Ενα ακόμη εξουδετερωτικό αντίσωμα, που είχε απομονωθεί παλαιότερα από έναν ασθενή, ο οποίος ανάρρωσε πριν χρόνια από το Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο (SARS), διαπιστώθηκε ότι μπλοκάρει αποτελεσματικά τη μολυσματικότητα του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2 που προκαλεί τη νόσο Covid-19.
Οι επιστήμονες από την Ελβετία, τη Γαλλία (Ινστιτούτο Παστέρ) και τις ΗΠΑ, με επικεφαλής τον δρα Ντέιβιντ Βίσλερ του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σιάτλ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature». Τέτοια εξουδετερωτικά αντισώματα θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη νέων αντι-ιικών φαρμάκων και εμβολίων κατά του κορωνοϊού.
Τα αντισώματα παράγονται από το ανοσοποιητικό σύστημα ως απάντηση σε ξένους μικροοργανισμούς που εισβάλλουν στο σώμα. Τα μονοκλωνικά αντισώματα μπορούν να εστιάσουν σε μια συγκεκριμένη πρωτεΐνη (αντιγόνο) του «εισβολέα». Στην περίπτωση του νέου ιού, στόχος είναι η προεξέχουσα πρωτεΐνη-ακίδα του (spike) με την οποία διεισδύει στα ανθρώπινα κύτταρα.
Οπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, οι ερευνητές είχαν προηγουμένως εντοπίσει μονοκλωνικά αντισώματα από έναν ασθενή, ο οποίος είχε αναρρώσει από SARS το 2003 και είχαν ήδη διαπιστώσει, μέσα από δοκιμές σε ζώα και ανθρώπους, ότι αυτά τα αντισώματα μπορούσαν να εξουδετερώσουν κορωνοϊούς.
Αυτή τη φορά, διερεύνησαν τις δυνατότητες που έχουν 25 από αυτά τα αντισώματα κατά του νέου ιού SARS-CoV-2 και βρήκαν ότι οκτώ μπορούν να προσδεθούν τόσο στον ιό όσο και στα μολυσμένα από αυτόν κύτταρα.
Ιδίως ένα αντίσωμα, το S309, διαπιστώθηκε ότι έχει ισχυρή εξουδετερωτική δράση κατά του νέου ιού, καθώς προσδένεται ακριβώς στην «ακίδα» του. Το S309 μπορεί να δράσει επίσης σε συνδυασμό με ένα άλλο λιγότερο ισχυρό αντίσωμα, το οποίο στοχεύει σε ένα διαφορετικό σημείο της ίδιας πρωτεΐνης spike.
Η συνέργεια αυτή των δύο αντισωμάτων μπορεί να βελτιώσει τις δυνατότητες εξουδετέρωσης του ιού και να μειώσει τις πιθανότητες εμφάνισης ανθεκτικών μεταλλάξεων του, όπως εκτιμούν οι ερευνητές, οι οποίοι πιστεύουν ότι είναι θέμα χρόνου να δημιουργηθούν «κοκτέιλ» μονοκλωνικών αντισωμάτων που θα ελέγχουν τον SARS-CoV-2. Όμως θα πρέπει πρώτα να γίνουν δοκιμές τους σε ανθρώπους.