Ο Δημήτρης Αλεξανδρής περιγράφει στο iefimerida.gr την καθημερινότητά του στο παραθαλάσσιο χωριό Σίγρι, στη Λέσβο, εξηγεί πώς προσέγγισε τον ρόλο του «Στασινόπουλου» στη σειρά «Το προξενιό της Ιουλίας», που προβάλλεται Τρίτη- Πέμπτη στις 22.40 στον Alpha, και σχολιάζει γιατί είναι αυστηρός μπαμπάς.
Μεσημέρι Σαββάτου συναντώ τον βραβευμένο ηθοποιό, με σημαντικές διακρίσεις στον κινηματογράφο και στο θέατρο, Δημήτρη Αλεξανδρή, σε ένα γουστόζικο καφέ, το «Γραμματόσημο», που βρίσκεται στο Χαϊδάρι, με αφορμή τον ρόλο του στη δραματική σειρά εποχής «Το προξενιό της Ιουλίας» - είναι μέσα στις κορυφαίες προτιμήσεις των χρηστών του web TV. Ταυτόχρονα, ξεκινάει πρόβες για την παράσταση «Οι παλαιοί καιροί», σε σκηνοθεσία Άρη Τρουπάκη, στο θέατρο Οδού Κυκλάδων.
Ο ηθοποιός, κάνοντας έναν μικρό απολογισμό που του ζήτησα, δηλώνει ευχαριστημένος με την πορεία του και μου εξηγεί γιατί είναι δυσανάλογη η αγάπη που έχει λάβει από τους τηλεθεατές σε σχέση με τις (ελάχιστες) σειρές στις οποίες έχει παίξει.
«Ο "Στασινόπουλος" έχει καλύψει κάποια μυστικά για να μη φτάσουν τα πράγματα στα άκρα»
Ο «Στασινόπουλος», τον οποίο υποδύεται στην τηλεοπτική σειρά «Το προξενιό της Ιουλίας» ο Δημήτρης Αλεξανδρής, είναι αυτός που αντικρίζει πρώτος το φρικτό φονικό, όπως έχουμε δει στο fast forward. Άραγε, ο ίδιος είναι αθώος; Μήπως κρύβει κάποιο καλά κρυμμένο μυστικό; «Απ' όσο ξέρω ο αστυνόμος είναι αθώος. Αυτό που γνωρίζω, ότι έχει κάνει μέχρι τώρα, είναι ότι λόγω της φιλίας του με τον Γεωργίκη προσπάθησε την αυτοκτονία της πρώην γυναίκας του να την κάνει ατύχημα. Γιατί εκείνη την εποχή, αν και έχω την εντύπωση ότι ακόμα συμβαίνει, οι άνθρωποι που αυτοκτονούν δεν διαβάζονται και έχουν το στίγμα της τρέλας, της ψυχασθένειας -θεωρείται μίασμα και το βλέπουμε ως επακόλουθο που έχουν όλοι με τον γιο του Προβιού. Υπάρχει μια περιθωριοποίηση - πίστευαν πως η τρέλα μπορεί να είναι κολλητική. Οπότε, ο «Στασινόπουλος» στην προσπάθειά του να ισορροπήσει κάποιες καταστάσεις για να μη φτάσουν τα πράγματα στα άκρα, έχει καλύψει κάποια μυστικά - τουλάχιστον αυτό γνωρίζω ότι έχει κάνει μέχρι τώρα» απαντάει ο ηθοποιός στο iefimerida.gr.
Η γυναίκα του Προβιού όντως αυτοκτόνησε; «Υπάρχει ένα ερωτηματικό γύρω από το θάνατο της. Ξεκινώντας τα γυρίσματα ξέραμε όλοι ότι την πρώτη γυναίκα του Γιωργίκη Προβιού, κάποιος την έχει σκοτώσει, ωστόσο προχωρώντας η ιστορία οι σεναριογράφοι άλλαξαν άποψη -δεν έχουν καταλήξει ποιος θα το «κουβαλήσει» ως έγκλημα. Σε μια πρόσφατη συζήτηση που κάναμε σκέφτονται μέχρι να έχει συμβεί ατύχημα -ίσως ήταν τελικά μια σύμπτωση που απλά δημιούργησε ενοχές στους περισσότερους» μου αναφέρει ο Δημήτρης Αλεξανδρής.
Βλέποντας τη σειρά «Το προξενιό της Ιουλίας» παρατηρώ μη τυποποιημένες συμπεριφορές στον τρόπο προσέγγισης του ρόλου του. Αλήθεια, πως ο ίδιος προσέγγισε τον αστυνομικό; «Όπως στους περισσότερους χαρακτήρες που έχω υποδυθεί, προσπαθώ να μην πηγαίνω με αυτό που είναι «κλισέ», δηλαδή ένας πολύ αυστηρός αστυνομικός που συνεχώς φωνάζει και είναι πολύ αυστηρός με πολύ συγκεκριμένη συμπεριφορά. Υπάρχουν κάποιες φόρμες που εμένα μου αρέσει να αλλάζω στους χαρακτήρες που υποδύομαι. Πέρυσι στο «Σασμό» που υποδύθηκα έναν εγκληματία δολοφόνο της νύχτας ήθελα κι εκεί να δείξω την πολύπλευρη διαδικασία μιας ύπαρξης..
Φέτος ήθελα να φτιάξω ένα χαρακτήρα, ο οποίος είναι πατέρας δύο κοριτσιών, και ήταν σχεδόν αφύσικο, για εκείνη την εποχή, να μην είναι σκληρός -συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Ο «Στασινόπουλος» έχει περάσει πολύ σκληρά στη ζωή του, πολύ δύσκολα και ως παιδί μιας φτωχής οικογένειας, εργάτες στη γη, η επιβίωση του ήταν δύσκολη και ήθελα να δείξω ότι όταν αυτός ο χαρακτήρας πάρει ένα κομμάτι αυτής της εξουσίας θα ήθελε να τη χρησιμοποιήσει όσο πιο δίκαια ή πολιτισμένα πίστευε ο ίδιος. Έχοντας ζήσει ο ίδιος τη βία και τη σκληρή συμπεριφορά των ανθρώπων προσπαθεί να φερθεί εντελώς διαφορετικά. Τον είδαμε να χάνει τον έλεγχο μόνο όταν κινδύνεψε η κόρη του από τον «ταξιτζή» που τελικά δεν ήταν «ερωτύλος», αλλά μπλεγμένος σε κύκλωμα μαστροπείας, και θα τον δούμε και παρακάτω να χάνει τον έλεγχο. Ωστόσο, προσπαθεί να έχει μια σχέση με την οικογένεια του, τη γυναίκα του όσο γίνεται πιο ελεύθερη και πιο ανεκτική. Μάλιστα, σε πολλές σκηνές της σειράς, θα μπορούσε ο τηλεθεατής να πει «δε γίνεται μια γυναίκα να μιλάει έτσι στον άντρα της» -αυτός της το επιτρέπει, δεν του είναι εύκολο παρόλο αυτά το προσπαθεί. Εγώ αυτή τη μάχη τη βρήκα γοητευτική στον ήρωα μου για να τον προσεγγίσω. Από την άλλη διάβασα πάρα πολύ για τη συγκεκριμένη περίοδο και για ανθρώπους που ήταν στη Χωροφυλακή.
Ο «Στασινόπουλος» έχει πλέον την εξουσία και αναγκάζονται τον γιο του εργάτη να τον σεβαστούν στην τοπική κοινωνία και αυτό για τον ίδιο είναι κέρδος και αισθάνεται πετυχημένος. Τα όνειρα που είχε για τη ζωή του τα έχει καταφέρει: έκανε οικογένεια, έχει μια γυναίκα που τον αγαπάει και μια δουλειά που κερδίζει καθημερινά τον σεβασμό».
«Ο Στασινόπουλος γνωρίζει πολύ καλά πως ο Γρηγόρης δεν αγαπάει την κόρη του...»
Ο ίδιος θα δεχτεί να παντρευτεί η κόρη του έναν άνθρωπο που δεν την αγαπάει πραγματικά; «Θα δεχτεί και ο λόγος είναι γιατί δεν θέλει να φτάσει στα άκρα με τους ανθρώπους που αγαπάει δηλαδή την οικογένεια του. Φοβάται μην τη χάσει – ήδη πέρασε μεγάλη κρίση όταν η κόρη του έκανε απόπειρα αυτοκτονίας και ο ίδιος ταρακουνήθηκε πάρα πολύ. Γνωρίζει πολύ καλά ότι ο «Γρηγόρης» δεν την αγαπάει, όπως το ξέρουν όλοι, ακόμα και η κόρη του μόνο που ο έρωτας είναι κτητικός».
«Ψάχνοντας ο διοικητής θα αρχίσουν να βγαίνουν γεγονότα που το ένα θα πυροδοτεί το άλλο»
Όσο για το τι θα συμβεί με τη μικρότερη του κόρη; «Θα έχει πολύ ενδιαφέρον γιατί μαθαίνει για το ποιος είναι πραγματικά ο ταξιτζής και ο λόγος που τον άφησε ελεύθερο ήταν γιατί δεν είχε αποδείξεις. Όμως θα συνεχίσει να ψάχνει και θα αρχίσουν τα βγαίνουν γεγονότα που το ένα θα πυροδοτεί το άλλο
Η μικρή κόρη η κλισε η αγαπημένη του μπαπά εκτιμώ το όνειρο της είναι να σπουδασει και με μάνει περισσότερο χαρουμενο από ένα παιδί που απλά θέλει να παντρευτεί όπως η μεγάλη, εκεί βρίσκει μια επαφή..οπβως όλι οι μπαμπάδες αρνουμαστε ότι το κορίτσι μας εχει μεγαλώσει, κι σε μένα συμβαινει γιατι ειμαι μπαμπας κόρης, βλέπουμε ότι οι άνδρες τις βλέπουν διαφορετικά αποι ότι θέλουμε εμείς...αλλά εχουν μεγαλώσει κι αρχίζει αυτή η μεταμόρφωση της Βαγγελίτας και η συνειδητοποιήση των γονιοών της.
Το προξενιό της Ιουλίας: Οι υποψίες και οι φόβοι του «Στασινόπουλου» που δεν τον αφήνουν να ηρεμήσει
Με τις εξελίξεις του φόνου που βλέπουμε στα fast forward ο «Στασινόπουλος» θα φοβηθεί μήπως χρειαστεί πάλι να καλύψει τον καλύτερο του φίλο; «Ναι! Επιπλέον, εδώ και πολύ καιρό έχει αρχίσει να φοβάται πάρα πολύ αν πρόσεξε όσο έπρεπε το θάνατο της πρώτης γυναίκας του Γιωργίκη. Έχει υποψίες ότι κάτι έγινε εκεί παραπάνω από αυτό που κατάλαβε ή άφησε το χρόνο για να ερευνήσει -αυτό έχει αρχίσει να δουλεύει μέσα στο μυαλό του» υποστηρίζει ο ηθοποιός για τον χαρακτήρα που υποδύεται.
«Όταν πήγα φαντάρος νόμιζα ότι δεν θα ξανά δουλέψω...»
Ο Δημήτρης Αλεξανδρή ακολούθησε το δρόμο της υποκριτικής από σύμπτωση, ωστόσο τα σημάδια από την αρχή της διαδρομής του ήταν ενθαρρυντικά, καθώς κέρδισε δύο βραβεία Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και ένα στο εξωτερικό. Λίγα χρόνια αργότερα συστήθηκε στο ευρύ κοινό μέσα από τη σειρά «Λόγω τιμής» - ήταν το τηλεοπτικό του ντεμπούτο. Ο ίδιος θα αναφέρει στο iefimerida.gr: «Μετά τη δεύτερη ταινία που έκανα πήγα φαντάρος και νόμιζα ότι δεν θα ξανά δουλέψω γιατί αν δεν μπεις αρκετά μέσα στη δουλειά δεν ξέρεις αν υπάρχει ροή. Κι όταν πήγα στο στρατό πίστευα ότι όταν γυρίσω δεν θα με θυμούνταν -τότε το σινεμά ήταν και παραμένει μια μικρότερη κοινότητα και η τηλεόραση δεν είχε τόση άνθιση για να απορροφάει πρόσωπα από το σινεμά..Μάλιστα, όταν κέρδισα το πρώτο μου βραβείο, στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, πέρα από τη χαρά της βράβευσης, για μένα, ήταν ένα στοιχείο ότι ο δρόμος που έχω διαλέξει μάλλον πηγαίνει καλά.. Δυστυχώς στην Ελλάδα τα βραβεία δεν έχουν την αίγλη που έχουν στο εξωτερικό, αλλά σε εκείνη την ηλικία που ήμουν ήταν σαν ένα χτύπημα στη πλάτη που λέει «κάπως καλά τα πας»».
Ο Δημήτρης Αλεξανδρής έχει πρωταγωνιστήσει σε 12 κινηματογραφικές ταινίες και όταν είχε να επιλέξει μεταξύ σινεμά και τηλεόρασης πάντα διάλεγε το πρώτο. Τού ζητώ να κάνει ένα μικρό απολογισμό ως τώρα. Ευχαριστημένος με τη διαδρομή του; «Δεν μπορώ να πω ότι είμαι άτυχος. Δύσκολη η διαδρομή αλλά δεν με πετυχαίνεις σε μια φάση που μπορώ να πω ότι είμαι δυσαρεστημένος. Θα σου απαντήσω με έναν στίχο του Σωκράτη Μάλαμα από την «Πριγκιπέσσα»: Λάθη, στραβά και πάθη με έβγαλαν σωστό...»!
«Νιώθω ότι δεν έχει τελειώσει για μένα αυτή η δουλειά...»
Όσο για το αν θεωρεί λάθη τις προτάσεις που είχε απορρίψει; «Ο κάθε άνθρωπος προσπαθώντας να βρει το ποιος είναι αρκετές φορές δε φέρεται απόλυτα σωστά επαγγελματικά. Από την άλλη και τι σημαίνει σωστά επαγγελματικά; Αυτή τη περίοδο υπάρχουν άνθρωποι που συνεργαζόμαστε και δεν τους έχω κουράσει, δεν τους έχω ξενερώσει κι ακόμα θέλουν να συνεργάζονται μαζί μου, υπάρχουν νέοι σκηνοθέτες που πιστεύουν ότι αυτό που κάνω δεν έχει «τελειώσει» και βρίσκουν ενδιαφέρον να με συμπεριλαμβάνουν στα όνειρα τους. Προσωπικά, αρκετές φορές νιώθω ότι δεν έχει τελειώσει για μένα αυτή η δουλειά στο σύνολο της και ο κόσμος μου φέρεται με μεγάλη αγάπη- δυσανάλογη από αυτά που έχουν δει από μέσα στην τηλεόραση αν σκεφτείτε ότι έχω παίξει μόνο σε 6 σειρές. Στη πλειονότητα οι σειρές που έκανα σημείωσαν μεγάλη επιτυχία, αγαπήθηκαν από τον κόσμο».
«Όταν πήγα να κάνω κάτι μόνο για τα χρήματα δεν τα πήρα ποτέ...Δεν μου πάει αυτή η σχέση»
Στα επαγγελματικά ακολουθεί το δρόμο της λογικής ή του συναισθήματος; «Δεν είχα ποτέ καμία στρατηγική πάνω στη δουλειά -η μόνη στρατηγική, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω τη συγκεκριμένη λέξη, είναι ότι θέλω να δουλεύω με συγκεκριμένους ανθρώπους, να νιώθω ότι έχουμε μια «συγγένεια». Στην καριέρα μου δύο φορές πήγα να κάνω κάτι για τα χρήματα και τα έχασα οπότε δεν με πάει αυτή η σχέση με τα πράγματα -καλύτερα λίγα ή τίποτα και συνειδητοποιημένα».
Εκτός από τον κινηματογράφο ο ηθοποιός έχει βραβευτεί στο θέατρο για την ερμηνεία του στη παράσταση «Κράμερ εναντίον Κράμερ» σε μετάφραση της Μιρέλλας Παπαοικονόμου, με την οποία είχαν συνεργαστεί στη σειρά «Λόγω Τιμής». «Ήταν η πρώτη θεατρική δουλειά της Μιρέλλας Παπαοικονόμου, δούλεψα πρώτη φορά με την Ελένη Σκώτη και ήταν μια ωραία εμπειρία. Όταν ήρθε η πρόταση από τη Μιρέλλα δεν θα μπορούσα να πω όχι -η παράσταση δεν πήγε καλά εμπορικά, αλλά για εμάς ήταν μια εξαιρετική εμπειρία.
Η Μιρέλα είναι πολύ σπουδαία περίπτωση -χρωστάνε πολλές γενιές πολλά πράγματα γιατί, αν δεν είναι η μοναδική, είναι από τις εξαιρετικά σπάνιες σεναριογράφους με τόσες επιτυχημένες σειρές στο ενεργητικό της. Όταν ξεκινούσε η άνθιση της τηλεόρασης πολλοί άνθρωποι του σινεμά δεν ήθελαν να μπουν στη τηλεόραση από άποψη και η Μιρέλλα ήταν ο συνδετικός κρίκος. Η ίδια βλέπει πάρα πολύ σινεμά και πολλοί άνθρωποι που έχουν παίξει σε σειρές της κι έχουν κάνει μεγάλη επιτυχία ήταν προσωπικές της επιλογές -η Μιρέλλα έχει δώσει μάχη για να είναι στις σειρές της από ηθοποιούς μέχρι σκηνοθέτες και τεχνικούς» αναφέρει στο iefimerida.gr
Δημήτρης Αλεξανδρής: «Περπατάω στο βουνό και παίζω play station»
Τι απολαμβάνει να κάνει τον ελεύθερο χρόνο του και πώς αποφορτίζεται; «Με τον κορονοϊό που είχαν κλείσει τα γυμναστήρια, ασχολούμουν πολύ με την άθληση, άρχισα να πηγαίνω για περπάτημα στο βουνό πολύ κοντά στο σπίτι μου –για 1,5 με 2 ώρες και τέσσερα χρόνια μετά εξακολουθώ να το κάνω ανελλιπώς όταν δεν έχω γύρισμα ή πρόβα. Ενώ στην αρχή ήταν ένας τρόπος άθλησης, τώρα είναι αποφόρτιση, ανάγκη ψυχική. Επίσης, μου αρέσει πολύ να διαβάζω βιβλία, να βλέπω σινεμά και πολλές φορές μετά τη δουλειά παίζω play station.
Ως μπαμπάς είναι αυστηρός ή προτιμάει να είναι με τα παιδιά του περισσότερο φίλος; «Πιστεύω πως είμαι αυστηρός μπαμπάς -και βέβαια είμαι μπαμπάς, φίλος όχι! Είμαι φιλικός, αλλά μπαμπάς κι έχω μια πολύ συγκεκριμένη άποψη για το κομμάτι της προσπάθειας που πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι ανεξαρτήτως άμεσου αποτελέσματος...» εξηγεί.
Ο Δημήτρης Αλεξανδρής μάς ξεναγεί στο Σίγρι της Λέσβου
Ο ηθοποιός, αν και δεν έχει καταγωγή από το νησί, τα τελευταία δέκα χρόνια περνάει στη Λέσβο το μεγαλύτερο μέρος των καλοκαιρινών του διακοπών. Μάλιστα, έχει μαγευτεί ένα από μικρό παραθαλάσσιο χωριό, το Σίγρι. Πώς βρέθηκε εκεί; «Τυχαία βρέθηκα στο νησί, δεν έχω ρίζες. Είχα πάει στη Λέσβο, αν θυμάμαι καλά το 2000, για να βοηθήσω ένα φίλο μου σκηνοθέτη για ένα ντοκιμαντέρ όπου έμεινα για δύο μήνες περίπου για τη προετοιμασία -κάναμε ρεπεράζ γυρνώντας σχεδόν ολόκληρο το νησί, αλλά στη συγκεκριμένη πλευρά δεν πήγαμε. Τελειώνοντας με τα γυρίσματα, ήμουν με τη γυναίκα μου τη Νατάσα και την κουμπάρα της, τη Θεοδοσία -την αναφέρω γιατί της το χρωστάω που μου γνώρισε αυτό το φανταστικό μέρος -και για να μην αλλάξουμε νησί παραμείναμε για διακοπές και μάς πήγε στο Σίγρι -ένα πολύ μικρό παραθαλάσσιο χωριό, κοντά στη Μόλυβδο.
Ερωτεύτηκα το Σίγρι με τη πρώτη ματιά -σε πληροφορώ δεν μου αρέσουν τα ταξίδια κι είναι το μόνο μέρος με το που φεύγω σκέφτομαι πότε θα επιστρέψω πάλι. Πρόκειται για ένα μαγικό μέρος, πολύ ιδιαίτερο, με εξαιρετικούς ανθρώπους -είναι μια κοινότητα περίπου 250 ατόμων -τους βλέπω κάθε καλοκαίρι, μιλάμε, θα καθίσουμε στο καφενείο να πιούμε το ουζάκι μας. Για μένα είναι μοναδικό όλο αυτό που ζω όταν πάω εκεί.
Το Σίγρι το αγάπησαν και τα παιδιά μας και ήταν από τους λόγους όταν λίγο μεγάλωσαν πηγαίναμε κάθε καλοκαίρι, έχουν βρει κι αυτά παρέες οπότε έγιναν όλα τόσο εύκολα» σχολιάζει.
Πώς κυλάει η καθημερινότητα του στο δυτικότερο άκρο της Λέσβου; «Υπάρχει ένα motto που έχει γράψει ο Αντώνης στο «Παραδοσιακό» -ένα εκπληκτικό καφενείο – που λέει «Αξίζει να φτάσεις μέχρι της άκρη» κι πραγματικά αξίζει το συγκεκριμένο μέρος. Η καθημερινότητα μου εκεί είναι πολύ απλή -προσωπικά πηγαίνω γιατί ξεκουράζομαι κι είναι ακριβώς αυτό που θέλω -πηγαίνω για μπάνιο -τα νερά είναι καθαρά και λίγο πιο κρύα -, το φαγητό φανταστικό -ολόκληρο το νησί είναι γαστρονομικός προορισμός. Γενικότερα η Λέσβος έχει πολλές διαφορετικές ομορφιές: το ένα κομμάτι είναι καταπράσινο, το άλλο ξερό. Εμένα δεν μου αρέσουν τα μέρη που δεν έχουν πράσινο, για αυτό δεν τρελαίνομαι με τις Κυκλάδες, ωστόσο το Σίγρι, που είναι ξερό, το λατρεύω.
Μάλιστα, το Σίγρι έχει ένα καταπληκτικό μουσείο, έρχονται από κάθε μέρος του πλανήτη να το επισκεφτούν, και το Απολιθωμένο Δάσος που είναι το μοναδικό στον κόσμο».