Πριν από περίπου 1200 χρόνια, μία εξέχουσα γυναίκα της φυλής των Μοχ κηδεύτηκε με μία λαμπρή τελετή. Πρόσφατα αρχαιολόγοι αποκάλυψαν την τελευταία της κατοικία, μαζί με ενδείξεις που μαρτυρούν την ηγετική θέση που κατείχε εν ζωή.
Ο πολιτισμός των Μοχ, έζησε στο βόρειο Περού το 100μΧ με 800μΧ,κατά τη διάρκεια της Εποχής Περιφερειακής Ανάπτυξης. Η κοινωνία τους ήταν κυρίως γεωργική και είχε κάνει σημαντικές τεχνολογικές προόδουυς για την κατασκευή ενός δικτύου αρδευτικών καναλιών που έστελνε το νερό των ποταμών στις καλλιέργειες τους. Ο πολιτισμός τους ήταν ιδιαίτερα εξελιγμένος και τα έργα τέχνης τους, παρουσιάζουν τη ζωή τους, με λεπτομερείς σκηνές κυνηγιού, αλιείας, πολέμων, θυσιών, σεξουαλικών συνευρέσεων και περίτεχνων τελετών.
Η ανακάλυψη του συγκεκριμένου τάφου, έγινε τις τελευταίες μέρες του Ιουλίου στην περιοχή του Σαν Χοσε Ντε Μορο στην κοιλάδα του ποταμού Τζεκετεπεκ στο βόρειο Περού και συντελεί στο να δημιουργηθεί μία πιο συγκεκριμένη εικόνα για την ηγετική θέση που κατείχαν οι γυναίκες στον πολιτισμό των Μος.
Η συγκεκριμένη γυναίκα, υπολογίζεται ότι θάφτηκε περίπου το 750 μ.Χ. σε ένα μεγάλο θάλαμο, περίπου 6 μέτρα κάτω από το έδαφος. Οι πήλινοι τοίχοι του τάφου της ήταν βαμμένοι κόκκινοι, με τρύπες γεμάτες από προσφορές κεραμικών αγγείων. Μαζί της βρέθηκαν θαμμένοι και δύο ενήλικες, προφανώς γυναίκες συνοδούς που θυσιάστηκαν, καθώς και πέντε παιδιά.
Ο σκελετός της στηριζόταν σε μια χαμηλή πλατφόρμα στο ένα άκρο του θαλάμου και ήταν διακοσμημένος πολύ απλά με ένα κολιέ από πέτρες. Δίπλα της ωστόσο βρέθηκε μια σημαντική ένδειξη για την ταυτότητα της: ένα ψηλό ασημένιο κύπελλο που χρησιμοποιούνταν σε τελετές ανθρωποθυσίας των Μος. Τέτοιου είδους κύπελλα βρίσκονταν μόνο στους τάφους των ισχυρών ιέρειων-βασιλισσών γεγονός που αποδεικνύει το ρόλο της γυναίκας αυτής στη φυλή των Μος.
Η περίτεχνη διακόσμηση του φέρετρου είναι μια άλλη ένδειξη της σημαντικής της θέσης. Το ίδιο το φέρετρο, ήταν πιθανώς κατασκευασμένο από ξύλο ή από ζαχαροκάλαμο και είχε προ πολλού διασπαστεί και είχαν μείνει πλέον μόνο οι πλάκες χαλκού που το κάλυπταν και είχαν την χαρακτηριστική σχεδίαση των Μος.
Κοντά στο κεφάλι του σκελετού βρέθηκε μία ταφική μάσκα από χαλκό, η οποία κατά πάσα πιθανότητα βρισκόταν στην κορυφή του φέρετρου αρχικά, ενώ στα πόδια της βρέθηκαν δύο κομμάτια χαλκού που μοιάζουν με σανδάλια. «Το φέρετρο ήταν ανθρωποποιημένο, ήταν σαν σώμα», εξηγεί ο επικεφαλής ανασκαφής Λουις Καστίγιο Τζέιμι Μπάτερς.
Το φέρετρο πρέπει να ήταν μέρος του «σόου» της δημόσιας κηδείας: Ο νεκρός διοικούσε ίσως μία από τις κοντινές κοινότητες των Μος. Κατά τη διάρκεια της κηδείας της, σε ένα φέρετρο μεπρόσωπο και πόδια που αντιπροσώπευαν αυτά του νεκρού, μεταφέρθηκε στην τελευταία της κατοικία σε μία μεγαλόπρεπη τελετή που περιελάμβανε τιμητική φρουρά πολεμιστών και μουσικών.
Αυτός ήταν ο όγδοος τάφος γυναίκας υψηλού αξιώματος που εντοπίστηκε στις ανασκαφές που ξεκίνησαν στο Σαν Χοσέ ντε Μόρο από το 1991. Οι συνεχείς ανακαλύψεις έχουν πείσει τους αρχαιολόγους ότι η περιοχή ήταν ένα σημαντικό τελετουργικό και κέντρο προσκυνήματος μεταξύ 600 μ.Χ. και 850μ.Χ. , και ότι οι βασίλισσες ιέρειες που είχαν ταφεί εκεί έπαιξαν μεγάλο ρόλο στις πολιτικές και πνευματικές υποθέσεις της περιοχής, γεγονός που αποκαλύπτει πολλά σχετικά με τη δομή της κοινωνίας των Μος
Οι Μος όπως αποδεικνύεται, δεν είχαν μία κεντρική κοινωνία όπως κάποτε πίστευαν οι αρχαιολόγοι. Ηταν περισσότερο μια χαλαρά συνδεδεμένη ομάδα κοινοτήτων, καθεμία με τους δικούς της κανόνες. Σε αυτή την κοιλάδα, είναι πιθανό ότι οι γυναίκες ήταν υπεύθυνες για πολλές από τις κοινότητες και οι άνδρες ήταν υπεύθυνοι για τους άλλες.
«Οι Μος φαίνεται να πίστευαν ότι οι ταυτότητες ζωής των ατόμων έπρεπε να διατηρηθούν και μετά το θάνατο» σημειώνει ο Καστίγιο Μπάτερς. «Ετσι οι τάφοι τους ήταν γεμάτοι, όχι μόνο με τα σύμβολα της θρησκείας και της εξουσίας, αλλά και με τα αντικείμενα και τα κοστούμια που φορούσαν ως ιερείς και ιέρειες ώστε να συνεχίσει την εκτέλεση των τελετουργικών ρόλων τους στη μετά θάνατον ζωή.»