Ηταν Ιανουάριος του 2015. Δυo-τρεις μέρες μετά τον σχηματισμό της «πρώτης φοράς Αριστεράς» κυβέρνησης, υπό τον Αλέξη Τσίπρα.
Τηλεφώνησα σε έναν πρωτοκλασάτο -τότε - υπουργό για να του ευχηθώ καλή επιτυχία.
«Πώς τα πας; Μπήκες στο πνεύμα;» τον είχα ρωτήσει.
«Με δουλεύεις; Εδώ δεν ξέρω ακόμη καλά-καλά πού είναι το υπουργείο!» μου απάντησε.
Το θεώρησα πετυχημένο αστείο, τότε.
Προϊόντος του χρόνου, μάθαινα και άλλα: Για υπουργούς που διάβαζαν με τις ώρες εφημερίδες, κάνοντας ραντεβού μόνο με κομματικά στελέχη αντί για επενδυτές, για υπουργούς που δεν πατούσαν στα υπουργεία κλπ κλπ. Τα είχα θεωρήσει, τότε, ολίγον τι υπερβολικά.
Οταν όμως άρχισε να ξεδιπλώνεται η «δημιουργική ασάφεια» Βαρουφάκη, η 17ωρη διαπραγμάτευση, οι κωλοτούμπες, τα αιτήματα για τύπωση δραχμών στη Ρωσία και τα συναφή, κατάλαβα ότι ο άνθρωπος εκείνος απλώς μου έλεγε την πικρή αλήθεια. «Στου κασίδι το κεφάλι» που λέγανε οι παλιοί.
Τα θυμήθηκα όλα αυτά με αφορμή τη συζήτηση που ξεκίνησε έξαφνα στον ΣΥΡΙΖΑ για το αν ήταν έτοιμοι να κυβερνήσουν το 2015. Πριν από όλους αυτούς, βέβαια, ο ίδιος ο Τσίπρας είχε μιλήσει έγκαιρα για τις αυταπάτες που είχε, μέχρι που κλήθηκε να κυβερνήσει.
Καλή η αυτοκριτική αλλά δεν ήταν και απαραίτητη, για όσους είναι πολίτες αυτής της χώρας. Δεν χρειαζόταν να είναι μάντης κάποιος για να διαπιστώσει ότι οι περισσότεροι της κυβέρνησης Τσίπρα πειραματίζονταν -στην καλύτερη των περιπτώσεων. Αλλωστε το όλοι ξέρουν πώς κατέληξε το πείραμα στη Σοβιετική Ενωση και στις χώρες του «ανατολικού μπλοκ», με τον «επιστημονικό σοσιαλισμό» (ανοίγω μικρή παρένθεση: Αλήθεια, τι μανία και αυτή στην Αριστερά με τα επίθετα μπροστά από πολιτικο-οικονομικά συστήματα, ακόμη και αν οι έννοιες αντιφάσκουν, όπως ο «δημοκρατικός συγκεντρωτισμός» -αν είναι συγκεντρωτισμός, απλούστατα, δεν είναι δημοκρατικός).
Ιδεοληψίες, ουτοπίες, πολιτικοί κουτσαβακισμοί, λαϊκισμός, φενάκες, πολιτικάντικες σκέψεις, αποτελούν το συνονθύλευμα των πολιτικών που ασκήθηκαν το πρώτο, τουλάχιστον, εξάμηνο της «πρώτης φοράς Αριστεράς». Από αγνούς πλην όμως αφελείς ιδεολόγους, σε αρκετές περιπτώσεις. Αλλά συχνά και από στυγνούς καριερίστες, άψητους κομματάρχες που σιτίζονταν μια ζωή από τον κομματικό-κρατικό κορβανά, αδίστακτους φιλοδοξούντες να γκρεμίσουν το παλαιό πολιτικό σύστημα και να αναγείρουν το «νέο», με παλιά υλικά.
Θα μου αντιγυρίσει κάποιος «μα καλά, οι πρώτοι ήταν που δεν ήξεραν, που δεν ήταν έτοιμοι;». Οχι φυσικά. Ούτε οι τελευταίοι, δυστυχώς. Ομως κανείς από τους προηγούμενους δεν έπαιξε σε τέτοιο βαθμό τη χώρα στα ζάρια. Επίσης το επιχείρημα περί «νέου» έχει λυθεί από καιρό: Ο ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια, ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ, ενιαίος και μη, παλαιότερα, ήταν ανέκαθεν μια συνιστώσα του υπάρχοντος κοινοβουλευτικού συστήματος. Με συμμετοχή (ίσως και δυσανάλογη του μικρού ποσοστού του) στα όσα συνέβησαν. Ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν προήλθε από παρθενογένεση.
Γι’ αυτό, δεν ξέρω ποιο είναι το χειρότερο: Το ότι δεν ήξεραν, όπως λένε πλέον, μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου ή το ότι τώρα θεωρούν ότι έμαθαν;
Γιατί η κουτοπονηριά στις γλαφυρές (δήθεν αυτοκριτικές) διατυπώσεις του τύπου «ήμασταν νέοι και άβγαλτοι», είναι στην ουσία κλείσιμο του ματιού στους ψηφοφόρους τους, του τύπου «μην φύγετε, μείνετε μαζί μας, την επόμενη φορά θα τα πάμε καλύτερα».
Υ.Γ. Ο υπουργός που δεν ήξερε πού είναι το υπουργείο του, ήταν εκ των πρωταγωνιστών της συζήτησης περί ανετοιμότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Τουλάχιστον, εκείνος, το παραδέχθηκε.