Με ιδιαίτερα μελανά χρώματα περιγράφει την οικονομική κατάσταση στην Τουρκία η παγκόσμιας εμβέλειας αμερικανική εφημερίδα The New York Times η οποία σε ανταπόκριση της από την Κωνσταντινούπολη επισημαίνει τη δεινή θέση στην οποία βρίσκεται ο Πρόεδρος της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Για τον πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος έχει τραβήξει την προσοχή της διεθνούς κοινότητας εξαιτίας της επιθετικής εξωτερικής πολιτικής και των στρατιωτικών παρεμβάσεων στο εξωτερικό, τα πράγματα δυσκόλεψαν σημαντικά στις αρχές Νοεμβρίου, σημειώνει η ανταπόκριση, τονίζοντας μάλιστα ότι η τουρκική κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι δεν υπολόγιζε στις μετρήσεις της τα ασυμπτωματικά κρούσματα κορωνοϊού με αποτέλεσμα οι νέες μετρήσεις να αποκαλύπτουν ρεκόρ επιμολύνσεων.
«Ο λαός είναι έτοιμος να εκραγεί», λέει χαρακτηριστικά ένας καταστηματάρχης στη δημοσιογράφο της εφημερίδας Καρλότα Γκάλ, η οποία τονίζει πως με την πτώση της λίρας και τον διψήφιο πληθωρισμό ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού είναι καταχρεωμένο και σχεδόν λιμοκτονεί.
Επικαλούμενη πρόσφατη σφυγμομέτρηση, όπου το 25% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει ούτε τις βασικές του ανάγκες, η ανταποκρίτρια των ΝΥΤ υπογραμμίζει την πρωτοφανή διολίσθηση που έχει υποστεί η τουρκική λίρα χάνοντας φέτος πάνω από το 30% της αξίας της απέναντι στο δολάριο. Με τα συναλλαγματικά αποθέματα σχεδόν εξαντλημένα και διψήφιο πληθωρισμό, η χώρα αντιμετωπίζει κρίση στο ισοζύγιο πληρωμών. Μία κρίση η οποία, σύμφωνα με το δημοσίευμα, βρίσκει τον κ. Ερντογάν σε μια στιγμή που πρόκειται να χάσει έναν πανίσχυρο σύμμαχο, καθώς ο Ντόναλντ Τράμπ ετοιμάζεται να εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο
H Τουρκία αντιμετωπίζει ήδη κυρώσεις από τις ΗΠΑ εξαιτίας της αγοράς του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 και - ενδεχομένως - από την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω των ερευνών της για αέριο στα ανοικτά της Κύπρου. Η παρέμβαση Τράμπ υπήρξε καθοριστική για την προσωρινή αναστολή των κυρώσεων από την Ουάσιγκτον για τον τρέχοντα μήνα.
Ο Ερντογάν, συνεχίζει η ανταπόκριση, καθυστέρησε σημαντικά να συγχαρεί τον Τζο Μπάιντεν για τη νίκη του στις εκλογές του Νοεμβρίου και οι αναλυτές εκτιμούν ότι η επερχόμενη Διοίκηση των Δημοκρατικών θα είναι πιο αυστηρή απέναντι στην καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών.
Οι δεσμεύσεις του όμως για οικονομική και δικαστική μεταρρύθμιση και οι υπόνοιες που άφησε για αποφυλάκιση πολιτικών κρατουμένων, αποτελούν κατά το ρεπορτάζ, σημάδια της πρόθεσης του να βελτιώσει τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Οι επικριτές του προέδρου υποστηρίζουν, ωστόσο, ότι οι πρωτοβουλίες του είναι μικρής κλίμακας και υιοθετήθηκαν καθυστερημένα.
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η δημοτικότητα του κυβερνώντος κόμματος AKP βρίσκεται στο 30%, το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 19 ετών, γεγονός μπορεί να σημάνει ακόμη και η συνεργασία με το ακροδεξιό MHP του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, δεν εξασφαλίζει στον Ερντογάν το 50% των ψήφων της Εθνοσυνέλευσης που χρειάζονται για την επανεκλογή του στην Προεδρία.
«Οι πιθανότητες επανεκλογής του Ερντογάν είναι κάτω από αυτό το το 50% λέει στους New York Times η Ασλί Αϊντίντασμπας, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. Η πιθανότητα να χάσει είναι σοβαρή εκτός αν διευρύνει τον συνασπισμό του και να προσελκύσει ψηφοφόρους της αντιπολίτευσης Το ερώτημα είναι, αν είναι αρκετά έξυπνος για να το κάνει».