Το CNN αναλύει πώς η Ρωσία δεν «διάβασε σωστά» τα μηνύματα αναφορικά με την αυξανόμενη επιρροή της Γερμανίας έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, μια σχέση που δείχνει να μεταβλήθηκε τα τελευταία χρόνια, με πρωταγωνιστή τον Όλαφ Σολτς.
Πριν δύο χρόνια, η Μόσχα έβλεπε την αντιπαράθεση ΗΠΑ-Γερμανίας σε σχέση με τον Nord Stream 2 ως τη «λυδία λίθο» για την διατλαντική ισχύ εντός ΝΑΤΟ.
Η Ρωσία είχε επενδύσει πολλά στον υποθαλάσσιο αγωγό μήκους άνω των 1200 χλμ που θα τη συνέδεε απευθείας με τη Γερμανία, γεγονός που το Βερολίνο, εκ των σημαντικότερων καταναλωτών των ρωσικών υδρογονανθράκων, επιθυμούσε να πραγματοποιηθεί. Δεν έβρισκε όμως το σχέδιο σύμφωνη την Ουάσινγκτον, με τις ΗΠΑ να μην επιθυμούν την υποκατάσταση των παλαιών γραμμών ανεφοδιασμού που διαπερνούσαν το έδαφος της Ουκρανίας και απέφεραν σημαντικά έσοδα στη - στρεφόμενη στη Δύση -ηγεσία του Κιέβου.
Το «μπλοκάρισμα» του Nord Stream 2 σήμαινε για τη Ρωσία πως η πολιτική ισχύς σε ό,τι αφορά τη Γηραιά Ήπειρο «περνούσε» μέσα από το Λευκό Οίκο, με το Βερολίνο να μην αποτελεί ένα μείζονος σημασίας κέντρο λήψης αποφάσεων.
«Τρέχοντας» όμως το χρόνο μπροστά δύο χρόνια, το Κρεμλίνο επιχειρεί να μεταφράσει τη νέα «διατλαντική» δυναμική μετά από την εποχή της Άνγκελα Μέρκελ και ιδίως μετά την εισβολή στην Ουκρανία, που μέχρι τώρα δεν έχει επιτύχει τους επιθυμητούς για τη Μόσχα στόχους.
«Μια σπάνια στιγμή ατσάλινης ηγεσίας»
Όπως αναφέρει ο Νικ Ρόμπερτσον, διπλωματικός συντάκτης του CNN, ο Όλαφ Σολτς είχε μια «σπάνια στιγμή ατσάλινης ηγεσίας», καθώς δεν δέχθηκε «να σπρωχτεί» σε μια μεμονωμένη ενέργεια αποστολής αρμάτων στην Ουκρανία, απαιτώντας αντίθετα από τον Τζο Μπάιντεν να τον ακολουθήσει στο «τόλμημα» που θα ρίσκαρε την μήνιν του Ρώσου προέδρου, κίνηση που συμβόλιζε την μεταβολή ισχύος εντός της Ατλαντικής Συμμαχίας. Αυτή του η κίνηση μάλιστα την προηγούμενη εβδομάδα κέρδισε τη «θυελλώδη» στήριξη στη Bundestag.
Μέχρι σήμερα η Ευρώπη ήταν αργή στις αντιδράσεις της έναντι των «ρωγμών» στην αμερικανική πολιτική ζωή και την αβεβαιότητα που θα δημιουργούσε άλλη μία δυνητική προεδρία «αλά Τραμπ» στους συμμάχους της Ουάσινγκτον. Δεκαετίες μιας ακλόνητης εξάρτησης, αν όχι απόλυτης πίστης, στις ΗΠΑ, πλέον έχουν αντικατασταθεί από έναν «πεισματώδη ευρωπαϊκό πραγματισμό», με τη Γερμανία να ηγείται αυτού του δρόμου, όπως σημειώνει ο συντάκτης.
Στη σύνοδο που είχαν τον Μάρτιο, οι ηγέτες του ΝΑΤΟ συμφώνησαν να εξοπλίσουν και να εκπαιδεύσουν την Ουκρανία στα πρότυπα του ΝΑΤΟ, στέλνοντας το μήνυμα στη Μόσχα πως η Ουκρανία θα μοιάζει και θα πολεμά πλέον σαν να ήταν στο ΝΑΤΟ, όπως αναφέρει το δημοσίευμα.
Αυτή η μεταμόρφωση όμως της Ουκρανίας δεν σχετίζεται μόνο με τη διπλωματία ή με την παροχή οπλισμού, αλλά και με τη «σύμπλευση» των περίπου 1 δισ πολιτών που ζουν στα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ με τους πολιτικούς τους, κάτι που κατέστησε σαφές ο Σολτς την περασμένη Τετάρτη από το βήμα της γερμανικής Βουλής.
«Εμπιστευθείτε μας, δεν θα σας θέσουμε σε κίνδυνο», είπε, ενώ ανέφερε το πώς η κυβέρνησή του μέχρι τώρα είχε χειριστεί τη ρωσική επιθετικότητα και τα σενάρια για έναν «παγερό χειμώνα» και για «οικονομική κατάρρευση», που δεν είχαν υλοποιηθεί. «Η κυβέρνηση χειρίστηκε την κρίση, είμαστε σε μια πολύ καλύτερη κατάσταση».
Και αν στην Ευρώπη φαινόταν πως ο Σολτς κέρδιζε έναντι των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την επιρροή και τη δύναμη στη διαμόρφωση των εξελίξεων στην Ουκρανία, στη Μόσχα ακόμα δεν πιστεύουν πως αλλάζουν πολλά.
Οι εκτιμήσεις στη Ρωσία - Μειώνεται ο κίνδυνος πυρηνικής κλιμάκωσης;
Ο Αντρέι Κορτούνοφ, γενικός διευθυντής του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων της Ρωσίας είπε πως στη Μόσχα, «οι περισσότεροι πιστεύουν πως ο Μπάιντεν κάνει κουμάντο». Μάλιστα «η αμερικανική ηγεσία φαίνεται ισχυρότερη από ποτέ».
Ωστόσο, η αντίδραση των Ρώσων διπλωματών ήταν κοινή και στις δύο πλευρτές του Ατλαντικού, με τον Ρώσο πρεσβευτή στη Γερμανία να αναφέρει πως είναι «ακραία επικίνδυνη» η κίνηση του Βερολίνου να στείλει άρματα μάχης στην Ουκρανία και κατηγόρησε τον Σολτς πως αρνείται «να αναγνωρίσει τη λογοδοσία της Γερμανίας για τα εγκλήματα του Ναζισμού», ενώ ο Ρώσος πρεσεβευτής στις ΗΠΑ μίλησε για «πρόκληση άνευ περιστροφών» από τον Λευκό Οίκο.
Περιέργως, όμως, σημειώνει ο συντάκτης, οι δηλώσεις από το Κρεμλίνο δεν είναι τόσο φιλοπόλεμες, όσο αυτές του Μεντβέντεφ που απείλησε μέχρι και με τη χρήση πυρηνικών όπλων, στο ενδεχόμενο ήττας της Ρωσίας, γεγονός που ίσως σηματοδοτεί την «ύφεση» στο ενδεχόμενο πυρηνικής κλιμάκωσης. Ο Ντμίτρι Πεσκόφ τόνισε πως οι κινήσεις ΗΠΑ και Γερμανίας να στείλουν άρματα μάχης στην Ουκρανία «αυξάνει την ένταση, αλλά δεν θα εμποδίσει τη Ρωσία από το να επιτύχει τους στόχους της».
Το Βερολίνο θέλει τον έλεγχο - Τι θα μπορούσε να σημαίνει για την Ουκρανία η αυξανόμενη επιρροή της Γερμανίας
Από το σημείο που η Γερμανία καθυστερούσε να αναγνωρίσει τη ρωσική απειλή, το Βερολίνο πλέον αναπροσανατολίζεται, «αναζωογονεί» τις ένοπλες δυνάμεις του και ενισχύει τις παροχές οπλισμού την Ουκρανία, γεγονός που δείχνει πως ο «πραγματιστής» Σολτς είναι στο παιχνίδι και θέλει τον έλεγχο. Ο καγκελάριος είπε πως η Γερμανία θα «συντόνιζε» την προμήθεια των Leopard 2 από τους συμμάχους στην Ουκρανία, μια δύναμη που διέθετε από την γερμανική νομοθεσία, που απέτρεπε οποιονδήποτε αγοραστή των αρμάτων μάχης να τα μεταβιβάσει σε τρίτη χώρα.
Με αυτά τα δεδομένα, ο αρθρογράφος του CNN εκτιμά πως ο Ζελένσκι μπορεί να δει οι φιλοδοξίες του για την επαναφορά της Ουκρανίας στην εδαφική επικράτεια που είχε μέχρι και πριν τη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας να περιορίζονται. Άλλωστε, ο Σολτς είναι μεταξύ των ηγετών που επιθυμούν ένα γρήγορο τέλος στον πόλεμο και την επαναφορά της οικονομικής σταθερότηας στην Ευρώπη.
Παράλληλα περισσότερο μακρόσυρτες διαπραγματεύσεις για τις επόμενες στρατιωτικές κινήσεις σε σχέση με την Ουκρανία θα μπορούσαν να ακολουθήσουν, κάτι που θα σηματοδοτούσε πως οι οπλισμοί που παρέχονται στο Κίεβο θα ελέγχονται περισσότερο από το Βερολίνο και όχι πλέον αποκλειστικά από την Ουάσινγκτον. Αυτές οι μετατοπίσεις ισχύος ίσως δεν αλλάξουν κάτι αναφορικά με τον πόλεμο, αλλά θα μπορούσαν να έχουν το αποτύπωμά τους σε μια συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου και στη διαμόρφωση μιας ειρήνης που θα κρατήσει, όταν αυτή επέλθει.