Εχουμε μάθει να πιστεύουμε ότι οι μεγαλύτερες ιδέες και επαναστάσεις «γεννήθηκαν» στη γη από φιλοσόφους και συγγραφείς «αγκυροβολημένους» στα γραφεία τους. Ωστόσο ένα νέο ιστορικό κείμενο έρχεται να τα ανατρέψει όλα, φέρνοντας για πρώτη φορά τους πειρατές στο προσκήνιο.
Στο νέο του βιβλίο, «Outlaws of the Atlantic: Sailors, Pirates, and Motley Crews in the Age of Sail» ο Μάρκους Ρέντικερ, διακεκριμένος καθηγητής της ιστορίας του Ατλαντικού στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, διευκρινίζει ότι τόσα χρόνια βλέπαμε την ιστορία ανάποδα και αποδεικνύει ότι πολλές από τις ιδέες που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο κόσμο, στην πραγματικότητα, γεννήθηκαν πάνω στα κύματα του ωκεανού από ναύτες, πειρατές και σκλάβους.
Μιλώντας στο National Geographic για το βιβλίο του, ο Ρέντικερ εξηγεί γιατί πιστεύει ότι βλέπουμε την ιστορία από τη λάθος οπτική γωνία:
«Εχουμε επικεντρωθεί στις δόξες των μεγάλων εθνικών ηρώων, παραμελώντας τα άτομα που τους ενέπνευσαν και δημιούργησαν τα θεμέλια. Αν θέλουμε να κατανοήσουμε το πώς ο κόσμος ήταν συνδεδεμένος, πώς οι ήπειροι έγιναν μέρος του πλανήτη με ένα διαδραστικό τρόπο, πρέπει να μελετήσουμε τα πλοία και τους ναύτες που έκαναν αυτές τις συνδέσεις. Εξαιρετικά σημαντικές σύγχρονες ιδέες σχετικά με τη φυλή και την τάξη γεννήθηκαν στη θάλασσα. Ωστόσο, έχουμε την τάση να πιστεύουμε ότι η ιστορία συμβαίνει στη γη και θεωρούμε τη θάλασσα ως ένα είδος ιστορικού κενού. Αυτό μας αποκρύπτει σημαντικές πτυχές της παγκόσμιας ιστορικής διαδικασίας» εξηγεί ο Ρέντικερ.
Μάλιστα, στο βιβλίο του ισχυρίζεται ότι οι σπόροι της Αμερικανικής Επανάστασης σπάρθηκαν όχι στη γη, αλλά στη θάλασσα: «Οι απαρχές της Αμερικανικής Επανάστασης βρίσκονται στους ναυτικούς και την αντίσταση τους στην στρατολογία. Το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό ήταν ανέκαθεν ελλιπές, οπότε κατέφευγε στην στρατολογία για να γεμίσει τα πληρώματα του. Οι ναυτικοί, ειδικά στη Βόρεια Αμερική και τις Δυτικές Ινδίες, ξεκίνησαν αρκετά νωρίς, από το 18ο αιώνα να αντεπιτίθενται κατά της πρακτικής αυτής. Από την δεκαετία του 1760 οι μάχες των ναυτών -σε λιμάνια όπως η Βοστώνη, η Νέα Υόρκη και η Φιλαδέλφεια- με το Βασιλικό Ναυτικό ήταν καθημερινό φαινόμενο. Ισχυρίζονταν ότι μάχονταν ενάντια στην τυραννία, γιατί οι καπετάνιοι των πλοίων ήταν συχνά τυραννικοί. Αυτός ήταν ένας κυριολεκτικός ορισμός της μάχης για ανεξαρτησία. Ετσι, οι ναύτες αποτέλεσαν το παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο οι Αμερικανοί έποικοι αντεπιτέθηκαν για να κερδίσουν την ελευθερία τους κατά της τυραννίας. Οι επαναστάσεις αυτών των ναυτικών, στη συνέχεια, επηρέασαν σημαντικά πρόσωπα όπως τον Σαμ Ανταμς στη Βοστώνη, ο οποίος παρακολουθεί ένα ετερόκλητο πλήρωμα να μάχεται για την ανεξαρτησία του και εκφράζει μια ιδέα, η οποία αργότερα έγινε η βάση της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας: ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι»
Οσο για τα Χολιγουντιανά στερεότυπα των πειρατών, όπως ο Κάπταιν Χουκ και ο Τζακ Σπάροου, ο Ρέντικερ εξηγεί ότι ναι μεν ήταν αρκετά επιτυχημένα, αλλά δεν παρουσιάζουν πλήρως τη πραγματικά πλούσια ιστορία του ποιοι ήταν αυτοί οι παράνομοι.
Οπως αναφέρει ο Ρέντικερ: «Αν πάμε πίσω στις αρχικές πηγές, χιλιάδες σελίδες δικαστικών υποθέσεων και άρθρα εφημερίδων, θα διαπιστώσετε ότι υπήρχε μια πολύ πιο σύνθετη ιστορία για την προέλευση της χρυσής εποχής της πειρατείας, τον 18ο αιώνα. Η παραδοσιακή ιστορία είναι ότι οι πειρατές ήταν κτήνη και εγκληματίες με μοναδικό κίνητρο την απληστία τους. Αυτό έχει μία δόση αλήθειας, όπως όλα τα στερεότυπα. Αλλά αυτό που ανακάλυψα είναι ότι οι περισσότεροι πειρατές ήταν απλώς κοινοί ναύτες, πολλοί από τους οποίους είχαν πέσει θύματα κακομεταχείρησης, στα εμπορικά και πολεμικά πλοία που εργάζονταν. Έτσι εκδικούνταν τους πρώην εργοδότες τους και ταυτόχρονα προσπαθούσαν να οικοδομήσουν για τους ίδιους μια καλύτερη ζωή, ακόμα και αν ήταν για ένα μικρό χρονικό διάστημα, αφού κανένας πειρατής δεν θα έφτανε ποτέ τα βαθειά γεράματα»
Μάλιστα, όπως αποκαλύπτει ο Ρέντικερ, ο τρόπος λειτουργίας και ιεραρχίας ενός πειρατικού πλοίου ήταν πολύ πιο δημοκρατικός από του πολεμικού και εμπορικού ναυτικού:
«Αυτό που βρήκα πιο συναρπαστικό ήταν ο εξαιρετικά διαφορετικός τρόπος με τον οποίο οργάνωναν τα πλοία τους. Ερχονταν από την απόλυτη μονοκρατορία, όπου ο καπετάνιος είχε πλήρη εξουσία πάνω στο πλήρωμα, ακόμα και το δικαίωμα να χτυπήσει κάποιον μέχρι θανάτου. Αλλά όταν οι στασιαστές καταλάμβαναν ένα πλοίο, το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να εκλέξουν το δικό τους καπετάνιο με δημοκρατικές διαδικασίες, ενώ χώριζαν τα λάφυρα με ισότιμο τρόπο. Οι πειρατές δημιούργησαν επίσης ένα πρώτο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, όπου φρόντιζαν τα μέλη του πληρώματος που τραυματίζονταν στις μάχες» εξηγεί ο Ρέντικερ και προσθέτει:
«Αυτό που έχω προσπαθήσει να κάνω είναι να πάρω αυτό το τρομακτικό στερεότυπο του πειρατή με τον γάντζο, το ξύλινο πόδι και το ένα μάτι και να το εξανθρωπίσω, παρουσιάζοντας τις ρίζες του ως ναυτικού»
Ωστόσο το πρόβλημα της πειρατείας συνεχίζεται ακόμα και στις μέρες μας στη Σομαλία. Σύμφωνα με τον Ρέντικερ, η κατάσταση παραμένει σε ένα επίπεδο ίδια και η δική τους βία είναι απάντηση στη βία που υφίστανται: «Θα προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τις συνθήκες των ναυτικών κατά τον 18ο αιώνα και τις επιλογές που έκαναν. Τονίζω ότι είχαν παγιδευτεί σε ένα εξαιρετικά βίαιο σύστημα, και ότι η δική τους βία ως πειρατές ήταν μια απάντηση σε αυτό. Νομίζω ότι μια παρόμοια προσέγγιση θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την πειρατεία στη Σομαλία. Η πειρατεία χρονολογείται από την αρχαία Ελλάδα. Καράβια με προσοδοφόρο φορτίο περνούσαν από περιοχές των φτωχών ανθρώπων, που είχαν επίσης σκάφη και συχνά έκαναν επιθέσεις στα μεγαλύτερα πλοία προσπαθώντας να αποσπάσουν τα λάφυρα.
Αυτό που μου φαίνεται σημαντικό στην περίπτωση της Σομαλίας είναι ότι πολλοί από τους πειρατές προέρχονται από την καταστροφή των αλιευτικών κοινοτήτων. Ευρωπαϊκοί και ιαπωνικοί αλιευτικοί στόλοι, υπεραλιεύουν τα νερά γύρω από τη Σομαλία καταστρέφοντας τα προς το ζην για πολλούς ψαράδες. Έτσι στράφηκαν στην πειρατεία ως απάντηση. Υπό αυτή την έννοια, πιστεύω ότι υπάρχουν ορισμένες ομοιότητες μεταξύ των παλαιών πειρατών και των νέων. Αυτές είναι οι απαντήσεις των φτωχών ανθρώπων, οι οποίοι δεν έχουν πολλές άλλες επιλογές. Υπάρχουν πολιτικά και οικονομικά θέματα. Και η παγκόσμια ανισότητα είναι σίγουρα ένα από αυτά» καταλήγει ο Ρέντικερ.