Σεζάρια Εβόρα. Η γυναίκα από το Πράσινο Ακρωτήρι με την ξεχωριστή φωνή που έκανε γνωστή στα πέρατα του κόσμου την μουσική μόρνα και την λογοτεχνικά ρομαντική κατάσταση που στα πορτογαλικά περιγράφεται ως Σοδάδ.
Η Google αφιέρωσε την Τρίτη 27 Αυγούστου, ημέρα γέννησης της Σεζάρια Εβόρα, την πρώτη της σελίδα αναζήτησης και το γνωστό Google Doodle στην Αφρικανή ερμηνεύτρια με την ιδιαίτερη φωνή που έγινε γνωστή σε πιο μεγάλη ηλικία και έτσι χαρακτηρίστηκε και «παλαιωμένο πόρτο» (ενν το φημισμένο πορτογαλέζικο κρασί).
Η ζωή στο σύμπλεγμα νησιών δυτικά της Σενεγάλης ήταν δύσκολη για το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού του Πράσινου Ακρωτηρίου. Η Σεζάρια γεννήθηκε το 1941 και έχασε τον πατέρα της, τον άνθρωπο της ενέπνευσε τη μουσική καθότι υπήρξε μουσικός, σε πολύ μικρή ηλικία. Ένα από τα έξι παιδιά της οικογένεια, μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο, καθώς η μητέρα της δεν μπορούσε να την αναθρέψει.
Το τραγούδι ήταν μέσα στο DNA της και πολύ γρήγορα η ξεχωριστή της φωνή την οδήγησε σε μπαρ και μαγαζιά του Σάο Βισέντε, του νησιού όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Οι πολιτική αναταραχή στο Πράσινο Ακρωτήρι που ακολούθησε της ανεξαρτησίας του κράτους από την Πορτογαλία και η προσωπική της μάχη κατά του αλκοολισμού ανάγκασαν τη Σεζάρια Εβόρα να αφήσει το τραγούδι. Για δέκα «μαύρα χρόνια» όπως τα χαρακτηρίζει δεν τραγουδά καθόλου και εργάζεται σε άλλες δουλειές για να τα φέρει βόλτα.
Ο Πορτογάλος που άλλαξε τη ζωή της Σεζάρια Εβόρα
Ήταν το 1985, όταν η Σεζάρια Εβόρα είπε για πρώτη φορά το ναι, σε πρόταση συναδέλφου της, του ομοεθνή της Μπάνα, προκειμένου να τραγουδήσουν μαζί στην Πορτογαλία. Εκεί, σε ένα ρεστοράν της Λισαβόνας την ανακάλυψε τυχαία ο μάνατζέρ της, ο Ζοζέ ντα Σίλβα.
Οι περιγραφές του Προτογάλου για τον τρόπο που ζούσε τότε η Σεζάρια Εβόρα είναι ενδεικτικές: «Έμενε σε ένα ερείπιο με τη μητέρα και τις δύο αδερφές της. Ζούσαν σε ένα δωμάτιο, όπου μπορούσες να δεις το δωμάτιο από κάτω από τις τρύπες στο πάτωμα» θυμάται ο ντα Σίλβα σε δηλώσεις του στην βρετανική Guardian. «Το χειρότερο είναι πως η μητέρα της ήταν σχεδόν τυφλή και έπρεπε να την κατευθύνει σε κάθε της βήμα» συμπληρώνει και προσθέτει: «Δεν πείνασαν ποτέ γιατί η Σεζάρια πήγαινε σε μπαρ και έβγαζε όσα χρειάζονταν. Η φωνή τους την έσωσε».
Υπό την καθοδήγηση του Ντα Σίλβα, η Σεζάρια Εβόρα υπογράφει συμβόλαιο στο Παρίσι και ηχογραφεί τον πρώτο της δίσκο με τίτλο «Η ξυπόλητη ντίβα». Το παρατσούκλι αυτό θα τη συνοδεύσει σε όλη της την πορεία, καθώς συνηθίζει να ανεβαίνει στη σκηνή ξυπόλητη. «Ο κόσμος μου αποδίδει πολλά παρατσούκλια “η ξυπόλητη ντίβα”, “το παλιό πόρτο” (εν το κρασί) σαν το παλιό ρούμι. Η φωνή μου γερνά και γίνεται καλύτερη και οι άνθρωπο το αγαπούν αυτό» θα πει η ίδια σε συνέντευξή της χρόνια αργότερα.
Οι συνεργασίες και το Γκράμι που καθιέρωσαν τη Σεζάρια Εβόρα
Ηταν το 1992 και το άλμπουμ Miss Perfumado που άνοιξε τον δρόμο για την διεθνή αναγνώριση στην ξυπόλητη ντίβα. Σε αυτό περιλαμβανόταν το θρυλικό «Σοδάδ» που μέσα από την ιδιαίτερη φωνή της Σεζάρια Εβόρα έκανε γνωστό διεθνώς το περίπλοκο συναίσθημα που αποκαλούν με αυτόν τον τρόπο οι πορτογαλόφωνοι.
Σοδάδ αποκαλείται μια συναισθηματική κατάσταση νοσταλγίας, βαθιάς μελαγχολίας και προσμονής για κάτι που λείπει και κανείς το αγαπά βαθιά. Συχνά, στην κατάσταση περιλαμβάνεται και η γνώση πως το αντικείμενο ή ο άνθρωπος δεν θα επιστρέψει ποτέ.
Ακολούθησαν συνεργασίες με τον Γκόραν Μπρέγκοβιτς για ένα κομμάτι που συμπεριελήφθη στην ταινία του Εμίρ Κοστουρίτσα Underground, το 1995, αλλά και μια υποψηφιότητα για βραβείο Γκράμι την ίδια χρονιά. Ωστόσο, η Σεβάρια Εβόρα δεν θα κερδίσει το Γκράμι παρά το 2003, για το άλμπουμ Voz d’Amor.
Σεζάρια Εβόρα: Η ντίβα της μόρνα
Πριν να έρθει η Σεζάρια Εβόρα στο μουσικό προσκήνιο λίγοι γνώριζαν το μουσικό είδος που γεννήθηκε στα μέρη της, το Πράσινο Ακρωτήρι. Μια μουσική που κατατάσσεται πλάι στα Φάντου της Πορτογαλία ή τα Μπλουζ των Αφροαμερικανών.
Ως μουσικό είδος, η μόρνα χαρακτηρίζεται από ήρεμο τέμπο και αρμονική δομή, ενώ όπως διαβάζουμε το ξεχωριστό είδος είναι πάντοτε μονοτονικό. Όπως κάθε είδος μουσικής τα θέματα που πραγματεύεται είναι η αγάπη, όμως μιλά συχνά για τον αποχωρισμό, την ξενιτιά, την αγάπη για την πατρίδα και την Σοδάδ.
Η Σεζάρια Εβόρε δεν ερμήνευε, ζούσε
«Ερμηνεύω με τον ίδιο τρόπο είτε πρόκειται για τον πρόεδρο, μια ομάδα ψαράδων σε ένα μπαρ ή μια μεγάλη συναυλία» δήλωνε πριν από κάποια χρόνια στη βρετανική Guardian επιβεβαιώνοντας πως αδιαφορούσε για τον κουρνιαχτό που σηκωνόταν γύρω της και τα φλας της δημοσιότητας. Η μουσική ήταν για εκείνη κάτι πηγαίο, φυσικό, όσο και το να μιλήσει. «Δεν νιώθω χαρά ή λύπη όταν τραγουδώ τη μουσική μου, νιώθω ο εαυτός μου» σημειώνει χαρακτηριστικά.
Μπορεί να έλειψε δέκα χρόνια από τη μουσική, όμως δεν την άφησε ποτέ από το 1985 και έκτοτε. «Στα μέρη μου λέμε πως το φυσικό είναι οι γέροι να φεύγουν πρώτοι, αλλά δεν είμαστε και θεοί! Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία» δήλωνε κάποτε για το ενδεχόμενο να αποσυρθεί από τη μουσική σκηνή.
Έτσι και έγινε, το 2011, όταν η ντίβα ανακοίνωσε πως θα πρέπει να σταματήσει. Νωρίτερα, οι γιατροί της στο Παρίσι της συνιστούσαν να σταματήσει την περιοδεία της και να ξεκουραστεί. Πέθανε στις 17 Δεκεμβρίου του 2011 γράφοντας το όνομά της με χρυσά γράμματα στην ιστορία της παγκόσμιας μουσικής.