Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες ο Κίλιαν Μέρφι πρωταγωνιστεί στο «Μικρά Πράγματα σαν κι Αυτά» που βασίζεται στο βιβλίο της Κλερ Κίγκαν.
Η Μαριόν Κοτογιάρ μεταμορφώνεται κυριολεκτικά για το «Μικρό Θλιμμένο κορίτσι» και ο Άγγελος Φραντζής μας συστήνει τη δική του εκδοχή πάνω στον «Νόμο του Μέρφυ».
Κινηματογραφικές πρεμιέρες για το Σαββατοκύριακο
Μικρά Πράγματα σαν κι Αυτά (Small Things Like These)
Σκηνοθεσία: Τιμ Μίλαντς
Παίζουν: Κίλιαν Μέρφι, Έμιλι Γουάτσον, Αϊλίν Γουόλς, Μισέλ Φέρλεϊ, Πάτρικ Ράιαν, Πίτερ Κλάφεϊ
Περίληψη: Στις κινηματογραφικές πρεμιερες, στην Ιρλανδία του 1985 κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων, ένας προμηθευτής κάρβουνου έρχεται αντιμέτωπος με μια σκοτεινή πραγματικότητα, όταν παραδίδει παραγγελία σε ένα μοναστήρι.
Ο Κίλιαν Μέρφι συγκέντρωσε ως παραγωγός μία καταπληκτική ομάδα συντελεστών για να μεταφέρουν το ομότιτλο βραβευμένο διήγημα της Κλερ Κίγκαν στη μεγάλη οθόνη.
O Μπιλ Φέρλονγκ, ένας προμηθευτής καυσόξυλων, ζει τίμια και ήσυχα σε μια εργατική κωμόπολη της Ιρλανδίας το 1985 μαζί με τις τέσσερις κόρες του, οι οποίες φοιτούν και στο καθολικό σχολείο, και τη σύζυγό του, που του επισημαίνει ότι περνάει μια απροσδόκητη κρίση. Στην πραγματικότητα, ο Μπιλ συχνά ανατρέχει στο παρελθόν, όταν μεγάλωνε με τη μητέρα ως «μπάσταρδος», περιμένοντας έναν πατέρα που ποτέ δεν ήρθε. Όταν μια μέρα παραδώσει ένα φορτίο στο μοναστήρι της περιοχής, θα έρθει αντιμέτωπος με ένα σκοτεινό μυστικό: πως οι καλόγριες έχουν μαζέψει ανήλικες κοπέλες, που έχουν μείνει έγκυες εκτός γάμου, και τις εκμεταλλεύονται στεγνά. Τότε, εκείνος βρίσκεται σε δίλημμα: πρέπει να μιλήσει, ή να συνεχίσει τη ζωή του, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την επιβίωση της οικογένειάς του;
Η ιστορία των «πλυντηρίων της Μαγδαληνής» αποτελεί μια ντροπιαστική σελίδα για την καθολική Εκκλησία της Ιρλανδίας, η οποία ποτέ δεν ζήτησε έστω μια «συγγνώμη» για αυτή την εφιαλτική πραγματικότητα, ακόμα κι όταν όλα ήρθαν στο φως και αποδείχτηκαν περίτρανα. Αυτό το ζήτημα θίγει στο εκπληκτικό της βιβλίο η Κίγκαν, η οποία μάλιστα το αντιμετωπίζει μέσα από την οπτική ενός άνδρα, που είναι γιος μιας γυναίκας, η οποία έζησε στο περιθώριο εξαιτίας κοινωνικών προκαταλήψεων, αλλά και πατέρας τεσσάρων κοριτσιών, που σύντομα θα έρθουν αντιμέτωπες με έναν κόσμο πολύ σκληρό για τις γυναίκες.
Ο Κίλιαν Μέρφι είχε στο μυαλό του το συγκεκριμένο βιβλίο εδώ και καιρό, πράγμα που εμπιστεύτηκε στον Ματ Ντέιμον, όταν γνωρίστηκαν στα γυρίσματα του «Οπενχάιμερ». Εκείνος τότε του πρότεινε να κάνει την παραγωγή με την εταιρεία που διατηρεί με τον Μπεν Άφλεκ. Ο Μέρφι, που έκτος από τον πρωταγωνιστικό ρόλο, εκτελεί και χρέη συμπαραγωγού, φυσικά επέμεινε τα γυρίσματα να γίνουν στην Ιρλανδία, και κάλεσε τον Βέλγο Τιμ Μίλαντς, με τον οποίο γνωρίζονται από το « Peaky Blinders» να αναλάβει τη σκηνοθεσία, και τον Έντνα Γουόλς (συνεργάτη στο θέατρο για πάνω από 20 χρόνια) τη διασκευή του σεναρίου.
Με βασικό άξονα την ενοχή που κάποιος φορτώθηκε χωρίς να ευθύνεται, την ενοχή που μας βαραίνει, επειδή έτσι αποφάσισε ένα σύστημα, και κυρίως την ενοχή για να μη μιλάς, όταν βλέπεις την αλήθεια, το «Μικρά πράγματα σαν κι αυτά» εστιάζει όχι μόνο στη συγκεκριμένη υπόθεση, αλλά στα τραύματα που τελικά κουβαλάμε και στις ευθύνες που έχουμε για όσα συμβαίνουν γύρω μας, με έναν αφοπλιστικό, τρυφερό τρόπο, χωρίς να κουνάει το δάχτυλο.
Με μια «διακριτική «κινηματογράφηση, ο Μίλαντς δεν θα δείξει, όπως ο Πίτερ Μάλαν στο «Magdalene Sisters» (2008) τα εγκλήματα της Εκκλησίας, αλλά θα μιλήσει για όλες εκείνες τις μικρές και φαινομενικά ασήμαντες λεπτομέρειες που μας καθορίζουν, ή μας στοιχειώνουν. Η ιρλανδική πόλη μέσα από τον φακό του μοιάζει με σκηνικό μιας ντικενσιανής ιστορίας, τα κοράκια που κλέβουν φαγητό από τις αυλές λειτουργούν ως σύμβολα και η παγωμένη χρωματική παλέτα που χρησιμοποιεί για τις εικόνες της Μονής, δίνουν τον τόνο, αποτυπώνοντας τη βία υπαινικτικά, αλλά καίρια.
Ο Κίλιαν Μέρφι με το αφοπλιστικό του βλέμμα, άλλοτε αθώο και πληγωμένο, άλλοτε βαθιά κουρασμένο, παραδίδει ακόμα μια σημαντική ερμηνεία, κατακρημνίζοντας την εικόνα του σκληρού, αλλά ευάλωτου μάτσο άνδρα. Αντίθετα, ο δικός του ήρωας, όχι απλώς δεν έχει σχέση με την τοξική αρρενωπότητα, αλλά υπήρξε και θύμα της. Μαζί του, η Έμα Γουότσον (βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βερολίνου) με τα σφιγμένα της χείλη, ως ηγουμένη της Μονής, δίνει σάρκα και οστά στην υποκρισία της Εκκλησίας.
Ο Νόμος του Μέρφυ
Σκηνοθεσία: Άγγελος Φραντζής
Παίζουν: Kάτια Γκουλιώνη, Ανδρέας Κωνσταντίνου, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης Νίκος Κουρής, Τόνια Σωτηροπούλου, Θάνος Τοκάκης, Χρήστος Στέργιογλου, Βικτώρια Μπιτούνη, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Λυδία Φωτοπούλου, Effi Rabsilber, Λευτέρης Πολυχρόνης, Ευάγγελος Βογιατζής
Περίληψη: Μια αποτυχημένη ηθοποιός, η Μαρία Αλίκη, μετά από ένα ατύχημα εισέρχεται σε μία πραγματικότητα, όπου καλείται να παίξει όλους τους πιθανούς ρόλους, που θα μπορούσε να είχε υποδυθεί ,αν είχε κάνει διαφορετικές επιλογές.
Μετά από την «Ευτυχία», ο Άγγελος Φραντζής επιστρέφει με μια ανατρεπτική σουρεαλιστική κωμωδία.
H Μαρία Αλίκη είναι ηθοποιός και ονειρεύεται να παίξει μεγάλους ρόλους, όπως τον « Άμλετ». Όμως, η ζωή της είναι γεμάτη ματαιώσεις: από τα καστ που περνάει για να δει τελικά influencers να τις παίρνουν τους ρόλους, μέχρι τον σύντροφό της, που αρνείται πεισματικά να αποκτήσουν παιδί. Κι ενώ ζει στοιχειωμένη με την ανάμνηση του θανάτου της μητέρας της και με ένα πατέρα που υποφέρει από άνοια και δεν την αναγνωρίζει , δουλεύει σε ένα μπαρ και προσπαθεί να ισορροπήσει, κάνοντας γιόγκα.
Ένα ατύχημα θα τη ρίξει σε κώμα κι έτσι η Μαρία Αλίκη θα πρέπει να μπει σε παράλληλες πραγματικότητες, να ζήσει όλες τις φαντασιώσεις της, και να δώσει μια μάχη με τον χρόνο για να κερδίσει τη ζωή της, τη ζωή, που τελικά όντως επιθυμεί. Έτσι, θα γίνει πλούσια μιντιακή περσόνα, πολύτεκνη ταμίας σε σουπερμάρκετ, θα βρεθεί στη θέση της δικής της μαμάς και θα καταλήξει σε ένα ευφάνταστο μουσικοχορευτικό γαϊτανάκι με πρωταγωνιστή τον αγαπημένο της ηθοποιό, Νίκο Κουρή, για να καταλάβει ποια είναι στην πραγματικότητα. Τότε, αρχίζει να αναρωτιέται εάν πράγματι θέλει να επιστρέψει στην κανονικότητα, γεγονός που την οδηγεί σε ένα ταξίδι αυτογνωσίας με πολλά ευτράπελα.
Ο Άγγελος Φραντζής βάζει ένα μεγάλο στοίχημα: να φτιάξει μια εμπορική κωμωδία με πνεύμα, σουρεαλιστικά στοιχεία και υπαρξιακά ερωτήματα που όλους μας απασχολούν. Επιλέγοντας ταυτόχρονα να κινηματογραφήσει τις διαφορετικές πραγματικότητες της ηρωίδας του με διαφορετικό στυλ- από τη σαπουνόπερα, στον ιταλικό εξπρεσιονισμό και το μιούζικαλ του κλασικού Χόλιγουντ —δημιουργεί ένα πολυμορφικό σύμπαν, αναπτύσσοντας με δεξιοτεχνία αυτή την πολλαπλή αφήγηση.
Ακολουθώντας τον δρόμο της screwball κωμωδίας και συνυπογράφοντας το σενάριο με την Κατερίνα Μπέη και τον Κωνσταντίνο Σαμαρά, ο Φραντζής αντιμετωπίζει με χιούμορ και τρυφερότητα τα τραύματα, τον φόβο του θανάτου, την απώλεια, και κύριως τα υπαρξιακά μας αδιέξοδα – ίσως και τα δικά του- μετατρέποντας την εξαιρετική Κάτια Γκουλιώνη σε ένα δικό το alter ego του, που το βαραίνει το αιώνιο ερώτημα του «Να ζει κανείς ή να ζει».
Γυρίζοντας σχεδόν όλη την ταινία με μονοπλάνα και κρατώντας έναν γρήγορο ρυθμό, αν και η σεκάνς του μιούζικαλ θα μπορούσε ένα ήταν λίγο μικρότερη, ο Έλληνας δημιουργός καταφέρνει να μιλήσει για όσα μας απασχολούν και να μας κάνει συμμέτοχους σε αυτή την περιπλάνηση της Αλίκης , ενώ ταυτόχρονα παραδίδει μια ταινία διασκεδαστική και συγκινητική, που μπορεί να είναι εμπορική, χωρίς να εκπίπτει στην φτήνια, ή σε εύκολους συναισθηματισμούς.
Μικρό Θλιμμένο Κορίτσι (Little Girl Blue)
Σκηνοθεσία: Μόνα Ασάς
Παίζουν: Μαριόν Κοτιγιάρ. Μαρί Μπινέλ, Ντιντιέ Φλαμάν
Περίληψη: Μία κόρη επιχειρεί να λύσει το αίνιγμα της αυτοκτονίας της μητέρας της μέσα από την ανακάλυψη χιλιάδων φωτογραφιών, επιστολών και ηχογραφήσεων.
Η πραγματική ιστορία της σκηνοθέτριας Μόνα Ασάς, που χρησιμοποιεί το σινεμά για να επανασυνδεθεί με τη διάσημη μητέρα της Καρόλ Ασάς.
Η Μόνα Ασάς («Γοητεία του Σκαντζόχοιρου») περιμένει στο διαμέρισμα της μητέρας της, Καρόλ, διάσημης φωτογράφου, ηθοποιού και συγγραφέα πέντε βιβλίων, η οποία απαγχονίστηκε το 2016 σε ηλικία 63 ετών, τη βραβευμένη Μαριόν Κοτιγιάρ. Της παραδίδει τα ρούχα της, μια περούκα και καστανούς φακούς επαφής. Στη συνέχεια, η Γαλλίδα ηθοποιός ακούει την ηχογραφημένη φωνή της Καρόλ και τη μιμείται. Και ύστερα συναντά πραγματικούς φίλους της συγγραφέα. Έτσι, ξεκινάει ένα δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, που εν πολλοίς είναι ένα οδοιπορικό αναζήτησης των αιτιών, που οδήγησαν την Ασάς στην αυτοκτονία, αλλά και η αποτύπωση μιας ολόκληρης εποχής, κυρίως από την οπτική της παρισινής ιντελιγκέντσιας.
Μέσα από φωτογραφίες, επιστολές, ηχογραφήσεις, ημερολόγια και αρχειακό υλικό, η Μόνα Ασάς και μαζί της η Κοτιγιάρ σε μια σαρωτική ερμηνεία για την οποία ήταν υποψήφια στα Σεζάρ, επιστρέφουν στα νεανικά χρόνια της Καρόλ, όπου ζούσε με την υπεπροστατευτική μητέρα της, επίσης συγγραφέα Μονίκ Λανζ, και στη φιλία της με τον Ζαν Ζενέ, αλλά και σε μια εποχή που καλύπτεται από έναν μύθο, για να αποδειχτεί τελικά ότι κρύβει πολλά σκοτεινά μυστικά.
Εξομολογητική από τη μία η σκηνοθέτις, αλλά από την άλλη χρησιμοποιώντας μια αρκετά ελιτίστικη πρόζα, καταδύεται στην ψυχή της μητέρας της, χωρίς να παρασύρεται σε συναισθηματισμούς, αφήνοντας την Κοτιγιάρ τελικά να δώσει ψυχή στο πορτρέτο αυτής της γυναίκας, που δεν άντεξε τη μοναξιά.
Η Κουζίνα (La Cocina)
Σκηνοθεσία: Αλόνζο Ρουϊσπαλάσιος
Παίζουν: Ραούλ Μπριόνες, Άνα Ντίαζ, Ρούνι Μάρα
Περίληψη: Ο Πέδρο, ένας ονειροπόλος νεαρός μετανάστης χωρίς χαρτιά, εργάζεται ως μάγειρας σε ένα από τα πιο πολυσύχναστα εστιατόρια του Μανχάταν. Όταν μάθει πως η Τζούλια, η νεαρή σερβιτόρα με την οποία είναι ερωτευμένος έκανε έκτρωση, θα οδηγηθεί σε μια πράξη, που θα προκαλέσει χάος στο εστιατόριο.
Μεταφορά του ομότιτλου πολιτικού θεατρικού έργου του 1957, στη μεγάλη οθόνη με τη Ρούνεϊ Μάρα.
H Eστέλ, μια παράνομη μετανάστρια από ένα μικρό μεξικανικό χωριό, φτάνει στη Νέα Υόρκη και πιάνει δουλειά σε μια ψησταριά στην καρδιά του Μανχάταν, το «The Grill». Εκεί δουλεύει εδώ και χρόνια ο Πέδρο, ένας συγχωριανός της, που σύμφωνα με τη μητέρα της θα τη βοηθήσει να τακτοποιηθεί. Η σύντροφος του και σερβιτόρα στο μαγαζί, η Τζούλια, είναι έγκυος και θέλει να κάνει έκτρωση, αν και εκείνος τη διαβεβαιώνει πως θέλει το μωρό και μπορούν μαζί να ζήσουν μια καλύτερη ζωή. Η Τζούλια όμως δεν τρέφει ψευδαισθήσεις και προχωράει στην άμβλωση. Τότε, ο Πέδρο θα υπερβεί τα όριά του.
Ο Μεξικανός Αλόνζο Ρουϊσπαλάσιος («Ληστείαςστο Μουσείο») μπαίνει σε μια πολύβουη κουζίνα με μετάναστες στις παρυφές του αμερικανικού ονείρου και καταγράφει σε αυτό το σπιντάτο, αλλά αρκετά στυλιζαρισμένο ασπρόμαυρο δράμα, τις ταξικές ανισότητες, τις ματαιώσεις και τις απογοητεύσεις, βασισμένος στο θεατρικό έργο «H κουζίνα» του Σερ Άρνολντ Γουέσκερ.
Οι γρήγορες κινήσεις της κάμεράς του και η φωτογραφία με τις σκιές αποτυπώνουν τους φρενήρεις ρυθμούς μιας κουζίνας, αλλά και μιας ολόκληρης κοινωνίας, που αναζητάει την ευκαιρία να πιάσει την καλή. Όμως ο Ρουϊσπαλάσιος, αν και αναμφίβολα διαθέτει σκηνοθετικές ικανότητες, προτιμάει να θυσιάσει στον βωμό των εντυπωσιασμών και των ακροβασιών το βασικό του θέμα, παραδίδοντας τελικά μια ταινία, που χαραμίζει τα καλά της υλικά στο νόημα του μαξιμαλισμού και δεν αποφεύγει τις μεγαλοστομίες και τον διδακτισμό.
Ξύπνα (Wake Up)
Σκηνοθεσία: RKSS
Παίζουν: Τούρλοου Κόνβερι, Έινταν Ο’Χέαρ, Μπένι Ο’ Άρθουρ, Κάιλ Σκάντερ, Σάρλοτ Στόιμπερ, Αλεσία Γιόκο Φοντάνα
Περίληψη: Μια ομάδα νεαρών ακτιβιστών έρχεται αντιμέτωπη με έναν παρανοϊκό κυνηγό.
Ταινία τρόμου με οικολογικές ανησυχίες.
Μια ομάδα νεαρών ακτιβιστών σχεδιάζει να κάνει μια περιβαλλοντική δήλωση, βανδαλίζοντας ένα πολυκατάστημα ειδών. Αλλά το σχέδιό τους πηγαίνει απίστευτα στραβά, όταν εγκλωβίζονται μέσα σε αυτό και πρέπει να αντιμετωπίσουν έναν ανισόρροπο φύλακα με ένα φρικιαστικό πάθος για το πρωτόγονο κυνήγι. Καθώς η νύχτα γεμίζει βία, οι έφηβοι δίνουν μια απεγνωσμένη μάχη για τη ζωή τους.
Εν Εσόπτρω - Ο παπα-Σταμάτης και ο Σταμάτης
Σκηνοθεσία: Λένα Βουδούρη
Περίληψη: Ο παπα-Σταμάτης Σκλήρης, ένας ιερέας και αγιογράφος, συναντά τον διευθυντή φωτογραφίας Σταμάτη Γιαννούλη και συζητούν πάνω στην τέχνη της εικόνας και τη σχέση του κινηματογράφου με την αγιογραφία.
Ντοκιμαντέρ της Λένας Βουδούρη.
Η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον ιερέα Σταμάτη Σκλήρη και τον κινηματογραφιστή Σταμάτη Γιαννούλη κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ενός ντοκιμαντέρ για τη ζωγραφική του δεύτερου. Μια σχέση αγαπητική, η οποία διακόπτεται βίαια από τον ξαφνικό χαμό του Σταμάτη Γιαννούλη, σε μια από τις τελευταίες ταινίες του σημαντικού κινηματογραφιστή.
Η δημιουργός ανέφερε για την ταινία: «Η ταινία ξεκίνησε όταν ο Σταμάτης Γιαννούλης, εγώ και κάποιοι φίλοι πήγαμε να τραβήξουμε μερικά πλάνα αγιογραφίας τον παπα- Σταμάτη, που δούλευε σε έναν ναό, πάνω σε μια σκαλωσιά 20 μέτρων. Τα πλάνα αυτά θα χρησίμευαν για μια ταινία, που ετοιμάζαμε με τον ηθοποιό Ντίνο Μακρή, ο οποίος θα έπαιζε τον αγιογράφο. Το θέαμα από τη σκαλωσιά ήταν όντως εντυπωσιακό, αλλά το πιο εντυπωσιακό για μένα ήταν η φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ του παπα- Σταμάτη και του Σταμάτη.
Δύο ανθρώπων με τόσο διαφορετικές ιστορίες και τρόπους ζωής. Δέσανε από την πρώτη συνάντηση… Βέβαια, το επόμενο βήμα ήταν να αποφασίσουμε με τον Σταμάτη να κάνουμε μια ταινία για τον παπα-Σταμάτη και το έργο του. Κάναμε πολλά γυρίσματα μέχρι που ο ιός μάς έκλεισε στα σπίτια μας και έπειτα ήρθε η αρρώστια και μας πήρε τον Σταμάτη. Όταν αποφάσισα με τους κοινούς μας φίλους Χάρη και Δημήτρη Μαυροφοράκη να μοντάρουμε το υλικό, συνειδητοποίησα πόσο έντονη ήταν η παρουσία του Σταμάτη στο υλικό της ταινίας. Η φωνή του στην αρχή των πλάνων, το γέλιο του και η φυσική παρουσία του σε κάποια πλάνα. Και έτσι η ταινία έγινε μια ταινία χαιρετισμού του σημαντικού αγιογράφου παπα- Σταμάτη και ένας αποχαιρετισμός του σημαντικού κινηματογραφιστή και φίλου. Μια ταινία για την αγιογραφία και την τέχνη γενικά, την εικόνα, το σινεμά, τη φιλία, το φως και την πίστη. Ένας λόγος παρηγορητικός και αποχαιρετιστήριος και μία εικόνα αναστάσιμη σε έναν παράδεισο, ζωγραφισμένο έστω!»