οι ΗΠΑ στην ανεξαρτησία της Ταϊβάν. Λίγες ημέρες πριν από την επίσκεψη του Μακρόν στην Κίνα, είχε επισκεφθεί την κινεζική πρωτεύουσα και ο Ισπανός Πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος χωρίς να εκφραστεί τόσο ανοικτά όσο ο Μακρόν, πέρασε ωστόσο τα ίδια περίπου μηνύματα προς την κινεζική ηγεσία.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι οι οικονομικές σχέσεις της ΕΕ με την Κίνα έχουν τεράστια σημασία για την ανάπτυξη και την απασχόληση στην Ένωση. Και μόνο το ύψος του εμπορικού ελλείμματος απέναντι στην Κίνα φτάνει τα 400 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αναζητούν εναγωνίως τρόπους για να το μειώσουν. Σημαντικός επίσης είναι ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει η Κίνα στον πόλεμο στην Ουκρανία, ασκώντας ενδεχομένως πιέσεις στη Ρωσία για τον τερματισμό της σύγκρουσης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση όμως δεν πρέπει να επαναλάβει το λάθος που έκανε με τη Ρωσία και να θεωρήσει ότι η Ταϊβάν κείται μακράν. Η επεκτατική πολιτική της Κίνας καταπατά κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, όπως έχει αποδείξει με κυνικό και σκαιό τρόπο και στην καταπάτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης των γειτονικών της χωρών στη Νότια Σινική Θάλασσα, αρνούμενη να συμμορφωθεί με την απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου που δικαίωσε πανηγυρικά τις Φιλιππίνες.
Ειδικά η Ελλάδα θα πρέπει να αντιταχθεί στην αντίληψη ότι προκειμένουν να διαφυλαχθούν πρόσκαιρα οικονομικά συμφέροντα, είναι προτιμότερο για την Ευρωπαϊκή Ένωση να αντιμετωπίσει με όρους Realpolitik την κατάφορη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Και προφανώς η Ένωση θα πρέπει να συγκροτήσει μια στρατηγική αυτονομία και σε γεωπολιτικό επίπεδο, αλλά δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι αυτή η αυτονομία θα πρέπει να αποκλίνει αναγκαστικά από τη συμμαχία μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ειδικά σε περιπτώσεις που οφείλουμε να υπερασπιστούμε το διεθνές δίκαιο και να αποτρέψουμε την de facto επιβολή του δίκαιου του ισχυρού.