Ολοκληρώθηκε την Τετάρτη 18 Μαρτίου η προθεσμία τεσσάρων μηνών μέσα στην οποία οι τράπεζες μπορούσαν να καταθέσουν έγκληση για συνέχιση ποινικών υποθέσεων που είχαν κινηθεί αυτεπαγγέλτως για το κακούργημα της απιστίας.
Οι συγκεκριμένες υποθέσεις ήταν περισσότερες από 80 και αφορούσαν άνω των 300 τραπεζικών στελεχών και σημαντικό αριθμό επιχειρηματιών. Οι διοικήσεις των τραπεζών φαίνεται ότι επέλεξαν να κλείσουν τις παλιές ποινικές υποθέσεις καθώς η προθεσμίας της 18ης Μαρτίου παρήλθε άπρακτη. Ως εκ τούτου, όλες οι σχετικές υποθέσεις μπήκαν στο αρχείο, κλείνοντας, έτσι, μια περίοδο όπου τα τραπεζικά στελέχη είχαν τεθεί ουσιαστικά σε αποχή από την επίλυση κρίσιμων θεμάτων για την αγορά και τον επιχειρηματικό κόσμο.
Σημειώνεται, δε, ότι εκφράστηκε η άποψη από ορισμένους νομικούς ότι η η 18η Μαρτίου επηρεάζεται από την επιβολή του μέτρου προσωρινής αναστολής λειτουργίας όλων των δικαστηρίων λόγω του κορωνοϊού, οι τράπεζες όμως έκριναν ότι η αναστολή αυτή αφορά προθεσμίες δικονομικού και όχι ουσιαστικού ποινικού δικαίου.
Συγκεκριμένα αναφέρουν ότι για το θέμα αυτό δεν θα μπορούσε να υπάρξει αναστολή ή παράταση της προθεσμίας της ημερομηνίας 18/03/2020 διότι κάτι τέτοιο θα προσέκρουε στο άρθρο 2 του Ποινικού Κώδικα και στο Σύνταγμα. Επομένως η μη υποβολή έγκλησης από τις τράπεζες μέχρι τις 18 Μαρτίου του τρέχοντος έτους κλείνει τις παραπάνω υποθέσεις.
Τραπεζικά στελέχη σημειώνουν ότι σε μια δύσκολη για τις τράπεζες περίοδο, όπου θα είχαν να αντιμετωπίσουν τις μεγάλες προκλήσεις λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, με τη συγκεκριμένη απόφαση λύνονται τα χέρια των ιδρυμάτων προκειμένου να συμβάλουν αποφασιστικά στην προσπάθεια ανόρθωσης της ελληνικής οικονομίας.