Από την Κύμη Ευβοίας, στην πόλη Μίτο της Ιαπωνίας. Ο Αθανάσιος Φραγκής βρέθηκε στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου έχοντας έναν συγκεκριμένο σκοπό στο μυαλό του: να συστήσει στους Ιάπωνες μερικά από τα πιο περίφημα ελληνικά προϊόντα, όπως λάδι, κρασί, φέτα και γιαούρτι.
Το 2001 ίδρυσε την εταιρεία εισαγωγής ελληνικών προϊόντων με το ελληνικό όνομα «Νοστιμιά». Πρόκειται για μια καθαρά οικογενειακή επιχείρηση, η οποία προμηθεύει τους Ιάπωνες με προϊόντα της ελληνικής γης, «από τους καλύτερους παραγωγούς» της χώρας, όπως τόνισε μιλώντας στο iefimerida.
Η μετακόμιση στην Ιαπωνία
Στην Ιαπωνία βρέθηκε για πρώτη φορά το 1972, ενώ στη συνέχεια μετακόμισε στην Αγγλία, όπου έμεινε για 22 χρόνια. Εκεί γνώρισε τη Γιαπωνέζα σύζυγό του, και κάποια στιγμή μέσα στο 2001 αποφάσισαν να μείνουν μόνιμα στην ιδιαίτερη πατρίδα της.
«Όταν παντρευτήκαμε σκεφτήκαμε “εσύ είσαι Γιαπωνέζα, εγώ είμαι Έλληνας, τι νόημα έχει να ζούμε στην Αγγλία;”. Η Ελλάδα ήταν ένα δύσκολο μέρος για να ξεκινήσεις μια επιχείρηση εκείνη την εποχή, οπότε εγκατασταθήκαμε στην Ιαπωνία», εξηγεί ο επιχειρηματίας. Ήταν μια απόφαση που μπορεί να φαινόταν τρελή τότε για μερικούς, όμως, όπως λέει ο ίδιος, «όταν παίρνουμε αποφάσεις, δεν τις παίρνουμε για να μας πουν "μπράβο" οι άλλοι, τις παίρνουμε γιατί αυτό θέλουμε να κάνουμε».
Μικρός δεν είχε σκεφτεί να ασχοληθεί με το εμπόριο. «Η μητέρα μου με προόριζε για δεσπότη. Πολύ κακή επιλογή», μου λέει και γελάει. Ο ίδιος ήθελε να γίνει φιλόλογος, καθώς του αρέσει πολύ η ποίηση. «Είναι η τελειότερη μορφή λόγου. Η ζωή στις μέρες μας είναι πεζή, υλιστική, μας λείπει το όραμα. Οι άνθρωποι σήμερα δεν διαβάζουν, μόνο βλέπουν... Η εικόνα σ' τα δίνει όλα έτοιμα, δεν βοηθά τη φαντασία», προσθέτει για την «πρώτη του αγάπη», όπως μου τη χαρακτήρισε.
Στην Ελλάδα εργαζόταν ως αστυνομικός -κάτι που αποφάσισε γρήγορα ότι δεν του ταιριάζει- και έτσι αποφάσισε να φύγει στο Λονδίνο για σπουδές. Πήρε το πτυχίο του στις κοινωνικές επιστήμες και άρχισε να ασχολείται με τις επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα έκανε και εισαγωγές αυτοκινήτων από την Ιαπωνία. Τότε ήταν που γνώρισε και τη σύζυγό του.
Η συνομιλία μας διακόπηκε μερικές φορές, καθώς την ώρα που συζητούσαμε «έσκαγαν» έκτακτα δελτία και στην Ιαπωνία, για την άσχημη κατάσταση υγείας της βασίλισσας Ελισάβετ Β'. Ήταν μια είδηση που έκανε αμέσως τον γύρο του κόσμου. Επιστρέφοντας στην κουβέντα μας, ο κ. Φραγκής συνέχισε να μου περιγράφει τη ζωή στην Ιαπωνία.
Ο μοναδικός Έλληνας στην πόλη Μίτο της Ιαπωνίας
Η πόλη Μίτο, στην οποία ζει τα τελευταία 21 χρόνια, βρίσκεται 100 χλμ. βόρεια του Τόκιο. Εκεί, είναι ο μοναδικός Έλληνας. Λίγο πιο κάτω, στο μέσο δηλαδή μεταξύ Μίτο και Τόκιο, ζει άλλος ένας Έλληνας. «Με το αυτοκίνητο είναι περίπου μισή ώρα. Είναι ο πιο κοντινός μου γείτονας» λέει χαριτολογώντας.
«Οι Έλληνες στην Ιαπωνία είναι γύρω στους 300. Τους περισσότερους -τουλάχιστον όσους είναι εγγεγραμμένοι στην πρεσβεία και δραστηριοποιούνται- τους γνωρίζω», προσθέτει.
Όταν τον ρωτώ τι άποψη έχουν οι Ιάπωνες για την Ελλάδα, μου απαντά με ειλικρίνεια το εξής: «Έχουν την ίδια άποψη που έχουν και οι περισσότεροι ξένοι, γιατί έτσι τους έχουμε μάθει εμείς. Ξέρουν τη Μύκονο, τη Σαντορίνη, τα άσπρα σπιτάκια και τη γαλάζια θάλασσα. Μέχρι εκεί φτάνει η γνώση τους για την Ελλάδα, εκτός από αυτούς οι οποίοι είναι πιο ψαγμένοι και γνωρίζουν την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας. Αυτοί συνήθως είναι σε ηλικίες από 50 ετών και πάνω. Πολύ σπάνια βλέπεις νεότερους να ενδιαφέρονται σε αυτό το επίπεδο. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουμε εμείς, ότι γνωρίζουν δηλαδή την ιστορία μας. Ελάχιστα τη γνωρίζουν».
Όσο για το ποια είναι η αντίδρασή τους όταν τους λέει ότι είναι από την Ελλάδα, ο κ. Φραγκής σημειώνει πως οι δυο λαοί «δεν υπήρξαμε ποτέ εχθροί». «Πάντα με αντιμετώπιζαν με καλοσύνη και με ευγένεια. Είναι πάρα πολύ φιλόξενοι, πάρα πολύ τίμιοι σαν άνθρωποι. Προσπαθούν να σε προσεγγίσουν και να σε μάθουν όταν σε γνωρίσουν. Η Ιαπωνία είναι ίσως η ασφαλέστερη χώρα στον κόσμο».
Πολλοί τον έχουν χαρακτηρίσει ως τον πρώτο άνθρωπο που σύστησε στους Ιάπωνες το ελληνικό ελαιόλαδο. Ο ίδιος όμως ξεκαθαρίζει πως δεν υπήρξε ο πρώτος που τους το σύστησε, αλλά ο πρώτος ο οποίος το έκανε πιο επαγγελματικά και πιο συστηματικά. Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα ελληνικά προϊόντα που έμαθαν να γεύονται οι Ιάπωνες, όπως το κρασί, οι ελιές, η φέτα, το γιαούρτι και άλλα.
Η απόφαση για τη δημιουργία της εταιρείας Nostimia
Πώς, όμως, ένας Έλληνας παίρνει την απόφαση να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά στην Ιαπωνία, και δη στον χώρο του χονδρεμπορίου, εισάγοντας προϊόντα από την Ελλάδα;
«Όταν η γυναίκα μου κι εγώ αποφασίσαμε να έρθουμε, είπαμε να κάνουμε μια έρευνα. Διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχε τίποτα ελληνικό, και το είδα αυτό ως μια ευκαιρία να φέρουμε την Ελλάδα εδώ. Ήταν και μια ανάγκη που είχα εγώ, να δημιουργήσω κάτι σε αυτή τη χώρα. Επίσης, ίσως να φανεί κάπως ρομαντικό αυτό που θα πω, αλλά ήθελα να δώσω κι εγώ κάτι πίσω στην Ελλάδα που με γέννησε και μου έδωσε αυτά που μπορούσε να μου δώσει. Ήταν και ένα πείσμα αν θέλεις. Γιατί σκεφτόμουν “είναι καλύτεροι οι Ιταλοί που έχουν γεμίσει π.χ. την αγορά με δικά τους προϊόντα;”. Κάπως έτσι. Γι' αυτούς τους λόγους κυρίως το έκανα. Βέβαια, δεν ήταν εύκολο. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο», ξεκαθαρίζει ο 73χρονος σήμερα επιχειρηματίας.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει, σε αυτό το ρίσκο που πήρε τον βοήθησε πολύ η ελληνική πρεσβεία και μαζί αντιμετώπισαν τις προκλήσεις που παρουσιάστηκαν στον δρόμο του. Μάλιστα, πολλοί τον θεώρησαν ανόητο όταν τους είπε την πρόθεσή του. «Μου είπαν ότι η ιαπωνική διατροφή επικεντρώνεται στα ψάρια και στα λαχανικά και ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα και το ελαιόλαδο δεν έχουν καμία πιθανότητα επιτυχίας», διηγείται.
Τι είναι η Nostimia
Η Nostimia είναι μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση η οποία κατά βάση εισάγει τρόφιμα και κρασιά. Αντιπροσωπεύει αρκετές ελληνικές εταιρείες και εισάγει ελληνικά και κυπριακά προϊόντα, «γιατί για εμάς η Κύπρος είναι Ελλάδα», όπως επισημαίνει ο κ. Φραγκής.
«Έχουμε μια εκτεταμένη γκάμα κρασιών, γύρω στις 60 ετικέτες, φέτα -σε λίγο φέρνουμε και γραβιέρα Κρήτης- και γιαούρτι, το οποίο όμως είναι λίγο πιο δύσκολο γιατί έχει πολύ μεγάλους δασμούς. Έτσι, όσον αφορά το γιαούρτι, φέρνουμε μικρές ποσότητες κατά παραγγελία. Επίσης, προμηθεύουμε τους Ιάπωνες με ελιές, λάδι, μέλι, μαρμελάδες και άλλα προϊόντα» αναφέρει χαρακτηριστικά. Τα περισσότερα φτάνουν μέσω θαλάσσης, εκτός από τα πιο ευαίσθητα, όπως τα γιαούρτια και τα τυριά που ταξιδεύουν αεροπορικώς.
Για όποιον θέλει να αγοράσει στη λιανική, υπάρχει το διαδικτυακό μαγαζί της «Νοστιμιάς», το nostimia.com. Μάλιστα, όπως λέει ο κ. Φραγκής, οι ηλεκτρονικές πωλήσεις ανέβηκαν σε ποσοστό 40% κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού.
Τι αρέσει περισσότερο στους Ιάπωνες
«Αν αφαιρέσουμε τα κρασιά, γιατί και αυτά έχουν μια πολύ καλή πορεία τώρα τελευταία, στην κορυφή θα έβαζα το λάδι και τη φέτα, και τα υπόλοιπα λίγο παρακάτω» αναφέρει ο κ. Φραγκής περιγράφοντας ποια ελληνικά προϊόντα προτιμούν περισσότερο οι Ιάπωνες. Σε αυτό το σημείο, ο επιτυχημένος Έλληνας επιχειρηματίας στέκεται στο θέμα της αναγνωρισιμότητας προϊόντων, από το οποίο πάσχει η χώρα μας:
«Δεν έχουμε brand. Αυτό είναι ένα βασικό πρόβλημα για τα ελληνικά προϊόντα σε ολόκληρο τον κόσμο. Βλέπεις τους Ιταλούς -που είναι οι κύριοι ανταγωνιστές μας, θα μπορούσε να πει κανείς- να έχουν τα ίδια προϊόντα με τα δικά μας, αλλά την ίδια στιγμή να έχουν και τα brand Gucci, Ferrari κ.λπ. Το πρόβλημα είναι δηλαδή ότι οι ξένοι δεν μας γνωρίζουν και από κάπου αλλού, όπως από τα προϊόντα μας. Μας γνωρίζουν από την Ακρόπολη, από τη Σαντορίνη, όχι όμως για τα προϊόντα μας».
«Είναι εύκολο να αλλάξει αυτό;» τον ρωτάω. «Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν έχουμε καταλάβει τι είναι το μάρκετινγκ. Πιστεύουμε πως είναι διαφήμιση. Δεν είναι όμως αυτό. Το μάρκετινγκ είναι έρευνα. Δεν έχουμε καταλάβει ένα πράγμα, τουλάχιστον οι επιχειρηματίες οι δικοί μας. Το ότι για να έχει επιτυχία ένα προϊόν πρέπει να έχει αναγνωρισιμότητα. Πόσες φορές έχεις πει στιγμιαίος καφές και όχι νες καφέ; Ή και αν δεις οποιοδήποτε άλλο σχετικό brand, πάλι νες καφέ θα πεις» μου εξηγεί.
Τα ελληνικά προϊόντα στην ιαπωνική κουζίνα
Μιλώντας για τις κουζίνες των δύο χωρών και αν έχουν ενσωματώσει οι Ιάπωνες ελληνικά υλικά στις συνταγές τους, λέει πως η «ελληνική κουζίνα είναι γενικά κάπως διαφορετική». «Είναι δύσκολο δηλαδή να την ενσωματώσεις και να την κάνεις γιαπωνέζικη. Έχει μπει στις ζωές των Ιαπώνων, αλλά ολόκληρη, ως καθαρά ελληνική. Οι Ιάπωνες έχουν το εξής, που εμάς μας συμφέρει. Δεν διστάζουν να δοκιμάσουν κάτι καινούργιο, σε αντίθεση π.χ. με τους Άγγλους και τους Έλληνες. Εκεί είναι η επιτυχία μας», δηλώνει ο κ. Φραγκής, ο οποίος μάλιστα κάποτε έκανε και μαθήματα μαγειρικής -την οποία λατρεύει- στους Ιάπωνες.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι δύο κουζίνες δεν διαφέρουν ιδιαίτερα. «Εξαρτάται για ποια κουζίνα μιλάμε» ξεκαθαρίζει. «Αν πάμε στην κουζίνα της Βόρειας Ελλάδας που έχει κατεξοχήν σάλτσες κρεατικά κ.λπ., θα έλεγα ναι διαφέρουν, αλλά η νησιώτικη κουζίνα μας μοιάζει με τη δική τους. Οι Ιάπωνες παίζουν πολύ με τις γεύσεις των συστατικών. Χρησιμοποιούν εποχικά προϊόντα δηλαδή και τους αρέσουν γενικά οι λεπτές γεύσεις, όπως το άρωμα που βγάζει το λαχανικό στην εποχή του. Δεν χρησιμοποιούν πάρα πολλά καρυκεύματα. Επίσης, εδώ υπάρχουν ένα σωρό διαφορετικές κουζίνες -κυρίως ασιατικές- που κατά κάποιον τρόπο έχουν ενσωματωθεί στην ιαπωνική, καθώς μοιάζουν περισσότερο».
Η ζωή στην Ιαπωνία
Η προσαρμογή στη νέα του ζωή εκεί ήταν εύκολη, γιατί «γενικά αγαπά όλους τους ανθρώπους». Οι Ιάπωνες είναι γι' αυτόν ένας ήσυχος, ευγενικός λαός. «Δεν χρειάζεται να κάνεις σύγκριση με αυτό που ξέρεις όταν πας κάπου. Αν συγκρίνεις με αυτό που είχες και σου αρέσει περισσότερο, τότε πήγαινε πάλι στην πατρίδα σου. Εδώ θα πρέπει να προσαρμοστείς με αυτό που βρήκες. Δεν έχουν κάτι το περίεργο οι Ιάπωνες, είναι μια χαρά λαός. Μου αρέσει που διατηρούν την παράδοσή τους και που δεν έχουν ξεχάσει καθόλου την κουλτούρα τους και την παράδοση τους» σημειώνει.
Αυτό όμως που δεν του αρέσει είναι αυτή η συλλογικότητα που έχουν ως λαός, γιατί ο ίδιος είναι άνθρωπος που του αρέσει να παίρνει αποφάσεις μόνος του. «Ο Ιάπωνας είναι το ακριβώς αντίθετο. Είναι πολύ ευθυνόφοβος και δεν του αρέσει γενικά να προεξέχει από όλους τους άλλους, δεν θέλει να φανεί ότι σηκώνει κεφάλι. Αυτό σημαίνει ότι δεν παίρνει ποτέ μια απόφαση. Είναι μια κακώς εννοούμενη περηφάνεια που δυσκολεύει τη ζωή των άλλων ορισμένες φορές», παρατηρεί.
Όσο για τα ιαπωνικά, δεν ήξερε να τα μιλάει πριν πάει στην Ιαπωνία, αλλά ούτε τα έχει μάθει μέχρι σήμερα καλά, όπως ομολογεί με χιούμορ. «Ξέρω ελάχιστα πράγματα. Το επιδίωξα αλλά είναι και δύσκολη γλώσσα... Στα μαθήματα απαντούσα μια χαρά στην καθηγήτρια, αλλά μόλις έβγαινα έξω από την αίθουσα δεν θυμόμουν τίποτα» παραδέχεται γελώντας.
Πού μοιάζουν και πού διαφέρουν οι δύο χώρες
«Εάν θα έκανα μια σύγκριση, οι Ιάπωνες μου θυμίζουν την Ελλάδα της δεκαετίας του '50 ως νοοτροπία. Μεγάλωσα στην Αθήνα, δεν έχω ζήσει στην ελληνική επαρχία. Οπότε η εικόνα που μου θυμίζουν είναι αυτή της Αθήνας εκείνη την περίοδο. Σαν διαφορά, θα αναφερθώ και πάλι στη συλλογική σκέψη που έχουν οι Ιάπωνες. Είναι κοινωνία του συνόλου και όχι της μονάδας. Στην Ελλάδα δεν νομίζω ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Δεν τους αρέσει να κάνουν ένα βήμα μπροστά μόνοι τους, κάτι το οποίο είναι και καλό και κακό. Καλό γιατί “η ισχύς εν τη ενώσει”, κακό γιατί δεν βγάζουν ηγέτες. Είναι όμως ένας τρόπος επιβίωσης κι αυτός» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Πόσο επηρέασε ο Covid-19 την εταιρεία
Φυσικά, η εταιρεία δεν έμεινε ανεπηρέαστη από το κύμα της πανδημίας του κορωνοϊού. Περιγράφοντας την κατάσταση, αναφέρει συγκεκριμένα: «Επηρεαστήκαμε πάρα πολύ, αφενός μεν γιατί δεν μπορούσαμε να ταξιδέψουμε, ούτε εμείς, αλλά ούτε και να έρθει κάποιος στην Ιαπωνία. Ακόμα υπάρχουν κάποια θέματα με τα ταξίδια. Επίσης, είχαμε μεγάλο πρόβλημα με το γεγονός ότι έκλεισε η εστίαση. Το 80% των πελατών μας είναι εστιατόρια. Ευτυχώς ανέβηκαν λίγο, όπως προανέφερα, οι διαδικτυακές πωλήσεις, γιατί ο κόσμος δεν μπορούσε να βγει έξω, οπότε υποχρεωτικά αγόραζε ηλεκτρονικά. Πρόκειται για ένα μικρό κομμάτι του τζίρου, αλλά αυτό το κομμάτι μάς κράτησε το κεφάλι έξω από το νερό. Τώρα είναι κάπως καλύτερα τα πράγματα».
«Εκτός από αυτά, δεν μπόρεσα να πάω στην Ελλάδα να κάνω ένα σωρό πράγματα που είχα προγραμματίσει. Γενικά, το κυριότερο συναίσθημα που επικρατούσε τότε ήταν η αβεβαιότητα. Δεν ήξερες τι θα γίνει το επόμενο δεκαήμερο. Ήταν ψυχοφθόρο, γιατί δεν μπορείς να προγραμματίσεις και να κάνεις τίποτα. Εκδηλώσεις που είχαμε προγραμματίσει δεν μπορέσαμε να τις κάνουμε».
Ωστόσο, πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει, καθώς έχουν ήδη ξεκινήσει να προγραμματίζονται και να πραγματοποιούνται εκδηλώσεις προώθησης ελληνικών προϊόντων.
Ο κορωνοϊός έφερε πίσω και τα σχέδια της εταιρείας να ανοίξει ένα κατάστημα λιανικής, το οποίο προς το παρόν έχει μείνει στα σκαριά, αλλά τώρα θα αρχίσει ξανά η δραστηριοποίηση σε αυτό το κομμάτι. «Θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα σημείο αναφοράς όπου ο κόσμος μπορεί να βρει τα προϊόντα. Υπάρχουν βέβαια σε κάποια καταστήματα, αλλά τα θέλουμε συγκεντρωμένα», αναφέρει ο κ. Φραγκής.
Η νοσταλγία για την Ελλάδα
Μπορεί να ζει πλέον μόνιμα στην Ιαπωνία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επισκέπτεται συχνά την Ελλάδα, εφόσον φυσικά το επιτρέπουν οι συνθήκες. Η τελευταία φορά που ήρθε ήταν τον Μάιο για δουλειές. Αυτό που του λείπει από την πατρίδα είναι οι στιγμές της Ελλάδας όπως μου είπε, π.χ. να απολαύσει ένα ουζάκι στην παραλία, καθώς και το να πηγαίνει στην εκκλησία, μιας και είναι ψάλτης και εκεί δεν έχουν ελληνορθόδοξους ναούς. «Τέτοια πράγματα μου λείπουν. Η ζωή μας και οι αναμνήσεις μας είναι στιγμές» λέει χαρακτηριστικά.
Μετά από τόσα χρόνια παραμονής και εμπειρίας εκεί, οι συμβουλές του για κάποιον/κάποια που θα ήθελε να πάει να ζήσει και να εργαστεί στην Ιαπωνία είναι: «Να ξέρει άπταιστα αγγλικά και ιαπωνικά αν είναι εφικτό, και να έχει κάποια ειδικότητα η οποία να χρειάζεται στους Ιάπωνες».
Σχετικά με το αν σκέφτεται να επιστρέψει μόνιμα στη χώρα μας, είναι κάτι που δεν το γνωρίζει, καθώς, όπως σημειώνει, «δεν είναι εύκολη μια τέτοια απόφαση, γιατί δεν είμαι μόνος μου. Αν ήμουν μόνος, ίσως και να ήμουν ήδη στην Ελλάδα. Τώρα που μεγάλωσα θέλω να περνάω πιο πολύ χρόνο στην Ελλάδα».
*Τις φωτογραφίες παραχώρησε ευγενικά στο iefimerida ο κ. Φραγκής.