Ο «Γαλάζιος Βώλος» ήταν η ιστορική πρώτη φωτογραφία της Γης. 50 χρόνια μετά, νέες εικόνες του πλανήτη αποκαλύπτουν ορατές αλλαγές στην επιφάνεια της Γης.
Ήταν Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 1972 όταν η ανθρωπότητα είδε για πρώτη φορά τον πλανήτη μας στο σύνολό του. Εκείνη τη στιγμή τραβήχτηκε η φημισμένη φωτογραφία «The Blue Marble» (Γαλάζιος Βώλος), που άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον κόσμο μας.
Το πλήρωμα του Apollo 17 -ο κυβερνήτης Eugene Cernan, ο πιλότος του διαστημικού σκάφους Ronald Evans και ο πιλότος του σεληνιακού σκάφους Harrison «Jack» Schmitt- παρακολουθούσαν τη Γη να απομακρύνεται καθώς ταξίδευαν στο Διάστημα για την τελευταία επανδρωμένη αποστολή στη Σελήνη. Είναι μια διαχρονική εικόνα της ομορφιάς του πλανήτη μας που επιπλέει μέσα στην απεραντοσύνη του σύμπαντος.
Οι εικόνες αυτές τραβήχτηκαν από τα μέλη του πληρώματος, τα οποία χρησιμοποίησαν εναλλάξ τη φωτογραφική μηχανή που υπήρχε στο σκάφος - μια αναλογική Hasselblad 500 EL με φιλμ Kodak 70 mm.
«Όλες οι εικόνες που τραβήχτηκαν με την Hasselblad είναι εκπληκτικά καθαρές και φωτεινές», αναφέρει η Jennifer Levasseur, επιμελήτρια στο Smithsonian National Air and Space Museum στην Ουάσιγκτον.
Η λήψη φωτογραφιών, συνεχίζει η Levasseur, είχε προγραμματιστεί με μεγάλη ακρίβεια και είχε καταγραφεί στο σχέδιο της αποστολής. «Γνώριζαν ότι οι προηγούμενες αποστολές δεν θα τους έδιναν οπτική πρόσβαση σε ολόκληρη τη Γη, αλλά σε αυτή την αποστολή η Γη θα ήταν ολόκληρη και φωτισμένη από το φως του Ήλιου».
Περίπου πέντε ώρες και 20 λεπτά μετά την απογείωση, το πλήρωμα είδε για πρώτη φορά ολόκληρο τον πλανήτη μας. Η εικόνα του «Blue Marble» τραβήχτηκε σε απόσταση περίπου 29.000 χλμ. από τη Γη, καθώς ο Ήλιος φώτιζε τον πλανήτη από πίσω από το Apollo 17.
Η «Blue Marble» θεωρείται ότι είχε μεγαλύτερη επίδραση στην ανθρωπότητα από οποιαδήποτε άλλη φωτογραφία στην Ιστορία.
Ένας Βώλος Γαλάζιος - χθες και σήμερα
Ο πλανήτης μας είναι, επίσης, ένας πλανήτης μεγάλων αλλαγών, ειδικά από το 1972 μέχρι σήμερα. Μια άλλη δύναμη -η ίδια η ανθρωπότητα- έχει αναδιαμορφώσει τον πλανήτη μας με ρυθμό που μπορούμε πλέον να διακρίνουμε και να δούμε. Η αστικοποίηση, η αποδάσωση, η ρύπανση και οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου αλλάζουν την όψη της Γης.
Πώς, λοιπόν, έχει αλλάξει η ίδια αυτή φωτογραφία μέσα στα 50 χρόνια που έχουν περάσει από τη λήψη αυτής της εμβληματικής εικόνας;
Στις 7:39 GMT της 7ης Δεκεμβρίου 2022 -πενήντα χρόνια μετά τη λήψη της αρχικής φωτογραφίας- ένας νέος «Γαλάζιος Βώλος» τραβήχτηκε από έναν δορυφόρο που βρισκόταν σε τροχιά ένα εκατομμύριο μίλια μακριά. Αυτή τη φορά, μια σειρά από 12 φωτογραφίες που τραβήχτηκαν σε διαστήματα 15 λεπτών, αποκαλύπτουν αξιοσημείωτες αλλαγές στην επιφάνεια του πλανήτη μας, ως αποτέλεσμα 50 χρόνων υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Στα 50 χρόνια που χωρίζουν αυτά τα δύο στιγμιότυπα, μία από τις πιο εντυπωσιακές διαφορές είναι η ορατή μείωση του μεγέθους του παγετώνα της Ανταρκτικής.
Η έρημος Σαχάρα έχει επίσης μεγαλώσει, ενώ το τροπικό δάσος του Αμαζονίου όλο και μικραίνει. «Το κυρίαρχο στοιχείο που μπορείτε να δείτε στη [νέα] εικόνα της Γης είναι η αποδάσωση και η απώλεια βλάστησης», καθώς η κάλυψη της Γης μετατρέπεται από πράσινο σε έρημο, σημειώνει το δελτίο Τύπου της NASA.
Οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν από την Earth Polychromatic Imaging Camera (Epic) της NASA, η οποία αποτυπώνει την ηλιόλουστη πλευρά της Γης 13 έως 22 φορές την ημέρα από το 2015.
Από τα μέσα Απριλίου έως τα μέσα Οκτωβρίου τραβιέται μία φωτογραφία της Γης περίπου κάθε ώρα, ενώ για το υπόλοιπο του έτους τραβιέται μία φωτογραφία κάθε δύο ώρες, σύμφωνα με τον Alexander Marshak, αναπληρωτή επιστήμονα του προγράμματος Deep Space Climate Observatory (Dscovr) της NASA.
«Σε σχέση με το "Blue Marble", για την 50ή επέτειο, αποφασίσαμε να τραβήξουμε τις ίδιες εικόνες σε διαστήματα 15 λεπτών. Έτσι, σε 15 λεπτά [η Γη] περιστρέφεται περίπου 100 χιλιόμετρα», λέει ο Marshak. Και, χάρη στις τεχνολογικές εξελίξεις, προσθέτει: «Μπορούμε να δούμε τις ίδιες εικόνες, αλλά με πολύ καλύτερη ποιότητα, ακόμη και από απόσταση ενός εκατομμυρίου μιλίων».
«Και μπορούμε να δούμε πολύ περισσότερα από αυτό», προσθέτει ο Marshak. «Από αυτές τις εικόνες μπορούμε να μετρήσουμε τις ιδιότητες του όζοντος, των σύννεφων, του νερού. Το ύψος των σύννεφων, τη θέση των σύννεφων. Μπορούμε να δούμε τις ιδιότητες των αερολυμάτων, το μέγεθος των σωματιδίων, την ποσότητα των σωματιδίων».
Το πρόγραμμα Dscovr δεν έχει λειτουργήσει αρκετά για να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα, αναφέρει ο Marshak, αλλά έχουν αρχίσει να συλλέγονται δεδομένα που θα παρέχουν νέες πληροφορίες για το πώς αλλάζει ο κόσμος, όπως αλλαγές στη νεφοκάλυψη και στη βλάστηση.
Μεταξύ των άλλων αλλαγών που έχουν συμβεί από την πρώτη εικόνα ολόκληρης της Γης πριν από 50 χρόνια είναι η έκταση της ανθρώπινης ανάπτυξης και δραστηριότητας στην επιφάνεια του πλανήτη μας. Αν και δεν είναι ορατές σε αυτές τις εικόνες της φωτεινής πλευράς της Γης, άλλοι δορυφόροι παρακολουθούν τα φώτα που είναι ορατά στη σκοτεινή πλευρά του πλανήτη μας.
Αυτά δείχνουν μια δραματική αστική εξάπλωση σε όλες τις ηπείρους. Οι πυρκαγιές επίσης «λάμπουν» σε μεγάλες εκτάσεις της Γης τη νύχτα, διπλασιάζοντας τη συχνότητά τους τα τελευταία 20 χρόνια.

Το 1972, για πρώτη φορά, η φωτογραφία του «Blue Marble» έγινε σύμβολο του περιβαλλοντικού κινήματος. Έδειξε έναν πλανήτη που χρειάζεται διαχείριση σε παγκόσμια κλίμακα.
Η εικόνα έγινε επίσης σύμβολο ενότητας, καθώς για πρώτη φορά μπορούσαμε να δούμε τη Γη χωρίς τα ανθρώπινα όρια που μας χωρίζουν, όπως συμβαίνει στους χάρτες. Το Blue Marble υιοθετήθηκε από ακτιβιστικές ομάδες όπως οι Friends of the Earth και εκδηλώσεις όπως η Ημέρα της Γης. Πριν από αυτό, οι εικόνες των περιβαλλοντικών εκστρατειών συχνά εστίαζαν στη ρύπανση ή στα απειλούμενα είδη.
Η φωτογραφία εμφανίστηκε σε γραμματόσημα και στο θρυλικό ντοκιμαντέρ του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ Αλ Γκορ «An Inconvenient Truth», ενώ ενέπνευσε μέχρι και την ίδρυση ερευνητικών ιδρυμάτων για το κλίμα, όπως το Max-Planck Institut, με έδρα το Μόναχο της Γερμανίας.

Κοιτάζοντας τις εικόνες του Blue Marble του 1972 και του 2022 δίπλα-δίπλα, και στις δύο εικόνες είναι ορατά σύννεφα που σχηματίζονται πάνω από τις πράσινες περιοχές του τροπικού δάσους, αποδεικνύοντας τον άρρηκτο δεσμό μεταξύ των δασών και της βροχής.
Ωστόσο, υπάρχει μια «τεράστια, θεμελιώδης διαφορά» μεταξύ αυτών των δύο εικόνων, εξηγεί η Levasseur. «Η μία έχει τραβηχτεί από άνθρωπο και η άλλη όχι. Δεν έχουν τον ίδιο αντίκτυπο. Κι αυτό οφείλεται πραγματικά στο ότι δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος εκεί».
Η Levasseur ανυπομονεί να δει τις φωτογραφίες που θα φέρουν πίσω από την επόμενη επανδρωμένη αποστολή που θα φτάσει μέχρι τη Σελήνη: την «Artemis II», που έχει προγραμματιστεί για το 2026. «Δεν θα υπάρξει άλλη εικόνα ολόκληρης της Γης όπως τη φαντάζομαι, μέχρι οι άνθρωποι να φύγουν ξανά από τη Γη».
«Όσο κι αν μας αρέσει να σκεφτόμαστε τους δορυφόρους ως μια μορφή υποκατάστατων», λέει, «ξέρω ότι υπάρχει ένας άνθρωπος πίσω από την κάμερα, οπότε υπάρχει κάτι διαφορετικό σε αυτό - και πάντα θα υπάρχει».