Aκολουθούμε ίχνη υλικού πολιτισμού με στρώματα ιστορίας. Το βιβλίο με τις συνταγές των Ελληνίδων γιαγιάδων, παγωτά με αυθεντικό κρητικό κατσικίσιο γάλα, οι βεντάλιες που ανοίγουν σελίδες τέχνης και ακολουθούν ελληνικά τοπία και ένα σπάνιο εύρημα μόδας με μουσειακό χαρακτήρα στο Κουκάκι. Οι επιλογές.
Πατριδογνωσία και συναισθηματική γεωγραφία στην κουζίνα της γιαγιάς
Μπορεί ο Προυστ να ξυπνούσε το θυμικό και τη μνήμη του φέρνοντας στο στόμα τις περίφημες μαντλέν του, όμως οι περισσότεροι από εμάς, εδώ, στην Ελλάδα, έχουμε συνδέσει αυτή τη διαδικασία με τις γεύσεις που έβαλε μπροστά μας σε ένα πιάτο η γιαγιά μας. Από τις τηγανητές της πατάτες, που όμοιες δεν υπήρχαν, μέχρι την πίτα με το χειροποίητο φύλλο, το ρυζόγαλο, το πικάντικα άγρια χόρτα της...
Στα χωριά, στα νησιά, στην πόλη, οι γιαγιάδες που μας κανάκεψαν, μας λάτρεψαν, μας τάισαν με υλικά την αγάπη και την έγνοια τους. Έτσι, το βιβλίο της Αναστασίας Μίαρη «Γιαγιά: Time-perfected Recipes from Greece’s Grandmothers» που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Hardie Grant, αποτελεί ένα συναισθηματικό ημερολόγιο και ευρετήριο γεύσεων με οδηγό τη γιαγιά της Αναστασία, αλλά και άλλες γιαγιάδες που συνάντησε σε όλη την Ελλάδα.
Οι τελευταίες από τις μαυροφορεμένες γυναίκες της ελληνικής περιφέρειας, άλλες με κάτασπρα κοντά μαλλιά και πλατιά χαμόγελα περήφανες για τα μποστάνια τους ή για τη μαεστρία τους στα ζυμάρια. Αναλογιστείτε ότι είναι γυναίκες τρυφερές που ξεχειλίζουν από αγάπη για εμάς και ταυτόχρονα έχουν δείξει ασύλληπτη δύναμη στη ζωή τους. Έχουν περάσει από σαράντα κύματα. Ανάμεσά τους και οι νέες γιαγιάδες, που μας πήγαν για πρώτη φορά στο θέατρο, για δημιουργικό παιχνίδι, εκδρομές με το αυτοκίνητό τους, μας διάβασαν βιβλία ξεχωριστά και την ίδια ώρα μας ετοίμαζαν τα πιάτα που λαχταρούσαμε.
Αυτές και οι συνταγές τους μας οδηγούν στο βιβλίο της Αναστασίας Μίαρη. Υπέροχες και ανεπιτήδευτες, με ένα φως αληθινό που δεν γίνεται ποτέ σκληρό οι φωτογραφίες του Marco Argüello. Αναζητήστε το βιβλίο με τις γιαγιαδίστικες συνταγές στο Hyper Hypo. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει προκαλέσει το διεθνές ενδιαφέρον. Άλλωστε, υπάρχει πιο αυθεντικός, αδιαμεσολάβητος τρόπος να γνωρίσεις την ελληνική κληρονομιά και φιλοσοφία ζωής; Όπως αναδύεται γύρω από ένα τραπέζι όπου οι αντιστάσεις πέφτουν και τα συναισθήματα απελευθερώνονται.
Βεντάλια στο χέρι -και αυτή που σχεδίασε ο Δημήτρης Παπαϊωάννου
Μοιάζει με μια μικρή performance, με πρόσχημα τον δροσισμό. Ο τρόπος που την κρατάς, η ταχύτητα που θα ανοίξεις τη βεντάλια, πώς θα παίξεις με αυτήν κρατώντας στα ακροδάχτυλά σου, αν θα κρυφτείς πίσω από αυτήν, πώς θα τη χτυπήσεις νευρικά. Και φυσικά είναι μια δήλωση αισθητικής: το υλικό της, η εικόνα που φέρνει επάνω της.
Όταν σκέφτομαι τις βεντάλιες, ανεβαίνω νοητά στον όροφο της Πινακοθήκης με την υπέροχη ξύλινη βεντάλια που ζωγράφισε ο Τσαρούχης με ναύτες και γυμνούς άνδρες - και θυμάμαι τις φωτογραφίες του να ερμηνεύει ρόλους της όπερας κρατώντας μια βεντάλια στο χέρι. Ή, σε μια εντελώς διαφορετική όχθη, σκέφτομαι τον Καρλ Λάγκερφελντ, τον σκληρό Γερμανό Κάιζερ της μόδας με τα κομμένα δερμάτινα γάντια και τις τεράστιες βεντάλιες.
Ας δούμε τη βεντάλια που σχεδίασε ο Δημήτρης Παπαϊωάννου μετά από πρόσκληση του Mandarin Oriental Hotel Group με αναφορά στη Μεσσηνία. Σαν μια άσκηση Τέχνης με ακρυλικές μπογιές σε διαφάνειες και μαρκαδόρους σε ιαπωνικό ρυζόχαρτο, ο Παπαϊωάννου δημιούργησε ένα έργο σαν και αυτά που μας έχει μυήσει να βλέπουμε στη σκηνή. Εκεί όπου κάθε λεπτομέρεια, κάθε ίχνος, έχει μια αφήγηση από πίσω, ένα νόημα, είναι πεδίο ελεύθερης κατανόησης και συμβολισμού.
Πάνω στη βεντάλια που θυμίζει την επιφάνεια ενός αρχαίου κεραμικού όπως βγαίνει από το χώμα, ή το «δέρμα» ενός αρχαίου οστράκου, ο Παπαϊωάννου έφερε το βαθύ πράσινο της γόνιμης μεσσηνιακής γης, το μεγαλείο των βουνών, φυσικά την ορμή της θάλασσας. Μια ροή ελεύθερη και διαρκής πάνω στην επιφάνεια της βεντάλιας που είναι κατασκευασμένη με ξύλο ελιάς από την περιοχή. Η βεντάλια δημιουργήθηκε για τον διεθνή ξενοδοχειακό όμιλο με αναφορά στο Costa Navarino και το τοπίο στο οποίο έχει αναδυθεί.
Στο Μουσείο Μπενάκη, στο πωλητήριο, κρέμονται από την οροφή κάποιες βεντάλιες διαφορετικές από τις συνηθισμένες με μακρύ ξύλινο χέρι. Το πανί δεν ανοίγει, είναι σταθερό και έχει ένα σχεδόν τετράγωνο ή στρόγγυλο σχήμα.
Μία από τις βεντάλιες της Μικράς Ασίας -χειροποίητες δημιουργίες του Χρήστου Χρηστίδη και του Μιχάλη Μαϊδάτση (Chrisma58) από φυσικά υλικά- αναπαράγει λεπτομέρεια από κεραμικό πιάτο με ελληνικές σημαίες, κορώνα και την επιγραφή «1921 ΕΝΘΥΜΙΟΝ ΚΙΟΥΤΑΧΕΙΑΣ». Αγοράστηκε στην Κιουτάχεια από τον ίλαρχο Γεώργιο Στανωτά και ανήκει στη συλλογή Ντίνου Κόγια.
Όμως και στα πωλητήρια του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), κάθε μουσείο του ομίλου έχει τη χαρακτηριστική του βεντάλια, εμπνευσμένη από το λογότυπο κάθε τόπου - μεταξιού, λαδιού, αργυροχρυσοχοΐας, μαστίχας Χίου κ.ο.κ.
Τα πολύτιμα του Yves Saint Laurent
Ιχνογραφία του υλικού πολιτισμού, των συναντήσεων της τέχνης με την μόδα, ξανά, στον χώρο του Mo Vintage στην οδό Βεΐκου στο Κουκάκι. Ή πώς μια ζώνη από τη συλλογή Άνοιξη-Καλοκαίρι 1977 του Yves Saint Laurent έχει τον πολλαπλασιαστικό όγκο ενός κοσμήματος, ενός γλυπτικού αντικειμένου.
Ένα από τα μικρά αριστουργήματα που ανακαλύπτει και φέρνει στην Αθήνα το Mo Vintage, για την ακρίβεια ο Γιώργος που είναι ο δημιουργός του με τη διεθνή φήμη. Πολλά μικρά νομίσματα, charms, στο χρώμα του χρυσού, κρέμονται από μια ζώνη με πολύχρωμες κορδέλες. Η λέξη ΕΛΕΥΣΑ ξεχωρίζει σε ένα νόμισμα κάτω από τη μορφή ενός άνδρα με άλογα. H ζώνη υπάρχει και στο αρχείο του Costume Institute στο Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης, στο αρχείο για τον Yves Saint Laurent.
Κρητικό παγωτό από κατσικίσιο γάλα σε 32 γεύσεις:
Τα λένε Goat it, έχουν μια pop αισθητικής χαμογελαστή κατσίκα στο κουτί τους και μέσα φέρουν αυθεντικό παγωτό με κρητικό κατσικίσιο γάλα σε περίπου 32 γεύσεις -ακόμη και γεύση χαρούπι. Πίσω του βρίσκεται μια από τις ωραίες ιστορίες που συνδυάζουν την επιχειρηματικότητα με την ελληνικότητα και τη διάθεση να πας κόντρα στα δεδομένα και στα στερεότυπα της κρίσης.
Πάνω στην εμφάνιση και στην έξαρση της πανδημίας, το 2020, ο Γιάννης Σφηνιάς αποφάσισε να εγκαταστήσει στα Χανιά μια πρότυπη μονάδα παραγωγής παγωτού με ξεχωριστή γεύση, που βασίζεται στην αυθεντική και αγνή μοναδικότητα του κατσικίσιου γάλακτος. Έτσι προέκυψε και το λογοπαίγνιο με το όνομά της: Goat it. H υπεροχή του κατσικίσιου γάλακτος έναντι του αγελαδινού καθώς και η εξαιρετική διατροφική αξία όλων των υπόλοιπων συστατικών που συνθέτουν την κάθε γεύση παγωτού καθιστούν την γκάμα της Goat it ιδανική επιλογή για όσους αγαπούν την ιδιαιτερότητα της ελληνικής γαστρονομίας και την υπεροχή της μεσογειακής διατροφής. Στην Αθήνα τα βρίσκει κανείς αυτή τη στιγμή στον Θανόπουλο, στον Μπαλάσκα και στο Νora.
Και να, η μνήμη ξυπνά πάλι, μαζί με την προσωπική αλλά και συλλογική οικονομική και κοινωνική ιστορία: πόσες εικόνες έχουμε στο μυαλό μας από τα ορεινά χωριά της Ελλάδας με τους κτηνοτρόφους να αρμέγουν κατσικίσιο γάλα το οποίο γινόταν περιζήτητο λόγω της περιεκτικότητάς του σε θρεπτικά συστατικά. Τώρα συναντά την απόλαυση ενός παγωτού.
Το κατσικίσιο γάλα ξαναμπαίνει δυναμικά στη διατροφή μας παγκοσμίως λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς του σε πολύτιμα θρεπτικά συστατικά. Έχει χαμηλά ποσοστά λακτόζης, άρα είναι κατάλληλο και για όσους παρουσιάζουν δυσανεξία σε αυτήν, ενώ μοιάζει πολύ με το μητρικό γάλα, άρα είναι πιο εύπεπτο και αφομοιώσιμο από τον ανθρώπινο οργανισμό.