Μια χούφτα αραβικά νομίσματα, που βρέθηκαν σε οπωρώνα στο Ρόουντ Άιλαντ κι άλλες τοποθεσίες στη Νέα Αγγλία των ΗΠΑ, ρίχνουν νέο φως στην τύχη του πλέον καταζητούμενου πειρατή, ενός από τους πλέον αιμοδιψείς -και μέχρι τώρα μυστηριώδεις- εγκληματίες στην Ιστορία.
Ο λόγος για τον κάπτεν Χένρι Έιβερι και το πλήρωμά του, που λεηλάτησαν το 1695 μ.Χ. ένα οπλισμένο εμπορικό πλοίο της αυτοκρατορίας των Μουγκάλ (Μογγόλων) της Ινδίας. Το Ganj-i-Sawai, όπως λεγόταν το σκάφος, είχε αποπλεύσει από την Υεμένη με πλούσιο φορτίο και προσκυνητές που επέστρεφαν από τη Μέκκα με προορισμό το Σουράτ της Ινδίας όταν δέχθηκε την επίθεση του Άγγλου κακοποιού και των πειρατών του, που μετέφεραν αρχικά τη λεία τους στη σημερινή Ρεϋνιόν στον Ινδικό Ωκεανό, προτού ανοίξουν πανιά για τη νήσο Νιου Πρόβιντενς στις Μπαχάμες. Ωστόσο, γρήγορα κυκλοφόρησαν ανά την υφήλιο τα νέα ότι είχαν επικηρυχθεί έναντι υψηλότατης αμοιβής και μέχρι τώρα παρέμενε μυστήριο τι απέγινε ο ίδιος και πολλοί από τους συνεργάτες του.
Νέα στοιχεία στην υπόθεση αυτή ίσως ρίξουν πρόσφατες ανακαλύψεις -ανάμεσά τους κι ένα αραβικό νόμισμα του 17ου αι. μ.Χ. που βρήκε με τη βοήθεια ανιχνευτή μετάλλων ένας ερασιτέχνης ιστορικός, ο 53χρονος Τζιμ Μπέιλι, στο Μίντλεταουν. Ο εντοπισμός του νομίσματος, που πιστεύεται ότι ανήκει στη λεία από το Ganj-i-Sawai, υποδεικνύει ότι κάποιοι από τους πειρατές του Έιβερι -ίσως και ο ίδιος- κατέληξαν στη Νέα Αγγλία. «Είναι μια νέα διάσταση ενός σχεδόν τέλειου εγκλήματος», είπε ο Μπέιλι.
Η πειρατική επίθεση στο πλοίο της Αυτοκρατορίας των Μουγκάλ
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Τον Αύγουστο του 1695 μ.Χ. ο κάπτεν Έιβερι και το πλήρωμα του σκάφους του, Fancy, συνεργάστηκαν με τους πειρατές Τζόζεφ Φάρο, Γουίλιαμ Μέις, Τόμας Τιου, Τόμας Γουέικ και Ρίτσαρντ Γουόντ και τα πληρώματα των σκαφών τους στα Στενά του Μπαμπ ελ Μαντέμπ. Με τον Έιβερι επικεφαλής του πειρατικού στολίσκου έβαλαν στο μάτι μια αρμάδα 25 πλοίων της αυτοκρατορίας των Μουγκάλ, περιλαμβανομένου και του Ganj-i-Sawai, που έφερε 80 κανόνια και του συνοδού του πλοίου Fateh Muhammed.
Τέσσερις με πέντε μέρες αφότου ξεκίνησαν την καταδίωξη οι πειρατές πρόλαβαν και ρήμαξαν το Fateh Muhammed και λίγες μέρες αργότερα, στις 7 Σεπτεμβρίου του 1695 μ.Χ. το Fancy και το Pearl του Μέις στρίμωξαν το Ganj-i-Sawai, που ανήκε στον αυτοκράτορα των Μουγκάλ, Αουαρανγκζέμπ. Πάνω στο σκάφος επέβαιναν προσκυνητές, ενώ στα αμπάρια του έκρυβε χρυσό και ασήμι αξίας εκατομμυρίων σημερινών δολαρίων. Σύμφωνα με κάποιες ιστορικές αφηγήσεις, οι πειρατές επιδόθηκαν σ’ ένα «όργιο τρόμου» σκοτώνοντας όλους τους άνδρες και βιάζοντας τις γυναίκες για να αντλήσουν πληροφορίες για το που βρισκόταν κρυμμένος ο θησαυρός.
Μετά τη λεηλασία του Ganj-i-Sawai, και αφού το πλήρωμα του Pearl πήρε το μερτικό του, το Fancy έβαλε πλώρη για τη Ρεϋνιόν, όπου έφθασε δύο μήνες αργότερα. Οι πειρατές μοιράστηκαν τη λεία τους – σημερινής αξίας περίπου 100. 000 λιρών και πολύτιμα πετράδια
Η επικήρυξη του κάπτεν Έιβερι και των πειρατών του
Αλλά η επίθεση στους προσκυνητές του Ganj-i-Sawai και ο βιασμός των γυναικών – που θεωρήθηκε τεράστια θρησκευτική προσβολή - είχε μεγάλες επιπτώσεις τόσο για την Αγγλία όσο και για την Εταιρεία των Ανατολικών Ινδιών, που προσπαθούσε να συνέλθει από τον καταστροφικό πόλεμο των Άγγλων με την αυτοκρατορία των Μουγκάλ (1686-1690 μ.Χ.) καθώς απειλείτο το μέλλον του αγγλικού εμπορίου στην Ινδία.
Ο ντόπιος Ινδός κυβερνήτης συνέλαβε -σε αντίποινα, αλλά και για να τους προστατέψει απ’ τον μανιασμένο όχλο – όλους τους Άγγλους υπηκόους στο Σουράτ, ενώ ο αυτοκράτορας Αουρανγκζέμπ έκλεισε τα τέσσερα από τα πέντε εργοστάσια της Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών στην Ινδία, φυλάκισε τα στελέχη της κι απείλησε να εξαπολύσει επίθεση στη Βομβάβη για να διώξει μια και καλή τους Άγγλους από την Ινδία. Για να κατευνάσει την οργή του η Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών υποσχέθηκε αποζημιώσεις για τα εγκλήματα του Έιβερι, ενώ το Αγγλικό Κοινοβούλιο χαρακτήρισε τους πειρατές «εχθρούς του ανθρωπίνου γένους» (“hostis humani generis”).
Με το νόμο που πέρασε σταμάτησε να παρέχεται νομική προστασία στους πειρατές αυτούς, ενώ η αγγλική κυβέρνηση επικήρυξε με 500 λίρες τον κάπτεν Έιβερι – ποσό που διπλασίασε αργότερα η Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών και εξαπέλυσε το πρώτο στην Ιστορία παγκόσμιο ανθρωποκυνηγητό για τη σύλληψη ή την εξόντωσή του. «Αν κάνετε μια αναζήτηση στη Google για το “πρώτο παγκόσμιο ανθρωποκυνηγητό” θα εμφανιστεί το όνομα του Έιβερι. Όλοι αναζητούσαν αυτούς τους τύπους», λέει ο Μπέιλι.
Πώς εξαφανίστηκε σαν τον άνεμο ο Έιβερι κι οι πειρατές του
Δεδομένου ότι ήταν πλέον καταζητούμενοι ο Έιβερι και το πλήρωμά του διαφώνησαν ως προς το πού θα έπρεπε να αναζητήσουν καταφύγιο. Οι Γάλλοι και οι Δανοί πειρατές του προτίμησαν να μείνουν στη Ρεϋνιόν, οι υπόλοιποι έβαλαν πλώρη για το Νασάου στις Μπαχάμες που θεωρείτο λημέρι των κουρσάρων. Λίγο πριν ανοίξουν πανιά ο Έιβερι λέγεται ότι απέκτησε κάπου 90 σκλάβους – πολύτιμα εργατικά χέρια για το ταξίδι, αλλά και «ανταλλάξιμο» είδος, που θα επέτρεπε στους πειρατές να μη χρησιμοποιήσουν μέρος από τη λεία τους και να αποκαλύψουν τα ίχνη τους.
Σε μια στάση στο ακατοίκητο νησί Ασενσιόν καταμεσής του Ατλαντικού κατάφεραν να πιάσουν δεκάδες θαλάσσιες χελώνες – αρκετή τροφή για το υπόλοιπο ταξίδι μέχρι το Νασάου, αλλά 70 από τους πειρατές αποφάσισαν να μείνουν εκεί. Τον Μάρτιο του 1696 μ.Χ. το Fance πέρασε από τις Παρθένες Νήσους, όπου πούλησαν μέρος του θησαυρού τους, προτού αγκυροβολήσουν περίπου 50 ν.μ. βορειανατολικά της νήσου Νιου Πρόβιντνενς. Μεταμφιεσμένος ως «κάπτεν Χένρι Μπράιτζμαν», ο Έιβερι παρουσιάστηκε με το πλήρωμά του στον Άγγλο κυβερνήτη του νησιού, Σερ Τροτ ως δουλέμποροι που δεν είχαν άδεια, αλλά είχαν μόλις φθάσει από την Αφρική και χρειάζονταν ανάπαυση. Υποσχέθηκαν 860 λίρες και το Fancy – μετά την εκφόρτωση του φορτίου του – στον Σερ Τροτ με αντάλλαγμα την άδεια ελλιμενισμού και να κρατήσει κρυφή την παρουσία τους. Ο κυβερνήτης δελεάστηκε με την παρουσία του οπλισμένου πλοίου στο λιμάνι του, ενώ επέκειτο επίθεση από τους Γάλλους. Κι όταν του παραδόθηκε το Fancy, ο Έιβερι και το πλήρωμά του άφησαν ένα έξτρα δώρο: 100 βαρέλια με μπαρούτι και μεγάλη ποσότητα με χαυλιόδοντες, καθώς και όπλα, πυρομαχικά και άγκυρες πλοίων.
Ο Σερ Τρότ διέταξε την καταστροφή του πλοίου για να αποκρύψει τα ενοχοποιητικά στοιχεία της συναλλαγής του με τους 113 καταζητούμενους πειρατές και τους ενημέρωσε έγκαιρα να φύγουν, προτού αποκαλύψει στις βρετανικές Αρχές την παρουσία τους στο νησί. Τι απέγινε ο κάπτεν Έιβερι μετά την αναχώρηση από τις Μπαχάμες τον Ιούνιο του 1696 μ.Χ. παραμένει, ωστόσο, ασαφές. Αντικρουόμενες μαρτυρίες αναφέρουν ότι αποσύρθηκε στη Βρετανία ή κάποιο τροπικό νησί, ή σπατάλησε τη λεία του και κατέληξε στην ψάθα. Μια ιστορία αναφέρει ότι το πλήρωμά του χωρίστηκε και κάποιοι παρέμειναν στις Δυτικές Ινδίες, άλλοι κατευθύνθηκαν προς τη Βόρεια Αμερική κι οι υπόλοιποι γύρισαν στην Αγγλία. Μετά απ’ αυτά, συνεχίζει η ιστορία αυτή, ο Έιβερι και 20 από τους πειρατές του έπλευσαν με το Sea Flower του Τζόζεφ Φάρο μέχρι την Ιρλανδία, αλλά καθώς ξεφόρτωναν τον θησαυρό τους κίνησαν υποψίες με δύο από τους άνδρες να συλλαμβάνονται και τον Έιβερι να το σκάει γι’ άλλη μια φορά…