Η ιχνηλάτηση επαφών ενός θετικού κρούσματος κορωνοϊού είναι μια πολύπλοκη διαδικασία.
Όχι όμως στη Χίο, όπου κάθε πιθανό κρούσμα γίνεται αμέσως γνωστό.
Σε άρθρο της, στους New York Times, με τίτλο «Σε αυτό το νησί, ο καθένας ξέρει το όνομά σου (και αν έχεις κορωνοϊό)», η Ματίνα Στέβης Γκρίντνεφ, περιγράφει τη δική της εμπειρία από τις διακοπές της στην Χίο, αλλά και το πόση εντύπωση της έκανε το γεγονός ότι μέσα σε λίγες ώρες, όλο το νησί γνώριζε ποιος ήταν ο ασθενής με κορωνοϊό και μάλιστα με το μικρό του όνομα.
Η εμπειρία της δημοσιογράφου από τη Χίο
Ο άντρας που έκανε την τελευταία τζούρα του τσιγάρου του στην καυτή ζέστη έξω από το παντοπωλείο στην Βολισσό της Χίου, ήταν ξεκάθαρος: Χωρίς μάσκα, δεν μπορείς να πας για ψώνια. Έσβησε το τσιγάρο του, ανέβασε την μάσκα του, που την είχε στο πηγούνι του, και κάλυψε τη μύτη και το πηγούνι του, και επέστρεψε πάλι στο μαγαζί.
Κάτω στην παραλία, οι σερβιτόροι που μέχρι την προηγούμενη μέρα ήταν απρόθυμοι στο να φορέσουν ασπίδες προσώπου, ενώ μετέφεραν μεζέδες και κρύες μπίρες σε εκείνους που έκαναν ηλιοθεραπεία, δεν χρειάζονταν καμία προτροπή για να καλύψουν τα πρόσωπα τους. Αλλά και νωρίς το πρωί στο κολύμπι, όπου πηγαίνουν οι ηλικιωμένοι, όλοι ανεξαιρέτως φορούσαν μάσκες.
Κάτι είχε συμβεί ώστε να γίνουν οι μάσκες ξαφνικά υποχρεωτικές: Κάποιος ήταν άρρωστος στο νησί και το γνώριζαν όλοι όσοι ζούσαν σε αυτό το χωριό.
Η διαφορετική απόδραση στην Ελλάδα και τα ελληνικά νησιά
Ήξερα, λέει η δημοσιογράφος, πως η απόδραση μου από τις Βρυξέλλες όπου ζω, για να επισκεφθώ τους γονείς μου στην Ελλάδα θα ήταν διαφορετική. Αυτό ήταν το θέμα. Μετά από ένα σκληρό lockdown την άνοιξη και τα αυξημένα μέτρα ασφαλείας στις Βρυξέλλες, η οικογένειά μου λαχταρούσε μια αλλαγή σκηνικού, ένα διάλειμμα από την απομόνωση – και κάποια βοήθεια.
Μέχρι τα τέλη Ιουλίου, είχα περάσει τρεις μήνες ερευνώντας τη θανατηφόρα πανδημία του κορωνοϊού στα γηροκομεία του Βελγίου. Μετά από αυτή τη ζοφερή αποστολή, η επιθυμία για απόδραση ήταν τόσο ισχυρή, που αποφασίσαμε να ταξιδέψουμε επί 12 ώρες στην Ευρώπη με δύο πτήσεις και να περάσουμε μία εβδομάδα σε καραντίνα – καθώς και μερικά ακριβά τεστ κορωνοϊού στην άφιξη – και όλα αυτά μαζί με ένα 2χρονο παιδί.
Και πραγματικά άξιζε τον κόπο. Περάσαμε πολλές ώρες χαλαρώνοντας στις βοτσαλωτές παραλίες, φάγαμε γλυκά σύκα από τα δέντρα, φρέσκο ψάρι με πεντανόστιμες κατακόκκινες ντομάτες και απολαύσαμε τη φροντίδα των παιδιών που παρείχαν οι παππούδες. Ωστόσο, υπήρχε ακόμη αυτή η δυσκολία της προσαρμογής στην ζωή εν μέσω πανδημίας σε ένα μικρό, απομονωμένο μέρος.
Η Χίος με 50.000 κατοίκους, βρίσκεται σε ένα εντελώς διαφορετικό σύμπαν όσον αφορά την αντιμετώπιση του κορωνοϊού σε σχέση με τις Βρυξέλλες, την έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την πρωτεύουσα του Βελγίου, με πληθυσμό 1,2 εκατομμύρια κατοίκους.
100.000 κρούσματα κορωνοϊού το Βέλγιο, 14.000 η Ελλάδα
Το Βέλγιο δέχτηκε ένα από τα χειρότερα ρεκόρ κρουσμάτων κορωνοϊού παγκοσμίως, με σχεδόν 100.000 κρούσματα και 9.930 θανάτους μέχρι σήμερα, μεταξύ των περίπου 11,5 εκατομμυρίων ανθρώπων του.
Η Ελλάδα έχει μόνο έναν ελαφρώς μικρότερο πληθυσμό, περίπου 10,4 εκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά είναι λιγότερο πυκνοκατοικημένη, επειδή πολύς κόσμος ζει σε νησιά όπως η Χίος – απομονωμένα ή παγιδευμένα – ανάλογα πώς το βλέπει κάποιος. Επίσης, στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί περίπου 14.000 κρούσματα και πάνω από 300 θάνατοι. Η ίδια η Χίος είχε περίπου 30 επιβεβαιωμένα κρούσματα από την έναρξη της πανδημίας και κανέναν θάνατο. Αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι μπορεί να ήσουν πιο χαλαρός.
Δεν φοβούνται τους κατοίκους, αλλά όσους επισκέπτονται το νησί
Ο φόβος του να κολλήσει κάποιος κορωνοϊό στη Χίο, όπως συνειδητοποίησαν, λέει η δημοσιογράφος, επικεντρώθηκε στους «εξωτερικούς», κάτι που δεν θα σκεφτόμουν ποτέ στις Βρυξέλλες, όπου η μόλυνση ήταν ουσιαστικά τόσο ανώνυμη όσο οι κάτοικοί της. Όμως εδώ, σε μια κοινότητα με τέτοια απομόνωση και μακριά από τις μολύνσεις, ένα πιθανό κρούσμα κορωνοϊού θα ερχόταν μόνο από έξω.
Την ίδια ώρα -η Χίος βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο όσον αφορά στις μεταναστευτικές ροές από την Τουρκία στην Ελλάδα- έφταναν λιγότεροι πρόσφυγες, εν μέρει λόγω των αυστηρότερων κυβερνητικών συνοριακών πολιτικών. Έτσι, η προσοχή στράφηκε στους λίγους τουρίστες, όπως εγώ, που επισκεπτόμασταν τις οικογένειές μας αλλά και σε ντόπιους που επέστρεφαν για διακοπές από άλλα μέρη της Ελλάδας, όπου είχαν αρχίσει να αρρωσταίνουν από κορωνοϊό όλο και περισσότεροι άνθρωποι.
Υπήρχε μια έντονη αντίθεση μεταξύ ενός αστικού περιβάλλοντος, όπου κανείς δεν σε γνωρίζει και της μικρής κοινότητας, όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους.
«Ποιος είναι άρρωστος»: Η ερώτηση που ακούγονταν από τα χείλη όλων στην ανακοίνωση των πρώτων κρουσμάτων στο νησί
Έτσι, όταν μια μέρα του Αυγούστου, ο ημερήσιος επίσημος αριθμός των κρουσμάτων κορωνοϊού στην Ελλάδα, περιελάμβανε τρία στο νησί της Χίου, οι συζητήσεις στις παρέες των ντόπιων επικεντρώθηκαν σε αυτό. Η ερώτηση στα χείλη όλων ήταν μία που δεν θα έχετε ακούσει ποτέ σε μια μεγάλη πόλη: «Ποιος είναι άρρωστος;».
«Αυτός ο 20χρονος που πήγε για διακοπές στην Ζάκυνθο» με ενημέρωσε με σιγουριά ο άνδρας στο μίνι μάρκετ. «Τώρα είναι στο νοσοκομείο, τρεις από τους συγγενείς του βρίσκονται σε καραντίνα και πολλοί που ήρθαν σε επαφή μαζί του, περιμένουν τα αποτελέσματα των τεστ» φρόντισε να με ενημερώσει. «Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί».
Το πιο αξιοσημείωτο από το κουτσομπολιό του καταστηματάρχη ήταν πως είχε δίκιο. Off the record, για να διατηρήσουν την προστασία του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, οι Αρχές επιβεβαίωσαν τα λεγόμενα του καταστηματάρχη.
Μια άλλη φήμη που εξαπλώθηκε αφορούσε στο δεύτερο κρούσμα: Ήταν μια νεαρή γυναίκα στην χώρα του νησιού, της οποίας η μητέρα εργαζόταν σε ένα δημοφιλές κατάστημα καλλυντικών. Αυτό ήταν προβληματικό, σύμφωνα με τα κουτσομπολιά, επειδή όλα τα μέλη της οικογένειάς της είχαν επαφές με δεκάδες ανθρώπους κάθε μέρα: ο αδερφός της ήταν μπάρμαν και ο πατέρας της εργαζόταν σε μια κυβερνητική υπηρεσία.
Μέσα σε 24 ώρες όλοι γνώριζαν ποιος ήταν
Με τα κουτσομπολιά να κάνουν τον γύρο του χωριού, 24 ώρες αργότερα – ακόμη κι εγώ – ξέραμε το όνομά της. Το κατάστημα στο οποίο εργαζόταν η μητέρα της, έβγαλε ανακοίνωση πως είχε πραγματοποιήσει απολύμανση και παρακάλεσε τον κόσμο να σταματήσει τα κουτσομπολιά.
«Είναι ευθύνη του καθενός να φροντίζει την υγεία του» δήλωσε ο διευθυντής του καταστήματος σε ανάρτηση στο Facebook, αλλά, πρόσθεσε πως ο κόσμος δεν πρέπει να «διογκώνει τις πληροφορίες που θα μπορούσαν να βλάψουν τις ζωές των ανθρώπων».
«Κακόβουλες φήμες εξαπλώθηκαν πολύ γρήγορα, αλλά η αλήθεια αγνοείται» πρόσθεσε σε μια νέα δημοσίευση την επόμενη ημέρα. «Η υπάλληλός μας βρέθηκε αρνητική στον κορωνοϊό».
Το εύκολο έργο της ιχνηλάτησης επαφών
Παρόλο που το κουτσομπολιό και η απώλεια της ιδιωτικής ζωής αναστάτωσαν τους ανθρώπους στο νησί, το μικρό του μέγεθος και οι στενοί κοινωνικοί και οικογενειακοί δεσμοί, έχουν κάνει ένα ζωτικό μέρος της συγκράτησης των κρουσμάτων ευκολότερο – την ανίχνευση των επαφών.
Ενώ ορισμένες χώρες έχουν δημιουργήσει ανώνυμα τηλεφωνικά κέντρα που λειτουργούν από εκατοντάδες φοιτητές και εργαζόμενους μερικής απασχόλησης για να κάνουν το δύσκολο έργο της ιχνηλάτησης επαφών, στην Χίο, η δουλειά γίνεται γρήγορα από πέντε αστυνομικούς.
Κάθε κρούσμα παίρνει περίπου 3 ώρες για να εντοπιστεί πλήρως, δήλωσε ο Παντελής Καλανδρόπουλος, που είναι επικεφαλής της τροχαίας στο νησί, αλλά πλέον εργάζεται και ως επικεφαλής της ιχνηλάτησης επαφών του κορωνοϊού. «Η δουλειά μας είναι αρκετά εύκολη, οι άνθρωποι συνεργάζονται και δεν είναι μυστικοπαθείς. «Αρχικά, όταν εμφανιστεί ένα κρούσμα, υπάρχει ένας πανικός, οι άνθρωποι στην περιοχή όπου εντοπίζεται το κρούσμα κλείνονται στα σπίτια τους για μία ή δύο ημέρες, αλλά τα πράγματα επανέρχονται γρήγορα στο φυσιολογικό» πρόσθεσε.
Η πολιτική του μη κουτσομπολιού σε κομμωτήριο
Ακόμη και όταν οι κοινόχρηστοί χώροι μπορούν να λειτουργήσουν τόσο ως εστίες εξάπλωσης του κορωνοϊού όσο και του κουτσομπολιού, ένα τέτοιο μέρος, το κομμωτήριο «Louiza & Kelly», έθεσε σε εφαρμογή μια μορφή πολιτικής του τύπου δεν-μιλάμε-για-τα-κουτσομπολιά -του-κορωνοϊού, παράλληλα με τους ενισχυμένους κανόνες υγιεινής και την υποχρεωτική χρήση μάσκας.
Ένα απόγευμα στο κομμωτήριο, ενώ οι γυναίκες φορώντας τις μάσκες τους έφτιαχναν τα μαλλιά τους, η συζήτηση για την πανδημία, απουσίαζε σε μεγάλο βαθμό. Από τότε που η επιχείρηση άνοιξε εκ νέου στα τέλη Μαϊου, η Κέλι Πάτρα, η ιδιοκτήτρια, ζήτησε από τους εργαζόμενούς της να αποφύγουν να μιλούν για την πανδημία, να αποφύγουν την συζήτηση για πιθανά κρούσματα και να ενθαρρύνουν τους πελάτες να αναζητούν επίσημες πηγές πληροφοριών. «Προσπαθήστε να είστε θετικοί για τα πράγματα» τους έγραψε σε ένα ομαδικό μήνυμα λίγο πριν το άνοιγμα.
«Είναι επικίνδυνο να κουτσομπολεύεις για κάτι τέτοιο, επειδή οι άνθρωποι στιγματίζονται και δημιουργείται πανικός, όταν αρχίζουν να ρωτούν πού πήγαιναν σχολεία τα παιδιά αυτού που αρρώστησε, πού εργάζεται ο σύζυγος κλπ.», είπε η ιδιοκτήτρια του κομμωτηρίου σε μια συνέντευξη. «Και προσωπικά, δεν θέλω η επιχείρησή μου να είναι κόσμος αυτής της εξάπλωσης».