«Και ξανά προς τη δόξα τραβά», θα μπορούσε να πει κανείς αποκρυπτογραφώντας την ειδική ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδας για τις προοπτικές της αγοράς ακινήτων, μετά το ισχυρό σοκ της πανδημίας.
Το θετικό είναι ότι αν ο ρυθμός αύξησης των τιμών- και η ζήτηση- ανακόπηκε το προηγούμενο 12μηνο, η δυναμική της προ πανδημίας δεν ανατράπηκε. Σύμφωνα με τα στοιχεία από τις τράπεζες, το 2020, για τρίτη συνεχή χρονιά, στην αγορά των κατοικιών σημειώθηκε αύξηση των τιμών, με τις τιμές των διαμερισμάτων να καταγράφουν αύξηση κατά 4,2% σε ετήσια βάση. Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, οι υψηλότεροι ετήσιοι ρυθμοί αύξησης στις τιμές διαμερισμάτων καταγράφηκαν στην Αθήνα (7,4%) και στη Θεσσαλονίκη (4,6%). Αντιθέτως, ηπιότερος ήταν ο ρυθμός αύξησης στις λοιπές ημιαστικές και αγροτικές περιοχές (1,8%), ενώ οριακή αύξηση (0,1%) σημειώθηκε στις άλλες μεγάλες πόλεις.
Το πρώτο θετικό σημάδι για την τρέχουσα χρονιά, είναι ότι σημαντικές επενδύσεις υλοποιούνται ήδη, ή προγραμματίζονται για το 2021, και από άλλα χαρτοφυλάκια εκτός των Ανωνύμων Εταιριών Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας, τα οποία στοχεύουν στην επένδυση σε τουριστικά ακίνητα, σε χρήσεις υψηλότερου επιχειρηματικού κινδύνου, όπως εμπορικά κέντρα και πάρκα, θεματικά πάρκα και χώρους αναψυχής, αλλά και σε χρήσεις που σχετίζονται με υπηρεσίες περίθαλψης, παιδείας κ.λπ. Παράλληλα, εγχώριες και ξένες εταιρίες και αλυσίδες επιχειρήσεων έχουν ανακοινώσει ή έχουν ήδη προβεί σε σημαντικού ύψους πράξεις και έργα ανάπτυξης στο πλαίσιο της επέκτασης ή προσαρμογής των δραστηριοτήτων τους στη χώρα.
Χρονιά αλλαγών η φετινή στην αγορά ακινήτων
Κατά την Τράπεζα της Ελλάδας, το 2021 αναμένεται να αποτελέσει χρονιά δομικών αλλαγών στην αγορά ακινήτων. Η αλλαγή νοοτροπίας και αναγκών, σε συνδυασμό με τα έργα ανάπτυξης και υποδομών μεγάλης εμβέλειας που έχουν δρομολογηθεί, με κυριότερο το έργο στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού, είναι πιθανόν να αναδιαμορφώσουν ή και να μετατοπίσουν χωρικά τη ζήτηση τόσο των οικιστικών όσο και των επαγγελματικών ακινήτων, ειδικά στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας. Ωστόσο, η επανεκκίνηση και οι ρυθμοί αποκατάστασης των επιμέρους τομέων της αγοράς θα εξαρτηθούν από το μέγεθος των απωλειών που θα καταγραφούν μετά το πέρας των έκτακτων περιστάσεων και την άρση των μέτρων προστασίας των πληγέντων στο εσωτερικό της χώρας, από τις νέες συνθήκες που θα έχουν πλέον διαμορφωθεί ως προς τις συνήθειες, τις ανάγκες και τις απαιτήσεις των χρηστών και φυσικά από το διεθνές επενδυτικό κλίμα.
Όπβς τονίζουν οι οικονομολόγοι της ΤτΕ, είναι σημαντικό στην παρούσα συγκυρία, να προταχθούν ενέργειες για τη στήριξη μιας γρήγορης και δυναμικής ανάκαμψης της αγοράς ακινήτων, οι οποίες θα περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστον τη βελτίωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών στις πράξεις αγοραπωλησιών, που έχουν αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα πολλών πράξεων και επενδύσεων. Σε αυτήν την κατεύθυνση η πλήρης ψηφιοποίηση των σχετικών διαδικασιών, που έχει δρομολογήσει η ΑΑΔΕ, χαρακτηρίζεται κρίσιμη.
Οι διακυμάνσεις στις τιμές των ακινήτων ανά περιοχή
Τα στοιχεία από το πρώτο τρίμηνο του 2021 δείχνουν να επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις της ΤτΕ για αναθέρμανση της κτηματαγοράς. Σύμφωνα με τα στοιχεία από το spitogatos.gr, αν και η οικονομία παρέμενε υπό περιορισμούς στο διάστημα Ιανουαρίου- Μαρτίου, καταγράφηκε αύξηση τιμών κατά 3,5% πανελλαδικά. Ωστόσο, η εικόνα διαφέρει από περιοχή σε περιοχή και είναι ενδεικτικό ότι εκεί που μέχρι πέρσι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις προκαλούσαν φρενίτιδα τιμών, τώρα καταγράφεται πτώση, με πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Κέντρου της Αθήνας (-1,10%). Αντιθέτως, τον ανήφορο πήραν οι τιμές σε Βόρεια, Νότια και Δυτικά Προάστια της Αθήνας, αλλά και στη Θεσσαλονίκη.
Η μεγαλύτερη αύξηση (13,6%) καταγράφηκε στον Έβρο και η μεγαλύτερη μείωση (-10,2%) στις Σποράδες. Η υψηλότερη μέση ζητούμενη τιμή καταγράφεται στις Κυκλάδες (2.676 ευρώ/τ.μ.) και η χαμηλότερη στη Φλώρινα (510 ευρώ/τ.μ.).