Ο γνωστός συγγραφέας μάς ξεναγεί στην Ύδρα, το νησί που έχουν αγαπήσει μεγάλοι καλλιτέχνες, μποέμ κοσμοπολίτες και σπουδαίες προσωπικότητες σε όλον τον κόσμο. Εκεί όπου ο Μιαούλης συναντά τον Λέοναρντ Κοέν...
Πολυπράγμων και εκλεκτικός, ο συγγραφέας Γιώργος Μητάς είναι από τις πιο ξεχωριστές φωνές της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Έχει γράψει τρία βιβλία, μία συλλογή διηγημάτων και δύο εξαιρετικές νουβέλες, ενώ ιστορίες του έχουν δημοσιευτεί σε δύο συλλογικούς τόμους και σε μεγάλες εφημερίδες και περιοδικά. Το τελευταίο βιβλίο του, «Τα δύο δώρα», κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Στερέωμα.
Ο Γιώργος Μητάς γεννήθηκε το 1966 στη Λιβαδειά και μεγάλωσε στο Παγκράτι. Σπούδασε Βιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε το μεταπτυχιακό του στην Αλιευτική Βιολογία στο Πανεπιστήμιο του Χαλ, στη Βρετανία. Έχει εργαστεί στον τομέα της βιολογικής ωκεανογραφίας, στο Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, αλλά και στη φαρμακευτική βιομηχανία.
Από μικρός έχει μια ιδιαίτερη σχέση με την Ύδρα. Μια σχέση από αυτές που γίνονται Τέχνη. Την επισκέφθηκε για πρώτη φορά όταν ήταν δεκατριών ετών και έκτοτε επιστρέφει συχνά εκεί. Ο έρωτας για το νησί οδήγησε σε μια εξαιρετική νουβέλα, «Το Σπίτι», που απέσπασε σπουδαίες κριτικές και συζητήθηκε πολύ. Η πλοκή αυτού του βιβλίου «εκτυλίσσεται στη χειμωνιάτικη Ύδρα, μέσα στους τοίχους ενός απομονωμένου αρχοντικού», όπου ένας συγγραφέας μπλέκει σε μια ιστορία μυστηρίου με έναν εκκεντρικό συλλέκτη τέχνης και τον ιδιόρρυθμο μπάτλερ του.
Γνωρίζοντας την αγάπη του Γιώργου Μητά για το θρυλικό νησί του Αργοσαρωνικού, του ζητήσαμε να μας ξεναγήσει σε αυτό και να μοιραστεί μαζί μας τα αγαπημένα του πράγματα όταν βρίσκεται εκεί.
Είστε στην Αθήνα και σκέφτεστε την Ύδρα: Ποια είναι η εικόνα που σας έρχεται στο μυαλό;
Τα τραπεζάκια των καφέ στο λιμάνι μέσα στη γαλήνη του πρωινού, τα χαρούμενα, ήρεμα πρόσωπα των θαμώνων. Οι γάτες, παρατεταγμένες στη γραμμή άφιξης των καϊκιών πάνω απ’ το νερό, ακίνητες, ράθυμες, περιμένουν υπομονετικά τον μεζέ τους.
Ποια είναι η σχέση σας με το νησί; Πότε πήγατε πρώτη φορά;
Βρέθηκα εκεί για πρώτη φορά στα 13 μου, το 1979, σε οικογενειακή εκδρομή. Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Έκτοτε επιστρέφω συχνά, μόνος ή με παρέα, συνήθως για ολιγοήμερες επισκέψεις. Έχω δει την Ύδρα όλες τις εποχές του χρόνου, έχω γράψει εκεί, έχω ζήσει σημαντικές προσωπικές στιγμές - φανταστικές ή πραγματικές.
Ποια είναι η αγαπημένη σας γωνιά εκεί;
Λατρεύω τη βόλτα από το Κανόνι προς το Καμίνι την άνοιξη - μία από τις ωραιότερες διαδρομές στην Ελλάδα. Απολαμβάνω να κάθομαι στα καφέ του λιμανιού και να αφήνω το τοπίο να κυριεύει το βλέμμα και τη φαντασία μου, όπως επίσης να περπατώ στα ανηφορικά καλντερίμια που εξακτινώνονται από το λιμάνι προς τους λόφους, να χώνομαι ολοένα βαθύτερα στον οικισμό και να χάνομαι σε γειτονιές που δεν γνωρίζω, ν’ ανακαλύπτω νέες γωνιές.
Ποια είναι τα «πλεονεκτήματα» και ποια τα «ελαττώματα» της Ύδρας; Τι αγαπάτε σε αυτήν και τι θα θέλατε να αλλάξει;
Τα «προτερήματα» της Ύδρας είναι εντυπωσιακά πολλά: Η απαράμιλλη ομορφιά της χώρας. Η πνευματικότητά της, η μυστηριακή αισθαντικότητά της. Η αρχιτεκτονική των κτιρίων, η παρουσία των φυσικών υλικών. Η αναλλοίωτη εικόνα της στον χρόνο. Η εγγύτητα της (πανέμορφης) φύσης, η απουσία μηχανοκίνητων οχημάτων, η ασυμβίβαστη απαίτησή της να την κατακτήσεις με τα πόδια - μια απαίτηση που της επιτρέπει να διαλέγει τους εραστές της. Η πνευματική, καλλιτεχνική της αύρα, τα έργα, τα όνειρα, ο βίος εκατοντάδων καλλιτεχνών που σημάδεψαν το σώμα της και δονούν την ατμόσφαιρά της (ας θυμηθούμε την περίφημη οικία του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα και τα soiree που λάμβαναν χώρα στο εσωτερικό της με καλεσμένους τον Cartier-Bresson, τον Henry Miller, τον Γιώργο Σεφέρη, τον Patrick Leigh Fermor, τον John Craxton). Ο (ζωντανός) μύθος της διεθνούς καλλιτεχνικής κοινότητας τις δεκαετίες του '50 και του '60 που την μπόλιασε με έναν μοναδικής γοητείας γόνιμο κλώνο. Οι ιστορίες της. Τα πρόσωπα των επισκεπτών της. Το μόνο που μου λείπει στο νησί είναι ένα όμορφο, ενημερωμένο βιβλιοπωλείο!
Μιλήστε μας για το τελευταίο βιβλίο σας που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Στερέωμα με τίτλο «Τα δύο δώρα».
Είναι μια ιδέα που με απασχολούσε σχεδόν δεκαπέντε χρόνια. Είναι μια ερωτική ιστορία, η ιστορία ενός ανανταπόδοτου έρωτα, και ταυτόχρονα ένα σχόλιο για τη διεισδυτική, διαβρωτική δύναμη της Ομορφιάς, για την αδυναμία του πνεύματος μπροστά στο κάλλος της ανθρώπινης μορφής, για το σώμα και τα όριά του, για την αποδοχή και την απόρριψη.
Μια ιστορία για την πληγή της ανεπίδοτης αγάπης, για το χάσμα που ανοίγει ο ερωτικός σεισμός, αλλά και για τη μετουσίωση της οδύνης στα άνθη που θα το γεμίσουν. Μια ιστορία καταβύθισης και ανάληψης. Μια ιστορία για την αρρώστια του Έρωτα, τον διαβόητο amor hereos, αλλά και για τη δημιουργία.
Έχετε γράψει και μια νουβέλα, «Το σπίτι», που διαδραματίζεται στη χειμωνιάτικη Ύδρα. Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο νησί για μια τόσο ιδιαίτερη ιστορία μυστηρίου;
Η εικόνα που γέννησε την ιστορία εμφανίστηκε απρόσμενα μπροστά μου ένα δεκεμβριάτικο πρωινό του 2009: ήταν ο μυστηριώδης συλλέκτης κ. Κάλφογλου ν’ αγναντεύει τον κόσμο μέσα από το παράθυρο ενός αρχοντικού, ψηλά πάνω από το λιμάνι της Ύδρας. Άρα ο τόπος ήταν εκεί από την πρώτη στιγμή, δεν τον επέλεξα, όπως δεν επιλέγω τις ιστορίες που τελικά γράφω: μέχρι σήμερα με επιλέγουν αυτές. Εκ των υστέρων, μπορώ εύκολα να ερμηνεύσω την… απαίτηση του νησιού να φιλοξενήσει τους ήρωές μου - τον Νίκο Βελισάρη, τον κ. Κάλφογλου, τον Συμεών: είναι ένας τόπος που έχει στοιχειώσει ποικιλοτρόπως το υποσυνείδητό μου, ενώ κουβαλά ένα τεράστιο φορτίο ιστοριών και αναδίδει μια τελείως δική του ατμόσφαιρα μυστηρίου - για όσους μπορούν να τη νιώσουν!
Σε τι συνθήκες σάς αρέσει να γράφετε; Γράφετε στο χαρτί ή πάντα σε λάπτοπ; Θέλετε απομόνωση ή γράφετε με ευκολία παντού;
Γράφω πάντα σε λάπτοπ. Είναι τρομακτική η δυνατότητα που σου δίνει ο υπολογιστής να δοκιμάζεις μικρές αλλαγές στο κείμενο πάλι και πάλι, να αλλάζεις για παράδειγμα τη σειρά των λέξεων ή να δοκιμάζεις διαφορετικά σημεία στίξης, παίζοντας με τον ρυθμό και τον ήχο της φράσης και της παραγράφου. Επίσης, η δυνατότητα που σου προσφέρει να κρατάς και να συγκρίνεις διαφορετικές εκδοχές του κειμένου - για να αναφερθώ σε πράγματα που είναι εξαιρετικά δύσκολο να κάνεις στο χαρτί. Γράφω στο σπίτι σε συνθήκες απόλυτης απομόνωσης και ησυχίας. Η συνθήκη αυτή μπορεί να αλλάξει όταν γράφω (σπανίως) σε κάποιο ήσυχο καφέ - εκεί ο συνήθης, αναμενόμενος θόρυβος δεν ενοχλεί, ενώ η αλλαγή περιβάλλοντος συχνά επιδρά βοηθητικά, ενισχύοντας την έμπνευση.
Ποια είναι η αναγνωστική σας ρουτίνα; Πού και πότε σας αρέσει να διαβάζετε όταν είστε σε διακοπές;
Ποτέ στην παραλία! Διαβάζω στο καράβι (αγαπώ τις μεγάλες, πολύωρες διαδρομές με τα συμβατικά πλοία), στο δωμάτιο του ξενοδοχείου ή στο μπαλκόνι νωρίς το πρωί ή το απόγευμα και σπάνια στα καφέ, όπου προτιμώ να χαζεύω τα πρόσωπα των θαμώνων και το τοπίο.
Ένα βιβλίο που διαβάσατε στην Ύδρα και το έχετε ταυτίσει πιο έντονα με το μέρος;
Ο «Υπνοβάτης» της Μαργαρίτας Καραπάνου.
Ποιο βιβλίο υπάρχει αυτή τη στιγμή στο κομοδίνο σας;
Το «Εξιλαστήριο θαύμα» της Έλενας Μαρούτσου και το «Πεντιγκρή» του Ζωρζ Σιμενόν.
Ποια είναι τα βιβλία που αγαπήσατε το φετινό καλοκαίρι και ποια άλλα σκοπεύετε να διαβάσατε;
Βρήκα συγκλονιστικό το «Μόνο της ζωής τους ταξίδι» του Ηλία Μαγκλίνη και με συνεπήρε τελείως το «Ξένος στη χώρα μου - Ημερολόγιο 1944» του Χανς Φάλαντα, ενώ απόλαυσα για άλλη μια φορά τη μοναδική πρόζα του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη στο «Όνομά σου». Περιμένουν η «Εμμονή» της A.S. Byatt, το «Με τον Νίκο Καρούζο» της Εύας Μπέη και ο «Αγαπημένος της ζωής», η βιογραφία του John Craxton από τον Ian Collins.
Ποιες είναι οι αγαπημένες σας γεύσεις όταν είστε στην Ύδρα;
Για πολλά χρόνια έτρωγα στην ταβέρνα της Χριστίνας και του Μανώλη, απολαμβάνοντας σχεδόν σπιτικό φαγητό -λαδερά, γεμιστά, φρέσκα ψαράκια- στη φιλόξενη ταράτσα τους. Δυστυχώς, το μαγαζί τους δεν υπάρχει πια. Όταν έχω την ευκαιρία, και μετά από έναν γενναίο περίπατο, γεύομαι τους θαλασσινούς μεζέδες της Μαρίνας, στον Βλυχό.
Στο λιμάνι, σχεδόν πάντα τα βήματά μου θα με φέρουν στον Ίσαλο και στους ευγενικούς ανθρώπους του: περιποιημένες ομελέτες και Croque Monsieur το πρωί, ωραιότατες σαλάτες και παγωμένη βαρελίσια μπύρα το μεσημέρι, μια νόστιμη μακαρονάδα και ένα ποτήρι λευκό κρασί το σούρουπο - με την πιο ζωντανή περατζάδα της πόλης δίπλα σου.
Κάποιος έρχεται για πρώτη φορά στην Ύδρα, τι θα του προτείνατε να δει οπωσδήποτε ώστε να έχει μια πλήρη και ωραία εικόνα για το νησί;
Να περπατήσει όλη την «κλασική» διαδρομή από τον εκθεσιακό χώρο του Ιδρύματος ∆ΕΣΤΕ στα παλιά σφαγεία, αριστερά του λιμανιού, μέχρι το Καμίνι, στην απέναντι πλευρά (περίπατος που θα τον φέρει και έξω από την πόρτα του Ναυτικού Ομίλου με την εξαιρετική θέα, το σημείο όπου λειτουργούσε η θρυλική Λαγουδέρα για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες). Να επισκεφτεί το Ιστορικό Αρχείο - Μουσείο Ύδρας και να μη φοβηθεί τα σκαλιά μέχρι την Ιστορική Οικία Λαζάρου Κουντουριώτη (και τα δύο φιλοξενούν συχνά εκθέσεις ζωγραφικής και φωτογραφίας, πέρα από τις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες μόνιμες συλλογές). Ν’ ανέβει στο μνημείο με το άγαλμα του Ανδρέα Μιαούλη για μια πανοραμική άποψη του λιμανιού και να σκύψει πάνω από τις πέτρινες εξέδρες και τους βράχους με τους κολυμβητές στο Κανόνι. Αν προλάβει, να βρει ένα τραπεζάκι στην Υδρονέτα για το πρώτο κοκτέιλ της ημέρας με θέα το πέλαγος και τις ακτές της Πελοποννήσου.
Να περιπλανηθεί σε όλα τα στενά και στις πλατείες που ανοίγονται σε ακτίνα εκατό μέτρων πάνω από το κεντρικό λιμάνι και να χαζέψει τις πανέμορφες γειτονιές (μην παραλείποντας την πλατεία της Ξερής Ελιάς, της ταβέρνας με την υπεραιωνόβια ιστορία όπου τραγούδησε ο Λέοναρντ Κοέν). Να πιει καφέ στον Ίσαλο και κοκτέιλ στο ιστορικό Πειρατή, συμμετέχοντας στη γιορτή που λαμβάνει χώρα κάθε μέρα και κάθε στιγμή στα υπαίθρια τραπεζάκια των μαγαζιών του λιμανιού. Να παραγγείλει το βραδινό ποτό του στο Amalour, το μπαρ με τη διαχρονική ποιότητα και την αγάπη στη μαύρη μουσική.
Τι θα μας προτείνατε για διαμονή στην Ύδρα;
Για χρόνια χαιρόμουν την ήσυχη, χωρίς προβλήματα διαμονή στην πανσιόν Πιτυούσσα, σε μια όμορφη, πολύ ήσυχη γειτονιά κοντά στο λιμάνι.
Απόλαυσα όμως πραγματικά τη διαμονή μου στο ξενοδοχείο Cotommatae Hydra 1860 -το επισκέφτηκα τυχαία τη χρονιά που ξεκίνησε, πριν από περίπου 10 χρόνια-, το ανακαινισμένο με πολύ μεράκι αρχοντικό του ναυάρχου Κοτομάτη, και όταν μπορώ επιστρέφω σε αυτό.
Γοητευτικοί χώροι (αυθεντικά έπιπλα του 1820!), ξεχωριστή ατμόσφαιρα, φινέτσα, διακριτικότητα και ευγένεια. Στην ταράτσα του έχω φάει το ωραιότερο πρωινό στο νησί!
Σε ποιο σημείο στην Ύδρα λες «Ε, ναι, υπάρχει Θεός».
Στην πεζοπορία για το Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, στα μέσα της διαδρομής, κοιτώντας κάτω τον αμφιθεατρικό οικισμό, το λιμάνι και το απέραντο γαλάζιο που τα περιβάλλει - είναι ένα θέαμα που κόβει την ανάσα και την ίδια στιγμή γαληνεύει την ψυχή.
Μια αγαπημένη ανάμνηση από την Ύδρα;
Μεταξύ πολλών, θα διαλέξω τις ολονυχτίες της 7ης και 8ης Ιουνίου 2002 στα τραπεζάκια του Ρολογιού με τους φίλους του Λέοναρντ Κοέν που μαζεύτηκαν στο νησί για να συμμετάσχουν στο 2ο Leonard Cohen Event, μια σειρά συναντήσεων που διοργανώνει σε διάφορα σημεία του κόσμου, ανά διετία, ο ακούραστος Jarkko Arjatsalo: κουβέντα, ποτό, ιστορίες και ανταλλαγή αισθημάτων μέχρι το χάραμα με ανθρώπους όλων των ηλικιών και όλων των επαγγελμάτων από τις τέσσερις γωνιές του κόσμου - που μοιράζονταν όμως τουλάχιστον ένα κοινό: τη ζωή όλων είχε αλλάξει η επαφή τους με το έργο του Leonard Cohen.
Αγαπημένα μπαρ για night out;
Το Amalour και ο Πειρατής.
Αν η Ύδρα είχε soundtrack, τι μουσική θα επιλέγατε και ποια τρία τραγούδια θα είχε;
Για μένα την Ύδρα θα στοιχειώνουν πάντα τα «Τραγούδια από Ένα Δωμάτιο» που βρίσκεται ψηλά στον λόφο δεξιά του λιμανιού, ένα δωμάτιο που δεν έχει καν θέα στη θάλασσα: είναι οι ιστορίες των Αδελφών του Ελέους, της Μάριαν και της Σουζάν - οι ωραιότερες μουσικές ιστορίες που έχω ακούσει.
Ποιες είναι οι αγαπημένες σας παραλίες στην Ύδρα; Υπάρχουν οργανωμένες με ξαπλώστρες και ομπρέλες;
Προτιμώ να επισκέπτομαι την Ύδρα την άνοιξη και το φθινόπωρο, τότε που φορά τα πιο ταιριαστά γι’ αυτήν χρώματα - θεωρώ το εικοσαήμερο μεταξύ 20 Μαρτίου και 10 Απριλίου και το αντίστοιχο μεταξύ Σεπτεμβρίου - Οκτωβρίου τις ωραιότερες εποχές για να επισκεφτεί κανείς το νησί.
Πολύ σπάνια θα την επισκεφθώ καλοκαίρι (και πάλι θα διάλεγα το ίδιο εικοσαήμερο μεταξύ Μαΐου - Ιουνίου) ώστε να ζηλέψω μια βουτιά στη θάλασσα - και όταν αυτό συμβεί, κάνω ακριβώς αυτό: βουτάω κατευθείαν στα νερά κάτω από το Κανόνι, εκεί όπου το βαθύ μπλε γίνεται σκούρο, σχεδόν μαύρο σε λίγες μόλις απλωτές από τον βράχο. Υπάρχουν όμως μικρές παραλίες με ομπρέλες και στοιχειώδη οργάνωση στο νησί, όπως η παραλία του Αγίου Νικολάου, προσβάσιμες με καραβάκι.
Τι πρέπει να έχει αγοράσει ή να πάρει κανείς μαζί του πριν φύγει από το νησί;
Μπαίνοντας στο καράβι της επιστροφής είναι αδύνατο να μην πάρει μαζί του ο επισκέπτης τις εικόνες και την αίσθηση του τόπου, το κέντρισμα της φαντασίας, την ανοιχτή πρόσκληση (που πάντα προσφέρεται) για επιστροφή.