Μέχρι και το 2016 θα πληρώνουν οι φορολογούμενοι που έχουν εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ εισφορά αλληλεγγύης όπως προβλέπει το επικαιροποιημένο Μνημόνιο που δόθηκε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα μαζί με την έκθεση της Κομισιόν για την πορεία του ελληνικού προγράμματος.
Η έκτακτη εισφορά επιβλήθηκε για πρώτη φορά το 2009 και κυμαίνεται από 1% έως 4% στο σύνολο των εισοδημάτων, στο άθροισμα από μισθούς ή συντάξεις, ενοίκια, τόκους, μερίσματα. Συγκεκριμένα, όσοι δηλώνουν εισόδημα από 12.001 έως και 20.000 καλούνται να πληρώσουν το 1% αυτού ως εισφορά αλληλεγγύης. Αντίστοιχα, όσοι δηλώνουν από 20.001 έως 50.000 θα πληρώνουν το 2% αυτών, όσοι δηλώνουν από 50.001 έως 100.000 θα πληρώνουν το 3% του εισοδήματός τους ως εισφορά αλληλεγγύης και όσοι δηλώνουν από 100.001 και πάνω το 4%.
Από την υποχρέωση καταβολής της εισφοράς αλληλεγγύης εξαιρούνται οι μακροχρόνια άνεργοι που είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, καθώς και όσοι λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον εν λόγω οργανισμό, εφόσον κατά το χρόνο της βεβαίωσης δεν έχουν πραγματικά εισοδήματα.
Στην έκθεση της Κομισιόν επισημαίνεται ότι οι μακροοικονομικές προοπτικές παραμένουν αμετάβλητες σε σχέση με την προηγούμενη έκθεση και οι δημοσιονομικές εξελίξεις είναι σε γενικές γραμμές στη σωστή τροχιά.
Από την άλλη πλευρά επισημαίνει τους κινδύνους που απειλούν την επίτευξή των δημοσιονομικών στόχων για πρωτογενές ισοζύγιο το 2013 και 2014 και οι οποίοι είναι οι εξής: «Το νέο δημοσιονομικό έλλειμμα οφείλεται σε υπερβάσεις δαπανών στον τομέα της υγείας, σε καθυστερήσεις στην έκδοση φόρων ακινήτων, σε μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές και στην απουσία εφαρμογής ορισμένων μέτρων. Η κυβέρνηση έχει εντοπίσει τα απαραίτητα μέτρα που πρέπει να υιοθετήσει για να εξασφαλίσει τους στόχους», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην Εκθεση της Κομισιόν και προσθέτει πως τα αυξημένα δημόσια έσοδα και η μεταρρύθμιση της μη αποδοτικής είσπραξης εσόδων αποτελούν τις βασικές προτεραιότητες.
Τέλος δημοσιονομικό κενό του προγράμματος εκτιμάται στα 3,4 δισ ευρώ έως το τέλος του 2015 και συνολικά 4 δισ. έως το τέλος του 2016, ενώ το χρηματοδοτικό κενό φθάνει τα 3,8 δισ. και ξεκινά από την άνοιξη του 2014.