Το υπουργείο Οικονομικών εκτιμά ότι η επιστροφή σε ρυθμούς ανάπτυξης- και μάλιστα υψηλούς- με τη βοήθεια του Ταμείου Ανάκαμψης, θα οδηγήσει εκ νέου σε ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα. Το ΔΝΤ φαίνεται ότι δεν συμμερίζεται αυτήν την εκτίμηση.
Σύμφωνα με το Fiscal Monitor, που δημοσιεύθηκε πριν από λίγη ώρα, το Ταμείο υπολογίζει ότι μετά το υψηλό πρωτογενές έλλειμμα του 7,5% που προκάλεσε η πανδημία το 2020 και το παρατεταμένο σοκ εντός του 2021, που επέβαλε παράταση των μέτρων στήριξης άρα και διατήρηση της «τρύπας» στα επίπεδα του 7,3%, η Ελλάδα θα συμμαζέψει τα δημοσιονομικά της το 2022 περιορίζοντας το πρωτογενές έλλειμμα στο 1,3% και θα επιστρέψει σε πλεονάσματα από το 2023 και μετά. Το πρόβλημα είναι ότι οι τεχνοκράτες του Ταμείου δεν συμμερίζονται τις εκτιμήσεις του ελληνικού οικονομικού επιτελείου και υπολογίζουν ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2023 θα είναι μόλις 0,2%, το 2024 θα ανέβει στο 0,6%, το 2025 στο 1% και το 2026 στο 1,5%. Σύμφωνα με το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο, που έχει υποβάλει η Αθήνα στις Βρυξέλλες από τις αρχές του καλοκαιριού, τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023 ως και το 2025 υπολογίζονται σε 2%, 2,8% και 3,7% αντιστοίχως.
Συνολικά, το ΔΝΤ επιμένει ότι η Ελλάδα θα παραμείνει σε ελλειμματικούς προϋπολογισμούς ως και το 2026, υπολογισμός που «κουμπώνει» με την εκτίμηση του για μηδενική θετική επίπτωση από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Όσον αφορά στο Χρέος, το ΔΝΤ υπολογίζει από τα εκρηκτικά επίπεδα του 211%- που είναι μακράν η χειρότερη επίδοση στην Ευρώπη- θα υποχωρήσει σταδιακά στο 179,6% στο τέλος του 2026. Στην τελευταία του Έκθεση για την Ελλάδα, το Ταμείο δεν είχε αμφισβητήσει, πάντως, τη βιωσιμότητα του ελληνικού Χρέους.