Σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες (και η Ελλάδα), καθώς επίσης οι πλουσιότερες βορειοανατολικές Πολιτείες των ΗΠΑ, είχαν χαμηλότερα ποσοστά θνητότητας κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύματος της πανδημίας λοιμώξεων Covid-19, σύμφωνα με νέα διεθνή μελέτη.
Σε μερικές χώρες (Γαλλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία) υπήρξαν πολύ μεγάλες μειώσεις στη θνητότητα από το πρώτο στο δεύτερο κύμα, ενώ σε άλλες χώρες, όπως στη Σουηδία και τη Γερμανία, η πτώση της θνητότητας υπήρξε, μεν, αλλά ήταν αρκετά μικρότερη. Στην Ευρώπη μόνον η Λευκορωσία εμφανίζεται να έχει αύξηση θνητότητας στο δεύτερο κύμα.
Οι ερευνητές από τα πανεπιστήμια Σίδνεϊ Αυστραλίας και Τσινγκ Χούα Κίνας, οι οποίοι ανέπτυξαν ένα νέο μαθηματικό-στατιστικό μοντέλο ειδικά για την εξέλιξη της πανδημίας και έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Μαθηματικών «Chaos» («Χάος») προτείνουν μία σειρά εξηγήσεων για τη διαφορά θνητότητας μεταξύ πρώτου και δεύτερου κύματος:
Τα κρούσματα στο πρώτο ευρωπαϊκό κύμα είχαν υποεκτιμηθεί σε αριθμό (άρα η πραγματική θνητότητα του πρώτου κύματος ήταν μικρότερη), οι λοιμώξεις στο πρώτο κύμα αφορούσαν σε δυσανάλογα μεγάλο βαθμό τούς πιο ευπαθείς ηλικιωμένους, με συνέπεια να υπάρξουν περισσότεροι θάνατοι, ενώ στο δεύτερο κύμα αρρωσταίνουν περισσότεροι πιο νέοι άνθρωποι, καθώς επίσης το γεγονός ότι -με μερικές εξαιρέσεις- τα χαμηλότερα ποσοστά θνητότητας του πρώτου κύματος συνέβησαν σε χώρες με καλά συστήματα υγείας.
Το πιο μαζικό -σε σχέση με το πρώτο- δεύτερο επιδημικό κύμα στην Ευρώπη, παρά την πίεση που άσκησε στα συστήματα υγείας, ήταν τελικά λιγότερο σοβαρό του αναμενομένου από άποψη θανάτων.
Σε χώρες όπως η Ολλανδία (μείωση θνητότητας κατά 16 φορές), η Γαλλία (μείωση κατά 14 φορές), η Δανία (μείωση κατά 14 φορές) και το Βέλγιο (μείωση κατά 11 φορές) υπήρξε σημαντική μείωση της θνητότητας μεταξύ πρώτου και δεύτερου κύματος.
Στις ΗΠΑ, η διαφορά υπήρξε αρκετά μικρότερη, με εξαίρεση τη Νέα Υόρκη, το Νιού Τζέρσεϊ και το Κονέκτικατ, οι οποίες είχαν πληγεί πολύ στο πρώτο κύμα, αλλά πολύ λιγότερο στο δεύτερο.
«Το πρόβλημα θα είναι πάντα ο πραγματικός αριθμός των κρουσμάτων στο πρώτο κύμα. Μπορεί ποτέ να μη τον μάθουμε, αλλά η μελλοντική έρευνα και ανάλυση θα προσπαθήσει να τον υπολογίσει», δήλωσε ο δρ Μαξ Μένζις του Πανεπιστημίου Τσινγκ Χούα του Πεκίνου.