Η τελευταία ΔΕΘ πριν από τις εκλογές αξιοποιήθηκε από τον πρωθυπουργό για να ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο μέχρι να στηθούν οι κάλπες και να επαναπροσδιορίσει την πολιτική αντιπαράθεση σε αυτά που ο ίδιος κρίνει ως τα κυρίαρχα θέματα με τα οποία βρίσκονται αντιμέτωπες η χώρα και η κοινωνία.
Με αυτόν τον τρόπο ο Κ. Μητσοτάκης επιχείρησε να αφήσει σε δεύτερο πλάνο τη συζήτηση για τις παρακολουθήσεις, που έχει μονοπωλήσει την πολιτική ατζέντα, και να βάλει απέναντί του τον κ. Τσίπρα στα πεδία όπου ο ίδιος εκτιμά ότι κυριαρχεί και είναι η οικονομία, η διαχείριση των κρίσεων και η άμυνα και ασφάλεια της χώρας. Φρόντισε, ακόμα, να επιβεβαιώσει το ρήγμα με τον κ. Ανδρουλάκη προσωπικά, όχι όμως με τους ψηφοφόρους του κέντρου γενικά και του ΠΑΣΟΚ, ειδικότερα.
Τα τρία «όχι» του πρωθυπουργού
Με τρία «όχι», σε εκλογές, αλλαγή εκλογικού νόμου και ανασχηματισμό, ο κ. Μητσοτάκης φρόντισε να επιβεβαιώσει το θεσμικό πρόσημο της αντίληψής του για την πολιτική, κόντρα σε όσους επιχειρούν να το αμφισβητήσουν, να αποσαφηνίσει εντός και εκτός της χώρας τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού και να ενισχύσει το επιχείρημα για ανάγκη σταθερότητας έναντι όσων στην αντιπολίτευση «επιδιώκουν την κοινωνική αναταραχή».
«Δεν είμαι κωλοτούμπας, οι κανόνες δεν αλλάζουν λίγο πριν τις εκλογές», ήταν η καθαρή απάντηση για την αλλαγή εκλογικού νόμου, και προκάλεσε τον κ. Τσίπρα να αλλάξουν από κοινού την απλή αναλογική, υπονοώντας πως αν πιστεύει ότι μπορεί να κερδίσει τις εκλογές δεν έχει να χάσει αλλά να κερδίσει από τη σταθερότητα που θα προσφέρει στη χώρα μια τέτοια κίνηση.
Δεν ήταν όμως η μόνη πρόκληση προς τον κ. Τσίπρα, για τον οποίο είπε ότι δεν μπορεί να παρουσιάσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για το πώς η χώρα θα αντεπεξέλθει στις διεθνείς κρίσεις που απειλούν την οικονομία και τις αντοχές της οικονομίας. Τον κατηγόρησε για ψέματα και fake news, καθώς δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί με τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης επί των πραγματικών στοιχείων.
«Το δίλημμα των εκλογών είναι Μητσοτάκης ή Τσίπρας»
Ο πρωθυπουργός είπε ξεκάθαρα ότι το δίλημμα των εκλογών είναι «Μητσοτάκης ή Τσίπρας» και προειδοποίησε τους πολίτες ότι «μετά την πρώτη κάλπη υπάρχει πιθανότητα συγκρότησης κυβέρνησης με πρωθυπουργό τον κ. Τσίπρα, με τη στήριξη του κ. Ανδρουλάκη, με τη συμμετοχή του κ. Βαρουφάκη και τη στήριξη-ανοχή του κ. Κουτσούμπα», την οποία χαρακτήρισε «τερατογένεση».
Με αυτόν τον τρόπο ο κ. Μητσοτάκης θέλησε να ξορκίσει τη χαλαρή ψήφο στην πρώτη κάλπη, καθώς εν πολλοίς θα κρίνει και τι θα γίνει στη δεύτερη.
Επίσης, ταύτισε Τσίπρα και Ανδρουλάκη, λέγοντας ότι «η στάση του ΠΑΣΟΚ και του κ. Ανδρουλάκη με κάνει να πιστεύω ότι είναι εξαιρετικά κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ και ότι όλη αυτή η προσπάθεια περί ίσων αποστάσεων μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας δεν ανταποκρίνεται μάλλον στα ειλικρινή αισθήματα και τις επιθυμίες του κ. Ανδρουλάκη».
Με αυτόν τον τρόπο, ο πρωθυπουργός επιβεβαίωσε τη ρήξη της κυβέρνησης με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, όχι όμως με τους ψηφοφόρους του κόμματος. Όπως είπε, ο κ. Ανδρουλάκης «ακολουθεί πολιτική που τον φέρνει σε απόσταση από το δικό του κοινό», το οποίο, συμπλήρωσε, συνεχίζει να βλέπει θετικά σειρά πρωτοβουλιών που αναλαμβάνει η κυβέρνηση.
Αποκαλυπτική της λογικής πίσω από αυτή την προσέγγιση ήταν η απάντηση που έδωσε για την κριτική που του έχει ασκήσει ο Ευάγγελος Βενιζέλος στο θέμα των παρακολουθήσεων, με τον κ. Μητσοτάκη να δηλώνει ότι «με τον κ. Βενιζέλο, αλλά και με άλλους ανθρώπους που προέρχονται από το χώρο του ΠΑΣΟΚ, μάλλον είναι περισσότερα αυτά που μας ενώνουν από αυτά που μας χωρίζουν».