Kαθώς σε λίγες μέρες συμπληρώνονται 50 χρόνια από τον θάνατο της πριγκίπισσας Αλίκης, η εμφάνιση του χαρακτήρα της στο περιβόητο «The Crown» κάνει τα διεθνή μέσα να μνημονεύουν αυτή την περίπλοκη, αλλά και ηρωική προσωπικότητα. Κωφή, διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια, έσωζε Εβραίους στην Ελλάδα, οργάνωνε συσσίτια, έγινε μοναχή και κορυφαία φιλάνθρωπος.
Mια ζωή μυθιστορηματική, που ξεπερνά κάθε φαντασία και περιλαμβάνει δραματικές στιγμές, οριακές καταστάσεις και ένδοξες ιστορίες έζησε η πριγκίπισσα Αλίκη της Ελλάδας και της Δανίας. Η γεννημένη ως Αλίκη του Μπάτενμπεργκ. Μια πριγκίπισσα-αγία, που ενσάρκωσε όλα τα χαρακτηριστικά ενός μέλους της βασιλικής οικογένειας όπως ιδανικά σχηματίζεται στη συνείδηση των λαών: η διαρκής προσφορά, η αυτοθυσία, η συμπαράσταση στους πολίτες. Και όμως, για χρόνια ήταν η αλαφροΐσκιωτη της βασιλικής οικογένειας που έγινε ξανά θέμα συζήτησης όταν το στερνοπούλι της, ο Φίλιππος, παντρεύτηκε την τότε πριγκίπισσα και στη συνέχεια βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ.
Ξαφνικά, ο θεός άρχισε «να μιλά» στην πριγκίπισσα Αλίκη
25 Φεβρουαρίου του 1885, μέσα στο κάστρο του Ουίνδσορ, η βασίλισσα Βικτόρια παρακολουθεί τη γέννηση της δισέγγονής, της Αλίκης. Το πανέμορφο μωρό θα φέρει σε αμηχανία τους γονείς της αφού αντιλήφθηκαν ότι είναι κωφή. Και όμως η Αλίκη, δεν ήταν μόνο εκτυφλωτικής ομορφιάς, αλλά και πανέξυπνη αφού σύντομα κατόρθωσε να διαβάζει τα χείλη και να μιλά όχι μόνο αγγλικά, αλλά και γαλλικά, γερμανικά και φυσικά ελληνικά αφού μόλις 17 χρονών παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Ανδρέα της Ελλάδας και της Δανίας, που κεραυνοβολήθηκε από το σπάνιο αυτό πλάσμα με τη μοναδική ομορφιά.
Αν και ο γάμος έγινε στην Γερμανία έζησαν στην Ελλάδα, στην Αθήνα πίσω από τα ανάκτορα αφού ο βασιλιάς Γεώργιος Α ήταν ο πεθερός της, και απόκτησαν πέντε παιδιά: τέσσερα κορίτσια και το στερνοπαίδι και μοναχογιό Φίλιππο που γεννήθηκε στα ανάκτορα Μον Ρεπό της Κέρκυρας. Ζει ευτυχισμένη μέχρι που η Μικρασιατική Καταστροφή σημαδεύει όχι μόνο τη χώρα αλλά και την προσωπική της ζωή με έναν τρόπο απροσδόκητο. Καθώς ο σύζυγός της πρίγκιπας Ανδρέας κατηγορείται ως ηγετικό στέλεχος του στρατού για την ήττα και δικάζεται, η Αλίκη και η οικογένειά της εγκαταλείπουν την Ελλάδα και εγκαθίστανται στο Παρίσι. Ο βίαιος ξεριζωμός από την αγαπημένη της Ελλάδα, η αγωνία για το σύζυγό της και η ευαίσθητη ψυχοσύνθεσή της έχουν ως αποτέλεσμα να στραφεί στα θεία. Ασπάζεται την ορθοδοξία, ακολουθεί πιστά το τελετουργικό της και κάποια στιγμή δηλώνει ότι ακούει τον θεό να της μιλάει. Πιστεύει ότι μπορεί να κάνει θαύματα.
Οταν ο Φρόιντ σκότωσε τη λίμπιντο της πριγκίπισσας Αλίκης
Η κατάσταση επιδεινώνεται το 1930 που καταρρέει ψυχολογικά και οι γιατροί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι έχει σχιζοφρένεια και πρέπει να νοσηλευτεί σε ψυχιατρικό άσυλο. Την κουράρουν δυο γιατροί προστατευόμενοι του Φρόιντ. Οταν δεν βλέπουν τα αποτελέσματα που ήλπιζαν να έχουν και υπό την πίεση των μεγάλων βασιλικών οίκων της Ευρώπης, αναλαμβάνει την ασθενή ο ίδιος ο Φρόιντ. Κάπως αναμενόμενα αποδίδει την κατάσταση της Αλίκης, τις θρησκευτικές παραισθήσεις της, σε σεξουαλική διαταραχή. Αποφασίζει ότι πρέπει να μπει σε πρόωρη εμμηνόπαυση και δίνει εντολή να υποβληθεί σε ηλεκτροσόκ και να δεχθούν οι ωοθήκες της καταιγίδα από ακτίνες Χ προκειμένου να σκοτώσει τη λίμπιντό της.
Η φιλάνθρωπος, τρυφερή Αλίκη ζει στιγμές βασανιστικές, αφανιστικές της ίδιας της ταυτότητάς της. Και όμως, συνεχίζει να πιστεύει με πάθος και η ανάγκη της για προσφορά δεν μειώνεται. Ζει σε διαφορετικά άσυλα με απόλυτη φροντίδα αλλά χωρίς την οικογένειά της και με αγωνία για τον μικρό Φίλιππο που έχει χρόνια να δει. Το 1931 βλέπει τον σύζυγό της για τελευταία φορά στην κηδεία της θυγατέρας τους (δεν τον είχε δει για τουλάχιστον δύο χρόνια). Ο Ανδρέας πέθανε το 1944 χωρίς να πάρουν ποτέ διαζύγιο. Ο Φίλιππος που βρίσκεται σε κολλέγιο στην Αγγλία μαθαίνει τις φρικτές θεραπείες στις οποίες υποβάλλεται η μητέρα του και έκτοτε δεν μπορεί να ξεπεράσει την απελπισία, αλλά και τις ενοχές για τη μητέρα του.
Η Αλίκη ξεγελά τη Γκεστάπο και σώζει οικογένειες Εβραίων στην Αθήνα
Την περίοδο του πολέμου, η Αλίκη βρίσκεται ξανά στην Αθήνα, χωρίς την οικογένειά της, όμως με μια νέα υψηλή αποστολή: σώζει όσους περισσότερους Εβραίους μπορεί από τους Γερμανούς. Ολόκληρη η οικογένεια Κοέν διεσώθη από την Αλίκη που τους έκρυβε στην κατοικία της στην Αθήνα και απόφευγε τις εφόδους της Γκεστάπο επιστρατεύοντας το γεγονός ότι είναι κωφή και κάνοντας ότι δεν καταλαβαίνει. Χρόνια μετά το Ισραήλ της απένειμε την μεγαλύτερη τιμή που δίνει σε όσους προστάτευσαν τους Εβραίους από τους Ναζί, ενώ πριν δυο χρόνια, μέλη της οικογένειας Κοέν ζήτησαν από την κυβέρνηση του Ισραήλ να δώσει το όνομά της Αλίκης σε έναν δρόμο της Ιερουσαλήμ. Εκεί που ετάφη, κατόπιν επιθυμίας της, κοντά στο Ορος των Ελαιών. Ακόμα και όταν η βασιλική οικογένεια εγκατέλειψε την Ελλάδα η ίδια παρέμεινε εδώ, μένοντας αρχικά στο Κολωνάκι, στη συνέχεια στην οδό Ακαδημίας και μετά στην Πατριάρχου Ιωακείμ.
Ηταν σαν η Αλίκη να ξεπλένει όλες τις ντροπές μελών της βασιλικής οικογενείας που ήταν φιλικά προσκείμενοι στους Ναζί – ακόμη και οι κόρες της παντρεύτηκαν συνεργάτες του Χίτλερ και γι αυτό τον λόγο δεν προσκλήθηκαν στον γάμο της Ελισάβετ με τον Φίλιππο. Με προσωπικό κίνδυνο και αυτοθυσία η Αλίκη έγινε η άγια προστάτιδα των κατατρεγμένων. Με χρήματα και προμήθειες που της έστελνε ο αδελφός της Λόρδος Μαουντμπάτε, ο άνθρωπος που έγινε μέντορας του Φίλιππου αλλά και του Καρόλου, διοργάνωνε συσσίτια στην Αθήνα.
Η μοναχή πριγκίπισσα Αλίκη με το τσιγάρο να κρέμεται στα δάχτυλα
Το 1949 δημιούργησε στην Αθήνα το Τάγμα της Μάρθας και της Μαρίας που φιλοξενούσε κλινική αλλά και σχολή για μοναχές. Χρηματοδοτούσε τη μονή με προσωπικά της χρήματα πουλώντας κοσμήματα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα που είχε ως μέλος της βασιλικής οικογένειας. Η μορφή της, με τα γκρι ρούχα της μοναχής και ένα τσιγάρο να κρέμεται διαρκώς από την άκρη των δαχτύλων της έγινε εμβληματική στην Αθήνα. Ο σεβασμός της βασίλισσας Ελισάβετ για την πεθερά της ήταν συγκινητικός, ενώ συνδέθηκε βαθιά με την εγγονή της Αν, που βρήκε στο πρόσωπο της γιαγιάς της το πρότυπο που ζητούσε: μια γυναίκα δυνατή, ασυμβίβαστη, που έζησε όπως ήθελε παρά τους προσωπικούς τους δαίμονες.
Μετά τη δικτατορία, το Foreign Office έκρινε ότι κινδυνεύει στην Αθήνα και πρέπει να φυγαδευτεί. Εκτοτε έζησε ως το τέλος της ζωής της τον Δεκέμβριο του 1969 σε ένα δωμάτιο του Μπάκιγχαμ. Και ήταν αυτά τα τελευταία χρόνια η χρυσή ευκαιρία που ζητούσε ο Φίλιππος για να ζήσει με τη μητέρα του, να συνδεθεί ξανά μαζί της και ταυτόχρονα να συνδεθεί με έναν ολόκληρο κόσμο πίστης, συγκίνησης και προσφοράς. Λίγο πριν πεθάνει του άφησε το εξής σημείωμα: «Αγαπημένε μου Φίλιππε, να είσαι γενναίος, να θυμάσαι ότι δεν θα σε αφήσω ποτέ και πάντα θα με βρίσκεις όταν με έχεις ανάγκη. Ολη μου την αφοσιωμένη αγάπη, η γριά μαμά σου».