«Να επιδειχθεί σύνεση από την πολιτεία στην αύξηση του κατώτατου μισθού το 2020, καθώς μια επανάληψη της μαξιμαλιστικής πολιτικής του 2019 θα έχει αρνητικές συνέπειες για την οικονομία» ζητά ο ΣΕΒ με το μηνιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων.
Οπως υποστηρίζει, οι αυξήσεις μισθών που έγιναν πέρυσι «φαίνεται να έχουν οδηγήσει σε επιβράδυνση της απασχόλησης».
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ που επικαλείται:
«Η ετήσια μεταβολή του μέσου μισθού των εργαζομένων με μερική απασχόληση (καθώς, κατά τεκμήριο, επηρεάζονται περισσότερο από τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού) ανήλθε τον Ιούλιο 2019 σε +9% από +4,7% τον Φεβρουάριο του 2019, όταν σημειώθηκε η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά +11%.
Στην περίπτωση του μέσου μισθωτού (είτε εργάζεται με πλήρη είτε με μερική απασχόληση), η αντίστοιχη ετήσια μεταβολή διαμορφώθηκε τον Ιούλιο του 2019 σε +4,6% από +2,2% τον Φεβρουάριο του 2019.
Ο μέσος μηνιαίος μισθός των ασφαλισμένων στον ΕΦΚΑ διαμορφώθηκε σε Euro 951,7 το 7μηνο του 2019, έναντι Euro 919,7 το 7μηνο του 2018 και Euro 937,6 το 7μηνο του 2017.
Αντίθετα, ο ρυθμός δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στο 7μηνο του 2019 (+281,8 χιλ.) επιβραδύνθηκε σε σχέση με το 2018. (+289,6 χιλ.)».
Αναφορικά με την πτώση της απόδοσης του ελληνικού 10ετούς ομολόγου κάτω του 1%, ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι «καταδεικνύει την πεποίθηση των επενδυτών ότι η ελληνική οικονομία θα παραμείνει σε τροχιά ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια και το χρέος της γενικής κυβέρνησης θα συνεχίσει να υποχωρεί με σταθερό ρυθμό».
Επιφυλάξεις για το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο
Ο Σύνδεσμος εκφράζει επιφυλάξεις για το ασφαλιστικό νομοσχέδιο υποστηρίζοντας ότι «οι ρυθμίσεις του τείνουν να διευρύνουν το έλλειμμα της κοινωνικής ασφάλισης, που είναι ήδη το μεγαλύτερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως ποσοστό του ΑΕΠ». Ενώ για τη μείωση της φορολογίας, την κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και την επιδιωκόμενη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος - στόχου σημειώνει ότι «είναι πολιτικές προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζονται απαραίτητα με την ενίσχυση των μακροπρόθεσμων αναπτυξιακών δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας καθώς υπάρχουν τεράστιες ανάγκες για δαπάνες στην υγεία και την παιδεία/κατάρτιση/δεξιότητες, που θα πρέπει να ικανοποιηθούν κατά προτεραιότητα».