Η αμερικανική, κλασική πλέον, ταινία τρόμου «Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι» («The Texas Chain Saw Massacre») κλείνει φέτος 50 χρόνια.
Πρόκειται για ένα από τις πιο αμφιλεγόμενα, αλλά και με τη μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία του κινηματογράφου, θρίλερ.
Γυρίστηκε στο αποκορύφωμα ενός υπερβολικά ζεστού καλοκαιριού στο Τέξας, σε τόσο «αφόρητα βρωμερές» συνθήκες, που ο ισλανδικής καταγωγής ηθοποιός Gunnar Hansen, ο οποίος υποδύθηκε τον δολοφόνο της ιστορίας «Leatherface», ισχυρίστηκε αργότερα ότι δεν ήταν σίγουρος αν οι ηθοποιοί θα έβγαιναν ζωντανοί.
Ο Leatherface ήταν ένας ψυχοπαθής μασκοφόρος κανίβαλος που του άρεσε να βασανίζει τα θύματά του πριν τα σκοτώσει και τα κανιβαλίσει. Το σκηνικό ήταν μια αγροικία στο Round Rock του Τέξας στην οποία η θερμοκρασία ανέβαινε συνεχώς πάνω από τους 43 βαθμούς Κελσίου.
Και για να κάνει τις συνθήκες ακόμα πιο άβολες, ο σκηνοθέτης Tobe Hooper επέμενε να γεμίζει το κτίριο με νεκρά σκυλιά, υπολείμματα βοοειδών και μουχλιασμένο τυρί. Σκέφτηκε ότι μια τρομερή δυσοσμία θα συνέβαλλε στη δημιουργία μιας φρικιαστικής ατμόσφαιρας, κάνοντας την πλοκή να φαίνεται ακόμα πιο αληθινή. Ως αποτέλεσμα, οι ηθοποιοί χρειαζόταν συνεχώς να βγαίνουν έξω για «διαλείμματα εμετού».
Πώς γεννήθηκε η ιδέα της ταινίας
Όλα αυτά επινοήθηκαν σε ένα πολυκατάστημα του Όστιν λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1972. Ο Hooper, που δεν είχε κλείσει τα 30 έτη, είχε πεταχτεί για ψώνια και βρέθηκε στο γεμάτο από κόσμο τμήμα σιδηρικών, απελπισμένος να ξεφύγει. «Αυτά τα μεγάλα πλήθη πάντα με ενοχλούσαν», δήλωσε δεκαετίες αργότερα στην εφημερίδα Austin Chronicle. Τότε παρατήρησε μια σειρά από γυαλιστερά αλυσοπρίονα.
Φανταζόταν να αρπάξει ένα, να το ενεργοποιήσει και να χαράξει μια θανατηφόρα πορεία ανάμεσα στους χριστουγεννιάτικους αγοραστές. Μέσα σε λιγότερο από ένα λεπτό -ήθελε να ισχυρίζεται- η άσκοπη φαντασίωσή του μεταλλάχθηκε σε ιδέα. Τότε ήταν που γεννήθηκε ο Σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι...
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας:
Οι serial killers που ενέπνευσαν τη δημιουργία της ταινίας
Υπήρχαν και άλλες εμπνεύσεις. Οι ΗΠΑ στα τέλη του 1972 ήταν μια δυστυχισμένη χώρα. Η κρίση του Γουότεργκεϊτ ζυμωνόταν, ο πόλεμος του Βιετνάμ συνέχιζε να μαίνεται και οι πολιτικές δολοφονίες της δεκαετίας του 1960 δέσποζαν στη συλλογική μνήμη, όπως και το δολοφονικό αμόκ του 1969 από «μαθητές» του Τσαρλς Μάνσον.
Επιπλέον, μόλις εννέα μήνες προτού οι ακόλουθοι του Μάνσον δολοφονήσουν άγρια την ηθοποιό Σάρον Τέιτ και άλλους έξι, ένας άνδρας ονόματι Ed Gein -γνωστός ως ο χασάπης του Πλέινφιλντ- δικάστηκε για πολλά εγκλήματα, μεταξύ των οποίων δολοφονίες και αρπαγές πτωμάτων.
Ο Gein είχε... γοητευτεί από την ιστορία της Ilse Koch κατά τη διάρκεια του πολέμου, της οποίας ο σύζυγος ήταν διοικητής του στρατοπέδου συγκέντρωσης Buchenwald στη Γερμανία και η οποία φέρεται να έφτιαχνε αμπαζούρ από το τατουάζ στο δέρμα δολοφονημένων κρατουμένων.
O Gein εκταφίασε πτώματα από το νεκροταφείο του Πλέινφιλντ, στο Ουισκόνσιν, φτιάχνοντας αναμνηστικά αντικείμενα από το δέρμα και τα οστά τους. Ο Leatherface, του οποίου η μάσκα ήταν κατασκευασμένη από ανθρώπινο δέρμα, είχε «πρότυπο» τον Gein, ο οποίος νοσηλευόταν σε ψυχιατρείο όταν ο Hooper εμπνεύστηκε το «The Texas Chain Saw Massacre».
Αλλά μερικοί από τους χειρότερους κατά συρροήν δολοφόνους στην ιστορία της χώρας κυκλοφορούσαν ακόμα ελεύθεροι. Ανάμεσά τους ήταν και ο 1,80 μ. Edmund Kemper, ο οποίος είχε φυλακιστεί για τη δολοφονία των παππούδων του το 1964. «Ήθελα απλώς να δω πώς είναι να σκοτώνεις τη γιαγιά», είπε στην αστυνομία.
Δουλεύοντας πάνω στο σενάριο με τη συν-σεναριογράφο του Kim Henkel, ο Hooper είχε επίσης παρακολουθήσει με προσοχή μια υπόθεση πιο κοντά στην πατρίδα του, τους λεγόμενους Candy Man Murders, στο Χιούστον του Τέξας και γύρω από αυτό.
Ένας κατά τα φαινόμενα αξιοσέβαστος άνδρας, ο Dean Corll, απήγαγε, βίασε, βασάνισε και σκότωσε τουλάχιστον 28 αγόρια και νεαρούς άνδρες, προτού τον πυροβολήσει ο ίδιος ο διεστραμμένος συνεργός του τον Αύγουστο του 1973.
Υπήρχε και μια άλλη ιδιαίτερα μακάβρια «επιρροή» για τον Hooper. Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1972 έμαθε, μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο, ότι είχαν βρεθεί 16 επιζώντες ενός αεροπορικού δυστυχήματος 72 ημέρες νωρίτερα στις Άνδεις. Για να παραμείνουν ζωντανοί, είχαν αναγκαστεί να τρώνε τη σάρκα όσων είχαν πεθάνει.
Αυτή η φρικτή λεπτομέρεια συνετέλεσε στο να σκεφτεί ο Hooper μια σύγχρονη εκδοχή του «Χάνσελ και Γκρέτελ» - του γερμανικού παραμυθιού του 19ου αιώνα των Jacob και Wilhelm Grimm.
Ο Χάνσελ και η Γκρέτελ είναι αδελφάκια, εγκαταλελειμμένα στο δάσος από τη μητέρα τους, τα οποία αιχμαλωτίζονται από μια μάγισσα-κανίβαλο. Ο Χούπερ φαντάστηκε τους νεαρούς πρωταγωνιστές της ταινίας του να περιπλανώνται ομοίως και να βρίσκονται στον ίδιο τρομερό κίνδυνο, χωρίς ίσως τόσο αίσιο τέλος.
Πολύ πριν από αυτό, ο ίδιος ο Hooper παραλίγο να ήταν θύμα μαζικής δολοφονίας. Την 1η Αυγούστου 1966 περιπλανιόταν στην πανεπιστημιούπολη του Τέξας στο Όστιν, όταν ένας αστυνομικός τού φώναξε να καλυφθεί σε ένα κοντινό κτίριο. Κάποιος πυροβολούσε ανθρώπους από τον 28ο όροφο του κτιρίου διοίκησης του πανεπιστημίου. Δευτερόλεπτα αργότερα μια σφαίρα χτύπησε τον ίδιο αστυνομικό.
Ο δράστης ήταν ο πρώην πεζοναύτης Τσαρλς Γουίτμαν, ο «ελεύθερος σκοπευτής του πύργου του Τέξας», ο οποίος είχε ήδη μαχαιρώσει θανάσιμα τη μητέρα και τη σύζυγό του εκείνη την ημέρα και στη συνέχεια σκότωσε άλλους 14 σε ένα 96λεπτο φονικό αμόκ. Ο μακρυμάλλης Χούπερ, τότε μόλις 23 ετών, παρακολουθούσε πολλά από αυτά να εκτυλίσσονται. Ισχυριζόταν ότι ήταν ένας χαλαρός χίπης, αλλά επηρεάστηκε βαθιά από τη σφαγή του Γουίτμαν. Γι' αυτόν, ήταν από εκείνα τα γεγονότα της δεκαετίας του 1960 που ήταν εντελώς αντίθετα με τα κλισέ της αντικουλτούρας της ειρήνης και της αγάπης.
Η υπόθεση του «Σχιζοφρενούς δολοφόνου με το πριόνι»
Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν στις 15 Ιουλίου 1973. Το «The Texas Chain Saw Massacre» αφηγείται την ιστορία πέντε έφηβων φίλων σε ένα οδικό ταξίδι, οι οποίοι κάνουν το μοιραίο λάθος να κάνουν στάση σε ένα απομακρυσμένο σπίτι με την ελπίδα να βρουν βενζίνη για το φορτηγάκι τους. Αποδεικνύεται ότι είναι το σπίτι του Leatherface και των μανιακών συγγενών του.
Ο Hooper πέθανε το 2017, σε ηλικία 74 ετών. Λάμβανε μεγάλη ικανοποίηση από τη διαρκή επιρροή της πιο διάσημης ταινίας του, η οποία ενέπνευσε άμεσα μια σειρά από μεταγενέστερες ταινίες, από το «Halloween» του John Carpenter το 1978 μέχρι το «Alien» του Ridley Scott έναν χρόνο αργότερα.