Μία πρώτη.... γεύση από την ελληνική παρουσία στη Μπιενάλε της Βενετίας, έδωσαν οι καλλιτέχνες που θα εκπροσωπήσουν τη χώρα μας από τις 20 Απριλίου στην 60ή Διεθνή Έκθεση Τέχνης.
Η πρώτη παρουσίαση της επίσημης ελληνικής συμμετοχής, έγινε στο πλαίσιο του 26ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Πρόκειται για το έργο με τίτλο «Ξηρόμερο / Dryland», που φέρνει οπτικοακουστικά υλικά και άλλα αντικείμενα από τον κόσμο του πανηγυριού και το οποίο στη Βενετία θα πάρει τη μορφή μιας χωρικής εγκατάστασης. Κεντρικό τμήμα της ενιαίας υβριδικής σύνθεσης θα αποτελέσει ένα ημιαυτόματο ποτιστικό μηχάνημα που θα είναι σε λειτουργία και το οποίο θα πλαισιωθεί από μουσική, βίντεο, ηχητικά περιβάλλοντα, φωτιστικά σώματα και το στοιχείο του νερού.
«Το έργο έρχεται μέσα από μία συλλογική διαδικασία παραγωγής και φέρνει μέσα από το πρίσμα του πανηγυριού, αυτής της γιορτής, τις γεωργικές εργασίες, τη ζωή στην ύπαιθρο, καθώς και ζητήματα εργασίας που είναι ιδιαίτερα επίκαιρα αυτή την περίοδο. Καταγράφονται με μεγάλη τρυφερότητα και ξεκινούν από την προσωπική εμπειρία των καλλιτεχνών στον χώρο εργασίας στις περιοχές αναφοράς και αυτή η τοποθετημένη γνώση έχει πολύ μεγάλη σημασία για το πώς παράγεται το ίδιο το έργο», εξήγησε ο επιμελητής του περιπτέρου Πάνος Γιαννικόπουλος.
Το περίπτερο των περίπου 250 τμ που φιλοξενεί εδώ και δεκαετίες κάθε δύο χρόνια τις ελληνικές συμμετοχές, αρχιτεκτονικά θυμίζει βυζαντινό ναό. Οι καλλιτέχνες λοιπόν, αξιοποίησαν αυτήν την αισθητική, εντάσσοντάς την στο έργο τους.
«Στην έρευνά μας είδαμε ότι πολλά πράγματα γίνονται γύρω από μία εκκλησία ή με αφορμή μία θρησκευτική γιορτή, οπότε αντιμετωπίσαμε το περίπτερο ως μέρος του έργου. Αυτή η σύνδεση του αγρού, της αγροτικής αποθήκης, της εκκλησίας και της πλατείας, έρχονται όλα μαζί και φτιάχνουμε κάτι σαν όνειρο», είπε από την πλευρά του ο Θανάσης Δεληγιάννης, που μαζί με τον Γιάννη Μιχαλόπουλο συνέλαβαν την ιδέα της εγκατάστασης. «Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι το πώς συντίθενται όλα αυτά τα αντικείμενα -που είναι κυρίως εξωτερικού χώρου, σε ένα εσωτερικό χώρο όπως αυτός του ελληνικού περιπτέρου και πώς αποκτούν μια άριστη συναισθηματική αμεσότητα, χάρη στη σύνθεση», πρόσθεσε ο κ. Μιχαλόπουλος.
Το Ξηρόμερο, που δανείζει τον τίτλο του στο έργο, είναι στην πραγματικότητα ένας δήμος της Αιτωλοακαρνανίας, όπου «έδρασαν» οι καλλιτέχνες της ομάδας, καταγράφοντας στιγμές από την περιοχή και κυρίως τον ορεινό της όγκο, ενώ κινήθηκαν επίσης και στην εύφορη πεδιάδα της Θεσσαλίας, προκειμένου να τονίσουν την αντίθεση των δύο περιοχών. «Το έργο έχει ξεκινήσει με μία ερευνητική διαδικασία αλλά και δοκιμές εργασίας εδώ και τουλάχιστον τρία χρόνια από τον Θανάση Δεληγιάννη και τον Γιάννη Μιχαλόπουλο, που το ενεργοποίησαν ως ιδέα και στη συνέχεια συγκρότησαν την ομάδα», τόνισε ο κ. Γιαννικόπουλος, αναφέροντας τους συνδημιουργούς του έργου που ήταν παρόντες στην εκδήλωση, Έλια Καλογιάννη, Γιώργο Κυβερνήτη, Κώστα Χαϊκάλη και Φώτη Σαγώνα. «Όταν συγκροτήσαμε την ομάδα πήγαμε πάρα πολλά ταξίδια, καταγράψαμε ήχους, καταγράψαμε μαρτυρίες, καταγράψαμε εικόνες με μεθόδους ντοκιμαντέρ, με μεθόδους προφορικής ιστορίας, με πολλή παρατήρηση και αρκετό συναίσθημα», πρόσθεσε ο Γιάννης Μιχαλόπουλος.
Οι παραπάνω τακτικές συνδέουν με έναν τρόπο το έργο με το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, όπου και έγινε η πρώτη επίσημη παρουσίαση της ελληνικής συμμετοχής. «Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης έχει παράδοση συνεργασιών με όλους σχεδόν τους πολιτιστικούς οργανισμούς της Ελλάδας, όπως το ΚΘΒΕ, την ΚΟΘ, το MOMus, αλλά και το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, το οποίο είναι ο εθνικός επίτροπος στη συγκεκριμένη φετινή αποστολή. Χαιρόμαστε που το Φεστιβάλ θα υποστηρίξει και πάλι την εθνική συμμετοχή σε ένα πλαίσιο συνεργασιών και όσμωσης όλων των τεχνών», ανέφερε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Ορέστης Ανδρεαδάκης ως…οικοδεσπότης της εκδήλωσης. Παρατήρησε επίσης πως τα τελευταία χρόνια το ελληνικό περίπτερο της Μπιενάλε, καθώς και η σύγχρονη τέχνη γενικότερα, «έχει μία αγάπη στην κινούμενη εικόνα», όπως χαρακτηριστικά είπε.