Η μεγάλη καλοκαιρινή επιτυχία του Εθνικού θεάτρου και του Δημήτρη Λιγνάδη, «Πέρσες» του Αισχύλου, παρουσιάζεται από 9 Σεπτεμβρίου στην Υπαίθρια Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στο «Σχολείον της Αθήνας-Ειρήνη Παπά».
Στα λόγια των ερμηνευτών της παράστασης και μεταφραστής του Αισχύλου είναι ο καθηγητής Θεόδωρος Στεφανόπουλος.
«Δεν επέλεξα να μεταφράσω τους ''Πέρσες'' λόγω της θεματικής τους ιδιαιτερότητας, τους επέλεξα επειδή πιστεύω ότι θεατρικά είναι ένα εξόχως ενδιαφέρον έργο», αναφέρει μιλώντας στο iefimerida ο κ. Στεφανόπουλος.
Ο καθηγητής Αρχαίου Δράματος στο Πανεπιστήμιο Πατρών Θεόδωρος Στεφανόπουλος, με χρόνια σπουδές στο Βερολίνο και μεγάλη ακαδημαϊκή διαδρομή στα πανεπιστήμια Κρήτης και Πατρών, έχει ασχοληθεί κυρίως με το αρχαίο ελληνικό θέατρο και δράμα ως ερευνητής και μεταφραστής.
«Το γενικότερο θέμα της απόδοσης της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, είτε πρόκειται για την εκπαίδευση είτε για το θέατρο, προσωπικά το παρακολουθώ εδώ και δεκαετίες και το θεωρώ κεφαλαιώδους σημασίας», τονίζει στο iefimerida ο κ. Στεφανόπουλος, που στους «Πέρσες» υπογράφει μετάφραση και μετρική διδασκαλία.
Η παράσταση του Εθνικού που μάγεψε τον πλανήτη
Στα Σούσα, την πρωτεύουσα των Περσών, οι γέροντες που έχουν μείνει στα μετόπισθεν, πιστοί φύλακες των λαμπρών ανακτόρων του Ξέρξη, ανησυχούν για τον στρατό τους που επιχειρεί να εκστρατεύσει εναντίον της Ελλάδας, καθώς κανένα νέο δεν έχει φτάσει για την έκβαση της πολεμικής αποστολής.
Οι εντυπωσιακά πολυάριθμες δυνάμεις που συνθέτουν το περσικό στράτευμα με τα ηχηρά ονόματα των αρχηγών του και τη θεόδοτη δύναμη του βασιλιά τους δεν αρκούν για να κατευνάσουν την ανησυχία των γερόντων, που γνωρίζουν ότι το αδιαπέραστο δίχτυ της Πλάνης ξεγελά τους ανθρώπους και τους οδηγεί στον χαμό.
Η ανησυχία κορυφώνεται όταν η βασίλισσα Ατοσσα, μητέρα του Ξέρξη, αρχηγού της εκστρατείας, και γυναίκα του νεκρού Δαρείου, αφηγείται το δυσοίωνο όνειρό της: ο Ξέρξης προσπαθούσε να ζέψει στο άρμα του μια Ελληνίδα και μια Ασιάτισσα, αλλά η Ελληνίδα έσπασε τα δεσμά και γκρέμισε τον βασιλιά.
Νομίζετε πως η αρχαία ελληνική γραμματεία αποδίδεται με ορθό τρόπο στις μέρες μας, κ. Στεφανόπουλε; Το ρωτώ, διότι τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύς λόγος περί διασκευών που αλλοιώνουν τα πρωτότυπα κείμενα.
Το πρόβλημα είναι πολύ πιο οξύ στον χώρο των μεταφράσεων που προορίζονται για το θέατρο, πρωτίστως γιατί συχνά εκπονούνται (τρόπος του λέγειν) από πρόσωπα που, όπως αβιάστως συνάγεται εκ του αποτελέσματος, δεν πληρούν τη βασική προϋπόθεση για ένα τέτοιο εγχείρημα: δεν γνωρίζουν τη γλώσσα των κειμένων που τους ανατίθεται να μεταφράσουν.
Τα κείμενα των τραγικών ή του Αριστοφάνη είναι, όπως γνωρίζουν οι ειδότες, εξαιρετικά δύσκολα και δυσπρόσιτα ήδη σε επίπεδο πρωτοβάθμιας κατανόησης, ακόμα και για ανθρώπους που έχουμε αφιερώσει στη σπουδή τους πολλά χρόνια της ζωής μας. Οταν λοιπόν η μετάφραση αυτών των δυσδάμαστων κειμένων ανατίθεται σε πρόσωπα που μπορεί μεν να είναι θεατρικοί συγγραφείς, ποιητές ή ακόμα και μεταφραστές από άλλες γλώσσες, αλλά τα μόνα αρχαία ελληνικά που ξέρουν είναι τα κολλυβοαρχαία που έμαθαν στο Γυμνάσιο, καταντά ανέκδοτο να πιστεύει κάποιος ότι μεταφράζουν από το πρωτότυπο, όπως δεσμεύονται από τη σύμβαση που υπογράφουν. Για κάποιες αξιοθρήνητες τέτοιες μεταφράσεις και για το όργιο αυθαιρεσιών κάποιων άλλων που «εκπονήθηκαν» με ανάθεση, έχω επανειλημμένα καταθέσει δημόσια την άποψή μου και δεν χρειάζεται να επεκταθώ. Σημειώνω απλώς ότι το μεγαλύτερο κακό που κάνουν οι μεταφράσεις αυτές είναι ότι εκτοπίζουν τις πραγματικές μεταφράσεις, όπως το κίβδηλο χρήμα εκτοπίζει, λένε, το γνήσιο. Και εδώ ακριβώς είναι που πιστεύω ότι η ευθύνη, ειδικά του Εθνικού, του ΚΘΒΕ και των κατά τόπους ΔΗΠΕΘΕ είναι μεγάλη, για το αν θα έχουμε ακόπως παραγόμενες κίβδηλες «μεταφράσεις» ή πραγματικές μεταφράσεις, οι οποίες προϋποθέτουν εξαιρετικά επίμοχθη προσπάθεια.
Ο Δημήτρης Λιγνάδης έχει αναφερθεί με ιδιαίτερο σεβασμό στην ποιότητα της δουλειάς σας. Πώς ακριβώς συνεργαστήκατε μαζί του; Μαζί καταλήξατε στην απόφαση μιας έρρυθμης μετάφρασης, όπως σημειώνετε στο σημείωμά σας στο πρόγραμμα των «Περσών»; Επίσης, μιλήστε μας για τη μετρική διδασκαλία, όπως την κάνατε στους ηθοποιούς του Εθνικού;
Ευχαριστώ, κατ’ αρχάς, τον κ. Λιγνάδη και για τον δημόσιο έπαινο της μεταφραστικής μου προσπάθειας και βεβαίως για το γεγονός ότι ως καλλιτεχνικός διευθυντής μου έδωσε αυτή τη δυνατότητα. Ξέρω να εκτιμώ μια τέτοια χειρονομία, ιδιαίτερα όταν σκέφτομαι ότι μεταφράζω από το 1978 και είναι η πρώτη φορά που μου ζητήθηκε μετάφραση από το Εθνικό θέατρο.
Η συνεργασία μαζί του υπήρξε άψογη σε όλα τα επίπεδα. Ηταν και δική μου επιλογή να παρακολουθήσω αρκετές από τις πρόβες και έτσι τα όποια επιμέρους ζητήματα προέκυπταν αντιμετωπίζονταν «επί του πεδίου» και με παρόντες και παρούσες όλους τους συμμετέχοντες και όλες τις συμμετέχουσες. Από αυτή την εκ του σύνεγγυς παρακολούθηση ομολογώ ότι έμαθα ο ίδιος πολλά -άλλωστε (προσπαθώ να μη) γηράσκω αεί πολλά διδασκόμενος.
Η επιλογή να είναι οι μεταφράσεις μου έρρυθμες δεν προέκυψε από την τωρινή συνεργασία, αποτελεί πάγια μεταφραστική επιλογή μου παλαιόθεν, ιδιαιτέρως όταν η μεταφραστική στόχευση είναι η σκηνή.
Για τη διδασκαλία της, εξωτικής για κάποιους, προσωδιακής αρχαίας ελληνικής μετρικής χρειάζεται εξοικείωση με την ορολογία, στοιχειώδεις γνώσεις για την προφορά της αρχαίας γλώσσας, γνώση του ή των συγκεκριμένων μέτρων και άοκνη άσκηση. Ξέρω πως στο θέατρο καμιά επιλογή δεν προδικάζει το αποτέλεσμα, σκέφτομαι όμως ότι, όταν από το θαυμαστό όλον που ήταν μια αρχαία παράσταση έχει φτάσει σε εμάς μόνο το κείμενο, και αυτό όχι πάντα αλώβητο, περίπου επιβάλλεται να δοκιμάζει κανείς να αξιοποιήσει και την παραμικρή λεπτομέρεια -πολλώ μάλλον τη μετρική, που σίγουρα δεν είναι λεπτομέρεια.
Το κείμενο του Αισχύλου ακούστηκε στα πέρατα της Γης
Να υπενθυμίσουμε ότι το Εθνικό Θέατρο με τη στήριξη του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και σε συνεργασία με την Google μετέδωσε για πρώτη φορά ζωντανά μέσω διαδικτύου στον κόσμο από το Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου τους «Πέρσες» του Αισχύλου στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, το Σάββατο 25/7.
«Πέρσες». Η μόνη τραγωδία που αντλεί την ύλη της από ένα σύγχρονο ιστορικό γεγονός. Δεν αφορά σε μυθοπλασία. Ηταν αυτό ένα επιπλέον κριτήριο για να ασχοληθείτε με τη μετάφραση της εφετινής σπουδαίας παραγωγής του Εθνικού Θεάτρου, που μάλιστα μέσω του live stream μεταδόθηκε σε όλο τον πλανήτη;
Οι «Πέρσες» είναι πράγματι η μόνη σωζόμενη τραγωδία που δεν αντλεί το θέμα της από τη μυθική παράδοση, αλλά από ένα συγκλονιστικό σύγχρονο βίωμα, κάτι ωστόσο που δεν ήταν τόσο σπάνιο στις πρώτες δεκαετίες του πέμπτου αιώνα. Παρά την ιστορική αφετηρία, οι «Πέρσες» δεν είναι ένα ιστορικό δράμα, αλλά μια «κανονική» τραγωδία που ενδιαφέρεται όχι για τα επιμέρους, αλλά για το καθόλου. Η ποιητική στόχευση καθορίζει και εδώ τις επιλογές του Αισχύλου, και όχι η προσήλωση στην ιστορική ακρίβεια. Για παράδειγμα: Τόσο η δαιμονοποίηση του Ξέρξη όσο και η -ας μου επιτραπεί, για την αιχμηρότητα της διατύπωσης, ο όρος- αγιοποίηση του Δαρείου, που παρακολουθούμε στους «Πέρσες», δεν ανταποκρίνεται στην ιστορική αλήθεια.
Δεν επέλεξα να μεταφράσω τους «Πέρσες» λόγω της θεματικής τους ιδιαιτερότητας, τους επέλεξα επειδή πιστεύω ότι θεατρικά είναι ένα εξόχως ενδιαφέρον έργο. Μεταφράζοντας αδιαλείπτως πάνω από τέσσερις δεκαετίες, αποφάσισα κάποια στιγμή να μεταφράσω, ανάμεσα σε άλλα (κωμωδίες, μίμο, δικανικούς λόγους και κάποια αφηγηματικά κείμενα), αρκετές τραγωδίες. Αυτή τη στιγμή πρέπει να βρίσκονται πάνω από δέκα μεταφράσεις τραγωδιών στο «συρτάρι» μου, οι πιο πολλές ολοκληρωμένες ή σχεδόν ολοκληρωμένες -αν και πιστεύω ότι οι μεταφράσεις μου ποτέ δεν ολοκληρώνονται, είναι πάντα εν εξελίξει, ακόμα και μετά την παράσταση και τη δημοσίευση, με την έννοια ότι δεν παύω να τις βελτιώνω, αν προτιμάτε, να τις σμιλεύω.
Πόσο το αρχαίο θέατρο πρέπει να παίζει το δικό του ρόλο στις έδρες των τμημάτων θεατρικών σπουδών των πανεπιστημίων και στις σχολές υποκριτικής τέχνης; Παρότι δύσκολα μπορεί να ισχύουν ενιαίοι κανόνες με δεδομένη την ιδιαιτερότητα τμημάτων και σχολών, θα έλεγα ότι η διδασκαλία του αρχαίου θεάτρου στα προγράμματα των πανεπιστημιακών τμημάτων και των δραματικών σχολών θα ήταν εύλογο να καταλαμβάνει ποσοστό ανάλογο με αυτό που καταλαμβάνει το αρχαίο θέατρο σε επίπεδο παραστάσεων.
Οσον αφορά ειδικότερα στα πανεπιστήμια, για τα οποία έχω ακριβέστερη εικόνα, και στα τέσσερα τμήματα θεατρικών σπουδών και θεάτρου (Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πατρών και Πελοποννήσου) το αρχαίο θέατρο διδάσκεται από πρόσωπα που έχουν ασχοληθεί ειδικά με αυτόν τον χώρο.
Σε ένα μάλιστα από τα τμήματα αυτά, το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών, που είχα την τύχη (αν θέλετε, και την ατυχία) να είμαι ο πρώτος καθηγητής του όταν ιδρύθηκε, η έμφαση στη σπουδή του αρχαίου θεάτρου τόσο σε προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο αποτελεί θεμελιώδη επιλογή και είναι αυτή πρωτίστως που το διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα ομοειδή τμήματα. Το Τμήμα προσφέρει, χωρίς δίδακτρα, το (ιδιαιτέρως απαιτητικό) μοναδικό στην Ελλάδα Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών για το αρχαίο θέατρο και εκδίδει ετησίως ένα πραγματικά διεθνές περιοδικό αφιερωμένο αποκλειστικά στο αρχαίο θέατρο (Λογείον), για το επίπεδο του οποίου το Τμήμα δικαιούται να σεμνύνεται.
Σε ποιο σημείο θεωρείτε ότι βρίσκεται το Ελληνικό θέατρο σήμερα, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη; Δεν θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι έχω πανοραμική εικόνα των εξελίξεων στον χώρο του ευρωπαϊκού και του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου, ωστόσο ως απλός θεατής εν εγρηγόρσει θα ευχόμουν το ελληνικό θέατρο να διατηρήσει την ποικιλομορφία των προσεγγίσεων που παρουσιάζει, φτάνει μόνο οι προσεγγίσεις αυτές να απορρέουν από γνήσιο προβληματισμό και ουσιαστική αναζήτηση. Θα χαιρέτιζα επίσης κάθε προσπάθεια, ιδίως από θεσμικούς φορείς, που θα κατέτεινε στο να είναι αδιάβλητες οι διαδικασίες επιλογής, επιχορηγήσεων και, γενικότερα, ανάδειξης και προβολής συγκεκριμένων παραγωγών. Ο στόχος αυτός ίσως να μην είναι ουτοπικός, αν σκεφτεί κανείς ότι οι Αθηναίοι του πέμπτου αιώνα, μέσα στο αγωνιστικό και συνεπώς έντονα ανταγωνιστικό πλαίσιο στο οποίο δίνονταν οι παραστάσεις, είχαν καταφέρει, ενίοτε επί ποινή θανάτου, οι διαδικασίες επιλογής, χρηματοδότησης και αξιολόγησης να είναι απολύτως αδιάβλητες.
Αισχύλου «Πέρσες» (από 9 Σεπτεμβρίου) στην Υπαίθρια Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στο «Σχολείον της Αθήνας - Ειρήνη Παπά»
Οι δύο καλοκαιρινές παραγωγές του Εθνικού Θεάτρου «Πέρσες» και «Λυσιστράτη» μετά τις επιτυχημένες παραστάσεις στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου και σε θέατρα της περιφέρειας, θα ολοκληρώσουν τον κύκλο τους στο Σχολείον της Αθήνας (Πειραιώς 52 Μοσχάτο), δίνοντας έτσι την ευκαιρία στο αθηναϊκό κοινό να γνωρίσει την ανοιχτή σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
Ταυτότητα Παράστασης
Μετάφραση-Μετρική διδασκαλία: Θ.Κ. Στεφανόπουλος
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Λιγνάδης /Χορογραφία, επιμέλεια κίνησης: Κωνσταντίνος Ρήγος /Σκηνικά: Αλέγια Παπαγεωργίου
Κοστούμια: Εύα Νάθενα /Μουσική: Γιώργος Πούλιος
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα /Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου /Βοηθός σκηνοθέτη: ΝουρμάλαΉστυ
Βοηθός σκηνογράφου: Δάφνη Φωτεινάτου /Βοηθός ενδυματολόγου: Σοφία Γαβαλά Βοηθοί χορογράφου: Μαρκέλλα Μανωλιάδου, Αγγελος Παναγόπουλος /Βοηθός φωτίστριας: Μαριέττα Παυλάκη
Διανομή (με σειρά εμφάνισης) Βασίλισσα: Λυδία Κονιόρδου
Αγγελος: Αργύρης Πανταζάρας /Δαρείος: Νίκος Καραθάνος
Ξέρξης: Αργύρης Ξάφης /Χορός (αλφαβητικά)
Βασίλης Αθανασόπουλος, Κωνσταντίνος Γαβαλάς, Μιχάλης Θεοφάνους,
Σπύρος Κυριαζόπουλος, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Λαέρτης Μαλκότσης, Δημήτρης Παπανικολάου, Γιάννος Περλέγκας, Αλμπέρτο Φάις
Μουσικός (λύρα): Γιώργος Μαυρίδης