Ο Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του στο iefimerida.gr, μιλάει για τις ανατροπές του ρόλου του στη σειρά «Η Μάγισσα» και τις καταιγιστικές εξελίξεις που έρχονται στο πύργο των Λασκαραίων, εξηγεί πώς είναι η ζωή χωρίς social και μοιράζεται τα αγαπημένα του στέκια για φαγητό.
Η υποκριτική μπήκε στη ζωή του Μάρκου με ένα διαφορετικό τρόπο -από το τελετουργικό στην εκκλησία. Ο ίδιος αναφέρει στο iefimerida.gr: «Από μικρός πήγαινα στην εκκλησία, οι γονείς μου είναι θρήσκοι, με την καλή έννοια της λέξης, διαβάζουν πάρα πολλά βιβλία, και άρχισα να ασχολούμαι τόσο με τα κείμενα όσο και με τον τρόπο που γίνεται μια τελετή στην εκκλησία. Ουσιαστικά ο τρόπος που γίνεται η τελετή, στην εκκλησία, όρισε μέσα μου την τελετή του θεάτρου – μου άρεσε να συμμετέχω σε ένα τελετουργικό. Νομίζω εκεί μπήκε το μικρόβιο, τουλάχιστον αυτό αναγνωρίζω τώρα γιατί τότε ήμουν σε πολύ μικρή ηλικία».
Από το Εθνικό υποψήφιος για βραβείο «Δημήτρης Χορν» και ο φόβος για τη τηλεόραση
Τελειώνοντας το σχολείο πέρασε στο Εθνικό. Ήταν μια πρώτη επιβεβαίωση ότι κατάφερε να μπει στη πιο αναγνωρισμένη σχολή; Υπήρξαν καθηγητές που τον ενέπνευσαν; Έφτασε ποτέ στα όρια του; «Αν εννοείς ότι ήταν μια επιβεβαίωση για να συνεχίσω, φυσικά και ήταν – ακόμα, όμως, δεν είμαι σίγουρος. Το επάγγελμα μου έχει μια αβεβαιότητα, αλλά και ο ίδιος ο καλλιτέχνης πάντα είναι αβέβαιος για τον αν αξίζει ή όχι και ίσως τελικά αυτό είναι που μας κρατάει κιόλας, αλλιώς είναι σαν να γνωρίζεις τα πάντα.
Υπήρξαν πολλοί που με ενέπνευσαν στη δραματική σχολή -ήμουν τυχερός γιατί είχαμε καθηγητές εργάτες του θεάτρου, όπως ο Ακύλλας Καραζήσης, η Φιλαρέτη Κομνηνού, ο Δημήτρης Καταλειφός, η Μάρθα Φριτζήλα. Η εκπαίδευση στο Εθνικό ήταν σκληρή και πολύωρη. Ξεκινούσαμε από τις 9 το πρωί και ήμασταν εκεί μέχρι τις 11 το βράδυ και πολλές φορές κάναμε μετά πρόβες.. Βγαίνοντας από τη σχολή έχεις δυναμώσει -νιώθεις πολύ δυνατός σε σχέση με τα υποκριτικά σου εργαλεία. Το Εθνικό είναι μια σχολή με σφαιρική παιδεία – μου άρεσε πάρα πολύ.
Έφτασα πολλές φορές στα όρια μου γιατί ήταν κάτι πολύ καινούργιο για μένα, και στο τρίτο έτος ήμασταν πολύ κουρασμένοι, υπήρχε εκνευρισμός – συμβαίνει το ίδιο και σε μια πρόβα όταν η δουλειά είναι υψηλού επιπέδου. Εγώ κάποια στιγμή είπα «θα τα παρατήσω» - με βοήθησαν οι συμμαθητές και οι φίλοι μου. Νομίζω όλοι μας το είπαμε «ως εδώ, δεν αντέχω άλλο» και μάλιστα υπήρχαν παιδιά από άλλα έτη, όχι συμφοιτητές μου, που όντως τα παρατήσανε» σχολιάζει ο ηθοποιός.
Ακολουθώντας μια θεατρική διαδρομή από τις πιο σημαντικές στιγμές της καριέρας του είναι όταν προτάθηκε για το βραβείο «Δημήτρης Χορν». Ο ίδιος θα πει: «Ήταν πολύ σημαντική στιγμή και η χαρά ήταν διπλή γιατί κάναμε μια δουλειά με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Μπογδάνο, έναν πολύ ωραίο παραμυθά με υψηλού επιπέδου αισθητική, καθώς έχει σπουδάσει στην Αγγλία όπου εκεί στο θέατρο βάζουν πρώτα την ιστορία και μετά όλα τα άλλα – που την ξεκινήσαμε μαζί, τη προτείναμε και ανέβηκε στο θέατρο του Νέου Κόσμου. Ήταν τόση η χαρά μας γιατί αυτή τη παράσταση εμείς τη φτιάξαμε, εμείς τη προτείναμε και δεν περίμενα όλη αυτή την ανταπόκριση, ούτε ότι θα έρθουν να με δουν και θα με προτείνουν ως υποψήφιο για το βραβείο. Αυτή την υποψηφιότητα τη μοιράστηκα με ανθρώπους που αγαπώ και ξεκίνησε από τη δική μας διάθεση και μόνο. Πάντα μου έλεγαν οι πιο παλιοί να κάνουμε τις δικές μας δουλειές, να βρίσκουμε τη γλώσσα μας, να σχεδιάζουμε τις συνεργασίες μας -τώρα είμαι στη φάση του σχεδιασμού με τον Νίκο Ψαρρά για την επόμενη θεατρική σεζόν. Από τη πλευρά μου αυτό θα πρότεινα στους νέους συναδέρφους: να σχεδιάζουν τις δουλειές τους. Προσωπικά, μαθαίνω πολλά πράγματα από τον Νίκο Ψαρρά, τον Γιώργο Γάλλο και όλους τους εξαιρετικούς ηθοποιούς που παίζουν στη «Μάγισσα» γιατί δεν σου κρύβω πως φοβόμουν λίγο πώς θα είναι τα πράγματα κάνοντας τηλεόραση...».
«Ξεμπλοκαριστήκαμε οι νέοι ηθοποιοί και βγήκαμε στη τηλεόραση»
Αλήθεια, είχε δίλημμα να παίξει ή όχι στη τηλεόραση; «Αχ, αυτό το κακό πράγμα! Δυστυχώς, αυτό το δίλημμα το είχα – λέω κακό γιατί οι εποχές έχουν αλλάξει πάρα πολύ και τελικά νομίζω ότι δεν πρέπει να παίρνουμε τους εαυτούς μας και τόσο σοβαρά. Η νέα γενιά των ηθοποιών είμαστε πιο συνειδητοποιημένη, δεν υπάρχουν σταριλίκια και δεν ισχύει ότι «χαλάς το υλικό σου» παίζοντας στην τηλεόραση. Προσωπικά διαπίστωσα ότι η τηλεόραση με βοηθάει πάρα πολύ και για το θέατρο. Γυρίζοντας τηλεοπτικές σκηνές που έχεις από πάνω σου την κάμερα είναι μεγάλη τριβή και σε βοηθάει πολύ για το σινεμά, καθώς στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν παίρνουμε κινηματογραφική εκπαίδευση -το 80% είναι θεατρική οπότε η υποκριτική είναι εντελώς διαφορετική. Στην αρχή φοβόμουν πάρα πολύ που η σειρά θα ήταν πάνω από 70 επεισόδια, με τρία επεισόδια τη βδομάδα -σχεδόν καθημερινή. Τελικά διαπίστωσα πως βοηθάει πολύ τη δουλειά μου ως ηθοποιό, ενώ μέχρι τότε νόμιζα ότι θα την καταστρέψει….
Μέχρι να προβληθούν οι «Άγριες Μέλισσες» υπήρχε ξεκάθαρα ο συγκεκριμένος διαχωρισμός και το γεγονός πως οι ηθοποιοί του θεάτρου μπήκαν στη τηλεόραση το οφείλουμε ξεκάθαρα στον Λευτέρη Χαρίτο. Τα τελευταία χρόνια είδαμε να γίνονται ωραίες δουλειές και ξεμπλοκαριστήκαμε κι εμείς που πιστεύαμε στο διαχωρισμό γιατί πολά απλά είδαμε τους παλιούς ηθοποιούς να το αναιρούν. Από την άλλη, η τηλεόραση σε βοηθάει και στο πρακτικό κομμάτι -αμείβεσαι καλά. Εγώ, κάποια στιγμή, είπα ότι εντέλει και να πας κάπου που δεν σου αρέσει, εσύ να προσπαθείς να είσαι όσο καλύτερος γίνεται – είναι ένας τρόπος εξέλιξης».
Γιατί «Η Μάγισσα» είναι από τις αγαπημένες του δουλειές
Έχοντας αφήσει πίσω του τους διαχωρισμούς, πώς νιώθει που παίζει στη σειρά «Η Μάγισσα»; Τι γεύση έχει από την εμπειρία; ««Η Μάγισσα» είναι από τις αγαπημένες μου δουλειές -δεν ξέρω αν έχω ξανά την τύχη να ζω τέτοιες συνθήκες όπως τα γυρίσματα σε κάστρα, με άλογα, τέτοιο cast συντελεστών -με θεωρώ πολύ ευλογημένο που είμαι στη συγκεκριμένη σειρά. Το σενάριο της Μελίνας και του Πέτρου είναι φοβερό και παρόλο που πρόκειται για μυθοπλασία ο τηλεθεατής παίρνει μια μυρωδιά για το πώς ήταν εκείνη η εποχή. Πρόκειται για μια περίοδο που έχουμε μαύρα μεσάνυχτα στην ελληνική ιστορία -μαθαίνουμε την ιστορία που μας συστήνουν από την Επανάσταση και μετά. Ωστόσο, τα προηγούμενα χρόνια ο βασικός πυρήνας της Ελλάδας ήταν η Μάνη όπου ήταν το πιο κοσμοπολίτικο μέρος τς χώρα μας, δεν ήταν σκλαβωμένο μέρος είναι σημαντικό να ξέρεις -για τον Γερακάρη τον πειρατή, τον Πετρόμπεη, τους καπεταναίους που είναι όντως ιστορικά θέματα και δίνουν λίγο φως σε εκείνη την περίοδο. Στα πλεονεκτήματα της σειράς είναι το πρωτότυπο σενάριο, που χτίζει την αγωνία, το σασπένς και έχει φοβερές ανατροπές, σε μια εποχή που δεν έχουμε ξαναδεί τηλεοπτικά. Αφού και εμείς αναρωτιόμασταν πώς θα το πάρει ο κόσμος, αν θα έχει ανταπόκριση στο κοινό».
«Οι μάχες ήταν από τα δυσκολότερα γυρίσματα που έχουμε κάνει στη σειρά»
Όσο για το τι τον έχει δυσκολέψει περισσότερα στα γυρίσματα; «Οι δυσκολίες μου είναι πιο πρακτικές, όπως η μεγάλη αναμονή ή όταν μια σκηνή που είμαι έτοιμος και δυστυχώς δεν τη προλαβαίνουμε. Τα υπόλοιπα δεν με δυσκολεύουν, τα θεωρώ προκλήσεις. Για παράδειγμα χρειάστηκαν προπονήσεις για να μάθουμε να ανεβαίνουμε και να ιππεύουμε στα άλογα, χρειάστηκε χρόνος και προπονήσεις για κάποιες μάχες που θα δείτε σε επόμενα επεισόδια -οι μάχες ήταν από τα δυσκολότερα γυρίσματα ακόμα και ο τρόπος που θα γυριστεί. Υπάρχουν και οι δυσκολίες που έξω είναι καλοκαίρι με 40 βαθμούς «καίει» ο τόπος και εμείς κάναμε γυρίσματα με αυτά τα βαριά ρούχα μπροστά στο τζάκι. Ή να είναι χειμώνας με παγωνιά και να είμαστε στους 5 βαθμούς, στο κτήμα Νάσιουτζικ, με ελαφρύ πουκαμισάκι. Όλα αυτά είναι τρέλα, αλλά και μια πολύ ωραία εμπειρία».
«Ο «Μάρκος» θα φτάσει στα όρια της τρέλας»- Τί θα γίνει με την Μεταξία;
Τι θα γίνει με τον Μάρκο στα επόμενα επεισόδια; Τι spoiler μπορείς να μάς δώσεις, καθώς βρισκόμαστε σε κομβικό σημείο της ιστορίας. «Στον «Μάρκο» θα έρθουν τα πάνω – κάτω σε τεράστιο βαθμό. Ξεκίνησε ως ένας ευγενικός χαρακτήρας με πολύ καλές προθέσεις ώσπου αρχίζει να τρελαίνεται -πρόκειται για έναν τραγικό ήρωα. Δεν έχετε δει ακόμα τίποτα σε όσα έχουν να συμβούν στη πορεία. Μάλιστα, θα γίνει μια πράξη που δεν τη περιμένουμε από τον συγκεκριμένο ήρωα, δεν είναι μια καλή πράξη -φτάνει σε ένα peak επιπέδου τρέλας.
Όπως έχουμε δει, όταν ο Μάρκος πήρε την εξουσία άρχισε να φέρεται εντελώς διαφορετικά -φάνηκε ότι δεν ήταν έτοιμος να γίνει αρχηγός, ενώ ήταν ώριμος να διαχειριστεί κάποια θέματα. Βέβαια, ο ίδιος ποτέ δεν θέλησε την εξουσία -ο βασικός του στόχος ήταν να αλλάξει τη ζωή του: ήθελε να φύγει από τον πύργο, γενικότερα από τη Μάνη, και να ζήσει με την γυναίκα που αγαπάει, τη Θεοφανώ. Ήρθαν έτσι οι καταστάσεις που τελικά διάλεξε την ευθύνη παρόλο που δεν ήταν έτοιμος και για αυτό δεν μπορεί να τη διαχειριστεί με τίποτα. Είκαζε ότι είναι ο μόνος που θα μπορούσε, ωστόσο φέρεται με τον ίδιο αυταρχισμό και απερισκεψία, όπως ο Μιχαήλ, δηλαδή, ο πατέρας τους με αποτέλεσμα να γίνει ένας μικρός τύραννος».
«Η Μάγισσα»: Ποια είναι η αγαπημένη του σκηνή στη σειρά και πότε θα τη δούμε
Όσο για τη Θεοφανώ και το γάμο του με την Μεταξία, ο ίδιος απαντάει: «Ο «Μάρκος» θα μάθει πολύ σύντομα για τη σχέση Θεοφανώ- Αντρέι και θα υπάρξει ένα πολύ μεγάλο θέμα. Δεν θέλω να κάνω spoil, αλλά αυτή είναι από τις πιο αγαπημένες μου σκηνές στη σειρά -όταν εγώ μάθω για αυτή τη σχέση μεταξύ τους.
Γενικότερα ο «Μάρκος» θα αισθανθεί αυτό που λέμε «τα έχει χάσει όλα» -θα δούμε τι θα γίνει γιατί είναι μια πραγματική στιγμή που αποδέχεται πως τα έχει χάσει όλα και με κάποιον τρόπο λυτρώνεται. Όταν αποδέχεσαι το γεγονός, ότι έχουν χαθεί τα πάντα, αρχίζεις να γίνεσαι πιο σταθερός στη ζωή σου και ηρεμείς. Ο «Μάρκος» θα ηρεμήσει.
«Οι ιστορίες χωρίς αγάπη δεν ολοκληρώνονται με αίσιο τέλος»
Με την γυναίκα του δεν υπάρχουν θεμέλια στο γάμο τους οπότε δεν νομίζω να υπάρξει ισορροπία -δεν υπήρξε ποτέ ερωτευμένος με τη «Μεταξία» -του την έχουν επιβάλλει. Οι ιστορίες χωρίς αγάπη δεν ολοκληρώνονται με αίσιο τέλος. Αυτοί οι δύο δεν πρέπει να είναι μαζί -πάντως έχουμε να δούμε πολλά με το ζευγάρι, έχει «ζουμί» η ιστορία τους. Το μόνο που μπορώ να πω είναι πως μεταξύ τους θα γίνει κάτι πάρα πάρα πολύ μεγάλο γιατί προφανώς ο «Μάρκος» θα ψυλλιαστεί τι συμβαίνει και έχει μεγάλο ενδιαφέρον η αντίδραση του».
Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης: Η αγάπη του για τη μαγειρική και τα στέκια που επιλέγει για φαγητό
Στον ελεύθερο χρόνο του ο ηθοποιός αποφορτίζεται με γυμναστική και μαγειρική. «Ασχολούμαι πολύ με το σώμα μου, γυμνάζομαι γιατί με κρατάει σε φόρμα, και μαγειρεύω πολύ -η σπεσιαλιτέ μου είναι μακαρόνια με κιμά, αλλά κάνω και έθνικ κουζίνα, όπως σούσι. Θεωρώ ότι η μαγειρική έχει μεγάλη σύνδεση με το επάγγελμα μου. Για να καταλάβεις στους φίλους μου λέω «αυτός ο ρόλος περνάει το πάσο»; Το πώς θα δώσεις τον ρόλο για να τον δουν οι τηλεθεατές είναι το ίδιο με το να τους δώσεις ένα φαγητό να γευτούν. Πολλές φορές πιστεύουμε πως και να μην παίξεις μια ημέρα καλά δεν θα πεθάνει κανείς θεατής -είμαι τελείως αντίθετος. Πιστεύω το να φύγει ένας θεατής ικανοποιημένος βλέποντας ένα ρόλο που τον ακούμπησε, του ξύπνησε συναισθήματα, με κάτι συνδέθηκε δεν υπάρχει καλύτερο δώρο για να κάνεις σε έναν άνθρωπο. Στον άνθρωπο σου δεν έχεις την επιθυμία να του δώσεις μια ωραία σχέση; Αυτό μάς τρέφει και είναι βασικές ανάγκες, όπως το φαγητό είναι βασικό, έτσι και κι ένας καλός ρόλος, ένα καλό έργο».
Αν ο έρωτας περνάει από το στομάχι; «Βέβαια συμβαίνει αυτό. Εγώ μαγειρεύω πάντα, φυσικά μου αρέσει και ο άνθρωπος μου να μου μαγειρεύει, αλλά προτιμώ να το κάνω εγώ περισσότερο. Θα εκτιμήσω όταν το κάνει κι ο άλλος, αλλά επειδή μου αρέσει πολύ η μαγειρική θέλω εγώ να μαγειρεύω...».
Ποια είναι τα αγαπημένα του στέκια για φαγητό; «Υπήρξε μια περίοδος που είχα πάει σε όλα τα εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας και συνειδητοποίησα ότι το επίπεδο γαστρονομίας στη χώρα μας είναι εξαιρετικά υψηλό και χάρηκα πολύ. Φυσικά, μου αρέσουν πολύ τα ταβερνάκια, τα ουζερί με αγαπημένα μου στέκια να είναι ο «Άγγελος», στα Εξάρχεια, που έχει φοβερή κουζίνα και μετά τα μεσάνυχτα, το τσιπουράδικο του Λάκη, το ουζερί του παπαιώνννου πίσω από το θέατρο Χορν. Γενικότερα μου αρέσουν πολύ τα μαγαζιά που έχουν μικρούς καταλόγους -μου φαίνεται τρομακτικό να βλέπω σε κατάλογο από ψάρι μέχρι σουβλάκι όλα μαζί -δεν το αντέχω καθόλου.
Το τελευταίο διάστημα που τα γυρίσματα κοντεύουν να ολοκληρωθούν έχει περισσότερο χρόνο. «Το περασμένο μήνα κλείσαμε ένα χρόνο γυρισμάτων και για πολλούς μήνες ζούσα μια τρελά -με λήψεις από νωρίς το πρωί μέχρι το απόγευμα και μετά πίσω στο σπίτι για μελέτη και ξανά τα ίδια, μόνο τα Σαββατοκύριακα είχα λίγο χρόνο που ήθελα να χαλαρώσω και να μελετήσω. Υπήρξαν βδομάδες που οριακά δεν κοιμόμουν».
Ο λόγος που δίνει σπάνια συνεντεύξεις και η καθημερινότητα χωρίς social
Ψάχνοντας να βρω «υλικό» για τη συζήτηση μας διαπίστωσα ότι αποφεύγει τις συνεντεύξεις. Δεν μιλάς εύκολα, σωστά; «Όχι, όχι, όχι! Μου είναι δύσκολο να καθίσω τηλεοπτικά να μιλήσω για τον εαυτό μου, να μοιραστώ πράγματα για μένα για αυτό δεν έχω social. Μην παρεξηγηθώ δεν το κατακρίνω -βλέπω άλλους ηθοποιούς που βγαίνουν και μιλάνε απλά εγώ δεν το μπορώ. Δεν αισθάνομαι ότι έχω να πω κάτι σημαντικό οι συνεντεύξεις μια χαρά είναι απλά μάλλον δεν μπορώ να το διαχειριστώ ακόμα – ξέρω ότι πρέπει όμως να γίνει».
Πώς είναι η ζωή του χωρίς την έκθεση στα social; «Πάρα πολύ ωραία! Είναι ωραίο να μην ξέρει ο άλλος που πας και τι κάνεις -πολύ πρακτικό, άσε που δε δίνεις λογαριασμό σε κανέναν. Για μένα είναι ρομαντικό και ωραίο να μην ασχολείσαι με το scroll down, να μην υπάρχει η τόσο υπέρ πληροφόρηση που με χαλάει πολύ ως ένα βαθμό -δεν είμαστε όλοι το ίδιο, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να ασχοληθώ, λόγω της δουλειάς μου, έστω να βάλω κάποιον να το διαχειρίζεται που ξέρει καλύτερα από μένα. Ένας φίλος μου άνοιξε λογαριασμό -δεν τον λειτουργώ καθόλου».
Όσο για το αν είναι ανοιχτός πια σε τηλεοπτικές προτάσεις; «Φυσικά! Ίσα -ίσα που μετάνιωσα που δεν το είχα τολμήσει νωρίτερα. Εντέξει, τώρα ίσως ήμουν έτοιμος και χαίρομαι που ξεκίνησα με μια τόσο καλή και προσεγμένη δουλειά. Έχω κάνει δύο ακόμα πολύ μικρούς ρόλους, στις «Άγριες Μέλισσες» και στο «Μια νύχτα του Αυγούστου» που ήταν ωραίες δουλειές. Σίγουρα, θα είμαι πιο ανοιχτός σε τηλεοπτικές προτάσεις...».