Κριτική θεάτρου από τη Ματίνα Καλτάκη: «Βατράχια» της Έφης Μπίρμπα στην Επίδαυρο -Τι θέλει να πει ο ποιητής; - iefimerida.gr

Κριτική θεάτρου από τη Ματίνα Καλτάκη: «Βατράχια» της Έφης Μπίρμπα στην Επίδαυρο -Τι θέλει να πει ο ποιητής;

Βατράχια της Εφης Μπίρμπα στην Επίδαυρο
Βατράχια της Εφης Μπίρμπα στην Επίδαυρο
ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΛΤΑΚΗ

Τα «Βατράχια» είναι η πρώτη παράσταση που σκηνοθέτησε η Έφη Μπίρμπα για το Φεστιβάλ Επιδαύρου.

Θα είχε το ελαφρυντικό της απειρίας αν τα στοιχεία που προβληματίζουν αφορούσαν τεχνικά ζητήματα, σχετικά με το πώς στήνεται μία παράσταση σ’ ένα ανοιχτό θέατρο χωρητικότητας 10.000 θεατών. Αλλά το πρόβλημα της παράστασής της είναι άλλο: η διασκευή που παρουσίασε, ακολουθώντας χονδρικά την υπόθεση των «Βατράχων» του Αριστοφάνη, είναι εν πολλοίς ιδεολογικώς ξένη με το πρωτότυπο έργο. Μ’ άλλα λόγια, αντί να μοιράσει στο κοινό σαν ψωμί ζεστό κι αφράτο αυτήν την απολαυστική κωμωδία, την επεξεργάστηκε έτσι ώστε να μπαγιατέψει κι οι θεατές, αντί να φάνε και να ευχαριστηθούν, να προβληματιστούν «για το μυστήριο της Υπόστασης, που μπορεί να επιλύσει και το πρόβλημα της Κοινωνίας» (όπως λέει, κάποια στιγμή, ο ΆρηςΣερβετάλης). Ορίστε;

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Οι «Βάτραχοι» παρουσιάστηκαν στην Αθήνα το 405 π.Χ. Τον προηγούμενο χρόνο είχαν πεθάνει οι δύο τελευταίοι μεγάλοι τραγικοί ποιητές, τον επόμενο χρόνο η Αθήνα θα ηττηθεί οριστικά από τους Σπαρτιάτες και ο σχεδόν τριακονταετής Πελοποννησιακός Πόλεμος θα τερματιστεί με τους δύο βασικούς αντιπάλους απολύτως εξουθενωμένους. Το ότι οι «Βάτραχοι» εξελίσσονται στον Κάτω Κόσμο είναι η πρώτη από μία σειρά αριστουργηματικών ιδεών που καταθέτει ο αρχαίος ποιητής.  Ο Διόνυσος, ο Θεός του Θεάτρου, κατεβαίνει στον Άδη για να φέρει πίσω έναν άξιο ποιητή, τον Ευριπίδη, αφού οι εν ζωή ποιητές είναι ασήμαντοι, «φωνές» της παρακμής της πόλης. Στους στίχους 1008-1010 εντοπίζουμε τον λόγο:θαυμάζουμε τους καλούς ποιητές γιατί μπορούν να κάνουν καλύτερους τους πολίτες. Γι’ αυτό ο Διόνυσος θα επιλέξει τελικά τον Αισχύλο, τον ποιητή που συνδέθηκε με το θαύμα της Αθήνας μετά το τέλος των Περσικών Πολέμων και έως την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου, και όχι τον Ευριπίδη, τα έργα του οποίου αντιστοιχούν στην επόμενη φάση της Πόλεως, αυτήν της αλαζονείας και της σταδιακής αποσύνθεσης της ισχύος της. Όχι μόνο της στρατιωτικής και οικονομικής αλλά, κυρίως, της ηθικής πτώσης της.

Η διασκευή του έργου 

Αν υπάρχει ένα ζήτημα που προέκυψε έντονα από τις παραστάσεις του φετινού Φεστιβάλ Επιδαύρου είναι το παλιό της «διασκευής»: τι μπορεί να χαρακτηριστεί διασκευή, υπάρχουν και ποια είναι τα όρια που καθιστούν μία «διασκευή» νέο έργο; Πώς πρέπει να δηλώνεται στον τίτλο και δεν είναι ένα είδος καπηλείας η απαράλλακτη χρήση τίτλου έργου του αρχαίου δράματος στο νέο έργο, καλυμμένη πίσω από ένα «ελεύθερα βασισμένο στο έργο του …»; Δεν είναι της ώρας αλλά θα επανέλθουμε επ’ αυτών σύντομα. 

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η διασκευή/νέο έργο που υπογράφουν η Έφη Μπίρμπα, ο Άρης Σερβετάλης και ο μεταφραστής Κωνσταντίνος Μπλάθρας έχω την εντύπωση ότι πάτησε στο σοφό μικρό δοκίμιο του Χρήστου Μαλεβίτση «Περί του τραγικού» (εκδ. Ευθύνη 1986). Συνδέοντας το τραγικό και το κωμικό με όρους φιλοσοφικούς, ο Μαλεβίτσης γράφει ότι το κωμικό πρόσωπο γίνεται αυτόχρημα τραγικό διότι κινείται στις παρυφές του μηδενός του. Ο Σωκράτης γίνεται στις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη «Σωκρατίδιον», Σωκρατάκης: ακόμα κι οι σπουδαίοι έχουν αδύνατα στοιχεία, είναι σε κάποια σημεία «μικροί». Κι έτσι, γελώντας, συμφιλιωνόμαστε με την ανθρώπινη συνθήκη, με την ιδέα της ανηφόρας που είναι μαζί κατηφόρα.  «Τότε είναι που φτάνουμε στο πικρό κουκούτσι της Κωμωδίας, που είναι το ίδιο με της Τραγωδίας –και δεν μπορούμε να το φτύσουμε, επειδή είναι το κουκούτσι της υπάρξεώς μας» γράφει ο Χρ. Μαλεβίτσης

Με τις ιδέες του Μαλεβίτση για την «Έρημο του όντος» συνέδεσα και τον μονόλογο (στην θέση της αριστοφανικής Παράβασης) που ερμηνεύει ως Διόνυσος ο Άρης Σερβετάλης. Ο ηθοποιός μιλάει για ερημία, για γη όπου νερό δεν κυλάει, για έναν κόσμο όπου κανείς δεν αναπαύεται, όπου δεν υπάρχει σιωπή, μόνο ξερός κεραυνός χωρίς βροχή. «Να γεννηθεί ξανά μια νέα καρδιά, ένας παλμός καθαρός, να μιλήσει η καρδιά και ν’ ανθίσει ένα λουλούδι», εύχεται αυτός ο ιδιαίτερος ερμηνευτής. Και, ναι, ο ηθοποιός πρέπει να έχει πίστη, για να μπορεί να ανεβαίνει στην σκηνή και να απευθύνεται στους θεατές που προσδοκούν να νιώσουν και να φωτιστούν. «Κάποιος να εξαγγείλει μέσα σ’ αυτήν την έρημο, την ανθοφορία του όντος, την άνοιξη της ζωής – ν’ ανθίσει η έρημος» συνεχίζει ο Αρ. Σερβετάλης προτού καταλήξει με τον στίχο «Στο τέλος βρίσκεται η αρχή μου». Του Τ. Σ. Έλλιοτ, αυτό.  

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Είναι σοβαρά τα ζητήματα που απασχολούν το ζευγάρι σκηνοθέτιδος και ηθοποιού αλλά τι φταίνε οι αριστοφανικοί «Βάτραχοι», μία κωμωδία σοφή και μαγική, που προσφέρει άφθονο γέλιο από την πρώτη σκηνή; Γιατί αν πιστεύεις ότι «Το έργο είναι ο ύμνος της πτώσης, το στραπατσάρισμα του Θεού», όπως είπε σε συνέντευξη της η Μπίρμπα, τότε είναι βέβαιο αυτό που τελικά συνέβη: μία «διασκευή» που αρνείται εμπράκτως το δώρο του γέλιου στο κοινό, με επεμβάσεις ως προς τον λόγο και την ιδεολογία του εντελώς  ξένες προς την αριστοφανική κωμωδία.

Σαφώς και υπάρχει μία μελαγχολική διάσταση στους «Βατράχους», του τέλους εποχής, που ο ποιητής αποτυπώνει καλά - και μια νοσταλγία, όχι γλυκερή αλλά οντολογικής τάξης, για τα όμορφα και καλά, που συν τω χρόνω ξεπέφτουν και ευτελίζονται. Οι «Βάτραχοι» θα τιμηθούν από τους πολίτες με το πρώτο βραβείο αλλά τον επόμενο χρόνο η Αθήνα θα ηττηθεί. Ο θάνατος είχε προαναγγελθεί στους «Βατράχους» – είτε ζωντανός είτε νεκρός ο Αισχύλος, η ποίηση, οι άξιοι ποιητές,δεν μπορούν να αλλάξουν τον ρου της Ιστορίας. 

Για τον καλοπροαίρετο θεατή της παράστασης της Έφης Μπίρμπα, η μελαγχολία είναι άλλης τάξης. Με ένα τέτοιο έξοχο δίδυμο, τον Άρη Σερβετάλη και τον Μιχάλη Σαράντη, γιατί να μην απολαύσουμε τους«Βατράχους» του Αριστοφάνη; Γιατί να μην το απογειώσουν στην μορφή που διασώθηκε (με κάποιες μικρές περικοπές); Γιατί να μην κάνουν δώρο το αρχαίο έργο στο ευρύ κοινό που το αγνοεί;  Με δεδομένο μάλιστα ότι η σκηνοθέτις είναι εικαστικός, η παράσταση θα μπορούσε και οπτικά να συνδυάζει τις σπάνιες ποιότητες αυτού του έργου, όπου η συνήθης στον Αριστοφάνη σκατολογία και τα αστεία για πορδές εναλλάσσονται με εξαίσιας ποίησης στίχους. Στους «Βατράχους» ο ποιητής έχει καταφέρει να δει ότι ο πόθος για τον άξιο ποιητή, για την καλή τέχνη, σαν βασική, υλική επιθυμία –όπως λαχταράς ένα πιάτο καλό φαΐ! Το όραμα του ποιητή ανοίγει και περιλαμβάνει ισότιμα τα υψηλά και τα χαμηλά: εδώ τα ταπεινά Βατράχια συνυπάρχουν με τους Μύστες, τους ανθρώπους που αγίασαν! Και δεν είναι τα Βατράχια κατώτερα από τους Μύστες γιατί τ’ αγαπούν οι Μούσες οι γλυκόλαλες και ο Πάνας που φτιάχνει τον αυλό του με τα καλάμια που μεγάλωσαν με το τραγούδι τους! Έξοχο από κάθε πλευρά.

Οι σκατολογίες ακούστηκαν στα «Βατράχια», ενδοθεατρικά αστειάκια επίσης, όχι όμως και η ποίηση του Αριστοφάνη. Επιπλέον η άψογη δομή του πρωτοτύπου, με τα κωμικά επεισόδια να διαδέχονται το ένα τ’ άλλο σ’ έναν κόσμο ανοίκειο, και τα θαυμάσια χορικά, καταργήθηκε. Το σκηνικό θα ταίριαζε σε σκηνή κλειστού θεάτρου αλλά στην Επίδαυρο, με τα ψηλά πεύκα και τον υπέροχο ορίζοντα, να σκεπάζεις το χώμα της ορχήστρας με καθρέπτη, κάπως πονούσε τα μάτια. Η τεράστια καρδιά, στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης είναι σκεπασμένη με λινάτσα, μόνο προς το τέλος αποκαλύπτεται, κατακόκκινη και εντυπωσιακή.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κατά την έναρξη της παράστασης επί δεκάλεπτο παρακολουθούμε τον Σερβετάλη/Διόνυσο και τον Σαράντη/Ξανθία να έρχονται από το βάθος φωνάζοντας ονόματα φυτών και λουλουδιών – θυμίζουν τους Ρομά που με μεγάφωνο στο φορτηγάκι διαλαλούν την πραμάτεια τους. Η σκηνή προφανώς συνδέεται με κάποιον αυτοσχεδιασμό από τις πρόβες αλλά γιατί να μπει στην παράσταση; Γιατί να έχει τόσο μεγάλη διάρκεια; Τι ακριβώς προσφέρει;

«Τα χορικά κόπηκαν»

Τα χορικά κόπηκαν. Εδώ ο Χορός των Βατράχων δεν είναι χαρούμενος, ψάλλει εξόδιους ύμνους και κύκνεια άσματα που ζαλίζουν τον Διόνυσο. Εδώ ο θεός δεν μπορεί να αναπνεύσει, πονάνε τα σπλάχνα του, τα αυτιά του δεν υποφέρουν τον ήχος τους, πνίγεται. Και τελικά, μάλλον, πεθαίνει, έχοντας σταθερά δίπλα του τον Ξανθία, που συνεχίζει χωρίς πρόβλημα την βόλτα στην χώρα των Σκιών… Οι Μύστες εισέρχονται αμέσως μετά.

Η σκηνοθεσία δεν αξιοποίησε την αντίθεση του θηλυπρεπούς Διόνυσου που υποδύεται τον Ηρακλή ενώ αφαιρέθηκε κάθε κωμικότητα και από την σκηνή με τις μαγείρισσες – οι οποίες κατηγορούν τον Διόνυσο/Ηρακλή για όσα έφαγε και δεν πλήρωσε ο υπερήρωας σε προηγούμενη επίσκεψη του στον Κάτω Κόσμο. Αντ’ αυτών η σκηνοθέτις και δραματουργός προτίμησε να βάλει τον Διόνυσο καιτον Ξανθία, και αργότερα τον Ξανθία και την θεραπαινίδα, να κάνουν λανθασμένες προσθαφαιρέσεις. Ήθελαν να μας πουν ότι η λογική του 1+1=2 είναι ξένη στην ποίηση και στο θέατρο; Δεν ξέρω. Αλλά γιατί να μην χαρούμε λιγάκι με τον τρόπο του Αριστοφάνη;

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο εκτενής αγώνας που θα αναδείξει τον άξιο ποιητή που έχει ανάγκη η Πόλις, μειώθηκε πολύ στα «Βατράχια» της Μπίρμπα και έχασε τα πιο δυνατά του σημεία – ειδικά εκείνη την απίστευτη σκηνή όπου ο Αισχύλος γελοιοποιεί την στιχουργική του Ευριπίδη κλείνοντας κάθε ευριπίδειο ποιητικό απόσπασμα με την λέξη «σταμνάκι». 

Τα θετικά της παράστασης

Στα θετικά της παράστασης εντάσσονται ο χορός των γυναικών, που φορούσαν υπέροχα φορέματα με κρινολίνα, ο μονόλογος της Ηλέκτρας Νικολούζου (που είναι καιρός πια να πρωταγωνιστήσει σε τραγωδία) και οι ερμηνείες όλων των ηθοποιών (οι προαναφερθέντες και ο Αργύρης Ξάφης, η Μαίρη Μηνά, ο Έκτορας Λιάτσος, ο Μιχάλης Θεοφάνους, η Αλεξάνδρα Καζάζου, η Νάνσυ Μπούκλη, ο Κυριάκος Σαλής). Θαυμάσια η ηλεκτρονική μουσική του Constantine Skourlis.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ