Ήταν μία Μεγάλη Πέμπτη, όταν η καρδιά του βραβευμένου με Νόμπελ συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες σταμάτησε να χτυπάει για πάντα.
Η οικογένεια είχε μαζευτεί στο σπίτι της στο Κάγιε Φουέγκο στα νότια της Πόλης του Μεξικού. Μία εγγονή άφησε στην κοιλιά του νεκρού μερικά κίτρινα τριαντάφυλλα, που ήταν τα αγαπημένα του λουλούδια. Με κάποιον δισταγμό – οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είχαν ήδη εξαφανιστεί για τις πασχαλινές διακοπές, η είδηση άρχισε να ταξιδεύει σε ολόκληρο τον κόσμο: ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες είναι νεκρός.
Πριν από 10 χρόνια, στις 17 Απριλίου 2014, ο Κολομβιανός συγγραφέας άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 87 ετών. Εκείνη την ημέρα χάθηκε ένας μυθιστοριογράφος, σαν τον οποίο δεν υπάρχει άλλος, ούτε καν στον απέραντο ισπανόφωνο κόσμο. Με έργα όπως το «Εκατό Χρόνια Μοναξιά» ο «Γκάμπο» έβαλε την ήπειρό του στον παγκόσμιο λογοτεχνικό χάρτη καθορίζοντας και την εικόνα της Λατινικής Αμερικής σε βάθος γενεών.
Το 1982 τιμήθηκε με Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Για τη δέκατη επέτειο από τον θάνατό του δημοσιεύεται τώρα ένα μικρό μυθιστόρημα από τα κατάλοιπά του – ταυτόχρονα με ένα βιβλίο με αναμνήσεις του γιου του, Ροντρίγκο Μάρκες (64), στο οποίο ο τελευταίος διηγείται για τη ζωή και τον θάνατο του πατέρα του και της μητέρας του, Μερσέντες Μπάρκα.
Τον Απρίλιο στα ελληνικά το νέο βιβλίο του Μάρκες
Οπως αναφέρει η DW το μυθιστόρημα με τίτλο «Τα λέμε τον Αύγουστο» κυκλοφόρησε την Πέμπτη (7 Μαρτίου) στα γερμανικά από τον εκδοτικό οίκο Kiepenheuer & Witsch – μέσα στον Απρίλιο θα εκδοθεί και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Το κείμενο αποτελεί περισσότερο νουβέλα και ο συγγραφέας αρχικά δεν ήθελε καν να τυπωθεί, γιατί κατά τον ίδιο δεν άξιζε.
Ο Ροντρίγκο και ο νεότερος αδερφός του Γκονζάλο, τα δύο παιδιά του Μάρκες, είχαν τελικά διαφορετική άποψη και ελπίζουν ο πατέρας τους να τους συγχωρήσει από τον άλλον κόσμο.
Η ύπαρξη του κειμένου είναι γνωστή εδώ και χρόνια. Μετά τον θάνατο του συγγραφέα δόθηκε μαζί με τα υπόλοιπα κατάλοιπά του στο Harry Ransom Center του Πανεπιστημίου του Τέξας. Ήδη το 1999 ο «Γκάμπο» είχε διαβάσει ένα κεφάλαιο του βιβλίου στο Casa América στη Μαδρίτη. Το κοινό, μεταξύ των οποίων βρισκόταν και ο πρώην Ισπανός πρωθυπουργός Φελίπε Γκονζάλες και ο μετέπειτα επικεφαλής της κυβέρνησης Μαριάνο Ραχόι, κρατούσε την ανάσα του, όπως έγραψε η μαδριλένικη εφημερίδα “El País”. Το 2003 η “El País” τύπωσε ένα ακόμη κεφάλαιο του κειμένου. Ο Μάρκες άλλαζε ξανά και ξανά το κείμενο, δίχως να το κυκλοφορήσει ποτέ, προτιμώντας αυτό να καταστραφεί.
Η πλοκή: Κάθε χρόνο στις 16 Αυγούστου η Άνα Μαγκνταλένα Μπαχ, η πρωταγωνίστρια του βιβλίου, πηγαίνει με το πλοίο σε ένα νησί της Καραϊβικής, για να επισκεφθεί τον τάφο της μητέρας της. Την ημέρα του θανάτου της αφήνει εκεί ένα μπουκέτο γλαδιόλες και διηγείται στη νεκρή τον πόνο και τις ανησυχίες της. Είναι 46 ετών και εδώ και 27 χρόνια ζει ευτυχισμένη με τον σύζυγό της, που είναι ο πρώτος και μοναδικός άντρας της ζωής της – μέχρι την ημέρα που φλερτάρει με έναν εντελώς άγνωστο επισκέπτη στο φτηνό ξενοδοχείο δίπλα στη λιμνοθάλασσα και τον φέρνει στο δωμάτιό της. Από τότε έχει κάθε χρόνο και μία διαφορετική περιπέτεια στο νησί και πλέον νιώθει σχεδόν ξένη στον οικείο κόσμο της.