Αβάσιμες και άδικες χαρακτήρισε τις δηλώσεις του Τζο Μπάιντεν σχετικά με την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος παρουσίασε την Τουρκία ως θύμα των Αρμενίων.
Μετά το τέλος της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου, ο Τούρκος πρόεδρος σχολίασε την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τον Αμερικανό πρόεδρο.
«Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν έκανε αβάσιμες, άδικες και μη ρεαλιστικές δηλώσεις σχετικά με τα οδυνηρά γεγονότα που συνέβησαν περισσότερο από έναν αιώνα πριν», δήλωσε αρχικά ο Ερντογάν.
«Αν πρόκειται να ακολουθηθεί ένας τέτοιος δρόμος, θα θέλαμε να σας υπενθυμίσουμε ότι είμαστε το μόνο έθνος και κράτος που θα βγει από αυτόν τον αγώνα με καλή συνείδηση και καλή καρδιά», προειδοποίησε ο Τούρκος πρόεδρος.
Ο Ερντογάν κάλεσε να μην πολιτικοποιούνται τα ιστορικά γεγονότα, τονίζοντας ότι οι ιστορικοί, και όχι οι πολιτικοί, πρέπει να αποφασίσουν πώς αυτά καταγράφονται.
«Η διερεύνηση των γεγονότων στην Ιστορία και η αποκάλυψη της αλήθειας πρέπει να δοθεί στους ιστορικούς και όχι στους πολιτικούς. Ακόμα δεν έχουμε λάβει απάντηση στην πρότασή μας για τη σύσταση κοινής επιτροπής Ιστορίας σχετικά με τους ισχυρισμούς των Αρμενίων που έχουν εκφραστεί εδώ και χρόνια», πρόσθεσε μεταξύ άλλων, συμπληρώνοντας αιχμηρά ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να κοιτάξουν τον εαυτό τους στον καθρέπτη.
Ερντογάν: Ο Μπάιντεν δέχεται πιέσεις από ριζοσπαστικούς αρμενικούς κύκλους
Ο Τούρκος πρόεδρος εξέφρασε την άποψη ότι ο χαρακτηρισμός γενοκτονία από τον Μπάιντεν αποτελεί αποτέλεσμα πιέσεων. «Πιστεύουμε ότι δέχεται πιέσεις από ριζοσπαστικούς αρμενικούς κύκλους και αντιτουρκικές ομάδες».
Ο Ερντογάν εμφανίστηκε προκλητικός και προέβη σε απίστευτους ισχυρισμούς, λέγοντας ότι «αρμενικές συμμορίες, στις οποίες συμμετείχαν τουλάχιστον 150.000 με 300.000 άτομα, διέπραξαν σφαγές σε τουρκικά εδάφη». Υποστήριξε, δε, ότι σε συνεργασία με ρωσικές δυνάμεις πολεμούσαν κατά της Τουρκίας και οι αρχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας έλαβαν μέτρα προφύλαξης.
Εν τούτοις, ο Τούρκος πρόεδρος πρόσθεσε πως αναμένει «να ανοίξει μια νέα πόρτα» στις σχέσεις των δύο χωρών και να συζητήσει όλες τις συμφωνίες με τον πρόεδρο Μπάιντεν στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο.