Η έμπειρη σεφ Νένα Ισμυρνόγλου μάς παρουσίασε τo δικό της αφήγημα για τη «Λυκόβρυση», μέσα από τα πιάτα που σχεδίασε για το μενού του νέου εστιατορίου, στη Γρηγορίου Λαμπράκη της Γλυφάδας.
Ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Γκάτσος, ο Αλέκος Σακελλάριος, ο Νίκος Κούνδουρος είναι μερικοί από τους πιο γνωστούς Αθηναίους που υπήρξαν πιστοί θαμώνες της ιστορικής «Λυκόβρυσης» στο Κολωνάκι - το μπιστρό που από τη δεκαετία του '60 αποτελεί τοπόσημο της πλατείας, έχοντας χίλιες δύο ιστορίες να αφηγηθεί από τα τραπέζια του.

Η «Λυκόβρυση» ξεκίνησε αρχικά ως «Γλυκόβρυση» στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά στην πορεία του χρόνου το αρχικό «Γ» το έφαγε η λήθη, μένοντας στη συνείδηση του αθηναϊκού κόσμου ως «Λυκόβρυση». Ήταν γαλακτοπωλείο και δεν βρισκόταν στο Κολωνάκι, αλλά απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο, νοτιοανατολικά του Εθνικού Κήπου, σε εκτάσεις που ανήκαν στον Δημήτριο Σούτσο. Σταδιακά, το γαλακτοπωλείο μεταμορφώθηκε σε ζαχαροπλαστείο, το οποίο στεγαζόταν στο ίδιο σημείο, αλλά σε ένα νέο καλλιτεχνικό περίπτερο, που είχε σχεδιάσει ο αρχιτέκτονας Ιωάννης Αξελός.
Από γαλακτοπωλείο, νυφοπάζαρο και μετά σημείο συνάντησης της κοσμικής Αθήνας
Τη δεκαετία 1930 ο θεατρικός συγγραφέας Δημήτρης Ψαθάς έλεγε χαριτολογώντας ότι η Λυκόβρυση, η Όαση και η Αίγλη ήταν τα «διακεκριμένα νυφοπάζαρα της πόλεως», ενώ το 1965 η «Λυκόβρυση» μεταμορφώθηκε στα θερινά βαριετέ με την ονομασία «Πεύκα», που λίγο αργότερα κατεδαφίστηκαν. Η «Λυκόβρυση», ωστόσο, ως brand επανήλθε στην αθηναϊκή σκηνή το 1969, αυτή τη φορά με τη μορφή ενός σύγχρονου restaurant-cafe που στεγαζόταν στα σπλάχνα ενός κτιρίου του 1920 στην πλατεία Κολωνακίου, από το οποίο για δεκαετίες θα παρήλαυνε ολόκληρη η Αθήνα: πολιτικοί, ποιητές, ζωγράφοι, διανοούμενοι, συγγραφείς, νεαρές στάρλετ και παλιές σταρ, σκηνοθέτες και κοσμικοί έδιναν τα ραντεβού τους για καφέ και λογάκια που ταξίδευαν από στόμα σε στόμα, βρίσκοντας θέση σε παραπολιτικές στήλες και χρονογραφήματα των εφημερίδων και των περιοδικών της εποχής.

Μια από τις πιο αστείες ιστορίες που έχουν λάβει χώρα στη «Λυκόβρυση» είναι αυτή που έχει αφηγηθεί ο Διονύσης Σαββόπουλος: «Ο Κούνδουρος έτρωγε μακαρόνια άσπρα. Ο Γιώργος ο μακαρίτης καθόταν επί χρόνια στη "Λυκόβρυση" με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο, για να έχει την εποπτεία της πλατείας. Κάθε μέρα τρεις η ώρα έστριβε τα μουστάκια και έτρωγε μία μακαρόνια άσπρα, χωρίς σάλτσα. Αφού τον ήξερε ο Αποστόλης, το γκαρσόνι, και μόλις τον έβλεπε του πήγαινε τη μακαρονάδα. Μία φορά άλλαξε, λέει “μπιφτέκι”. Του πάει το μπιφτέκι, περνάει εκείνη τη στιγμή ο κυρ-Γιάννης ο Τσαρούχης και αφηρημένος δεν τον είδε. Του λέει ο Γιώργος “Τι έγινε, Γιάννη; Δεν μας χαιρετάς τώρα;”, και ο άλλος ετοιμόλογος: “Με συγχωρείς, δεν σε γνώρισα με το μπιφτέκι”».

Η εξέλιξη και η απόβαση στην Αθηναϊκή Ριβιέρα
Αυτό το γεμάτο ιστορίες ταξίδι της «Λυκόβρυσης», όμως, συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας, με το θρυλικό μπιστρό να αποκτά τον πρώτο του απόγονο: ένα νέο εστιατόριο στην Αθηναϊκή Ριβιέρα. Επί της Γρηγορίου Λαμπράκη, ανάμεσα στο κέντρο της Γλυφάδας και στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης, το νέο εστιατόριο στεγάζεται σε ένα minimal κτίριο με γυάλινες τζαμαρίες. Ο χώρος είναι φωτεινός και πολυτελής, με μια open space κουζίνα και ένα μοντέρνο πατάρι, δημιουργώντας μια ενδιαφέρουσα αντίθεση με το βαρύ, κλασικό όνομα που κουβαλάει το brand.

Aυτή την αντίθεση αισθάνθηκα ότι προσπαθεί να γεφυρώσει η Νένα Ισμυρνόγλου - η έμπειρη σεφ με μακρά πορεία σε σημαντικά εστιατόρια όπως τα «Κουκούμαβλος» και «1800» στην Οία, το δικό της βραβευμένο με Χρυσό Σκούφο εστιατόριο ελληνικής κουζίνας «Καλλίστη», το «Milos» της Νέας Υόρκης, το «Γεύσεις με Ονομασία Προέλευσης» κ.ά.), με ένα μενού που πότε πατά στο παρόν και πότε κάνει άλματα προς τα πίσω, στις μνήμες του παρελθόντος.

Η δική μας εμπειρία και τι να δοκιμάσετε
Στα πιάτα που μας παρουσίασε η ίδια η σεφ, βγαίνοντας από τον ξυλόφουρνο που βρίσκεται πίσω από τον λιτό, σύγχρονο μαγειρικό της πάγκο, η ελληνική κουζίνα με όλες τις παραδόσεις και τα αγνά καλούδια της παντρεύεται με σύγχρονες γαστρονομικές τάσεις. Έτσι, η ελληνική χορτόπιτα με το χωριάτικο φύλλο της συναντά μια ιταλική πίτσα με λεπτή ζύμη, το στήθος του κόκορα παντρεύεται με πέστο βασιλικού, τα κεφτεδάκια φλερτάρουν με χειροποίητα, σπιτικά τσιπς πατάτας, η βουβαλίσια μοτσαρέλα Μπέκα βρίσκει το ταίρι της σε ένα τηγανάκι με ψητά κυδώνια, το τριαντάφυλλο γίνεται παγωτό θυμίζοντας τα ρόδινα λουκούμια της γιαγιάς.

Μνήμες και εγκεφαλικά παιχνίδια, παιδικές θύμησες και ταξίδια του μυαλού, νοσταλγίες και νεωτερισμοί, όλα μαζί συνθέτουν ένα δημιουργικό παζλ που στην αρχή σε ξενίζει κάπως, καθώς τα πιάτα δείχνουν μεταξύ τους ετερόκλητα, αλλά, κάνοντας ένα βήμα πίσω, βλέπεις όλη την εικόνα: η Νένα Ισμυρνόγλου παίρνει την πορεία της «Λυκόβρυσης», όπως αυτή εξελίχθηκε από παραδοσιακό γαλακτοπωλείο, σε κομψό αστικό ζαχαροπλαστείο, για να γίνει τελικά στέκι της αθηναϊκής πολιτικής και πολιτιστικής σκηνής στην καρδιά του Κολωνακίου, και παίζει με συνδυασμούς, γεύσεις, αναπάντεχα παντρέματα που έχουν μπόλικο συναίσθημα και ιστορίες να μοιραστούν.
Το συνολικό αποτέλεσμα συνθέτει ένα ολοκληρωμένο αφήγημα, ωστόσο σε διάφορα σημεία το storytelling χρειάζεται ραφιναρίσματα. Σε κάποια πιάτα η πληθωρικότητα των -νησιώτικων κυρίως- τυριών δημιουργεί εντάσεις (π.χ. η φέτα στην παραδοσιακή χορτόπιτα που έχει ψηθεί στον ξυλόφουρνο επισκιάζει τις καυκαλήθρες), ενώ σε κάποια άλλα οι μεσογειακές νότες του λεμονιού είναι λίγο πιο τσιμπημένες από αυτό που θα θεωρούσα εγώ αρμονικό (π.χ. στο ωμοφαγικό πιάτο με τη σφυρίδα που είναι μαριναρισμένη σε χυμούς εσπεριδοειδών με βότανα, λωτό, αγγούρι και βαλεριάνα, η οξύτητα του λεμονιού τα εξαφανίζει όλα). Κατά τα λοιπά, έχουμε ένα μενού ελληνικότατο, πλούσιο, ιδανικό να καλύψει όλα τα γούστα.
Από όλα όσα δοκίμασα μου άρεσε πιο πολύ το αρνάκι στα κάρβουνα. Το κρέας ήταν λουκούμι, ωραία ψημένο, και οι κυδωνάτες πατάτες του αναδεικνύονταν σε φοβερό μεζέ χάρη σε μια υπέροχη σάλτσα με φρέσκια ρίγανη και δυόσμο. Η σάλτσα αυτή είναι η ελληνική νοστιμιά που ευφραίνει την καρδιά, ένα όχημα με το οποίο η Νένα Ισμυρνόγλου με πήρε και με ταξίδεψε νοσταλγικά σε μιαν άλλη εποχή, πιο αγνή, αναλογική και ασπρόμαυρη σαν παλιά φθαρμένη φωτογραφία, ή σαν δαντέλα που την έχει υφάνει στο χέρι η γιαγιά που συναντάς σε ένα ασβεστωμένο σοκάκι νησιού.

Εξίσου νοσταλγικό -κάτι που δικαιολογεί, άλλωστε, η καταγωγή της γλυκύτατης σεφ από τη Σμύρνη, την Κωνσταντινούπολη και την Καππαδοκία- είναι το πεϊνιρλί με βουβαλίσια στρατσιατέλα Κερκίνης και βούτυρο με αυγοτάραχο, αλλά και ο συνδυασμός της βουβαλίσιας μοτσαρέλας με τα ψητά κυδώνια, που ήταν γευστικός.
Η ελληνική γαστρονομία την οποία πρεσβεύει η Νένα Ισμυρνόγλου, όπως άλλωστε βλέπουμε και στις δημοφιλείς συνταγές της που μοιράζεται συχνά με το ελληνικό κοινό μέσω του «Γαστρονόμου», έχει ιστορίες να αφηγηθεί. Έχει μνήμη και συναίσθημα.
Info: Γρηγορίου Λαμπράκη 34, Γλυφάδα, τηλ.: 2109619521
instagram.com/lykovrisi_glyfada
Τιμές: 40 με 50 ευρώ το άτομο κατά μέσο όρο.
- ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
- Striggla: Η νέα γαστροταβέρνα-έκπληξη των βορείων προαστίων -Πιάτα λουκούμι για μια παρεΐστικη βραδιά
- H casual επανάσταση των σεφ: Γιατί η Αθήνα στρέφεται σε street food, παϊδάκια, σπιτική κατσαρόλα και γαστροταβέρνα
- Η Ταβέρνα των Φίλων στον Κολωνό -Γνωστός σεφ και σομελιέ αναγέννησαν μια συνοικιακή ταβέρνα και γίνεται... χαμός