Τον πιο ωραίο τηγανητό μπακαλιάρο με πατάτες τηγανητές και σως ταρτάρ, το πιο νόστιμο, ελαφρύ και αυθεντικό fish & chips στην Αθήνα, το τρώμε εδώ και 20 χρόνια στην παμπ του Μάικ στη Γλυφάδα.
Μια αυθεντική παμπ σε κάνει να νιώθεις τόσο οικεία και χαλαρά που θες να κάτσεις εκεί με τις ώρες, να απολαύσεις τις παγωμένες καλές μπύρες σου και να συζητήσεις με τους φίλους σου σε έναν ζεστό χώρο με ξύλινους πάγκους και δερμάτινους καναπέδες και μουσική σε λέβελ που σου επιτρέπει να συζητάς χωρίς να φωνάζεις.
Η Molly Malone's, η παμπ του Μάικ στη Γλυφάδα, απέναντι από το θρυλικό 80ies μπεργκεράδικο του Queen, στο τέλος της Γιαννιτσοπούλου, είναι ένα τέτοιο, αυθεντικό ιρλανδέζικο στέκι που φημίζεται, τόσο για την απολαυστική καλή μπύρα όσο και για value for money ιρλανδικά και αγγλικά πιάτα, που σε κάνουν να θες να πηγαίνεις ξανά και ξανά.
Το ωραιότερο Fish & Chips της Αθήνας
Εδώ θα φας καταπληκτικό Fish & Chips, ένα αυθεντικό αγγλικό πιάτο που αγαπούν εδώ και αιώνες οι ναυτικοί στα λιμάνια της Αγγλίας και της Ιρλανδίας. Ο τηγανητός μπακαλιάρος, ένα καλό φιλέτο παναρισμένο σε μια υπέροχη και ελαφριά κρούστα, είναι αυτό που λέμε «αφρός». Κάθε μπουκιά, τραγανή απ' έξω και καταπληκτικά τρυφερή από μέσα, λιώνει στο στόμα.
Το ψάρι συνοδεύεται από χοντροκομμένες στο χέρι πατάτες τηγανητές και στο πλάι, σε δύο μπολάκια, υπάρχει μια σπιτική σως ταρτάρ και πουρές αρακά. «Είναι ένα παραδοσιακό αγγλικό πιάτο. Το μενού μας έχει διεθνή στοιχεία. Έχουμε πάρει πιάτα από όλο τον κόσμο και τα έχουμε προσαρμόσει αναλόγως. Έχουμε όμως και ένα παραδοσιακό διάσημο Ιρλανδέζικο πιάτο, το traditional Steak & Guinness pie με αληθινή μπίρα Guinness μέσα», εξηγεί στο iefimerida ο ιδρυτής και ιδιοκτήτης της παμπ, Michael Jennings, που όλοι τον φωνάζουν απλώς Μάικ. Αυτό το ιρλανδέζικο πιάτο είναι μια παραδοσιακή σκεπαστή πίτα από homemade σφολιάτα που φουσκώνει υπέροχα, γεμισμένη με κομμάτια μοσχαρίσιου κρέατος και gravy, έναν αυθεντικό αγγλικό ζωμό φτιαγμένο από κόκαλα με μεδούλι που βράζουν για ώρες.
Στις 04 Δεκεμβρίου του 2023 η παμπ Molly Malone's θα γιορτάσει τα 20 χρόνια της στην Ελλάδα. Η ποιότητα, οι τιμές και οι γεύσεις μένουν αναλλοίωτες στα χρόνια αυτά. Το μενού αν και σταθερό στον πυρήνα του έχει εξελιχθεί και εμπλουτιστεί με νέα ορεκτικά, κυρίως πιάτα και σαλάτες, ενώ έχουν προστεθεί και κάποιες επιλογές για vegan και vegetarian.
Στα περίπου δέκα χρόνια που πηγαίνω με την παρέα μου σε αυτό το μαγαζί, έχουμε δοκιμάσει κυριολεκτικά όλα τα πιάτα, ενώ τις Κυριακές του φθινοπώρου και του χειμώνα (από τον Οκτώβριο μέχρι τον Απρίλιο), δεν χάνουμε με τίποτα το κυριακάτικο Roast Beef με τρυφερές λωρίδες μοσχαριού, λαχανικά, gravy και ένα αφράτο Yorkshire pudding, μια ψημένη πουτίγκα από ζύμη φτιαγμένη από ένα κουρκούτι με αυγά, αλεύρι και γάλα.
Κάθε πιάτο στο μενού είναι προσεκτικά επιλεγμένο από τον ίδιο τον Μάικ και τη σύζυγό του που έχει μεγαλώσει μέσα στις παμπ, αφού οι γονείς της είχαν μια μικρή παμπ στην Ιρλανδία. Πώς όμως βρέθηκαν στην Ελλάδα, πώς αποφάσισαν να φύγουν από την Ιρλανδία και να έρθουν στη Γλυφάδα για να ανοίξουν μια αυθεντική ιρλανδέζικη παμπ; «Είναι μεγάλη ιστορία» λέει ο Μάικ γελώντας. «Έχω μεγαλώσει στην Ιρλανδία, σε μια παραδοσιακή αγροτική οικογένεια, σε μια φάρμα. Σπούδασα ηλεκτρολόγος/μηχανικός και έφυγα από την Ιρλανδία για να εργαστώ στην Ουκρανία. Εκεί άνοιξα την πρώτη μου παμπ, πριν από 28 χρόνια, στην Οδησσό, και μετά από μερικά χρόνια ένας φίλος μου Ιρλανδός που ζούσε στην Αθήνα και ήθελε να ανοίξει μια παμπ εδώ, με έπεισε να μετακομίσω στην Ελλάδα. Έτσι, το 2003, έφυγα από την Ουκρανία, ήρθα στην Αθήνα, όπου ανοίξαμε, εδώ, σε αυτό το χώρο στη Γλυφάδα, την πρώτη μας παμπ. Στην αρχή ήμασταν συνέταιροι με το φίλο μου, τώρα όμως, πλέον, η παμπ ανήκει σε μένα. Εκτός από αυτό το κατάστημα της Γλυφάδας, ανοίξαμε και άλλα τρία: στη Θεσσαλονίκη, στον Πειραιά, και στο Μοναστηράκι. Πλέον έχω κρατήσει μόνο το Molly Malone's της Γλυφάδας και το James Joyce στο Μοναστηράκι. Tα άλλα δύο τα πούλησα», μας εξηγεί ο Μάκ Τζένινγκς.
Οι παμπ είναι άμεσα συνδεδεμένες με την Ιρλανδική κουλτούρα. Παραδοσιακά, η παμπ ήταν το σημείο συνάντησης κάθε γειτονιάς -κάτι ανάμεσα σε καφενείο, μπαρ και εστιατόριο-, όπου όλοι έδιναν ραντεβού μετά τη δουλειά για να πιουν τις μπύρες τους και να μιλήσουν για ποδόσφαιρο, πολιτική, ψάρεμα. «Οι γονείς της συζύγου μου είχαν μια μικρή δική τους παμπ στην Ιρλανδία. Οπότε, προέρχεται από οικογένεια που ήξερε από αυτά. Όχι βέβαια από μαγαζιά τέτοιας κλίμακας σε μία μεγάλη πόλη, αλλά από μικρότερη παμπ», λέει ο Μάκ Τζένινγκς.
Η ζωή στην Ιρλανδία και η οικογενειακή φάρμα
H Ιρλανδία έχει μια τεράστια παράδοση στη λογοτεχνία. Από τον Τζέιμς Τζόις, τον Σάμιουελ Μπέκετ και τον Μπραμ Στόκερ, μέχρι τους πιο σύγχρονους βραβευμένους πεζογράφους, όπως ο Τζον Μπάνβιλ και ο Κολμ Τοϊμπίν, η εικόνα που έχουμε για την Ιρλανδία είναι κυρίως μια εικόνα μουντή, όπου λίγο το βαρύ κλίμα λίγο η φτώχεια που επικρατούσε στην πλειοψηφία του ιρλανδικού λαού, δημιουργούσε ένα ζοφερό περιβάλλον.
Η παμπ και η κουλτούρα της μπύρας λειτουργούσε πάντα σαν μια στρόφιγγα, μια βαλβίδα κοινωνικής αποσυμπίεσης. Ρωτάω τον Μάικ, πώς ήταν τα δικά του παιδικά χρόνια στην Ιρλανδία, είναι αληθής αυτή η εικόνα που έχουμε από τη λογοτεχνία; «Όταν μεγάλωνα εγώ στην Ιρλανδία, οι πολιτικές αναταραχές ήταν τότε σε πλήρη εξέλιξη, αλλά εμείς στη Νότια Ιρλανδία, στο County Mayo όπου ζούσαμε, δεν το βιώναμε όλο αυτό στην καθημερινότητά μας “σωματικά”, αλλά πνευματικά, νοερά ήταν πολύ έντονες όλες αυτές οι ζυμώσεις. Τα βλέπαμε και τα διαβάζαμε επίσης συνεχώς στην τηλεόραση και τις εφημερίδες. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ φυσιολογικά, εντελώς νορμάλ, θα έλεγα. Ζούσα στην εξοχή, ο πατέρας μου είχε τη δική του φάρμα, την οποία διατηρεί και δουλεύει μέχρι σήμερα, και συγχρόνως εργαζόταν ως δημόσιος υπάλληλος», απαντά.
Συχνά, λένε ότι οι Έλληνες και οι Ιρλανδοί μοιάζουμε πολύ. Ο Μάικ που έχει ζήσει τη μισή του σχεδόν ζωή στην Ιρλανδία και την άλλη μισή εδώ, πώς το βλέπει όλο αυτό; Υπάρχουν όντως ομοιότητες μεταξύ Ελλήνων και Ιρλανδών; «Ναι το έχω ακούσει αυτό. Μάλιστα, μας αποκαλούν “Έλληνες του βορρά”. Σε μερικούς τομείς, ναι, μοιάζουμε πολύ, σε άλλους όχι. Για παράδειγμα ως λαοί αγαπάμε την ελευθερία μας, αλλά εντελώς ίδιοι, όχι, δεν είμαστε. Οι Έλληνες παλαιότερα ήταν πιο χαλαροί, παρόλο που αυτό πλέον έχει αλλάξει, είναι πολύ περισσότερο αφοσιωμένοι στις δουλειές τους, καθώς οι ανάγκες έχουν αλλάξει επίσης. Το να μεγαλώνεις στην Ιρλανδία με όλο αυτό το τεταμένο πολιτικό κλίμα εκείνων των χρόνων, με το να μεγαλώνεις την ίδια περίοδο στην Ελλάδα, ήταν δύο εντελώς διαφορετικοί τρόποι ζωής. Ως λαοί είμαστε και oι δύο περιπετειώδεις. Μοιάζουμε επίσης στην κοινωνικότητα, μας άρεσε να βγαίνουμε πολύ, αλλά αυτό δυστυχώς έχει αλλάξει στην Ιρλανδία και νομίζω αλλάζει και εδώ. Σαν να έχουμε παρασοβαρέψει και να διασκεδάζουμε λιγότερο» λέει ο Μάικ.
Η Ιρλανδέζικη κουζίνα και οι επιρροές από την Αγγλία
Η παμπ του Μάικ στη Γλυφάδα είναι ξακουστή σε όλο τον κόσμο. Όποτε κι αν μπεις μέσα σε κάποιο από τα διπλανά τραπέζια θα υπάρχουν και παρέες ξένων, που είτε ζουν και εργάζονται εδώ στην Ελλάδα, είτε έρχονται για λίγο για επαγγελματικούς λόγους. Πιλότοι και αεροσυνοδοί από όλο τον κόσμο, στελέχη διεθνών ναυτιλιακών εταιρειών, επιχειρηματίες που ταξιδεύουν διαρκώς, νέοι και μεγαλύτεροι άνθρωποι, συναντιούνται εδώ, πίνουν τις μπύρες τους και παρακολουθούν αθλητικούς αγώνες στις μεγάλες οθόνες που βρίσκονται ψηλά στηριγμένες στον τοίχο, μόνο στο εσωτερικό της παμπ.
Είναι ένα κοσμοπολίτικο -με την ουσιαστική έννοια του όρου, ως σημείο που συγκεντρώνει άτομα από διαφορετικά έθνη- και ταυτόχρονα πολύ χαλαρό, επικοινωνιακό, cool. Έχει τη διακόσμηση μιας τυπικής παμπ, μεγάλες χορταστικές μερίδες, πολύ καλές τιμές και επίσης είναι pet friendly, όπως οι περισσότερες, άλλωστε, παμπ στην Ιρλανδία.
Η κουζίνα είναι κυρίως ιρλανδέζικη και αγγλική, στη βάση της, αλλά έχει επιρροές από παντού. «Η Ιρλανδία δεν έχει την εντελώς δική της κουζίνα. Το πιο κλασσικό Ιρλανδέζικο πιάτο είναι το μπέικον με λάχανο. Ήταν το πιάτο του φτωχού. Καθώς η Ιρλανδία ήταν μία πολύ φτωχή χώρα. Εκτός από αυτό το πιάτο, τα φημισμένα πρωινά μας με δικά μας μπέικον και λουκάνικα καθώς και κατσικίσια τυριά, έχουν ιρλανδική ταυτότητα. Γενικά μιλώντας, στην Ιρλανδία δεν έχουμε τη δική μας κουζίνα όπως για παράδειγμα η Ιταλία ή η Ελλάδα. Τώρα πια, όταν γυρίζω στην Ιρλανδία, λαχταράω να φάω μπέικον με λάχανο, ενώ τότε το τρώγαμε τόσο συχνά που δεν ήθελα ούτε να το βλέπω. Δεν είναι και ένα πιάτο λαχταριστό για παιδιά, είναι πιάτο ενηλίκων. Φυσικά τρώγαμε και κρέας από τη δική μας φάρμα, αλλά κυρίως εμπορευόμασταν τα κρέατα της φάρμας μας, κάτι που κάνουμε μέχρι σήμερα», λέει ο Μάικ.
Παρά το γεγονός ότι ο Μάικ είναι πάντα πολύ κοινωνικός και εξωστρεφής, ευγενικός και χαμογελαστός με όλους, όταν μιλά για την Ιρλανδία, στα λόγια του υπάρχει μια νοσταλγία. Θα ήθελε να γυρίσει πίσω και να ζήσει στον τόπο που μεγάλωσε; «Ετοιμάζω το σπίτι μου εκεί, σε αυτή την οικογενειακή φάρμα, για όταν θα βγω στη σύνταξη. Δεν μπορώ να έχω παμπ για πάντα, είναι δουλειά για νέους. Τα παιδιά μου θα φύγουν για να τελειώσουν το σχολείο στην Ιρλανδία. Είναι 14 ετών τώρα. Πιστεύω ότι οι ευκαιρίες για δουλειές είναι πλέον καλύτερες εκεί. Μέχρι στιγμής δεν δείχνουν να θέλουν να ασχοληθούν με τις παμπ μας στην Ελλάδα, αν και τα καλοκαίρια θα τα βάλω να εργαστούν εδώ για να βγάλουν το χαρτζιλίκι τους, καθώς πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό από μικρή ηλικία να μαθαίνουν τα παιδιά ότι πρέπει να εργάζεσαι για να βγάλεις χρήματα και όχι να στα δίνουν έτοιμα οι γονείς σου όλα. Πιστεύω πολύ σε αυτή την αξία, ότι κάνει καλό, ότι προσφέρει πολλά στο πώς μεγαλώνεις τα παιδιά σου», απαντά.
Τι να δοκιμάσετε
Οι σαλάτες είναι πλούσιες και ολόφρεσκες, με πολλά υλικά. Πολύ ωραία είναι η κλασική caesar's. Δροσερή, χορταστική και μοντέρνα είναι η σαλάτα με κινόα, αβοκάντο και πιπεριές Φλωρίνης. Ενώ εξαιρετική είναι και η σαλάτα με λαχανικά, μαριναρισμένο παντζάρι, φινόκιο και ψητό μανούρι.
Από ορεκτικά νόστιμες είναι οι μαριναρισμένες ψητές γαρίδες, οι αφράτες κινέζικες τηγανητές λωρίδες κοτόπουλου σε ένα ελαφρύ πάνκο, τα παϊδάκια με σως ουίσκι και BBQ. Από τα κυρίως πιάτα πολύ ζουμερό και χορταστικό είναι το μπέργκερ, ενώ εξαιρετική επιλογή είναι η μπριζόλα Rib Eye με σως πιπεριού και το περίφημο fish & chips.
Εμπειρία επίσης είναι και το το signature και διαχρονικό πιάτο του Molly Malone's: τα λουκάνικα με πουρέ και gravy, αν και οι πιστοί του μαγαζιού μαζεύουμε... υπογραφές για να επιστρέψουν τα iρλανζέδικα λουκάνικα μήλου που μας αποχαιρέτησαν μετά το Brexit.
Από μπύρες και ουίσκι, φυσικά, υπάρχει μεγάλη ποικιλία. «Παράγουμε πολύ καλές μπίρες και ουίσκι στην Ιρλανδία. Η διασημότερη Ιρλανδέζικη μπίρα την οποία φυσικά βρίσκεις εδώ είναι η γνωστή σε όλους Guinness, η οποία μάλιστα παράγεται στο κέντρο του Δουβλίνου, κάτι που φαντάζει ασυνήθιστο, να βρίσκεται μία τέτοια μονάδα παραγωγής μπίρας ακριβώς μέσα στο κέντρο της πόλης, στο St James's Gate. Από μακρυά κάποιος που δεν ξέρει τι είναι αν δει μία μπίρα Guinness θα την περάσει για καφέ. Για εμένα η Guinness είναι ένα ποτό που το πίνεις μόνο του. Όπως συνηθίζουμε να λέμε στην Ιρλανδία, είναι ποτό και γεύμα μαζί, γιατί έχει πολύ πλούσια υφή. Έχουμε επίσης την Ιρλανδέζικη μπίρα Kilkenny και την καινούργια Guinness IPA που είναι πιο ελαφριά από την κλασσική. Είναι πιο κατάλληλες να συνοδεύσουν το φαγητό σου. Έχουμε όμως μπίρες και από τον υπόλοιπο κόσμο, όπως για παράδειγμα Peroni, Stella κτλ. Έχουμε όμως και τη δική μας μπίρα, τη Μolly's house beer. Τη βρίσκεις μόνο εδώ στην παμπ μας», εξηγεί ο Μάικ.
Info: Molly Malone's, Γιαννιτσοπούλου 08, Γλυφάδα, τηλ. 2108944247 mollymalones.gr | instagram.com/mollymalonesirishpubglyfada | facebook.com/mollymalonesgr
Τιμές: €16-20 το άτομο με ποτό
Οι τιμές για τα κυρίως πιάτα κυμαίνονται από €11 έως €16