Ήταν ένα μοντέλο που έγινε φωτογράφος και η αμείλικτη ματιά της αποτύπωσε τη φρίκη των Ναζί. Αλλά για πολύ καιρό αυτή η γυναίκα χαρακτηριζόταν ως «η μούσα του Πικάσο».
Υπάρχει μια φωτογραφία της Αμερικανίδας φωτογράφου και πολεμικής ανταποκρίτριας Λι Μίλερ (Lee Miller) με τον Πάμπλο Πικάσο την οποία τράβηξε μετά την απελευθέρωση του Παρισιού το 1944. Ατενίζουν ο ένας τα μάτια του άλλου με τέτοια οικειότητα, που νιώθεις ότι εισβάλλεις σε κάτι βαθιά προσωπικό. Όχι ακριβώς ρομαντικό -αν και ο τρόπος με τον οποίο το χέρι του αγγίζει το πίσω μέρος του λαιμού της είναι σίγουρα οικείος-, αλλά βαθιά ερωτικό, ίσως.
Με αυτό κατά νου, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η εικόνα επιλέχθηκε για την προώθηση μιας νέας έκθεσης που επικεντρώνεται στη ζωή της Μίλερ και στη σχέση μεταξύ των δύο καλλιτεχνών, στη Newlands House Gallery στο Petworth του Δυτικού Σάσεξ.
«Ο Πικάσο σχεδόν έπεσε όταν την είδε»
Όπως εξομολογείται στην «Guardian» ο γιος της, Άντονι Πένροουζ (Antony Penrose), η φωτογραφία αυτή αποτύπωσε μια εξαιρετική στιγμή μετά από χρόνια κακουχιών και χωρισμού. «Η Λι βρήκε τον δρόμο για το στούντιο του Πικάσο στη Rue des Grands-Augustins και χτύπησε την πόρτα. Εκείνος της άνοιξε και σχεδόν έπεσε προς τα πίσω. Την αγκάλιασε και τη φίλησε, την αγκάλιασε ξανά, και τελικά, όταν απομακρύνθηκε, την κοίταξε και της είπε: «Είναι απίστευτο. Ο πρώτος συμμαχικός στρατιώτης που θα δω είναι γυναίκα. Αυτή είσαι εσύ».
Πώς γνωρίστηκαν Πικάσο και Λι Μίλερ
Η Μίλερ και ο Πικάσο γνωρίστηκαν κανονικά το 1937, σε διακοπές σε παραλία της νότιας Γαλλίας, αν και μπορεί να είχαν διασταυρωθεί νωρίτερα εκείνη τη δεκαετία όταν εκείνη εργαζόταν με τον Μαν Ρέι και ανακάλυπτε τη διαδικασία solarisation στις φωτογραφίες, για την οποία τελικά θα πιστωνόταν εκείνος, όχι εκείνη. Ακολούθησε μια βαθιά φιλία μεταξύ των δύο οικογενειών τους: Η Μίλερ ήταν παντρεμένη με τον Βρετανό καλλιτέχνη, ποιητή και ιστορικό Ρόλαντ Πένροουζ, ο Πικάσο ήταν με την Ντόρα Μάαρ, στη συνέχεια με τη Φρανσουάζ Ζιλό, και έκαναν μαζί διακοπές, συχνά στα διάφορα σπίτια του Ισπανού.
Ο Άντονι, που γεννήθηκε το 1947, θυμάται πολλά παιδιά και ζώα: Ο Πικάσο επέτρεπε σε μια κατσίκα ονόματι Esmerelda να κοιμάται έξω από το δωμάτιό του και τη φώναζε επειδή φοβόταν το σκοτάδι. Υπήρχαν μεγάλα γεύματα, με το είδος των εξωτικών φαγητών που ήταν σπάνιο στη μεταπολεμική Βρετανία, και επίσης φάρσες. Η Μίλερ απολάμβανε να τοποθετεί στα ποτά παγάκια που περιείχαν κατεψυγμένες μύγες.
Ο Πένροουζ θυμάται ότι τον ρώτησαν στο σχολείο τι είχε κάνει κατά τη διάρκεια των διακοπών και εξέπληξε τους συμμαθητές του με την απάντησή του: «Είπα εντελώς αδιάφορα: "Ω, επισκεφθήκαμε τον Πικάσο". Δεν είχα ιδέα ότι αυτό ήταν κάτι εξαιρετικό, επειδή το προσέγγισαν οι γονείς μου με τόσο απίστευτη σεμνότητα. Ποτέ δεν είπαν "Κοιτάξτε, αυτός ο τύπος είναι ο μεγαλύτερος εν ζωή σύγχρονος καλλιτέχνης στον κόσμο". Ήταν απλώς ένα πρόσωπο που αντιμετώπιζαν με μεγάλο σεβασμό και ευλάβεια».
Ο Πικάσο σεβάστηκε τη Μίλερ ως καλλιτέχνιδα, λέει ο Πένροουζ, πολύ πριν από οποιονδήποτε άλλον. «Φυσικά, ήταν πολύ όμορφη. Αλλά το ότι ήταν εξαιρετικά ευφυής και ήξερε πώς να κάνει πράγματα ήταν σημαντικό γι' αυτόν. Ήξερε ότι ήταν καλή φωτογράφος. Γνώριζε καλά τους φωτογράφους, επειδή ήταν μαζί με την Ντόρα Μάαρ για έξι χρόνια».
Η ομορφιά της Μίλερ «κατάπινε» το ταλέντο και το έργο της
Η ομορφιά της Μίλερ και το παρελθόν της ως μοντέλου οδήγησαν στο να αγνοηθεί το δικό της σημαντικό ταλέντο, μια κατάσταση που δεν βοηθήθηκε από το ότι ο Πικάσο τη ζωγράφισε έξι φορές και υπήρξε μία από τις «μούσες» του. Αυτό έγινε πρόβλημα όταν ο Πένροουζ άρχισε να προσπαθεί να διοργανώσει εκθέσεις με το έργο της μητέρας του. «Αρχικά, όταν προσέγγιζα ανθρώπους που θα έπρεπε να γνωρίζουν καλύτερα, έπρεπε να εξηγήσω ότι η Λι Μίλερ ήταν γυναίκα. Τότε το καταλάβαιναν και έλεγαν: "Α, ναι, ήταν η μούσα του Μαν Ρέι". Και τότε έπρεπε να τους διαψεύσω από αυτή την αντίληψη».
Τα πράγματα, όμως, άρχισαν να αλλάζουν τη δεκαετία του 1980, όταν οι φεμινίστριες ξεκίνησαν να επανεξετάζουν τις ζωές των γυναικών καλλιτεχνών, ιδίως των υπερρεαλιστών. Όπως συνέβη και με άλλα μοντέλα που έγιναν καλλιτέχνιδες, η δουλειά της Μίλερ την έκανε περίεργη για τη δημιουργία εικόνων. «Όταν ήταν νεότερη», λέει ο Πένροουζ, «φωτογραφήθηκε από τους βασικούς φωτογράφους της εποχής: Edward Steichen, George Hoyningen-Huene, άνθρωποι σαν κι αυτούς. Μιλώντας με μερικούς από αυτούς αργότερα στη ζωή της, είπαν ότι ήταν σαν να το θεωρούσε φροντιστήριο. Έκανε συνεχώς ερωτήσεις».
Αυτό σήμαινε ότι όταν η καριέρα της Μίλερ ως μοντέλου έληξε απότομα - μπήκε στη μαύρη λίστα αφού πόζαρε για την Kotex, καθώς υπήρχε στίγμα γύρω από τα προϊόντα περιόδου. Στη συνέχεια μπόρεσε να μετακομίσει από τη Νέα Υόρκη στο Παρίσι και να επανεφεύρει τον εαυτό της ως φωτογράφος και αργότερα ως πολεμική ανταποκρίτρια για τη Vogue, καταγράφοντας πρώτα τον αιφνιδιασμό και στη συνέχεια την απελευθέρωση της Ευρώπης. Η εικόνα της στην μπανιέρα του Χίτλερ, που τραβήχτηκε από τον συνάδελφό της, φωτογράφο David E Scherman όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του Φύρερ, δείχνει την προκλητικότητά της: συνήθιζε να κοροϊδεύει το πόσο κακόγουστο ήταν το διαμέρισμά του, λέει ο Πένροουζ. Οι μπότες μπροστά από την μπανιέρα είναι ακόμη καλυμμένες με λάσπη από τα στρατόπεδα θανάτου.
Οι εικόνες της Μίλερ από την απελευθέρωση του Νταχάου το 1945 -μερικές από τις οποίες εμφανίζονται στην έκθεση- είναι, εξηγεί ο Πένροουζ, ασκήσεις ελεγχόμενης οργής.
Ως παιδί επτά ετών η Μίλερ βιάστηκε. Αυτό, καθώς και το γεγονός ότι είδε το αγόρι με το οποίο ήταν ερωτευμένη να πεθαίνει σε ατύχημα όταν ήταν έφηβοι, διαμόρφωσε όχι μόνο την κοσμοθεωρία της, αλλά και το έργο της. Το τραύμα, λέει ο Πένροουζ, δημιουργεί συχνά μια αίσθηση αποσύνδεσης. «Αν δούμε τη Λι μέσα από αυτό το πρίσμα, βλέπουμε ότι ήταν σε θέση να αποστασιοποιηθεί συναισθηματικά μέχρι ενός σημείου. Έτσι, τη βλέπουμε να κοιτάζει τα πρόσωπα νεκρών ανθρώπων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και να τους φωτογραφίζει από κοντά. Όταν πήρα συνέντευξη από τον Scherman, είπα "Πώς το κάνει αυτό; Πώς στέκεται εκεί και τραβάει αυτές τις φωτογραφίες; Και είπε ότι ήταν σε μια παγωμένη οργή"».
Το μετατραυματικό στρες της Μίλερ - Πώς την επηρέασε
Οι εμπειρίες της κατά τη διάρκεια του πολέμου επέτειναν αυτό που ο Πένροουζ πιστεύει ότι ήταν μετατραυματικό στρες. Λέει ότι η Μίλερ δεν ήταν και πολύ καλή μητέρα. Επιρρεπής στην κατάχρηση αλκοόλ, όπως είναι πολλοί τραυματισμένοι άνθρωποι, μπορούσε να ξεσπάσει σε οργή και υπήρχε μια απόσταση μεταξύ τους. Η Μίλερ είχε δει μωρά να πεθαίνουν στο νοσοκομείο της Βιέννης λόγω της έλλειψης φαρμάκων που πωλούνταν στη μαύρη αγορά και κρατούσε τον γιο της σε απόσταση, παρότι ανησυχούσε πολύ για την ασφάλειά του.
Ωστόσο, ο Πένροουζ αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ζωής του στην καθιέρωση της κληρονομιάς της ως καλλιτέχνη και ενεργεί ως διευθυντής του Lee Miller Archives and Penrose Collection, στο πρώην σπίτι των γονιών του, το Farley House στο Σάσεξ, όπου έμεινε ο Πικάσο κατά τη δεύτερη επίσκεψή του στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1950. Φιλοξένησαν, επίσης, κατά τη διάρκεια των ετών, τους Man Ray, Miró, Max Ernst, Eileen Agar, Eduardo Paolozzi και Richard Hamilton. Υπάρχει μια υπέροχη φωτογραφία στην έκθεση με τον νεαρό Πένροουζ να κάθεται στα γόνατα του Πικάσο, με ένα βλέμμα χαρούμενης συνενοχής ανάμεσά τους. Κατά την επίσκεψή του αυτή ο Πικάσο συμπάθησε τον ταύρο Ayrshire του ζευγαριού, τον William, ο οποίος ενέπνευσε το έργο Grasshopper Bulls του 1950, το οποίο δεν έχει εκτεθεί ποτέ στο Ηνωμένο Βασίλειο.
«Ξέρω ότι υπήρξαν υπονοούμενα πως υπήρχε μια σεξουαλική πτυχή στη σχέση που είχε μαζί της» λέει η Maya Binkin, καλλιτεχνική διευθύντρια του Newlands House. «Αλλά δεν νομίζω ότι αυτό έχει σημασία. Τη σεβόταν πάρα πολύ, απολάμβανε την παρέα της και εκτιμούσε τη φιλία της». Όταν η δημοσιογράφος της «Guardian» τη ρωτά πώς αισθάνεται για το ότι οι γυναίκες καλλιτέχνιδες αντιμετωπίζονται συνεχώς με βάση τη σχέση τους με τους άνδρες, είναι ειλικρινής σχετικά με τη χρήση της φιλίας της Μίλερ με τον Πικάσο ως μέσο για να φέρει νέο κοινό στο έργο της - αλλά λέει επίσης ότι δύσκολα μπορεί κανείς να διαχωρίσει τα δύο. Η Μίλερ τράβηξε σχεδόν 1.000 φωτογραφίες του καλλιτέχνη σε διάστημα 40 ετών.
«Η σχέση τους ήταν εξαιρετική» προσθέτει η Binkin. «Αποτυπώνει μερικές υπέροχες εικόνες του Πικάσο στη δουλειά και στο παιχνίδι, αλλά και στο σπίτι και στον ελεύθερο χρόνο του, κάτι που στα τελευταία του χρόνια ήταν πιο δύσκολο, επειδή είχε πολύ-πολύ μεγάλη επίγνωση της φωτογραφικής μηχανής. Γνώριζε τη σημασία τού να τον φωτογραφίζουν. Έχει πρόσβαση στον Πικάσο σε στιγμές που δεν παίζει στην κάμερα».
Το κίνημα #MeToo, σημειώνει η Binkin, δεν ήταν καλό για τον Πικάσο. «Προσωπικά δεν νομίζω ότι μπορούμε να τον κρίνουμε τόσο αυστηρά όσο τον έχουν κρίνει κάποιοι» λέει.
Ο Πένροουζ συμφωνεί. Αν και θεωρεί ότι η φεμινιστική κριτική είναι δικαιολογημένη με τον τρόπο της, επισημαίνει ότι ο άνθρωπος Πικάσο ήταν ένας πολύπλοκος χαρακτήρας. «Φυσικά, υπήρχαν στιγμές που ίσως δεν φερόταν καλά στις γυναίκες. Αλλά δεν νομίζω ότι είναι σωστό να κρίνουμε σε αυτό το σημείο. Είναι πολύ εύκολο να σκοντάψουμε σε όλα τα κακά πράγματα που έκανε και να ξεχάσουμε ότι είχε αυτή την απίστευτη ανθρωπιά και καλοσύνη. Είναι πολύ βολικό για κάποιους ανθρώπους να το ξεχνούν αυτό επειδή αισθάνονται ότι αποδυναμώνει την υπόθεσή τους να τον μετατρέψουν σε τέρας».
Όσο για τη μητέρα του, προσθέτει: «Ήταν μια βαθιά αγάπη. Πάντα έλεγε ότι τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα όταν ήταν εκεί η Λι. Φαινόταν να έχει μια ιδιαίτερη στοργή γι' αυτήν. Και ήταν πιο ήρεμος όταν ήταν εκείνη κοντά του».
Η Μίλερ θα αποκαλέσει αργότερα τον εαυτό της, ίσως σαρδόνια, «χήρα του Πικάσο». Έπρεπε να παλέψει σε όλη της τη ζωή προκειμένου να βρει χώρο για τον εαυτό της. «Αρχικά στο Παρίσι», λέει ο Πένροουζ, «ήταν πολύ χαρούμενη που επέτρεψε να δημοσιευτούν οι φωτογραφίες της με το όνομα του Μαν Ρέι. Έλεγε: "Ήμασταν τόσο κοντά, ήταν σαν να ήμασταν το ίδιο πρόσωπο, οπότε δεν είχε σημασία". Μετά άρχισε να έχει σημασία».
Αλλά όταν επρόκειτο για τον Πικάσο, η Μίλερ κάθε άλλο παρά πικραμένη ήταν, και το έργο της μιλάει πλέον από μόνο του. Το να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, λέει ο Πένροουζ, «ήταν ανηφορικό σε όλη τη διαδρομή. Αλλά στο τέλος κερδίσαμε».