Μπορούν οι εκλογές στην Τουρκία να απομακρύνουν από την εξουσία έναν αυταρχικό ηγέτη όπως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν;
Πολλοί στη Δύση θεωρούν πως όχι, καθώς ο Ερντογάν παρά την φθορά από την παραμονή του επί δύο δεκαετίες στο τιμόνι της χώρας παραμένει δημοφιλής – με ποσοστά μεταξύ του 40% και του 45% στις περισσότερες δημοσκοπήσεις - και ικανός να κινητοποιήσει τη βάση των ψηφοφόρων του.
Άλλοι λένε πώς οι εκλογές δεν παίζουν και μεγάλο ρόλο με τον έλεγχο που ασκεί ο Ερντογάν στους κρατικούς μηχανισμούς με το αυταρχικό σύστημα διακυβέρνησης που έχει δημιουργήσει στη χώρα, ενώ ο Τούρκος πρόεδρος έχει πάρα πολλά να χάσει και ως εκ τούτου θα κάνει τα πάντα για να διασφαλίσει την επανεκλογή του.
Οι δημοτικές εκλογές του 2019 τσαλάκωσαν την εικόνα του αήττητου Ερντογάν
Στις προεδρικές εκλογές του 2018 ο Ερντογάν σάρωσε αποσπώντας το 52,59% - δηλαδή κάπου 26 εκατομμύρια ψήφους –. Μόνον που η αναμέτρηση εκείνη διεξήχθη με νωπές ακόμη τις μνήμες από την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου του 2016 και τη συσπείρωση που αυτό προκάλεσε γύρω από τον ηγέτη της Τουρκίας, αλλά και με ένα κύμα εθνικισμού που πυροδότησε η τουρκική εισβολή στη βόρεια Συρία κατά των κουρδικών πολιτοφυλακών.
Αλλά η εικόνα άλλαξε το 2019 όταν τις δημοτικές εκλογές το κόμμα του Ερντογάν έχασε τον έλεγχο των περισσότερων μεγαλουπόλεων – ανάμεσά τους την πρωτεύουσα Άγκυρα και την οικονομική πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη – αποτέλεσμα που θρυμμάτισε την εικόνα του αήττητου Τούρκου προέδρου, αλλά κατέδειξε κι ότι όταν τα κόμματα της αντιπολίτευσης συνεργάζονται, μπορούν να νικήσουν στην κάλπη τον Ερντογάν.
Το plan B του Ερντογάν αν χάσει στις εκλογές
Η δεινή κατάσταση της τουρκικής οικονομίας, η ακρίβεια, ο καλπάζων πληθωρισμός, η διάβρωση της δημοκρατίας, οι φυλακίσεις και το πογκρόμ διώξεων κατά αντιφρονούντων, η κατακραυγή για την αδράνεια του κυβερνητικού συνασπισμού μετά το διπλό φονικό χτύπημα του Εγκέλαδου τον Ιανουάριο και αρκετοί ακόμη γνωστοί λόγοι, έφεραν τον Ερντογάν αντιμέτωπο με τη μεγαλύτερη πρόκληση στην κάλπη αφότου ανέλαβε την εξουσία το 2003 να δίνει τώρα τη μάχη για την πολιτική του επιβίωση.
Πολλοί, βέβαια, θα σπεύσουν να σημειώσουν ότι το διακύβευμα των επικείμενων εκλογών για τον Ερντογάν είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι στις δημοτικές προ τετραετίας, κι ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί αξιοπρεπώς το αποτέλεσμα. Κι ίσως να μην έχουν εντελώς άδικο, αφού, όπως σημειώνει το Foreign Policy, «σε προσωποπαγή αυταρχικά καθεστώτα, όπως στην Τουρκία, οι ηγέτες που χάνουν την εξουσία είναι πιθανό να καταλήξουν στη φυλακή ή την εξορία, άρα διακινδυνεύουν τα πάντα για να γαντζωθούν στην εξουσία». Μόνον που για να παραπεμφθεί ο Ερντογάν σε δίκη, βάσει της κείμενης νομοθεσίας στην Τουρκία, θα πρέπει να συναινέσουν τα δύο τρίτα των βουλευτών και μια ενισχυμένη πλειοψηφία θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί, πόσω μάλλον που το «τραπέζι των έξι», όπως αποκαλείται η εξακομματική συμμαχία της αντιπολίτευσης, περιλαμβάνει και πρώην συμμάχους του Τούρκου προέδρου, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου και ο πρώην τσάρος της τουρκικής οικονομίας, Αλί Μπαμπατζάν, που ίσως παρασυρθούν στη δίνη των ερευνών.
Ποιες είναι, ως εκ τούτου, οι επιλογές του Ερντογάν σε περίπτωση οριακής ήττας του; Ίσως σπεύσει να μιλήσει για κλοπή της νίκης του και να καλέσει την τουρκική γραφειοκρατία να τον στηρίξει. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι το Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο της Τουρκίας και ο μηχανισμός ασφαλείας θα ανταποκριθούν, διακινδυνεύοντας νομικούς μπελάδες υπό τη νέα κυβέρνηση.
Μια ευφυέστερη επιλογή για τον Ερντογάν, - που τη διευκολύνει το γεγονός ότι φαντάζει απίθανο να κάτσει στο εδώλιο - όπως αναφέρει στην ανάλυσή του το FP - , θα ήταν να αποδεχθεί το αποτέλεσμα και να περιμένει να αποδειχθεί βραχύβια η ευφορία της νίκης για την αντιπολίτευση και να αποτύχει η νέα κυβέρνηση. Κι αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί, αφού, όπως υπογραμμίζει η Washington Post, «μολονότι τα κόμματα της κατακερματισμένης αντιπολίτευσης κατάφεραν να καλύψουν τις διαφορές τους ενόψει των εκλογών, μια νίκη του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου θα τον φέρει ίσως αντιμέτωπο με αντικρουόμενα συμφέροντα εντός της συμμαχίας του, που περιλαμβάνει εθνικιστές, ισλαμιστές, υπέρμαχους του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους και φιλελεύθερους. Η συμμαχία μπορεί να μην αντέξει ή να αποδειχθεί δυσλειτουργική».
Δεδομένων δε των τεράστιων οικονομικών προβλημάτων που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η άπειρη νέα κυβέρνηση, ένα comeback του Ερντογάν διά της δημοκρατικής οδού δεν θα πρέπει να θεωρείται απίθανο – ειδικά αν τηρήσει η συμμαχία της αντιπολίτευσης τη δέσμευσή της να καταργήσει το προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης της Τουρκίας και να γυρίσει στο κοινοβουλευτικό, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την επιστροφή του νυν προέδρου ως πρωθυπουργού.