Η απειλή του Βλαντίμιρ Πούτιν να διακόψει εντελώς τον ενεργειακό εφοδιασμό στη Δύση θα μπορούσε να αποδειχθεί δίκοπο μαχαίρι για τη Ρωσία, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters.
Η αντιπαράθεση Δύσης-Ρωσίας με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία ολοένα και βαθαίνει.
Την Τετάρτη, η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε την πιθανή επιβολή πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ προηγουμένως ο Πούτιν είχε απειλήσει να διακόψει τις προμήθειες, εάν επιβληθεί το εν λόγω μέτρο, προειδοποιώντας τη Δύση ότι θα «παγώσει» τον ερχόμενο χειμώνα.
Η διακοπή των ροών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη από τη Ρωσία, δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα πετρελαίου στον κόσμο μετά τη Σαουδική Αραβία και κορυφαίο εξαγωγέα φυσικού αερίου, πιθανότατα θα ταλαιπωρήσει περαιτέρω τις παγκόσμιες αγορές ενέργειας και θα φέρει την παγκόσμια οικονομία αντιμέτωπη με ακόμα υψηλότερες τιμές.
Ο Αλεξέι Μίλερ, διευθύνων σύμβουλος του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού Gazprom, δήλωσε τον Αύγουστο ότι οι τιμές του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου θα μπορούσαν να αυξηθούν στα 4.000 δολάρια ανά 1.000 κυβικά μέτρα, από τα περίπου 2.200 δολάρια που ήταν την Τετάρτη.
«Πληγή» για τον Πούτιν η απεξάρτηση της ΕΕ από τη ρωσική ενέργεια
Ωστόσο, το πρακτορείο Reuters επισημαίνει πως εάν η ΕΕ συνεχίσει το σχέδιό της, να απεξαρτηθεί από τη ρωσική ενέργεια, αυτό θα έβλαπτε και τη Ρωσία.
Ένα ρωσικό έγγραφο στρατηγικής, το οποίο βρέθηκε στα χέρια του Reuters και συζητήθηκε από την κυβέρνηση, περιγράφει τους «περιορισμούς και τους κινδύνους» για τον ενεργειακό τομέα της σύγκρουσης, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής χρηματοδότησης της εγχώριας ενέργειας από διεθνείς πελάτες.
«Μια μείωση των προμηθειών σε ξένους καταναλωτές θα οδηγήσει σε ανισορροπία στο σύστημα, καθώς οι χαμηλές τιμές στην εγχώρια αγορά αντισταθμίζονται από τα έσοδα από εξαγωγές» αναφέρεται στο έγγραφο, το οποίο συζητήθηκε σε κλειστή συνεδρίαση υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Μιχαήλ Μισούστιν στη Μόσχα, στις 30 Αυγούστου.
«Ως αποτέλεσμα, είναι πιθανό να υπάρξει έλλειψη κεφαλαίων για την απαραίτητη ανάπτυξη της αεριοποίησης των περιοχών» προστίθεται στο έγγραφο, με τίτλο «Στρατηγικές κατευθύνσεις δραστηριότητας στις νέες συνθήκες για την περίοδο έως το 2030».
Εάν η ΕΕ εγκαταλείψει το ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027, τότε τα έσοδα του προϋπολογισμού θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 400 δισ. ρούβλια (6,55 δισ. δολάρια) ετησίως έως το 2030, αναφέρεται στο έγγραφο. Αυτό το μέρος του εγγράφου δημοσιεύθηκε από το Bloomberg στις 5 Σεπτεμβρίου, αν και οι λεπτομέρειες των πιθανών επιπτώσεων στον ενεργειακό τομέα δεν είχαν δημοσιευθεί έως τότε.
Εάν η Ευρώπη αρνούνταν το ρωσικό αέριο, θα οδηγούσε σε πιθανή μείωση των εξαγωγών φυσικού αερίου κατά περισσότερα από 100 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως έως το 2027, που αντιπροσωπεύουν σχεδόν τις μισές από το σύνολο των εξαγωγών το 2021, σύμφωνα με το έγγραφο.
Έτσι, οι επενδύσεις στον τομέα του φυσικού αερίου για οκτώ χρόνια (έως το 2030) θα μειωθούν κατά περίπου 41 δισ. δολάρια.
Τα «ενεργειακά χαρτιά» του Πούτιν
Η πώληση πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ευρώπη ήταν μια από τις κύριες πηγές για τα ρωσικά κέρδη σε ξένο νόμισμα, από τότε που οι Σοβιετικοί βρήκαν πετρέλαιο και φυσικό αέριο στους βάλτους της Σιβηρίας τις δεκαετίες, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Και από τότε που ο Μπόρις Γέλτσιν παρέδωσε στον Πούτιν τους πυρηνικούς κωδικούς, την τελευταία μέρα του 1999, ο πρώην κατάσκοπος της KGB προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το «χαρτί της ενέργειας» για να ανακτήσει μέρος της επιρροής που έχασε η Ρωσία όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, το 1991.
Εγκλωβισμένος σε μια αντιπαράθεση με τη Δύση για την Ουκρανία, ο Πούτιν παίζει ξανά τα ενεργειακά του χαρτιά, έναν μοχλό που μπορεί να χρησιμοποιήσει η Μόσχα ενάντια σε ένα παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα που κυριαρχείται από τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ρωσία όχι μόνο δεν έχασε, αλλά κέρδισε από τη σύγκρουση, επειδή ξεκίνησε ένα νέο μονοπάτι.
Ο Πούτιν, ο οποίος τον Οκτώβριο γίνεται 70 ετών, έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι εάν η Ευρώπη δεν θέλει να αγοράσει ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο ή αν προσπαθήσει να περιορίσει τις τιμές, η Ρωσία θα ανακατευθύνει τις τεράστιες προμήθειές της προς τις ασιατικές δυνάμεις, την Κίνα και την Ινδία.
«Για να το κάνει αυτό, όμως, θα πρέπει να επιταχύνει την κατασκευή των αγωγών της προς τα ανατολικά», αναφέρει το έγγραφο.
Ο «Power of Siberia 1» είναι ο μόνος μεγάλος ρωσικός αγωγός φυσικού αερίου προς την Κίνα. Αναμένεται να παραδώσει 16 δισ. κυβικά μέτρα το 2022, το 11% αυτού που συνήθως εξάγει η Ρωσία στην Ευρώπη κάθε χρόνο.
Το «Power of Siberia 2» προς την Κίνα, από τα κοιτάσματα αερίου Bovanenkovo και Kharasavey στο Yamal, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Είναι, τελικά, η Ρωσία ενεργειακή υπερδύναμη;
Εάν η Ευρώπη μπορέσει να βρει εναλλακτικές λύσεις στη ρωσική ενέργεια, η Μόσχα θα αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις.
«Στο πιο αρνητικό σενάριο, αναμένεται ότι έως το 2027 οι ευρωπαϊκές χώρες θα είναι σε θέση να εγκαταλείψουν εντελώς το ρωσικό πετρέλαιο» αναφέρεται στο έγγραφο, με τον πετρελαιαγωγό Druzhba και τα λιμάνια της Βαλτικής να έχουν πληγεί σοβαρά.
Ο Druzhba, που στα ρωσικά σημαίνει «Φιλία», διοχέτευσε 36.000.000 τόνους πετρελαίου πέρυσι, ενώ τα λιμάνια τής Βαλτικής διακινούσαν 60-80 εκατομμύρια τόνους αργού πετρελαίου ετησίως το 2019-2021.
«Στις παλιές προκλήσεις -που συνδέονται με την αύξηση του κόστους παραγωγής ως αποτέλεσμα των επιπλοκών στην εξόρυξη πετρελαίου και της αύξησης του μεριδίου των αποθεμάτων που είναι δύσκολο να ανακτηθούν-, θα προστεθούν το αυξανόμενο κόστος της αναπροσαρμογής των εξαγωγικών ροών και η αυξημένη ζήτηση για τον στόλο των δεξαμενόπλοιων», σημειώνει το έγγραφο.
Απομονωμένος από τη δυτική τεχνολογία, ο ρωσικός ενεργειακός τομέας θα βρεθεί αντιμέτωπος με δύσκολες επιλογές, ειδικά όσον αφορά στο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), το πετρέλαιο και τη διύλιση πετρελαίου.
«Η απόσυρση των τεχνολογικών εταίρων από τα έργα παραγωγής LNG θα μετατοπίσει το χρονοδιάγραμμα έναρξης λειτουργίας νέων δυναμικοτήτων», αναφέρεται στο έγγραφο.
Καθώς η Ρωσία βιάζεται να προσαρμοστεί, θα μπορούσε να υπάρξει μείωση των εξαγωγών προϊόντων πετρελαίου κατά σχεδόν 55% από τα επίπεδα του 2021 (δηλαδή, κατά 80 εκατ. τόνους), κάτι που με τη σειρά του θα οδηγούσε σε πτώση της διύλισης κατά 25-30% και δυσκολίες στην εξασφάλιση επαρκούς παραγωγής βενζίνης για την εγχώρια αγορά, οδηγώντας σε αύξηση των τιμών των καυσίμων.
Και ενώ η Gazprom τα πάει καλά τους τελευταίους μήνες, με κέρδη-ρεκόρ 2,5 τρισ. ρουβλίων τούς πρώτους έξι μήνες του 2022, αντιμετωπίζει δυσκολίες στις πιο μακροπρόθεσμες επιλογές.
Η μεγαλύτερη εταιρεία φυσικού αερίου στον κόσμο από άποψη αποθεμάτων (15% των παγκόσμιων και το 68% των ρωσικών αποθεμάτων φυσικού αερίου) ενδέχεται να χρειαστεί να παγώσει σημεία εξόρυξης ή να κάψει αέριο, καταλήγουν οι αναλυτές.