Η Ντίνα Νικολάου περιγράφει στο iefimerida.gr πώς έχουν στήσει με την οικογενειακή επιχείρηση Evi Evane μια «μικρή Ελλάδα» στο Παρίσι, εξηγεί γιατί έχουμε το πιο δυνατό γαστρονομικό brand, μοιράζεται τα projects που ετοιμάζει με την ομάδα του Μακρόν, για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι, και αποκαλύπτει ποια φαγητά παίρνει η Κατρίν Ντενέβ.
Ορεινή Χαλκιδική 2015: Στο εστιατόριο ενός γουστόζικου, μικρού ξύλινου ξενοδοχείου, χωμένο μέσα σε ένα απέραντο δάσος, απολαμβάνω κοτόπουλο λεμονάτο με πατάτες στο φούρνο. Κάθε μπουκιά είναι σαν χάδι, σαν μια ζεστή αγκαλιά - βάλσαμο στη ψυχή, μεταφέροντας με στο κυριακάτικο οικογενειακό τραπέζι. Πόσα αρώματα μπορεί να έχει ένα απλό φαγάκι και τι συναισθήματα μπορεί να σου ξυπνήσει! Πίσω από αυτό το τόσο νόστιμο παραδοσιακό φαγητό, με έκπληξη διαπίστωσα πως κρυβόταν το μαγικό χέρι της Ντίνας Νικολάου κι έτσι έγινε η πρώτη μας γνωριμία. Μέσα από ένα απλό, αλλά νόστιμο φαγητό, ξεκίνησε μια γνωριμία που μέχρι σήμερα στηρίζεται σε πολλές πλούσιες γεύσεις και όμορφες συζητήσεις πάντα γύρω από ένα τραπέζι.
Η Ντίνα Νικολάου από ένα μικρό χωριό της Φθιώτιδας, την Κυρτώνη, κατάφερε μαζί με την αδερφή της, Μαρία να συστήσουν την ελληνική κουζίνα, στο Παρίσι, πριν από 25 χρόνια. Πριν η ίδια μπει στις κουζίνες καταφέρνοντας να ξεχωρίσει είχαν προηγηθεί οι σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων στη Θεσσαλονίκη και ένα μεταπτυχιακό στο Marketing στο Παρίσι.
Στη Πόλη του Φωτός πήγε χάριν στο θείο της, τον αδερφό του μπαμπά της, ο οποίος είχε επιχείρηση με δημιουργίες prêt-à-porter. Γοητευμένη από τη «μητρόπολη της γαστρονομίας», βρέθηκε να σπουδάζει στην Cordon Blue – από τις καλύτερες σχολές μαγειρικής.
Μέσα από μεράκι και σκληρή δουλειά έχοντας ως συνοδοιπόρο της αδερφή της επένδυσαν στην ελληνική κουζίνα βάζοντας πείσμα να μάθουν τους Γάλλους να τρώνε αυθεντικά παραδοσιακά φαγητά. Όταν της επισημαίνω πως νιώθει που από μια αγροτική οικογένεια της Ελλάδας κατάφερε να κατακτήσει το Παρίσι σε μια εντελώς διαφορετική εποχή χωρίς social η ίδια απαντάει: «Δεν μου αρέσει η υπερβολή, ξέρω τον κόπο που έχω κάνει για να φτάσω μέχρι εδώ. Νομίζει ο κόσμος ότι είναι εύκολο -ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Όπως σωστά επισήμανες πριν 25 χρόνια δεν υπήρχαν τα social, μετρούσε μόνο η γνώμη των ανθρώπων που δοκίμαζαν. Η Γαλλία, εμένα και την αδερφή μου, τη Μαρία, μας υιοθέτησε επαγγελματικά».
Εδώ και 17 χρόνια η Ντίνα Νικολάου μοιράζει το χρόνο της μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας νιώθοντας ως πολυτέλεια ότι δε χρειάστηκε να επιλέξει ανάμεσα στις δύο χώρες. «Από τότε που ξεκίνησα να κάνω τηλεόραση στην Ελλάδα μοιράζω το χρόνο μου -κάτι που απαιτεί τρομερή οργάνωση για να μπορώ να τα συνδυάζω και να ανταπεξέρχομαι. Είμαι ανάμεσα σε δύο διαφορετικές χώρες, κάνοντας διαφορετική δουλειά στην καθεμία, αλλά έχοντας ως βάση τη μαγειρική. Στο εξωτερικό αισθάνομαι την ευθύνη για την ελληνική κουζίνα. Για μένα είναι πολυτέλεια που δεν χρειάστηκε να διαλέξω και είμαι πραγματικά ευγνώμων. Η αδερφή μου,η Μαρία ζει μόνιμα στο Παρίσι και επισκέπτεται σπάνια της Ελλάδα -ήρθε πρόσφατα για την παρουσίαση του ελληνικού μου βιβλίου» μου αναφέρει η ίδια κατά τη συζήτηση μας.
Αυτό που κρατάω μέσα από τη συζήτηση μας είναι η αγάπη της για τη διάδοση της ελληνικής κουζίνας και των προϊόντων μας στο εξωτερικό. Η ίδια το νιώθει σαν μια αποστολή, καθώς όπως χαρακτηριστικά θα μου πει: «Οι άνθρωποι στο εξωτερικό που φέρουν το brand Ελλάδα θέλουν βοήθεια, κάθε εστιατόριο σε μια ξένη χώρα είναι μια μικρή ελληνική πρεσβεία. Πιστεύω ο καθένας στο εξωτερικό έχει το ρόλο του -εγώ για τους Γάλλους πρώτα είμαι η Ελληνίδα και μετά η Ντίνα Νικολάου. Με φωνάζουν «Ντίνα de Grece» και καταλαβαίνω πως έχω μια αποστολή -το λέω πολύ ταπεινά γιατί αυτό αισθάνομαι. Φέρω την Ελλάδα μαζί μου και έχω τεράστια ευθύνη: θέλω όλοι να υποστηρίξουμε την ελληνική κουζίνα και δεν απέχουμε πολύ από το να κάνουμε θαύματα».
Πριν λίγους μήνες, πρόσθεσε στο βιογραφικό της και ένα ρεκόρ Γκίνες, για το σερβίρισμα της μεγαλύτερης κακαβιάς στον κόσμο, στη Σητεία καθώς η ίδια είχε την επιμέλεια και την εκτέλεση, μαζί με έμπειρους μαγείρους, της σούπας.
Ντίνα Νικολάου: Τα best seller ελληνικά φαγητά και προϊόντα που λατρεύουν οι Γάλλοι
Η Γαλλία φημίζεται για την κουζίνα και τις περίφημες τεχνικές της. Φαντάζομαι δεν ήταν εύκολο να συστήσεις την ελληνική κουζίνα σε μια χώρα διάσημη για τη γαστρονομία της.
Όχι βέβαια, καθόλου εύκολο! Όταν εμείς ξεκινήσαμε πριν από 25 χρόνια να κάνουμε εισαγωγές μόνες μας προσπαθώντας να φέρουμε προϊόντα μικρών παραγωγών πόσες φορές τα βαζάκια με το μέλι έρχονταν σπασμένα ή δεν έφταναν ποτέ. Οι Έλληνες παραγωγοί εκπαιδεύτηκαν στις εξαγωγές τα τελευταία χρόνια. Εμείς σαφώς και είχαμε εκπαιδεύσει τους δικούς μας παραγωγούς, οι οποίοι έχτισαν το brand τους στη Γαλλία μέσω του Evi Evane -είναι μια συλλογική δουλειά. Ο ένας χρειάζεται τον άλλον και σαφώς δεν γίνεται να προωθείς την ελληνική κουζίνα χωρίς ελληνικά προϊόντα – αυτός είναι ο μεγαλύτερος άθλος.
Μάλιστα, σε όλα μας τα delicatessen από τα οποία οι Γάλλοι παίρνουν το φαγητό τους, τις πίτες τους, τα λαδοκούλουρα αναφέρουμε πάντα τον τόπο προέλευσης του βασικού υλικού. Εκτός από γεύση, τους δημιουργούμε γαστρονομικές συνήθειες και θέλουμε να γνωρίζουν από ποιο μέρος της Ελλάδας είναι τα προϊόντα- εξάλλου οι Γάλλοι αγαπάνε τη χώρα μας και την επισκέπτονται για τις διακοπές τους. Γράφοντας τον τόπο προέλευσης κάθε προϊόντος, αυτόματα, ο άλλος νιώθει μια εξοικείωση.
Στο Παρίσι έχετε δημιουργήσει 5 delicatessen και ένα bistro. Έχουν αποκλειστικά ελληνικά προϊόντα και ελληνικό φαγητό ή βρίσκεις και άλλες γεύσεις;
Έχουμε καθαρά ελληνική κουζίνα και αυτό επικοινωνήσαμε από την αρχή – ποτέ δεν είπαμε μεσογειακή. Θυμάμαι όλοι μας έλεγαν να γίνουμε πιο εμπορικές, να βάλουμε και ιταλικά προϊόντα, λιβανέζικα, να λέμε πως έχουμε μεσογειακή κουζίνα. Εμείς με την αδερφή μου δεν το κάναμε ποτέ -αποφασίσαμε να λειτουργήσουμε μόνο με τη δική μας κουζίνα και τα προϊόντα της. Η ελληνική κουζίνα, εκτός από ότι είναι τόσο πλούσια, έχει τα πάντα, θεωρείται η κορωνίδα της μεσογειακής διατροφής, είναι μεγάλο brand από μόνη της.
Η ελληνική κουζίνα πρέπει να προωθηθεί όπως της αρμόζει, χωρίς πασαλείμματα, και αυτό για να γίνει χρειάζεται γνώσεις, έρευνα, να μάθουμε ποια ήταν η κουζίνα στην αρχαία Ελλάδα, πώς εξελίχθηκε και ποιες είναι οι τοπικές κουζίνες της χώρας μας. Ο κάθε τόπος διαμορφώνει την κουζίνα ανάλογα με το προϊόν. Σαφώς και οι άνθρωποι που θα έρθουν στον κάθε τόπο θα φέρουν το δικό τους στίγμα, όπως και συνέβη. Η κουζίνα γειτνιάζει, όπως και οι άνθρωποι, κι αυτό είναι μαγικό. Η κουζίνα μας έχει βαλκανικά στοιχεία, όπως και οθωμανικά, και εμείς δώσαμε τα δικά μας – δεν πήραμε μόνο. Η κουζίνα είναι ένας τρόπος να γνωριστείς, να κοινωνικοποιηθείς -εξάλλου όλα γίνονται γύρω από ένα τραπέζι.
Ποιο φαγητό δεν βγαίνει ποτέ από το μενού και η αγάπη των Γάλλων για τον ταραμά που δεν λείπει από το γιορτινό τραπέζι τους
Ποια ελληνικά προϊόντα και φαγητά έχετε στα delicatessen και ποια είναι τα best seller;
Από τα best seller προϊόντα στα delicatessen είναι το πετιμέζι που το παίρνουν πλέον πολλά γαλλικά εστιατόρια -τους το έχω μάθει και έχουμε πάρα πολλές παραγγελίες. Όσο για τη φέτα αρκεί να σου πω ότι με φωνάζουν «Μαντάμ φέτα». Έχουμε ελληνικά προϊόντα που στεκόμαστε με περηφάνια και αν γίνουν περισσότερες οργανωμένες συλλογικές δράσεις θα έχουμε ακόμα καλύτερα αποτελέσματα.
Τα φαγητά που έχουμε στα delicatessen αλλάζουν ανάλογα την εποχικότητα με τη σπανακοτυρόπιτα, την κάνουμε στριφτή, σαν σαλίγκαρο, να έχει μεγάλη ζήτηση που όσες και να ψήσουμε καταναλώνονται αμέσως. Εμείς έχουμε το εξής σύστημα: υπάρχει μια κεντρική κουζίνα που ετοιμάζονται όλα εκεί και δύο φορές την ημέρα φεύγουν αυτοκίνητα για να πάνε τα φαγητά στους χώρους. Είμαστε από τους τελευταίους που λειτουργούμε με φαγητό ημέρας – όλα είναι φρεσκότατα, δεν χρησιμοποιούμαι το σύστημα κενό αέρος να τα κρατάμε 20 ημέρες. Μαγειρεύεται σήμερα, αύριο πωλείται στους χώρους μας και ότι μείνει έχουμε κάνει συνεργασίες ώστε να πηγαίνουν σε ιδρύματα ή ανθρώπους που έχουν ανάγκη.
Η πίτα για να είναι νόστιμη πρέπει να ψηθεί την ίδια ημέρα για να μην χάσει τη γεύση της. Εμείς κάνουμε πίτες με χειροποίητο φύλλο, με χωριάτικο ή κρούστας που είναι τραγανό και γίνονται ανάρπαστες. Μεταξύ άλλων έχουμε σπανακόπιτες, τυρόπιτες, μελιτζανόπιτες, ελιόπιτες, κιμαδόπιτες, μανιταρόπιτες, πρασόπιτες – τώρα που ξεκινάνε τα πράσα.
Από την άλλη έχουμε μια σειρά από κεφτέδες – με βάση το κρέας, το ψάρι, αλλά και χορτοφαγικούς, όπως οι ρεβυθοκεφτέδες που γίνεται χαμός, αλλά και κεφτέδες με μείγμα από λαχανικά -αυτή την εποχή βάζουμε κολοκύθα, μανιτάρια και φέτα. Οι Γάλλοι θα πάρουν 2-3 κεφτεδάκια, θα βάλουν δίπλα 2 κουταλιές τζατζίκι ή κάποια άλλη σάλτσα που φτιάχνουμε με ελληνικό γιαούρτι, όπως με ελληνικά βότανα, ή ψημένο σκόρδο που δεν μυρίζει καθόλου, με φρέσκο παντζάρι ή με αβοκάντο, δηλαδή υλικά που σου δίνουν ωραίες κρέμες.
Εκτός από αυτά έχουμε και τα κλασσικά ελληνικά φαγητά, όπως παστίτσιο, γίγαντες με μπόλικο καρότο, οσπριοσαλάτα, ρεβύθια, μοσχαράκι κοκκινιστό. Το best seller πιάτο είναι ο μουσακάς, έχει βραβευτεί αυτό το φαγητό μας, και ο ταραμάς που εμείς τον τρώμε την Καθαρά Δευτέρα και τη Σαρακοστή, στη Γαλλία τον προτιμούν όλο το χρόνο και δεν λείπει ποτέ τα Χριστούγεννα από το γιορτινό τους τραπέζι. Αν και το μενού θέλουμε να είναι εποχιακό, είμαστε αναγκασμένοι όλο το χρόνο να έχουμε μουσακά γιατί έχει τις υψηλότερες πωλήσεις, το ίδιο και στο bistro. Φτιάχνουμε ένα πολύ ωραίο μουσακά με ψητές μελιτζάνες, η μπεσαμέλ είναι με ελαιόλαδο και γιαούρτι – πολύ ελαφριά – και ο κιμάς είναι με βοδινό κρέας που τον κόβουμε εμείς λίγο πιο χοντρό και μαγειρεύεται με ντομάτα κονκασέ και στο τελείωμα προσθέτουμε λίγο πετιμέζι.
Επίσης βασιζόμαστε στη παράδοση, αλλά πρέπει να ξέρουμε και σε τι κοινό απευθυνόμαστε. Το δικό μας κοινό δεν έχει μάθει να τρώει πολύ λιπαρά φαγητά. Για παράδειγμα, δεν γίνεται στα λαδερά να ρίχνουμε ένα κιλό λάδι γιατί προτιμούν τα πιο νερόβραστα με αποτέλεσμα να κάνεις δύο βήματα πίσω, χωρίς ωστόσο να τους αλλοιώσεις τη γεύση του ελληνικού φαγητού. Πρέπει να βρίσκουν στο φαγητό τους την ελληνική γεύση και το πετυχαίνουμε με τα αρωματικά μας και πολύ συγκεκριμένα μπαχαρικά. Δεν έχουμε μια κουζίνα που αγαπάει τα μπαχάρια, αλλά τον άνηθο, τον δυόσμο, τη φρέσκια ρίγανη. Τους φτιάχνουμε πατάτες φούρνου με ελαιόλαδο και λεμόνι το συνοδεύουμε με ένα κομμάτι φέτα και τους εκπαιδεύουμε κιόλας σε γεύσεις.
Περιγράφοντας μου το μενού σας στους χώρους εστίασης που έχετε στο Παρίσι με αυθεντική ελληνική κουζίνα παρατηρώ πως στη χώρα μας για να φάμε τέτοια φαγητά πρέπει να πάμε σε μαγειρείο. Έχεις παρατηρήσει πως στην Ελλάδα, στα καλά εστιατόρια, τα ελληνικά πιάτα σερβίρονται στη πλειοψηφία τους αποδομημένα;
Επικρατεί η άποψη στους σεφ «έλα τώρα θα κάνω γιουβαρλάκια αυγολέμονο»; Έρχονται μάγειρες να πιάσουν δουλειά στο bistro και τους λέω να μου κάνουν το συγκεκριμένο φαγητό για πιάτο ημέρας, εκτός από την κάρτα έχουμε πιάτα ημέρας, όπως μοσχαράκι στιφάδο, γιουβέτσι, και δεν ξέρουν να κάνουν αυγολέμονο και γενικότερα ελληνικά φαγητά. Για αυτό επιμένω στις σχολές μαγειρικής να μαθαίνουν τα παιδιά τι σημαίνει ελληνική παραδοσιακή κουζίνα- για να αποδομηθεί ο μουσακάς πρέπει πρώτα να δομηθεί. Πρέπει να μαθαίνουν να ανοίγουν φύλλο, βγαίνουν νέα παιδιά από τις σχολές και δεν το γνωρίζουν. Αυτή, όμως, είναι η δύναμη μας. Οι μελλοντικοί μάγειρες/σεφ ταξιδεύουν πλέον πολύ, θα βρεθούν σε χώρες του εξωτερικού και θα πρέπει να γνωρίζουν κάτι που δεν το ξέρουν οι άλλοι.
Νομίζω πως τώρα τελευταία αρχίζει και αλλάζει αυτό, υπάρχει τάση πλέον προς την ελληνική κουζίνα. Εμείς όταν ξεκινήσαμε στη Γαλλία να τους μαθαίνουμε τα φαγητά και τα προϊόντα μας, εδώ φτιάχναμε σαλάτα ρόκα με παρμεζάνα. Θυμάμαι να κουβαλάω πριν 25 χρόνια παλαιωμένες γραβιέρες προσπαθώντας να τους μυήσω στην ελληνική κουζίνα και στη χώρα μου υπήρχε μια απαξίωση. Ευτυχώς έχουν κάπως αλλάξει τα πράγματα, είμαστε σε καλύτερο δρόμο και με χαροποιεί ιδιαίτερα.
Από την Κατρίν Ντενέβ μέχρι τον Guy Savoy
Κατά καιρούς έχεις φέρει στην Ελλάδα πολλούς γνωστούς Γάλλους γαστρονομικούς. Είναι ένας τρόπος να εξοικειωθούν με τη γαστρονομία της χώρας μας;
Είναι άνθρωποι που διαμορφώνουν τη γαστρονομική ταυτότητα της Γαλλίας οπότε αντιλαμβάνεσαι πως για τη χώρα μας είναι πάρα πολύ καλό να έρχονται, να γνωρίζουν από κοντά την κουζίνα μας και να τη προβάλλουν.
Ο Guy Savoy έρχεται και τρώει τα μεσημέρια του Σαββάτου, που δεν είναι στο δικό του μαγαζί, στο bistro μας προτιμώντας τα πιάτα ημέρας – ο ίδιος λατρεύει το κοκκινιστό μοσχαράκι και μου λέει πως μέσα από το φαγητό είναι σαν να του δίνω μια μεγάλη αγκαλιά.
Ο σύμβουλος γαστρονομίας για αστέρια Michelin, Sebastien Ripari, ο Gilles Pudlowski, από τους πιο επιδραστικούς δημοσιογράφους γαστρονομίας ο τριάστερος σεφ, Allain Ducasse και πολλοί άλλοι σεφ είμαστε πολλά χρόνια φίλοι, κάνουμε παρέα και έρχονται για να απολαύσουν ελληνικό φαγητό.
Το bistro βρίσκεται σε ένα οίκημα 300 ετών, στο ιστορικό Παρίσι και νιώθεις πως εκεί έχεις βάλεις μια μικρή κηλίδα Ελλάδας. Έρχονται Γάλλοι δημοσιογράφοι, σεφ, φίλοι και έχουμε ωραίες βραδιές όπου μέσα από το φαγητό τους περνάς όλη την Ελλάδα -η γαστρονομία πάνω από όλα είναι πολιτισμός.
Όπως αναφέρθηκε και στη πρόσφατη παρουσίαση του ελληνικού σου βιβλίου, η Κατρίν Ντενέβ παίρνει πολύ συχνά φαγητό από το Evie Evane. Ποιο είναι το αγαπημένο της πιάτο;
Η Κατρίν Ντενέβ μένει στη γειτονιά και έρχεται με τις φόρμες -επιλέγει μουσακά και τυρόπιτα, αυτά είναι τα δύο αγαπημένα της φαγητά.
Ντίνα Νικολάου στο iefimerida: «Έχω ξεπεράσει το στάδιο του εντυπωσιασμού. Θέλω τα φαγητά μου να δημιουργούν συναίσθημα...»
Έχεις περάσει τη φάση εντυπωσιασμού μέσα από τη μαγειρική σου;
Θέλω να κάνω φαγητά που δημιουργούν συναίσθημα, έχω ξεπεράσει το στάδιο που θέλω να εντυπωσιάζω. Φυσικά το πέρασα σε νεότερη ηλικία και επειδή ήμουν γυναίκα φοβόμουν μήπως μου πουν ότι δεν ξέρω να μαγειρεύω. Τότε προσπαθούσα να μαγειρεύω με περίεργες τεχνικές, έκανα 5 διαφορετικές παρασκευές για ένα πιάτο και το είχα ανάγκη να το κάνω.
Τώρα ζω την καλύτερη μου φάση επαγγελματικά γιατί είμαι χαλαρή, θέλω μέσα από το φαΐ μου οι πελάτες μας να αισθάνονται όπως η οικογένεια μου, δηλαδή πως τους μαγείρεψε κάποιος που τους νοιάζεται.
Τα best seller βιβλία και τα projects που ετοιμάζει με την ομάδα του Μακρόν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι
Πρόσφατα κυκλοφόρησες στη Γαλλία το δεύτερο σου βιβλίο,το «Crete, la cuisine authentique»επιλέγοντας να τους συστήσεις την κρητική γαστρονομία. Γιατί επέλεξες το συγκεκριμένο νησί;
Από τις πρώτες μου επισκέψεις στο νησί, η Κρήτη μίλησε μέσα μου, έγινε κάτι μαγικό. Αγαπώ πολύ την ενδοχώρα που είναι μακριά από τα τουριστικά σημεία, τους ανθρώπους που έχεις την εντύπωση ότι δεν τους έχει αγγίξει ο χρόνος και τρέφονται όπως 50 χρόνια πριν -για μένα αυτό είναι το κλειδί της ευζωίας και της σωστής διατροφής.
Προσπάθησα μέσα από το βιβλίο μου να έχουμε παραδοσιακά απλά κρητικά εδέσματα, να τους πω τι είναι το αντικριστό, να μάθουν τα γλυκίσματα που έχουν βάση το ελαιόλαδο και να τους περάσω διατροφικές συνήθειες, αλλά και να γνωρίσουν τους ανθρώπους που δίνουν τη ψυχή τους για όλα αυτά.
Στις 25/1 θα πραγματοποιηθεί η παρουσία του βιβλίου στην ελληνική πρεσβεία, στο Παρίσι, και είναι μια καλή ευκαιρία που θα έρθουν Γάλλοι να γνωρίσουν ακόμα καλύτερα τη χώρα μας.
Το καλοκαίρι του 2024 θα πραγματοποιηθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Παρίσι. Θα έχουμε κάποιο άρωμα Ελλάδας;
Αυτό που συζητάω με ανθρώπους που βρίσκονται στην ομάδα του Εμανουέλ Μακρόν και ασχολούνται με τα γαστρονομικά της διοργάνωσης είναι να δώσουμε βάση στην αρχαία ελληνική κουζίνα και θα κάνουμε σεμινάρια και επιδείξεις για το τι έτρωγαν οι αρχαίοι Ολυμπιονίκες. Μάλιστα, όπως διαπίστωσα μετά από πολύ μελέτη και έρευνα, υπήρχαν πολλά ίδια υλικά που έχουμε και σήμερα, εκτός από την ντομάτα και τα λεμόνια, είχαν, μεταξύ άλλων, ελαιόλαδο και τυροκομικά. Είναι πολύ καλή ευκαιρία να τους δημιουργήσουμε ένα διαφορετικό συναίσθημα γιατί η μήτρα των Ολυμπιακών Αγώνων είναι η Ελλάδα μας κι αυτόματα η διατροφή που είχαν οι αρχαίοι Ολυμπιονίκες.
Έχω ασχοληθεί πολύ με το συγκεκριμένο θέμα, νιώθω γοητευμένη και χαίρομαι πάρα πολύ που οι Γάλλοι το αγκάλιασαν. Όταν μελετούσα τα συμπόσια αναρωτιόμουν «Μα, όλα τα έχουν πει και τα έχουν κάνει;». Στη Γαλλία λέω με περηφάνια πως είμαι απόγονος των αρχαίων Ελλήνων γιατί αυτό αισθάνομαι μέσα μου.
Πριν λίγες ημέρες κυκλοφόρησες και ένα ελληνικό βιβλίο, «Dina’s Bakery, my best recipes» από τις εκδόσεις Μίνωας. Τι διαφορετικό έχει το νέο σου βιβλίο;
Σ΄ αυτό το βιβλίο έχω βάλει συνταγές με βάση το αλεύρι -από τσουρέκια, πίτες, τάρτες, μακαρόν -έχω προσθέσει αγαπημένα εδέσματα και γλυκά από τις γαλλικές Boulangerie. Η καινοτομία στο συγκεκριμένο βιβλίο είναι πως έχω διασκευάσει όλες τις συνταγές για οικιακή χρήση. Είναι εντελώς διαφορετικά να τις κάνω στον επαγγελματικό μου χώρο, με όλο τον εξοπλισμό που διαθέτω, και αλλιώς να τις κάνει μια μαμά στο σπίτι που έχει μια πολύ απαιτητική καθημερινότητα. Θέλω να κάνω συνταγές εύκολες, χωρίς ένα σωρό εργαλεία και περίεργες τεχνικές, για να έχει το κίνητρο να μπαίνει στην κουζίνα και να δημιουργεί συνταγές με βάση το αλεύρι.
Ποια συμβουλή θα έδινες στις νέες μαμάδες για τη διατροφή των παιδιών τους;
Όταν τα παιδιά μου ήταν μαθητές, θυμάμαι τους γονείς των συμμαθητών τους να έχουν αγωνία για το σχολείο, τα φροντιστήρια τους , αλλά ποτέ δεν είδα να έχουν αγωνία για το φαγητό τους. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να προσέχουμε τι τρώνε τα παιδιά μας και να τους βάλουμε τις βάσεις για να έχουν καλές διατροφικές συνήθειες.
Αν ξεκινήσουν από 3 ετών να τρώνε ζάχαρη τους έχουμε καταστρέψει τη παλέτα των γεύσεων και μετά πώς θα φάνε φασολάκια, αρακά – θα αναζητούν μόνο τις δυνατές γεύσεις που έχουν μάθει από μωρά και δυστυχώς τα πράσινα λαχανικά δεν έχουν δυνατή γεύση -η γεύση έχει φοβερή μνήμη.
Αν κάτι δεν το ξέρεις, δεν σου αρέσει για αυτό όταν πάμε στο εξωτερικό και δοκιμάζουμε πιάτα της τοπικής γαστρονομίας δεν μάς αρέσουν και λέμε «δεν είναι ωραίο», ενώ οι ντόπιοι τρελαίνονται. Απλά δεν το ξέρουμε και δεν μας αρέσει, δεν είναι μέσα στις δικές μας μνήμες -υπάρχει εξήγηση.