Αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις και ο Ντόναλντ Τραμπ δεν καταφέρει να επανεκλεγεί στην κρίσιμη αναμέτρηση του Νοεμβρίου, δεν θα είναι ο μόνος χαμένος.
Αν και πολλοί ηγέτες ανά την υφήλιο θα ήθελαν να δουν να απομακρύνεται από την εξουσία μια από τις πιο αντισυμβατικές και εν πολλοίς χαοτικές αμερικανικές κυβερνήσεις στη σύγχρονη εποχή, άλλοι, ωστόσο, όπως π.χ. ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Κιμ Γιονγκ Ουν και ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου, θα βρεθούν σε πολύ δύσκολη θέση και αντιμέτωποι με μεγάλες, άμεσες προκλήσεις, αν ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου δεν είναι ο Τραμπ αλλά ο Τζο Μπάιντεν, επισημαίνει σε ανάλυσή του το Bloomberg.
Κι αυτό γιατί φοβούνται ότι η απομάκρυνση του Ρεπουμπλικανού προέδρου από την εξουσία θα σηματοδοτήσει την επιστροφή σε μια πιο συμβατική αμερικανική εξωτερική πολιτική, με την Ουάσιγκτον να εστιάζει εκ νέου σε αξίες όπως η δημοκρατία, στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Κιμ Γιονγκ Ουν
Οι σχέσεις της Βόρειας Κορέας με τις ΗΠΑ άλλαξαν εντυπωσιακά επί των ημερών του Τραμπ. Από την αρχική ανταλλαγή ύβρεων και απειλών, Τραμπ και Κιμ καλλιέργησαν μια αλλόκοτη διαπροσωπική σχέση, συναντήθηκαν τρεις φορές (στη Σιγκαπούρη, το Ανόι και την Αποστρατιωτικοποιημένη Ζώνη που χωρίζει την Κορεατική χερσόνησο) και αντάλλαξαν δεκάδες επιστολές.
Ωστόσο, η νέα αμερικανική προσέγγιση όχι μόνον απέτυχε να διασφαλίσει την αποπυρηνικοποίηση της Βόρειας Κορέας, αλλά ο Κιμ αποκάλυψε προ ημερών έναν νέο, τρομακτικό διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο, ικανό, όπως φαίνεται, να μεταφέρει πολλαπλές πυρηνικές κεφαλές.
Ο Μπάιντεν, από την άλλη, έχει διαμηνύσει ότι δεν θα συναντηθεί με τον Βορειοκορεάτη δικτάτορα άνευ όρων, πράγμα που καθιστά μάλλον απίθανη στο εγγύς μέλλον μια άρση των κυρώσεων που έχουν σακατέψει την οικονομία της Πιονγιάνγκ.
Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν
Ο Τραμπ έδειξε πώς οραματιζόταν την αμερικανική εξωτερική πολιτική έναντι της Σαουδικής Αραβίας, όταν επέλεξε την τελευταία ως πρώτη χώρα που επισκέφθηκε το 2017. Έτυχε λαμπρής υποδοχής, υπέγραψε αμυντικές συμφωνίες, ενώ κερδισμένος βγήκε και ο πρίγκιπας διάδοχος της χώρας, Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, κυρίως με την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του περιφερειακού αντιπάλου της χώρας του, του Ιράν, αλλά και όταν ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος έβαλε βέτο σε κυρώσεις που ετοίμαζε το Κογκρέσο εις βάρος του Μπιν Σαλμάν, στον απόηχο της παγκόσμιας κατακραυγής για τη δολοφονία προ διετίας του δημοσιογράφου της «Washington Post» Τζαμάλ Κασόγκι μέσα στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη.
Δεν ήταν όλα, βέβαια, ρόδινα στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με το Ριάντ, που απογοητεύτηκε όταν ο Τραμπ δεν διέταξε τελικά αντίποινα για τις επιθέσεις σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στη Σαουδική Αραβία, την ευθύνη των οποίων επέρριψαν οι ΗΠΑ στο Ιράν. Αν και η ηγεσία της χώρας δηλώνει πεπεισμένη ότι δεν θα έχει πρόβλημα με τον Μπάιντεν, αν αποχωρήσει ο Τραμπ η αμερικανική κυβέρνηση πιθανώς θα εστιάσει εκ νέου στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δεν αποκλείεται να αναβιώσει η πυρηνική συμφωνία με την Τεχεράνη.
Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν
«Αν κάποιος επαφίεται περισσότερο από τον Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν για πολιτική προστασία, δεν είναι άλλος από τον πρόεδρο της Τουρκίας», σημειώνει το Bloomberg. Ο Τραμπ αψήφησε τις πιέσεις του Κογκρέσου για επιβολή κυρώσεων στην Άγκυρα με αφορμή την απόφαση του Ερντογάν να προμηθευτεί τους S-400 από τη Ρωσία, μολονότι η χώρα του είναι μέλος του ΝΑΤΟ.
Χάρη στις προσωπικές σχέσεις που έχουν αναπτύξει, ο Ερντογάν έπεισε τον Τραμπ να αποσύρει αμερικανικά στρατεύματα από τη βόρεια Συρία, για να μπορέσει η Τουρκία να στείλει δυνάμεις προκειμένου να θέσουν υπό δικό τους έλεγχο τις κουρδικές περιοχές. Η απόφαση του Τραμπ, χωρίς προηγουμένως να ζητήσει τη γνώμη του Πενταγώνου, προκάλεσε κατακραυγή από τους συμμάχους των ΗΠΑ στον πόλεμο κατά των τζιχαντιστών του ISIS στη Συρία, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Βρετανία, αλλά και η ηγεσία των κουρδικών πολιτοφυλακών. Κι έτσι, με τις κυρώσεις έτοιμες να επιβληθούν και τον Μπάιντεν να έχει ζητήσει από τις ΗΠΑ να στηρίξουν την αντιπολίτευση στην Τουρκία, εκείνος που αναμένεται να βγει πιο χαμένος από μια αποχώρηση του Τραμπ θα είναι ο Ερντογάν, αναφέρει το Bloomberg.
Σι Τζινπίνγκ
Μπορεί ο Τραμπ να τήρησε την επιθετικότερη απ’ όλους τους Αμερικανούς προέδρους στάση έναντι της Κίνας με την επιβολή δασμών σε εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα και τον περιορισμό της πρόσβασης του Πεκίνου σε συγκεκριμένες βασικές τεχνολογίες, αλλά στο Πεκίνο απεύχονται μια ήττα του.
Κι αυτό γιατί ο Τραμπ με την πολιτική του «Πρώτα η Αμερική» επέφερε ανατροπές στις μεταπολεμικές συμμαχίες που η Κίνα θεωρούσε εμπόδιο στις γεωπολιτικές της φιλοδοξίες, ενώ υπονόμευσε την ηγεμονική θέση της χώρας του με την αποχώρηση από διεθνείς συμφωνίες όπως εκείνη των Παρισίων, ανοίγοντας παράθυρο στον Σι Τζινπίνγκ να εκμεταλλευτεί το κενό που δημιουργήθηκε σε διάφορους τομείς, από το εμπόριο μέχρι την κλιματική αλλαγή. Η ανησυχία στο Πεκίνο είναι ότι ο Μπάιντεν θα προσπαθήσει να συγκροτήσει ένα κοινό μέτωπο με συμμάχους έναντι της Κίνας, διατηρώντας παράλληλα την πίεση στο εμπόριο και την τεχνολογία.
Βλαντίμιρ Πούτιν
Η καταγγελλόμενη εμπλοκή της Ρωσίας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές προ τετραετίας πυροδότησε μια επίσημη έρευνα, αλλά ο Πούτιν σε κάποιους τομείς βγήκε κερδισμένος, αφού ο Τραμπ αμφισβήτησε τη σημασία του ΝΑΤΟ και παραδοσιακών συμμάχων, όπως η Γερμανία, αποδυναμώνοντας τη Συμμαχία. Κι αν επανεκλεγεί δεν φαίνεται ότι θα αλλάξει στάση. Πέραν τούτου, ο Πούτιν εξασφάλισε και την άρση κάποιων κυρώσεων.
Ρώσοι αξιωματούχοι δεν βλέπουν να υπάρχουν πιιθανότητες να βγουν από τον πάγο οι ρωσοαμερικανικές σχέσεις, πολλώ δε μάλλον αν επικρατήσει ο Μπάιντεν. Ωστόσο, το Κρεμλίνο θα μπορούσε, αντί να διαμαρτύρεται για το αντιρωσικό κλίμα στη Δύση, να αλλάξει στάση. «Θα μπορούσαν να συμμαζέψουν τα άτομα που τριγυρνούν δηλητηριάζοντας ανθρώπους εδώ κι εκεί κι όταν συναντώνται μαζί μας να μη χώνουν το δάκτυλό τους στα μάτια μας. Να τα σταματήσουν όλα αυτά», λέει η Φιόνα Χιλ της δεξαμενής σκέψης Brookings Institute.
Ζαΐχ Μπολσονάρο
Με τις δημοσκοπήσεις στις ΗΠΑ να καταγράφουν ευρύ προβάδισμα του Μπάιντεν έναντι του Τραμπ ο πρόεδρος της Βραζιλίας ανησυχεί ολοένα και περισσότερο για το μέλλον των σχέσεών του με τον Λευκό Οίκο, σύμφωνα με ανώτερο στέλεχος της κυβέρνησής του. Αφότου ανέλαβε την εξουσία τον περασμένο χρόνο ο Ζαΐχ Μπολσονάρου ευθυγραμμίστηκε στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής με την Ουάσιγκτον και ο Τραμπ με τη σειρά του ήρε την απαγόρευση εισαγωγής νωπού βόειου κρέατος από τη Βραζιλία, τη στήριξε στην προσπάθειά της να ενταχθεί στον ΟΟΣΑ κι υπέγραψε συμφωνίες συνεργασίας στους τομείς της άμυνας και της εξερεύνησης του Διαστήματος.
Κι αν ο ΥΠΕΞ της Βραζιλίας διαμηνύει ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα με μια κυβέρνηση Μπάιντεν, η περιβαλλοντική πολιτική του Μπολσονάρου θα βρει απέναντί της την Ουάσιγκτον, καθώς ο Δημοκρατικός προεδρικός υποψήφιος έχει αφήσει να εννοηθεί ότι η Βραζιλία θα αντιμετωπίσει οικονομικές συνέπειες, αν δεν βάλει φρένο στην αποψίλωση των τροπικών δασών του Αμαζονίου.
Μπέντζαμιν Νετανιάχου
Ο Τραμπ έδωσε ώθηση στην εθνικιστική ατζέντα του Μπέντζαμιν Νετανιάχου, αναγνωρίζοντας την ισραηλινή κυριαρχία στα διαφιλονικούμενα υψίπεδα του Γκολάν και μεταφέροντας την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ. Προς το παρόν έχουν μπει στο συρτάρι τα σχέδια για προσάρτηση εδαφών της Δυτικής Όχθης, αλλά δεν αποκλείεται να επανέλθουν στο τραπέζι αν επανεκλεγεί ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος.
Όμως το μεγαλύτερο κέρδος για το Ισραήλ ήταν οι «ιστορικές», όπως χαρακτηρίστηκαν, συμφωνίες, που υπέγραψε τον περασμένο μήνα με το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για την εξομάλυνση των διμερών τους σχέσεων υπό την αιγίδα του Τραμπ. Ωστόσο, υπήρχε κι ένα τίμημα καθώς διαβρώθηκε η διακομματική υποστήριξη στο Κογκρέσο προς το Ισραήλ και πολλοί Ισραηλινοί φοβούνται αλλαγή της αμερικανικής στάσης υπό μία κυβέρνηση Μπάιντεν, αλλά και μια επιστροφή των ΗΠΑ στην πυρηνική συμφωνία με το Ιράν.
Βίκτορ Ορμπαν και Αντρέι Ντούντα
Παρίες μεταξύ των πιο φιλελεύθερων Ευρωπαίων ηγετών, οι ηγέτες της Πολωνίας και της Ουγγαρίας βρήκαν παρηγοριά στον Τραμπ. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε επιλέξει το 2017 την Βαρσοβία για να εκφωνήσει μια ομιλία, με την οποία υπερασπίστηκε τις συντηρητικές, χριστιανικές αξίες επικυρώνοντας την ακραιφνή δεξιά ατζέντα του Αντρέι Ντούντα, την οποία συμμερίζονται και ο Ούγγρος πρωθυπουργός.
Ο Βίκτορ Όρμπαν επανέλαβε τον περασμένο μήνα τη στήριξή του στην υποψηφιότητα του Τραμπ, ο οποίος κατά την άποψή του «βρίσκεται κοντά στους ηγέτες της κεντρικής Ευρώπης» και τόνισε ότι δεν θέλει μια επιστροφή του «ηθικού ιμπεριαλισμού» που θα επανέφερε στον Λευκό Οίκο μια κυβέρνηση Μπάιντεν.