Οι αυξανόμενες ανησυχίες για την ηλικία του προέδρου Τζο Μπάιντεν και την ικανότητά του να ανταποκριθεί σωματικά και διανοητικά στις απαιτήσεις του ρόλου του σε μια δεύτερη θητεία έχουν φουντώσει στις ΗΠΑ τις εικασίες ότι μπορεί να εγκαταλείψει την κούρσα.
Αυτό ακριβώς υποστήριξε πρόσφατα και η υποψήφια για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία, Νίκι Χέιλι, στον απόηχο της έκθεσης του εισαγγελέα Ρόμπερτ Χουρ, που έκανε λόγο για αξιοσημείωτα προβλήματα μνήμης του Μπάιντεν, προκαλώντας την οργή του.
Ο ίδιος ο Μπάιντεν προσπαθεί -ενίοτε και αυτοσαρκαζόμενος- να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για την ηλικία του, που αποτελεί ωστόσο ένα από τα μείζονα θέματα της προεκλογικής εκστρατείας στον δρόμο προς τις εκλογές του Νοεμβρίου.
Κάθε φραστική γκάφα, κάθε ολίσθημά του επαναφέρει το θέμα στο τραπέζι, πυροδοτώντας την ανησυχία πολλών ψηφοφόρων των Δημοκρατικών ότι ο Μπάιντεν θα είναι εύκολη λεία για τον Τραμπ, που προηγείται και στις περισσότερες δημοσκοπήσεις.
Οι Ρεπουμπλικανοί, όπως είναι αναμενόμενο, δεν παραλείπουν να τονίσουν τα χρόνια που βαραίνουν στους ώμους του Μπάιντεν, μολονότι και ο «δικός τους», ο Τραμπ, είναι κατά μόλις τέσσερα χρόνια νεότερός του.
Ο Μπάιντεν δηλώνει αποφασισμένος να συνεχίσει
Ο Μπάιντεν, βέβαια, δεν δείχνει διατεθειμένος να παρατήσει τη μάχη, όντας πεπεισμένος ότι είναι ο μοναδικός που μπορεί να νικήσει τον Τραμπ στην αναμέτρηση του φθινοπώρου.
Άτομα που έχουν συχνές επαφές μαζί του -ανάμεσά τους και Ευρωπαίοι διπλωμάτες- θεωρούν υπερβολική όλη αυτή την κουβέντα για την ηλικία του, υποστηρίζοντας ότι ο πρόεδρος έχει πλήρη διαύγεια.
Αλλά και ο Λευκός Οίκος και οι περισσότεροι στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών αποκρούουν μετά βδελυγμίας -τουλάχιστον δημοσίως- τις συζητήσεις για την ηλικία του Μπάιντεν. To κόμμα δείχνει να στηρίζει αναφανδόν τον πρόεδρο.
Στους πολιτικούς κύκλους της Ουάσιγκτον, όμως, και στα αμερικανικά ΜΜΕ διεξάγεται εδώ και καιρό μια έντονη συζήτηση για το plan B των Δημοκρατικών που περιστρέφεται γύρω από τα μόνιμα ερωτήματα: Θα αποσυρθεί οικειοθελώς ο Μπάιντεν από την κούρσα; Πώς θα μπορούσε να παραμερίσει για ένα νέο πρόσωπο; Ποιος θα μπορούσε να τον αντικαταστήσει;
Πιθανοί αντικαταστάτες του Μπάιντεν
Oι περισσότεροι εξ όσων τα ονόματα έχουν πέσει στο τραπέζι υπογραμμίζουν, φυσικά, σε κάθε ευκαιρία την αφοσίωσή τους στον Μπάιντεν, αλλά ορισμένα νεότερα στελέχη των Δημοκρατικών έχουν ήδη ξεκινήσει μια τρόπον τινά σκιώδη προεκλογική καμπάνια με πολυάριθμες συνεντεύξεις και εμφανίσεις σε πάνελ πανεθνικών τηλεοπτικών δικτύων.
Η 59χρονη Καμάλα Χάρις είναι η προφανέστερη, de facto επιλογή για την αντικατάσταση του Μπάιντεν ως υποψήφια πρόεδρος λόγω της κυβερνητικής εμπειρίας της από τη θητεία της ως αντιπροέδρου των ΗΠΑ στον Λευκό Οίκο.
«Είμαι έτοιμη να υπηρετήσω τη χώρα μου. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία», δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή της. Αλλά τα χαμηλότερα κι από εκείνα του Μπάιντεν ποσοστά δημοτικότητάς της (στο 38%, σύμφωνα με μέσο όρο δημοσκοπήσεων του Five Thirty Eight) πιθανότατα θα πυροδοτούσαν ανησυχίες για ήττα της Χάρις στις εκλογές με αντίπαλο τον Τραμπ.
Η πολιτική δραστηριότητα του κυβερνήτη της Καλιφόρνιας, Γκάβιν Νιούσομ, αλλά και η υποστήριξή του από Δημοκρατικούς εκτός της «Χρυσής Πολιτείας» («Golden State»), πυροδότησαν πέρυσι φήμες ότι διεξάγει μια σκιώδη προεκλογική καμπάνια για τον Λευκό Οίκο.
Θεωρείται χαρισματικός και δεινός ρήτορας, αλλά ο ίδιος απέρριψε την πιθανότητα να διεκδικήσει το χρίσμα των Δημοκρατικών, ορκιζόμενος αφοσίωση στον Μπάιντεν. Στα ντεζαβαντάζ του μετρά και η αποστροφή πολλών Αμερικανών ψηφοφόρων για την Καλιφόρνια, που θεωρούν ότι γέρνει πολύ προς την Αριστερά, είναι πολύ χαοτική και πανάκριβη, άρα δεν είναι πρότυπο για την υπόλοιπη χώρα.
Ανάλογη ευφράδεια διακρίνει και τον δισεκατομμυριούχο κυβερνήτη του Ιλινόις, Τζ. Μπ. Πρίτσκερ.
Ο 59χρονος πολιτικός δηλώνει μεν ότι στηρίζει την υποψηφιότητα του Μπάιντεν, αλλά εδώ και κάποιο διάστημα προσπαθεί να ενισχύσει το προφίλ του σε πανεθνικό επίπεδο, ενώ η μεγάλη περιουσία του θα του επέτρεπε να χρηματοδοτήσει μια ακριβή καμπάνια για τον Λευκό Οίκο.
Η κυβερνήτρια του Μίσιγκαν, Γκρέτσεν Γουίτμερ, συγκαταλέγεται στους προοδευτικούς πολιτικούς των Δημοκρατικών, δηλαδή στην αριστερή πτέρυγά τους.
Η 52χρονη πολιτικός χαίρει μεγάλης εκτίμησης στο Μίσιγκαν -μια από τις πολιτείες-κλειδιά που θα πρέπει να αλώσουν οι Δημοκρατικοί, αν θέλουν να στείλουν και πάλι έναν «δικό τους» στον Λευκό Οίκο.
Η Μισέλ Ομπάμα θεωρείται κάτι σαν «μπαλαντέρ» των Δημοκρατικών, λόγω της υψηλής δημοτικότητάς της.
Αλλά, σε αντίθεση με άλλους πιθανούς αντικαταστάτες του Μπάιντεν, η 60χρονη πρώην Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν ενδιαφέρεται για κάθοδο στην πολιτική κονίστρα.
Ένα από τα βασικά σενάρια αντικατάστασης του Μπάιντεν
Το σίγουρο είναι ότι, σε περίπτωση που συνεχιστεί η δημοσκοπική καθίζηση του Μπάιντεν, θα φουντώσει ακόμη περισσότερο η συζήτηση για το κατά πόσον θα πρέπει να παραμείνει στην κούρσα, ή να κάνει στην άκρη για ένα νέο πρόσωπο.
Σύμφωνα με ένα από τα βασικά σενάρια που κυκλοφορούν στα αμερικανικά ΜΜΕ, ο Μπάιντεν θα συνεχίσει να κυβερνά τους ερχόμενους μήνες και να συγκεντρώνει στις εσωκομματικές προκριματικές εκλογές ανά πολιτεία τους περισσότερους αντιπροσώπους για το συνέδριο των Δημοκρατικών τον Αύγουστο στο Σικάγο, αλλά παραμονές του θα ανακοινώσει ότι εγκαταλείπει αυτοβούλως την κούρσα λόγω γήρατος ή επικαλούμενος προβλήματα υγείας.
Ο ίδιος ο Μπάιντεν, άλλωστε, εμφανίζει σταθερά εαυτόν ως «γέφυρα» με τη νέα γενιά ηγετικών στελεχών των Δημοκρατικών. Στα υπέρ αυτού του σεναρίου μετρά και το ότι οι Δημοκρατικοί θα απέφευγαν μια μακρά, οδυνηρή μάχη μεταξύ πιθανών αντικαταστατών του και θα κατέληγαν στο τετραήμερο συνέδριο του Αυγούστου στον προεδρικό τους υποψήφιο, εκείνον δηλαδή που θα εξασφάλιζε την υποστήριξη της πλειοψηφίας των 4.000 αντιπροσώπων.
Θα ήταν ένα παζάρι που θα έφερνε στο φως τις συγκρούσεις ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγες των Δημοκρατικών, με τον Μπάιντεν να διαδραματίζει πιθανώς σημαντικό ρόλο -τόσο φανερά όσο και παρασκηνιακά-, δίνοντας «γραμμή» για το πρόσωπο της επιλογής του, όπως και ο προκάτοχός του, Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος εξακολουθεί να ασκεί μεγάλη επιρροή στο κόμμα.
Ρίσκα και ευκαιρίες για τους Δημοκρατικούς
Το ρίσκο μιας τέτοιας κίνησης θα ήταν μεγάλο για τους Δημοκρατικούς, όπως δείχνει και η Ιστορία: το 1968 -χρονιά εκλογών- ο τότε πρόεδρος Λίντον Τζόνσον δεν διεκδίκησε την επανεκλογή του και ο αντικαταστάτης του, Χιούμπερ Χάμφρεϊ, τον οποίο επέλεξαν οι αντιπρόσωποι του κόμματος, γνώρισε την ήττα στις εκλογές από τον Ρεπουμπλικανό Ρίτσαρντ Νίξον.
Αλλά υπάρχουν και ευκαιρίες, αφού η αντικατάσταση του Μπάιντεν με έναν νεότερο υποψήφιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια εκλογική νίκη, καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Αμερικανών έχει κουραστεί από το «Μπάιντεν versus Τραμπ». Έτσι, οι Δημοκρατικοί θα περνούσαν από την άμυνα -λόγω της ηλικίας του Μπάιντεν- στην αντεπίθεση, ανακτώντας την πρωτοβουλία των κινήσεων με έναν νέο υποψήφιο απέναντι στον Τραμπ και τη ρητορική μίσους που χρησιμοποιεί.
Κι αν αναγκαστεί να αποχωρήσει ο Τραμπ από την κούρσα;
Από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο, αντί για τον Μπάιντεν, να υποχρεωθεί τελικά ο Τραμπ να αποχωρήσει από την κούρσα, είτε λόγω προβλημάτων υγείας είτε λόγω μιας πιθανής καταδίκης του σε μια από τις πολλές δίκες του.
Σε μια τέτοια περίπτωση, οι Ρεπουμπλικανοί θα ήταν αυτοί που θα βρίσκονταν με την πλάτη στον τοίχο.
Στο συνέδριό τους, που θα διεξαχθεί τον Ιούλιο στο Μιλγουόκι, ισχύουν ανάλογοι κανόνες όπως και στους αντιπάλους τους. Αν δεν μπορεί ο Τραμπ να συνεχίσει την προεκλογική εκστρατεία, οι 2.400 αντιπρόσωποί τους θα πρέπει να βρουν έναν νέο προεδρικό υποψήφιο.