Πώς είδε ένας ειδικός της αστρονομίας τo Don't Look Up; Ο απολαυστικός Διονύσης Σιμόπουλος, επίτιμος διευθυντής του Ευγενίδειου Πλανηταρίου, μιλάει στο iefimerida.gr για όλα: την ταινία του Netflix που έγινε viral, τα εκλαϊκευμένα βιβλία του που κάνουν την αστρονομία απόλαυση, τους μετεωρίτες, τη μαγεία του ελληνικού ουρανού αλλά και το σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει.
H ταινία του Netflix Don’t Look Up, με τους αστροφυσικούς που ανακαλύπτουν έναν μετεωρίτη που θα καταστρέψει τη Γη σε έξι μήνες αλλά κανένας, ούτε καν η Πρόεδρος των ΗΠΑ -μια γραφική περσόνα τύπου Τραμπ-, δεν τους παίρνει στα σοβαρά, έχει γίνει τεράστια εμπορική επιτυχία, στρέφοντας το βλέμμα στο σύμπαν. Το iefimerida.gr με αφορμή αυτή τη viral sci-fi κωμωδία, που σατιρίζει τα πάντα, μίλησε με τον ειδικό στην αστρονομία Διονύση Σιμόπουλο σε μια απολαυστική συνέντευξη.
Πώς σας φάνηκε ως ειδικό στην αστρονομία η ταινία Don΄t Look Up; Πιστεύετε μια ταινία που γίνεται διεθνώς viral μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι απλοί άνθρωποι αντιμετωπίζουμε τα μυστήρια του σύμπαντος;
Την είδα ελπίζοντας πως ο Adam McKay θα έκανε κάτι παρόμοιο που είχε κάνει με την ταινία του «The Big Short» (2015). Είτε έτσι όμως είτε αλλιώς δεν πρόκειται για μια ταινία που έχει σχέση με την αστρονομία, έστω κι αν η «απειλή» έχει τη μορφή ενός επερχόμενου κομήτη. Αντίθετα πρόκειται για μια ταινία που αναφέρεται γενικότερα στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης του κοινού στην επιστήμη και στην ουσιαστική επικράτηση των «ψεκασμένων». Ο «κομήτης» μπορεί να είναι η κλιματική αλλαγή, η πανδημία ή οποιαδήποτε άλλη παρόμοια απειλή. Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για μια κυνική σάτιρα που προσπαθεί να κριτικάρει σχεδόν τα πάντα: τη σύγχρονη πολιτική, τα ΜΜΕ, τους δισεκατομμυριούχους υποψήφιους σωτήρες μας (για δικό τους όφελος), ακόμα και τους ίδιους τους επιστήμονες. Δεν με εκπλήσσει καθόλου που η ταινία έγινε viral γιατί πιστεύω πως εκατομμύρια άνθρωποι που πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας την αντιμετώπισαν αρχικά ως «πραγματικότητα». Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως «όταν κάποιος σου δείχνει το φεγγάρι, δεν πρέπει να κοιτάς το δάχτυλό του». Δυστυχώς σατιρικές ταινίες σαν αυτή δεν έχουν σκοπό αλλά ούτε και μπορούν να βοηθήσουν το ευρύ κοινό να κατανοήσει τα μυστήρια του σύμπαντος. Παρ’ όλα αυτά θεωρώ πως ταινίες που αναφέρονται σε επιστημονικά θέματα μπορούν να εκλαϊκεύσουν, έστω και απλουστευμένα, δύσκολα φαινόμενα και ανακαλύψεις. Ιδιαίτερα οι βιογραφικές ταινίες τύπου «Ένας υπέροχος άνθρωπος» (A beautiful mind, 2001), «Η Θεωρία των Πάντων» (The Theory of Everything, 2014) και «Το παιχνίδι της μίμησης» (The Imitation Game, 2014) είναι τέτοιου είδους ταινίες. Αλλά και άλλες που βασίζονται σε σωστά σενάρια διαμορφωμένα γι’ αυτό το σκοπό.
Στην ταινία «Don’t Look Up» που προανέφερα, η αστροφυσικός που κάνει την ανακάλυψη του φονικού μετεωρίτη παθαίνει κρίση πανικού μπροστά στο δέος της καταστροφής του πλανήτη. Ο επιστήμονας παρά τη γνώση που έχει αντιμετωπίζει με δέος και φόβο το άγνωστο όπως ένας απλός άνθρωπος μη εξοικειωμένος με το σύμπαν και τις λειτουργίες του;
Εξαρτάται από το κάθε άτομο ξεχωριστά. Σε γενικές πάντως γραμμές θα έλεγα πως ο επιστήμονας αντιμετωπίζει το άγνωστο με δέος μεν, αλλά χωρίς φόβο. Ίσως, κάτι βαθιά χαραγμένο στη γενετική μας δομή να είναι αυτό που μας ωθεί να μάθουμε το τι είμαστε και από πού προήλθαμε. Που μας ωθεί στην περιπέτεια της εξερεύνησης. Γιατί είμαστε προικισμένοι με την ικανότητα να σκεφτόμαστε, να αισθανόμαστε και να διερωτόμαστε. Είναι η μοίρα μας, και ίσως ο σκοπός μας, να αναπτυσσόμαστε και να προοδεύουμε καθώς επιδιώκουμε να μάθουμε και να δώσουμε έννοια και σημασία στο Σύμπαν στο οποίο ανήκουμε, σε μία ατέρμονη ίσως προσπάθεια ερευνών. Γι’ αυτό άλλωστε και ο σημερινός επιστήμονας, στην προσπάθειά του να κατανοήσει το Σύμπαν, δεν αντικρίζει εκεί έξω έναν εχθρικό και άδειο κόσμο. Βλέπει, αντίθετα, την υπόσχεση ενός πανέμορφου ταξιδιού προς την Ιθάκη των γνώσεων. Ενός Ταξιδιού Χωρίς Τέλος.
«Δεν με εκπλήσσει καθόλου που η ταινία Don't Look Up έγινε viral, γιατί πιστεύω πως εκατομμύρια άνθρωποι που πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας την αντιμετώπισαν αρχικά ως “πραγματικότητα”»
Τόσο στη μυθοπλασία όσο και στην πραγματική ζωή, το έχουμε δει και στην Ιστορία, η επιστημονική αλήθεια τρομάζει, σοκάρει και πολλές φορές, όπως συμβαίνει τώρα στην πανδημία με τους αρνητές, δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Γιατί απλούστατα οι επιστήμονες δεν είχαν κάνει προηγουμένως αυτό που θα έπρεπε να είχαν κάνει, να ενημερώσουν δηλαδή το ευρύ κοινό για όλα όσα προσφέρει η σύγχρονη επιστήμη στην ανθρωπότητα. Κατά τη γνώμη μου είναι καθήκον των «ειδικών» να μεταδίδουν αυτά που ξέρουν στους μη ειδικούς με έναν απλό και κατανοητό τρόπο και σε καθημερινή βάση και με τέτοιο τρόπο ώστε οι πιο βασικές έννοιες τουλάχιστον να είναι κατανοητές από κάθε άτομο, ακόμα κι αν δεν διαθέτουν κάποια ιδιαίτερη εκπαίδευση. Γιατί θεωρώ ότι η εκλαΐκευση και γενικότερα η διάχυση της επιστήμης πρέπει να είναι μέρος της επιστημονικής έρευνας και να μην περιορίζεται στα στενά όρια της ακαδημαϊκής κοινότητας. Διαφορετικά φαινόμενα σαν αυτό των αρνητών της πανδημίας και των εμβολίων δεν πρόκειται να λείψουν. Γι’ αυτό θεωρώ ότι σ’ ένα μεγάλο ποσοστό η δουλειά των επιστημόνων θα έπρεπε να περιλαμβάνει και την εξοικείωση του κοινού με την πραγματική φύση της επιστήμης και τη συνειδητοποίηση ότι αυτά που κάνουν οι «επαγγελματίες» επιστήμονες δεν είναι παρά μια πιο σύνθετη πλευρά αυτού που κάθε άνθρωπος έχει τη φυσική τάση να κάνει: να διερευνά, δηλαδή, το άγνωστο. Γιατί, όπως έλεγε και ο Αριστοτέλης, είναι στη φύση του ανθρώπου να θέλει να μάθει.
Αν είχατε μπροστά σας έναν αρνητή της επιστήμης, έναν αντιεμβολιαστή, έναν συνωμοσιολόγο, τι θα του λέγατε για να τον πείσετε να εμπιστευτεί τους επιστήμονες; Πώς θα αξιοποιούσατε την ικανότητά σας να μιλάτε για δύσκολα φαινόμενα με απλά λόγια, για να καταφέρετε να του εξηγήσετε την πλάνη στην οποία έχει παγιδευτεί;
Δεν θα του έλεγα απολύτως τίποτα. Αυτοί οι άνθρωποι για κάποιο λόγο έχουν πάρει τις αποφάσεις τους και καμιά λογική παρέμβαση δεν πρόκειται να τους τις αλλάξει. Οπότε οποιαδήποτε προσπάθεια να αλλάξουν άποψη είναι χαμένος χρόνος. Αντίθετα όπως σας είπα και προηγουμένως θεωρώ πως η δουλειά αυτή θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και χρόνια με την εκλαΐκευση και τη διάχυση της επιστήμης.
Στην πραγματικότητα πόσο πιθανό είναι να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα έναν κίνδυνο καταστροφής του πλανήτη από μετεωρίτη; Έχει αντιμετωπίσει ποτέ αντίστοιχη απειλή; Πόσοι μετεωρίτες έχουν προσκρούσει στη Γη; Πώς θα μπορούσε πρακτικά να αναχαιτιστεί μια τέτοια απειλή;
Πολλαπλή ερώτηση με πολλαπλές απαντήσεις! Οι μετρήσεις που έχουμε κάνει στη Σελήνη και στους άλλους πλανήτες και δορυφόρους του Ηλιακού μας Συστήματος μας έχουν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι μικροί αστεροειδείς, με μέγεθος από 100 έως 1.000 μέτρα, συγκρούονται με τη Γη μία φορά κάθε 250.000 χρόνια. Η στατιστική μάς λέει, επίσης, ότι η Γη συγκρούεται με έναν αστεροειδή μεγαλύτερο από ένα χιλιόμετρο, μία ή δύο φορές κάθε ένα εκατομμύριο χρόνια ενώ πτώσεις αστεροειδών, με μέγεθος σαν αυτόν που αφάνισε τους δεινόσαυρους πριν από 65 εκατομμύρια χρόνια, αναμένονται μία φορά κάθε 100 εκατομμύρια χρόνια. Η γήινη ατμόσφαιρα φυσικά μπορεί να μας προστατέψει αρκετά από την εισβολή αντικειμένων με διάμετρο μέχρι 50 μέτρων. Από τους αστεροειδείς όμως που διασχίζουν την τροχιά της Γης υπάρχουν συνολικά 500.000 αντικείμενα με διάμετρο από 50 έως 100 μέτρα και άλλοι 200.000 με διάμετρο πάνω από 100 μέτρα, ενώ 500-1.000 περίπου απ’ αυτούς έχουν μέγεθος πάνω από ένα χιλιόμετρο.
Το 2013 ένας μετεωρίτης 17 περίπου μέτρων εισήλθε στη γήινη ατμόσφαιρα και εξερράγη σε ύψος 30 χιλιομέτρων πάνω από την πόλη Τσελιάμπινσκ της Ρωσίας με αποτέλεσμα εκατοντάδες τραυματίες, από σπασμένα κυρίως τζάμια, ενώ η ενέργεια που απελευθερώθηκε τότε ήταν ίση με την ενέργεια 40 βομβών Χιροσίμα. Παρ’ όλα αυτά τέτοιες πτώσεις είναι ένα αρκετά συνηθισμένο φαινόμενο, αφού καθημερινά 100 τόνοι τέτοιων αντικειμένων πέφτουν από το διάστημα αν και δεν γίνονται αντιληπτοί γιατί τα 2/3 της γήινης επιφάνειας καλύπτονται από θάλασσες και ωκεανούς. Θα μπορούσαν άραγε παρόμοιες συγκρούσεις να ξανασυμβούν και στο μέλλον; Η απάντηση δυστυχώς είναι ναι! Πριν από μερικά χρόνια, μάλιστα, ανακαλύφτηκε ότι μικροί αστεροειδείς και κομήτες με διάμετρο 10 περίπου μέτρων εκρήγνυνται στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας μία φορά κάθε 4 με 6 εβδομάδες. Τι θα σήμαινε για εμάς μια τέτοια σύγκρουση; Πάρτε για παράδειγμα τη σύγκρουση της Γης μας με έναν αστεροειδή στο μέγεθος του Λυκαβηττού∙ ο πολιτισμός του πλανήτη μας δεν θα αντέξει, όχι φυσικά ο άνθρωπος (αν και μπορεί να σκοτωθούν αρκετά εκατομμύρια άνθρωποι κι άλλα είδη ζωής), αλλά ο σύγχρονος πολιτισμός μας, τα δίκτυα, οι επικοινωνίες κ.λπ. θα εξαρθρωθούν σχεδόν τελείως. Ένας μεγαλύτερος αστεροειδής μπορεί να επιφέρει πολύ μεγαλύτερες καταστροφές, μέχρι και την εξάλειψη της ζωής πάνω στον πλανήτη μας.
Σήμερα, πιστεύουμε ότι η σύγχρονη διαστημική μας τεχνολογία μπορεί να μας προφυλάξει από μια τέτοια καταστροφή. Φυσικά με την ανατίναξη ενός αστεροειδούς «εισβολέα» δεν θα καταφέρναμε και πολλά πράγματα αφού θα καταλήγαμε μ’ ένα πλήθος διαστημικών βράχων που θα συνέχιζαν να κατευθύνονται προς το μέρος μας. Θα μπορούσαμε όμως να χρησιμοποιήσουμε τη δύναμη της βαρύτητας για να αλλάξουμε την τροχιά του αστεροειδή. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει με την τοποθέτηση ενός διαστημόπλοιου δίπλα σ’ έναν αστεροειδή, η μικρή βαρυτική έλξη του οποίου θα μπορούσε να είναι αρκετή για να αλλάξει την τροχιά του αστεροειδή ή κομήτη, βγάζοντάς τον λίγο εκτός πορείας. Μπορεί να χρειαζόταν πολλά χρόνια, αλλά αργά και σταθερά, ο «εξωγήινος εισβολέας» θα μετατοπίζονταν τελικά σε μια λίγο διαφορετική τροχιά για να καταλήξει τελικά εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τη Γη. Μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα δεν είναι πάρα πολλά, αλλά θα είναι αρκετά για να παραμείνουμε ασφαλείς. Αυτή τη στιγμή η απλή αυτή ιδέα δοκιμάζεται ήδη στο διάστημα. Αρκεί να έχουμε μια έγκαιρη προειδοποίηση, που θα μπορούσε να μας δοθεί από την καταγραφή των τροχιών των πιθανών αυτών επιδρομέων. Γιατί, στην περίπτωση αυτή, θα είχαμε την άνεση να προετοιμαστούμε αναλόγως.
Στα νέα σας βιβλία «Ο ουρανός της Ελλάδας: Οδηγός για τα άστρα και τους αστερισμούς» ξεναγείτε τον αναγνώστη στον ελληνικό ουρανό ανά εποχή. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτή τη σειρά βιβλίων.
Πρόκειται για μια σειρά τεσσάρων βιβλίων, ένα για κάθε εποχή, που περιγράφουν τις μυθολογικές ιστορίες, αλλά και όσα περιλαμβάνουν οι αστερισμοί του ουρανού που φαίνονται από τη χώρα μας, καθώς και την εμπειρία παρατηρησιακής αστρονομίας (με ή και χωρίς τηλεσκόπιο) που απέκτησα όλα αυτά τα χρόνια για τα μυστικά του ουρανού. Έχουν ήδη εκδοθεί τα τρία βιβλία της σειράς και απομένει το Φθινόπωρο που θα εκδοθεί το 2022. Όλα αυτά τα χρόνια έχω διαπιστώσει πως το θέμα αυτό ενδιαφέρει πολλούς συμπολίτες μας, ιδιαίτερα τους ερασιτέχνες αστρονόμους. Οι πραγματικοί αυτοί «εραστές της τέχνης» του ουρανού, με όλη τη σημασία της λέξης «ερασιτέχνης», αφιερώνουν όλο τον ελεύθερο χρόνο τους, από τις καθημερινές τους ασχολίες, στην παρατήρηση του ουρανού. Και δεν είναι μόνο αυτοί, αφού τα τελευταία ιδίως χρόνια η παρατήρηση του ουρανού έγινε μια προσφιλής ενασχόληση και για πολύ περισσότερους συμπολίτες μας, πέρα από τους ερασιτέχνες.
Η θάλασσα της Μεσογείου, το ελληνικό φως, η φύση της χώρας μας, έχει αποθεωθεί από την ποίηση και τη μουσική και τη ζωγραφική. Τι ιδιαιτερότητες έχει όμως ο ελληνικός ουρανός για τον οποίο μιλάτε σε αυτά τα βιβλία σας;
Είναι άμεσα προσβάσιμος! Είναι λιγάκι πεζό, αλλά η απόφασή μου ήταν εξαρχής να περιοριστώ μόνο στους αστερισμούς που μπορεί να παρατηρήσει κάποιος από τη χώρα μας. Παρόλο δηλαδή που πολλοί από τους αστερισμούς του νότιου ημισφαιρίου παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αποφάσισα να μην τους περιλάβω γιατί απλούστατα δεν μπορούμε να τους δούμε από την Ελλάδα.
Στο βιβλίο σας «Η άνοιξη του σύμπαντος» μιλάτε για τη γέννηση του σύμπαντος. Τι υπήρχε πριν το Big Bang και πόσο πιθανό είναι να ανακαλύψει κάποτε η ανθρωπότητα τη ρίζα των πάντων;
Συνηθίζω να λέω πως η διερεύνηση του τι υπήρχε πριν από την ώρα μηδέν της ύπαρξης του σύμπαντος είναι σαν να ρωτάμε τι υπάρχει βόρεια από τον Βόρειο Πόλο! Οπότε τουλάχιστον προς το παρόν δεν είναι δυνατόν να διερευνηθεί το τι υπήρχε πριν από εκείνο το όριο της αρχής του χρόνου. Μην ξεχνάτε όμως πως κι αυτό το βιβλίο δεν είναι παρά ένα εκλαϊκευτικό βιβλίο που δεν είναι δυνατόν να απαντήσει σε όλες τις πιθανές ερωτήσεις που μπορούν να διαμορφωθούν στο μυαλό των αναγνωστών του. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε εκατοντάδες ακόμα σελίδες που θα το έκανε απρόσιτο στους περισσότερους αναγνώστες. «Η άνοιξη του σύμπαντος» περιλαμβάνει, σύντομα αλλά περιεκτικά, τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις και ιδέες μας για τη γέννηση και την εξέλιξη του Σύμπαντος και πώς αυτές διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια. Γιατί το Σύμπαν, και όλα όσα εμπεριέχει, δεν είναι σταθερό, αιώνιο και αμετάβλητο, αλλά αντίθετα εξελίσσεται συνεχώς από τότε που γεννήθηκε πριν από περίπου 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια. Οπότε το βιβλίο αυτό περιγράφει κατά κάποιον τρόπο την εξελικτική πορεία του Σύμπαντος από τη γέννησή του και μέχρι σήμερα, ενώ περιγράφεται επίσης και ο θάνατός του. Κατά τη γνώμη μου δηλαδή η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης, επικουρούμενη από τις προσθήκες των θεωριών του Πληθωρισμού και των Υπερχορδών, περιγράφει σήμερα ικανοποιητικά την πραγματική ιστορία του Σύμπαντος από τη γέννησή του μέχρι τώρα. Σε ό,τι αφορά τώρα τη ρίζα των πάντων, αν και πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί, ίσως να στεφθούν με επιτυχία οι έρευνες χάρη στις προσπάθειες των σύγχρονων θεωρητικών ερευνητών, σαν τον δικό μας Δημήτρη Νανόπουλο.
«Πτώσεις αστεροειδών, με μέγεθος σαν αυτόν που αφάνισε τους δεινόσαυρους πριν από 65 εκατομμύρια χρόνια, αναμένονται μία φορά κάθε 100 εκατομμύρια χρόνια»
Πώς θα μπορούσε η ενασχόλησή μας με τα μυστήρια του σύμπαντος να αλλάξει τη ζωή μας και να τη βελτιώσει; Πώς θα μπορούσε να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε τον φόβο για το άγνωστο του θανάτου και το δέος που μας προκαλεί η ανυπαρξία;
Η ιστορία της επιστήμης μας έχει διδάξει πως δεν είμαστε σε θέση να προβλέψουμε τις συνέπειες μιας επιστημονικής ανακάλυψης, αφού κάθε πρόσθετο κομμάτι γνώσης, οσοδήποτε περίεργο, άσχετο ή αφηρημένο κι αν φαίνεται στην αρχή, καταλήγει άμεσα ή έμμεσα, αργά ή γρήγορα, σε κάποια πρακτική εφαρμογή. Αν δεν συνεχίσουμε την ανάπτυξη της επιστήμης και τον εμπλουτισμό των γνώσεών μας, άσχετα με την άμεση χρησιμότητά τους, γρήγορα θα ταφούμε κάτω από το βάρος των προβλημάτων μας, γιατί η επιστήμη του σήμερα είναι η λύση του αύριο. Σε ό,τι αφορά τώρα τον φόβο του θανάτου και της ανυπαρξίας αυτό έχει να κάνει με τη γενικότερη φιλοσοφική αντίληψη του καθενός μας, χωρίς φυσικά να ξεχνάμε ότι το υπαρξιακό αυτό ζήτημα του θανάτου γέννησε στον άνθρωπο και την ανάγκη για την αναζήτηση του Θεού.
Ο Νεύτωνας πίστευε στην ύπαρξη του Θεού, θεωρώντας μάλιστα την αρμονία του σύμπαντος απόδειξη της ύπαρξής του. Ένας σύγχρονος αστροφυσικός, απαλλαγμένος πια από την πρωτοκαθεδρία της θρησκείας, συνεχίζει να αναζητά τον Θεό στα μυστήρια του σύμπαντος;
Ο Νεύτωνας θεωρείται σήμερα ο μεγαλύτερος επιστήμονας όλων των εποχών. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως εκτός των άλλων ασχολούνταν και με την αλχημεία αλλά και τη θεολογία. Όπως και ο Κέπλερ άλλωστε που για βιοποριστικούς λόγους ασχολούνταν και με την αστρολογία. Αυτές οι ενασχολήσεις δεν ελαχιστοποιούν τις μεγάλες επιστημονικές τους ανακαλύψεις και τη γενικότερη προσφορά τους. Όσο για τους σύγχρονους αστροφυσικούς και τις απόψεις τους για τον Θεό γνωρίζω πολλούς επιστήμονες οι οποίοι τοποθετούνται έντιμα και άμεσα είτε θετικά είτε αρνητικά, στην ύπαρξη ή μη του θείου όπως περιγράφεται σε γενικές γραμμές απ’ όλες τις μεγάλες θρησκείες του πλανήτη μας. Αλλά προσωπικά θεωρώ πως δεν θα έπρεπε να μπερδεύουμε την επιστήμη με τον Θεό, γιατί τα προσωπικά πιστεύω ενός ανθρώπου δεν μπορούν να αποδειχτούν. Οπότε και η έννοια του Θεού είναι μια εντελώς προσωπική υπόθεση για τον καθένα μας, που σε τελική ανάλυση δεν αφορά, κι ούτε πρέπει να αφορά, το ευρύ κοινό.
«Ο θάνατος δεν με φοβίζει καθόλου. Γιατί όπως υποστήριζε και ο Επίκουρος πριν από 2.300 χρόνια: “Το πιο φρικτό απ' όλα τα άσχημα πράγματα, ο θάνατος, είναι για μας ένα τίποτε, ακριβώς γιατί, όταν εμείς υπάρχουμε, ο θάνατος δεν είναι κοντά μας κι όταν πάλι έρθει ο θάνατος δίπλα μας, τότε πια δεν υπάρχουμε εμείς”»
Λαμβάνοντας υπόψη τα έως τώρα επιστημονικά δεδομένα που έχει στη διάθεσή του ο άνθρωπος, πώς πιστεύετε ότι θα είναι ο κόσμος μας σε 100 χρόνια από τώρα;
Το βέβαιο είναι πως θα είναι τελείως διαφορετικός! Οτιδήποτε άλλο είναι παρακινδυνευμένο, γιατί είτε μας αρέσει είτε όχι το μέλλον δεν είναι προδιαγεγραμμένο ή προβλέψιμο. Μπορούμε να δούμε κάποιες τάσεις του σήμερα και πού μπορούν να μας οδηγήσουν, όπως είναι για παράδειγμα οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνικής νοημοσύνης, αλλά προβλέψεις για τον κόσμο του 2122 είναι αδύνατο να κάνουμε σήμερα.
Πρόσφατα αποκαλύψατε ότι αντιμετωπίζετε ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας. Άλλαξε αυτή η εμπειρία τον τρόπο με τον οποίο βλέπετε τον κόσμο, την ύπαρξη, το σύμπαν και τα μυστήρια της ζωής;
Γενικά θα σας έλεγα πως όχι. Παρ’ όλα αυτά πρέπει να ομολογήσω πως οι συζητήσεις που είχα με τον δημοσιογράφο-συγγραφέα Μάκη Προβατά για ένα βιβλίο που γράφουμε μαζί με οδήγησαν να ανακαλέσω γεγονότα τα οποία είχα σχεδόν ξεχάσει ή τα θεωρούσα όχι και τόσο σημαντικά, ενώ ανακάλεσα στη μνήμη μου και πρόσωπα με έναν τρόπο που μου έδειξε ότι είχαν μεγαλύτερη αξία για τη ζωή μου από όσο νόμιζα. Κι όλα αυτά για μια ζωή η οποία, κοιτάζοντάς την ξανά μέσα από αυτό το καινούργιο βλέμμα των τελευταίων τριών χρόνων της περιπέτειας υγείας που αντιμετωπίζω, λάμπει κάπως αλλιώς μέσα μου. Επειδή όμως από νεαρός ακόμη είχα ενστερνιστεί μια επικούρεια αντίληψη για τη ζωή και τα μυστήριά της, ο θάνατος δεν με φοβίζει καθόλου. Γιατί όπως υποστήριζε και ο Επίκουρος πριν από 2.300 χρόνια: «Το πιο φρικτό απ' όλα τα άσχημα πράγματα, ο θάνατος, είναι για μας ένα τίποτε, ακριβώς γιατί, όταν εμείς υπάρχουμε, ο θάνατος δεν είναι κοντά μας κι όταν πάλι έρθει ο θάνατος δίπλα μας, τότε πια δεν υπάρχουμε εμείς».