Η ταινία «Το χρέος του εκτελεστή» σε σκηνοθεσία Μάικλ Κίτον, ο ίδιος έχει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο, έκανε πρεμιέρα στις ελληνικές αίθουσες. Πώς τη γύρισε σε μόλις 25 ημέρες, ιστορίες από τα backstage της ταινίας.
Ο υποψήφιος για Όσκαρ, Μάικλ Κίτον, με το που διάβασε το σενάριο της ταινίας «Το χρέος του εκτελεστή», που κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες, εξέφρασε την επιθυμία του τόσο να την σκηνοθετήσει όσο και να παίξει παρόλο που είχε ελάχιστο χρόνο για να τη δημιουργήσει. Όπως θα αναφέρει και ο ίδιος, το γεγονός πως το σενάριο ήταν κάτι μεταξύ μαύρης κωμωδίας, φιλμ νουάρ -δεν ήταν πολύ συγκεκριμένο το είδος -τον γοήτευσε λίγο παραπάνω.
Το χρέος του εκτελεστή: Η υπόθεση της ταινίας
Όταν ένας πληρωμένος δολοφόνος (Μάικλ Κίτον) μαθαίνει ότι πάσχει από μία ραγδαία αναπτυσσόμενη μορφή άνοιας, αποζητά την ευκαιρία να εξιλεωθεί, σώζοντας τη ζωή του γιου του (Τζέιμς Μάρσντεν), με τον οποίο ήταν για χρόνια αποξενωμένος.
Τί κέντρισε το ενδιαφέρον του Μάικλ Κίτον στο σενάριο
Ο υποψήφιος για Όσκαρ Μάικλ Κίτον σχολιάζει πώς ένιωσε όταν διάβασε το σενάριο του Γκρέγκορι Πουαριέ: «Θυμάμαι να το διαβάζω και να σκέφτομαι ότι είναι πολύ καλογραμμένο και μετά αναρωτιόμουν πότε θα το κάνω. Δεν είναι σπάνιο να διαβάζεις κάτι και να το βάζεις στην άκρη, γιατί κάνεις μια άλλη ταινία ή γιατί η προσωπική σου ζωή σε απασχολεί σε εκείνη τη φάση».
Κάθε τόσο ο Κίτον σκεφτόταν το σενάριο ξανά και το ξεφύλλιζε. Την τελευταία φορά που το έκανε, κάλεσε τον παραγωγό του και δήλωσε ότι ήθελε να πρωταγωνιστήσει και να το σκηνοθετήσει. Αρχικά, η ταινία δεν του φαινόταν σωστή για εκείνον και προβληματιζόταν για τη διασταύρωση φιλμ νουάρ, μαύρης κωμωδίας και οικογενειακών αξιών. «Δεν ανήκει σε μία κατηγορία. Μετά κατάλαβα ότι αυτό ακριβώς ήταν που μου άρεσε, ότι δεν ανήκε σε μία συγκεκριμένη κατηγορία» σχολιάζει ο Κίτον.
Μέντορας του ο Αλ Πάτσίνο
Ο Κίτον υποδύεται τον Νοξ, έναν πληρωμένο δολοφόνο που χάνει τη μνήμη του, ωστόσο δεν θέλει να αποκαλύψει πολλά για την πλοκή. «Υποδύομαι έναν εκτελεστή. Έκανα μία ταινία για έναν εκτελεστή. Έχουν ξαναγίνει τέτοιες ταινίες. Αυτή, όμως, είναι εξαιρετικά καλογραμμένη και έχει ωραία πλοκή. Πραγματεύεται τις σχέσεις με τον γιο μου, με την πρώην σύζυγο μου και τον μέντορα μου, Αλ Πατσίνο».
Όταν ο Νοξ ενημερώνεται για τη διάγνωση του, ξέρει ότι πρέπει να συμφιλιωθεί με την οικογένεια του, παρόλο που έχουν αποξενωθεί. «Έχουν περάσει 16 χρόνια από τότε που έχει δει τον γιο του τελευταία φορά και μόλις έχει μάθει ότι πάσχει από μία σπάνια μορφή άνοιας. Ο χρόνος μετράει αντίστροφα. Όχι μόνο για να συμφιλιωθεί αλλά και για να σώσει τον γιο του από τη φυλακή».
Καθώς ο Νοξ καταστρώνει το σχέδιο του, μερικές ενέργειες του δεν φέρουν αποτέλεσμα. Για την ακρίβεια, είναι εντελώς λανθασμένες. «Γνωρίζοντας την κατάσταση του και τη σταδιακή απώλεια της μνήμης του, το κοινό αναρωτιέται αν ξέρει τι κάνει ή αν κάνει απλώς λάθη» επισημαίνει ο Γκόρντον. «Είναι ένας αφερέγγυος αφηγητής» συνεχίζει ο παραγωγός. «Δεν ξέρεις τι να πιστέψεις. Ο Νοξ είναι ο κλασικός αντιήρωας του φιλμ νουάρ γιατί βρίσκεται εγκλωβισμένος στις καταστάσεις. Είναι ένας χαρακτήρας χωρίς ηθική».
Οι δημιουργοί της ταινίας ήταν σίγουροι ότι για τον ρόλο του πατριάρχη του εγκλήματος, του Χαβιέ, ήθελαν να συνεργαστούν με τον θρυλικό Αλ Πατσίνο.
Ο Αλ Πατσίνο διάβασε το σενάριο και του άρεσε, οπότε ο Κίτον τον πήρε τηλέφωνο. «Δεν μου αρέσει να μιλάω πολύ για το παίξιμο, αλλά με ενδιαφέρουν οι ηθοποιοί. Μιλήσαμε με τον Αλ στο τηλέφωνο και όλα ήταν πολύ εύκολα. Δεν ήταν καθόλου στημένο» σχολιάζει ο Κίτον για τη συνεννόηση του με τον Πατσίνο από τα πρώτα στάδια.
Ο Κίτον είχε στη διάθεση του 25 μέρες για να γυρίσει την ταινία και ο χρόνος ήταν περιορισμένος για όλους. «Δεν είχαμε χρόνο για πρόβες με κανέναν. Δεν κάναμε μακριές συζητήσεις. Διαθέταμε χαμηλό προϋπολογισμό. Ήταν μία περίπλοκη παραγωγή. Για αυτό την ονόμασα ταινία Jenga. Αν αφαιρέσεις ένα κομμάτι, η ιστορία καταρρέει».
Ως σκηνοθέτης και ηθοποιός, ο Κίτον γνωρίζει τα προτερήματα του να εμφανίζεσαι σε δική σου ταινία. «Μπορείς να κινηθείς πιο γρήγορα. Ξέρεις ποιος είναι ο χαρακτήρας σου. Δεν πολυσυζητάς με τον εαυτό σου» επισημαίνει.
Όταν ο Αλ Πατσίνο εμφανίστηκε στο γύρισμα
Την πρώτη μέρα που εμφανίστηκε ο Αλ Πατσίνο στο σετ, όλοι σιώπησαν. «Άκουγες μέχρι και την καρφίτσα να πέφτει» σχολιάζει ο Γκόρντον. «Ένιωθες την ενέργεια να αλλάζει. Είναι ένας εθνικός θησαυρός, ένα όνειρο που εκπληρώθηκε. Όταν εμφανίστηκε, ήταν σαν όλοι να αιωρούνταν πάνω από το έδαφος».
Αντίστοιχα, όταν η Μάρσια Γκέι Χάρντεν και ο Κίτον έπαιζαν μαζί σε μία σκηνή, όλο το υπόλοιπο καστ και το συνεργείο είχαν κομμένη την ανάσα. «Υπάρχουν ορισμένοι ηθοποιοί που ξέρεις ότι θα βρουν τη σκηνή μόνοι τους. Η Μάρσια είναι ακριβώς έτσι. Αναγνωρίζει πότε δεν λειτουργεί κάτι και το αλλάζει για να το κάνει να δουλέψει» σχολιάζει ο Κίτον.
Ο πιο έντονος χαρακτήρας συναισθηματικά είναι ο Μάιλς και ο Τζέιμς Μάρσντεν επιλέχθηκε αμέσως μετά από μία συνάντηση μέσω Zoom με τον Κίτον, στην οποία ανακάλυψαν ότι έχουν την ίδια άποψη για τον χαρακτήρα του Μάιλς. «Ο Μάιλς έχει πολλά βάρη» λέει ο Μάρσντεν. Ως συναισθηματικός πυρήνας της ιστορίας, τα συναισθήματα του κινούνται ανάμεσα στην οργή και την απόγνωση, τη μεταμέλεια, τον φόβο και την αγάπη. «Ο Μάιλς έκανε μία συνειδητή επιλογή όταν ανακάλυψε ότι ο πατέρας του είναι πληρωμένος δολοφόνος. Αποφάσισε να κάνει τα πάντα για να είναι το αντίθετο του Νοξ. Δεν ήθελε το DNA του να καθορίσει τη μοίρα του. Δεν ήθελε η κόρη του να επηρεαστεί από το μονοπάτι που διάλεξε ο Νοξ. Κι όμως, μετά από 16 χρόνια αποξένωσης, βρίσκεται στο κατώφλι του και χρειάζεται βοήθεια».
Ο ηθοποιός ενθουσιάστηκε με την ευκαιρία να συνεργαστεί με τον Κίτον. «Είναι από τους σπουδαίους, εμβληματικούς ηθοποιούς. Έπρεπε να βάλω στην άκρη το δέος μου και να θυμάμαι ότι υπήρχε λόγος που με ήθελε εκεί» λέει ο Μάρσντεν.
Ο Κίτον εντυπωσιάστηκε από την αφοσίωση και την ερμηνεία του Μάρσντεν. «Θα σας πάρει τα μυαλά. Είναι ένας γλυκός τύπος… και ελπίζω να μην του κατέστρεψα τη ζωή» σχολιάζει ο Κίτον.
«Ήταν σημαντικό για εμένα να ξέρω ότι στην καρέκλα του σκηνοθέτη καθόταν ένας ηθοποιός, γιατί καταλαβαίνει τις προκλήσεις και τις αμφιβολίες μου» λέει ο Μάρσντεν. «Ως ηθοποιός πρέπει να είσαι γενναίος και να παίρνεις ρίσκα. Ο Μάικλ καλλιέργησε ένα ασφαλές και απίθανο κλίμα στο σετ».
Η κωμική ηθοποιός Σούζι Νακαμούρα, που υποδύεται την καυστική ντετέκτιβ Ικάρι, συμφωνεί με τον Μάρσντεν για το γεγονός ότι ο Κίτον είναι ο τέλειος σκηνοθέτης για τους ηθοποιούς του. «Σπάνια ένας σκηνοθέτης που δεν είναι ηθοποιός ο ίδιος μπορεί να εκτιμήσει όλα αυτά που κάνεις. Επίσης, ο Μάικλ έχει φοβερό χιούμορ» λέει η Νακαμούρα.
«Είχα δει τη Σούζι σε μερικές δουλειές της και πάντα με έκανε να γελάω» λέει ο Κίτον. «Ήθελα κάποια με εμπειρία στην κωμωδία για αυτόν τον ρόλο. Οι αστείοι άνθρωποι έχουν μία ευφυία που σε αιφνιδιάζει».
Η Πολωνή ηθοποιός Τζοάνα Κούλιγκ, που υποδύεται την Άνι, ενθουσιάστηκε που μιλούσε αγγλικά σε μία ταινία, διατηρώντας όμως την πολωνική προφορά της. «Ο Μάικλ σκηνοθετεί πολύ γρήγορα» λέει η ηθοποιός. «Και μερικές φορές δυσκολευόμουν να βρω τη διατύπωση ή την προφορά. Αλλά έβλεπα στο πρόσωπο του ότι το ήθελε αυτό. Είναι ηθοποιός ο ίδιος και μου έδειχνε γρήγορα πώς να μεταβώ από το ένα συναίσθημα στο άλλο».
«Η αφήγηση ιστοριών δεν συγκρίνεται με τίποτα, όπως και ο κινηματογράφος, όπου μπορείς να πεις κάτι χωρίς να πεις ούτε μία λέξη» λέει ο Κίτον. «Αυτό είναι το αγαπημένο μου σημείο. Είμαι πολύ περήφανος για τους ηθοποιούς που ζωντάνεψαν αυτούς τους χαρακτήρες. Είναι τιμή μου που συνεργάστηκα μαζί τους» καταλήγει ο Κίτον.