Στην ευρω-κρίση και στην Ελλάδα αφιερώνει η Άνγκελα Μέρκελ τις 35 από τις 736 σελίδες των απομνημονευμάτων της, που κυκλοφόρησαν χθες στα ράφια των βιβλιοπωλείων.
Απόσπασμα του βιβλίου της πρώην καγκελαρίου της Γερμανίας το οποίο δημοσίευσε η γαλλική εφημερίδα Le Figaro αναφέρεται στην πρώτη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, υπό τον Χέρμαν βαν Ρομπάι, στις 11 Φεβρουαρίου του 2010, αφότου είχε αποκαλυφθεί ότι το ελληνικό έλλειμμα έφθανε στο 12,7% του ΑΕΠ, και ρίχνει φως στο παρασκήνιο που οδήγησε στην τιμωρία της χώρας μας.
«Ο πρόεδρος του Συμβουλίου, Χέρμαν βαν Ρομπάι, μας κάλεσε σε μια ειδική συνάντηση για να γνωριστούμε καλύτερα και να συζητήσουμε τους στόχους μας. Ειδικότερα, είχαμε σκοπό να μιλήσουμε για τη συνέχιση της στρατηγικής της Λισαβόνας και για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς μας μετά την οικονομική κρίση. Για να υπογραμμιστεί ο άτυπος χαρακτήρας αυτής της συνάντησης, αποφασίστηκε ότι δεν θα πραγματοποιηθεί, ως συνήθως, στο αποστειρωμένο κτίριο του Συμβουλίου, αλλά στη βιβλιοθήκη Solvay, ένα υπέροχο κτίριο στις Βρυξέλλες που φέρει το όνομα του Βέλγου βιομηχάνου Έρνεστ Σολβάι και χτίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα», γράφει η Μέρκελ.
Η τηλεφωνική επικοινωνία Μέρκελ - Σαρκοζί
«Αλλά, τελικά, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά», συνεχίζει. «Στις 12:30 της προηγουμένης μού τηλεφώνησε ο Νικολά Σαρκοζί. Τον ανησυχούσε η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και σκέφτηκε ότι έπρεπε να το συζητήσουμε το επόμενο πρωί, πριν από την επίσημη συνάντηση στη βιβλιοθήκη Solvay, πρώτα σε μια μικρή ομάδα, στο σπίτι του Χέρμαν βαν Ρομπάι, στο κτίριο του Συμβουλίου, όπου επρόκειτο να βρίσκεται ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Ζαν-Κλοντ Τρισέ.
Γνώριζα από τον σύμβουλό μου για την ευρωπαϊκή πολιτική, τον Uwe Corsepius, ότι η Κομισιόν διεξάγει διαπραγματεύσεις με την ελληνική κυβέρνηση για τον Προϋπολογισμό της χώρας. Λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, τον Οκτώβριο του 2009, η νέα κυβέρνηση του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου επανεξέτασε την οικονομική κατάσταση της χώρας και ανακοίνωσε ότι το έλλειμμα του Προϋπολογισμού δεν θα ανέλθει στο 3,7% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, όπως είχε ανακοινωθεί την άνοιξη, αλλά στο 12,7%.
Αυτό προκάλεσε αύξηση των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων. Στα τέλη του 2009 ο Παπανδρέου ζήτησε τη βοήθεια του διευθυντή του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν. Αυτός δήλωσε αναρμόδιος, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα είναι μέλος μιας νομισματικής ένωσης, και τον παρέπεμψε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Κομισιόν ζήτησε από την Ελλάδα να μειώσει το έλλειμμά της κατά τέσσερις μονάδες το 2010. Ο Παπανδρέου συμφώνησε κατ’ αρχήν σε αυτό, αλλά δεν παρουσίασε σχέδιο για το πώς σκόπευε να επιτύχει αυτόν τον στόχο.
Στο τηλεφώνημά μας είπα στον Σαρκοζί ότι δεν έβλεπα τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για την Ελλάδα στη συνάντηση την επόμενη ημέρα. Θεωρούσα αντιπαραγωγική μια συνάντηση χωρίς ξεκάθαρο στόχο, γιατί θα μπορούσε να προκαλέσει πρόσθετη αβεβαιότητα. Όμως, ο Σαρκοζί δεν υποχώρησε και επέμεινε ότι ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζοσέ Μπαρόζο, και ο Βαν Ρομπάι είχαν την ίδια γνώμη. Δεν κατάλαβα τι ακριβώς είχε στο μυαλό του. Άφησα τη συμμετοχή μου σε εκκρεμότητα και του είπα ότι θα επικοινωνήσω από την πλευρά μου με τους δύο προέδρους.
Το απόγευμα ξεκίνησα τηλεφωνώντας στον Παπανδρέου. Μου επιβεβαίωσε ότι η κατάσταση στη χώρα του ήταν, φυσικά, τεταμένη, αλλά δεν μου έδωσε την εντύπωση ότι έκρινε απαραίτητο να επέμβουμε επειγόντως. Ο Μπαρόζο και ο Βαν Ρομπάι, όμως, μου επιβεβαίωσαν λίγο αργότερα ότι συμμερίζονται την άποψη του Σαρκοζί. Κι έτσι αποδέχθηκα αυτή τη συνάντηση, έστω κι αν ακόμα δεν έβλεπα ποιος θα ήταν ο ρόλος μου και, κατά συνέπεια, αυτός της Γερμανίας», επισημαίνει η Μέρκελ.
Η κρίσιμη συνάντηση
Η πρώην Σιδηρά Κυρία της Γερμανίας αναφέρει στη συνέχεια τι διημείφθη στην κρίσιμη συνάντηση της επόμενης ημέρας στις Βρυξέλλες, όπου κατέφθασε νωρίς το πρωί αεροπορικώς.
«Αν θυμάμαι καλά, ο Χέρμαν βαν Ρομπάι κάλεσε τον Τρισέ να μιλήσει πρώτος. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ εξήγησε ότι τα επιτόκια των ελληνικών κρατικών ομολόγων συνέχισαν να αυξάνονται, κάτι που σήμαινε πως σύντομα η Ελλάδα θα έπαυε να μπορεί να χρηματοδοτείται από τις αγορές (…). Ο Τρισέ κατέληξε λέγοντας: “Πρέπει να βοηθήσουμε την Ελλάδα, ειδάλλως δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορεί ακόμα να αντλήσει κεφάλαια από τις κεφαλαιαγορές στο τέλος του έτους”. Ακόμα δεν καταλάβαινα σε τι θα μπορούσε να συνίσταται αυτή η βοήθεια, αλλά συνέχισα να ακούω.
Ο Μπαρόζο εξήγησε ότι συμμεριζόταν τη γνώμη του Τρισέ και ο Σαρκοζί ομοίως. Αναφερόμενος στο αίτημα της Κομισιόν για εξοικονόμηση πόρων από την Ελλάδα, ο Γάλλος πρόεδρος αναφώνησε αγανακτισμένος: "Η εξοικονόμηση 4% του ΑΕΠ είναι ο καλύτερος τρόπος για να βγει ο κόσμος στους δρόμους! Σήμερα, εν μέσω οικονομικής κρίσης, χρειαζόμαστε περισσότερες δημόσιες δαπάνες, όχι λιγότερες! Πρέπει να βοηθήσουμε την Ελλάδα!".
- Και σε τι υποτίθεται ότι συνίσταται αυτή η βοήθεια; ρώτησα.
- Η Ελλάδα χρειάζεται χρήματα, απάντησε ο Τρισέ».
Μέρκελ: «Σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να δώσω χρήματα»
Η Μέρκελ, που είχε μόλις τότε ξεκινήσει τη δεύτερη θητεία της στην Καγκελαρία, συνεχίζει ότι όλοι συμφώνησαν με την άποψη του Τρισέ, εκτός από την ίδια και τον Γιώργο Παπανδρέου.
«Mία από τις σημαντικότερες προϋποθέσεις υπό τις οποίες η Γερμανία εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση ήταν η ρήτρα μη διάσωσης, δηλαδή η υποχρέωση κάθε κράτους να είναι υπεύθυνο για την αποπληρωμή των δικών του χρεών. Αυτός ήταν ο αμετάβλητος κανόνας των Συνθηκών της ΕΕ. Όλοι στην αίθουσα γνώριζαν το νομικό καθεστώς, αλλά ουδείς φαινόταν να ενδιαφέρεται. Ξεκίνησα με συμφιλιωτικά λόγια: “Φυσικά και θέλω να βοηθήσω, είμαστε σε μια κοινή ζώνη, την ευρωζώνη”. Αλλά, πρόσθεσα, “σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να δώσω χρήματα”. Παρατήρησα ότι ο Παπανδρέου δεν είχε πει ακόμη τίποτε και τον ρώτησα ευθέως: Τι θέλεις πραγματικά; Μου απάντησε ότι δεν ήθελε τίποτα, αλλά ότι η Ελλάδα τα πάει πολύ άσχημα» εξηγεί στη συνέχεια η Μέρκελ.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει, «ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ επέμενε ότι έπρεπε να στηριχθεί η Ελλάδα, ειδάλλως θα κινδύνευαν κι άλλα υπερχρεωμένα κράτη της Ευρωζώνης, με τον Ζοσέ Μανουέλ Μπαρόζο να συμφωνεί, αφού γνώριζε την κατάσταση στην πατρίδα του, στην Πορτογαλία. Αλλά η τότε καγκελάριος της Γερμανίας, μιλώντας πλέον στα γερμανικά, έσπευσε να ξεκαθαρίσει: "Δεν μπορώ να δώσω χρήματα, γιατί δεν μπορώ να συμμετάσχω στην παράβαση των Συνθηκών. Το Συνταγματικό μας Δικαστήριο έχει εκδώσει μια σαφή απόφαση σχετικά με αυτό. Ισχύει η ρήτρα μη διάσωσης της Συνθήκης της Λισαβόνας. Δεν θα παραβιάσω εν γνώσει μου τον νόμο” είπα, χωρίς την παραμικρή ασάφεια. Και την ίδια στιγμή σκέφτηκα: Όλοι περιμένουν κάτι από εσένα. Γιατί κανείς δεν αναγκάζει την Ελλάδα να κάνει οικονομίες;».
Η Μέρκελ στράφηκε τότε, όπως περιγράφει, στον Γιώργο Παπανδρέου: «Πότε θα παρουσιάσετε στην Επιτροπή τα σχέδιά σας για αποταμίευση προς το 4%; Είναι ακόμα το ουσιαστικό, αυτή τη στιγμή, να δώσεις σήμα στις χρηματοπιστωτικές αγορές ότι μπορούν να σε εμπιστευτούν ξανά».
Όπως η ίδια σημειώνει, ο Έλληνας πρωθυπουργός ζήτησε πίστωση χρόνου για να καταθέσει το σχέδιό του. «Βρήκα την αντίδρασή του απίστευτη. Από τη μία υπήρχε τεράστια πίεση για να δράσουμε, από την άλλη έδινε την εντύπωση ότι είχε μπροστά του την αιωνιότητα. Είχαμε μια έντονη συζήτηση, διακόπτοντας ο ένας τον άλλον, στα αγγλικά, στα γαλλικά, στα γερμανικά. Οι διερμηνείς δυσκολεύονταν να ακολουθήσουν και να μας ψιθυρίσουν στα αυτιά τα λεγόμενα (…) Αυτό συνεχίστηκε έτσι για ένα δίωρο» αναφέρει η Μέρκελ, όταν, με παρέμβαση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι παριστάμενοι συμφώνησαν σε πέντε σημεία: «Καλέσαμε την Ελλάδα να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και να μειώσει το χρέος της. Ζητήσαμε από το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, στη συνεδρίασή του στις 16 Φεβρουαρίου 2010, δηλαδή πέντε ημέρες αργότερα, να εγκρίνει τα μέτρα που προτείνει η Ελλάδα αυτή την περίοδο για τη μείωση του ελλείμματός της. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί στενά, με την ΕΚΤ, την εφαρμογή τους, με βάση την εμπειρία του ΔΝΤ».
Μέρκελ: «Ανησυχούσα ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα αντιμετώπιζαν με πολλή επιείκεια την Ελλάδα»
Η Μέρκελ εξηγεί την επιμονή της να συμμετάσχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, αφού, όπως συμπληρώνει, «οι συνεργάτες του ήταν έμπειροι και θα αξιολογούσαν τις ελληνικές προτάσεις πιο προσεκτικά από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η ανησυχία μου ήταν ότι θα ήταν πολύ επιεικείς με την Ελλάδα. Διευκρινίσαμε, περαιτέρω, στο κείμενο ότι τα μέλη της Ευρωζώνης θα λάβουν στοχευμένα και συντονισμένα μέτρα εάν απειληθεί η σταθερότητα της ευρωζώνης στο σύνολό της. Καταλήξαμε σημειώνοντας ότι η Ελλάδα δεν είχε ακόμη ζητήσει οικονομική στήριξη (...).
Στη συνέχεια φάνηκε ότι είχαμε ήδη, εκείνο το πρωί του Φεβρουαρίου στις Βρυξέλλες, γράψει στο χαρτί ολόκληρη τη φιλοσοφία της διάσωσης ευρώ. Τα κράτη-μέλη έπρεπε να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα στις χώρες τους. Αυτά αξιολογήθηκαν από την Επιτροπή, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Αργότερα, η ομαδοποίηση αυτών των τριών θεσμών θα ονομαζόταν “τρόικα”. Ουδείς θα αναλάμβανε τα χρέη ενός άλλου κράτους-μέλους της Ευρωζώνης, αλλά όλοι θα συνέβαλλαν στη διασφάλιση της σταθερότητας του συνόλου».