«Η μάχη της πανδημίας κατά της Covid-19 θα συνεχιστεί και το 2023», λέει στο iefimerida.gr o Ομότιμος Καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ και Διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, Γιάννης Τούντας.
Και αυτό διότι, όπως σημειώνει, υπάρχουν ορισμένοι αστάθμητοι παράγοντες που εμποδίζουν τους επιστήμονες από το να προβλέψουν για πόσο διάστημα ακόμα θα διαρκέσει. «Στην Κίνα προβλέπονται 1 εκατ. θάνατοι στη διάρκεια του νέου χρόνου. Στην Ε.Ε. καταγράφεται το τελευταίο διάστημα αύξηση των κρουσμάτων και των νοσηλευόμενων», σχολιάζει ο κ. Τούντας.
Οι αστάθμητοι παράγοντες που ανησυχούν τους επιστήμονες- Νο1 οι μεταλλάξεις
Στους αστάθμητους παράγοντες που επηρεάζουν την πορεία της πανδημίας του κορωνοιού είναι πρώτα απ’ όλα οι μεταλλάξεις. Ο κορωνοϊός μεταλλάσσεται αρκετά συχνά, περίπου κάθε 2-3 μήνες, σε αντίθεση με τον ιό της γρίπης που παρουσιάζει λίγες μόνο μεταλλάξεις από χρόνο σε χρόνο.
Επιπρόσθετα, δεν ισχύει, όπως σπεύδει να σημειώσει ο Ομότιμος Καθηγητής, ότι κάθε νέα μετάλλαξη είναι λιγότερο τοξική. «Η Δέλτα ήταν πιο θανατηφόρος από την Άλφα. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι όταν μια μετάλλαξη είναι πιο μεταδοτική και λιγότερο θανατηφόρα τείνει σταδιακά να επικρατήσει, χωρίς όμως να αποτελεί φραγμό για νέες πιο τοξικές μεταλλάξεις».
Η αποτελεσματικότητα των εμβολίων και των μέτρων
Ένας άλλος αστάθμητος παράγοντας είναι η μελλοντική παραγωγή νέων πιο αποτελεσματικών εμβολίων και φαρμάκων. «Το πόσο πιο αποτελεσματικά θα είναι και το πότε θα είναι διαθέσιμα δεν το γνωρίζουμε ακόμα», λέει με νόημα. Ενώ, σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσουν και τα μέτρα που λαμβάνει το κάθε κράτος χωριστά, αλλά και η διεθνής κοινότητα συνολικά, ανάλογα με την εξέλιξη της πανδημίας, καθώς και ο βαθμός συμμόρφωσης των πολιτών στα εκάστοτε μέτρα. «Η πρόωρη χαλάρωση των μέτρων στον Δυτικό Κόσμο τους τελευταίους μήνες δεν αντιστοιχεί στα τρέχοντα επιδημιολογικά δεδομένα», τονίζει ο κ. Τούντας.
Ως εκ τούτου, το πιο πιθανό σενάριο, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο, είναι η συνέχιση της πανδημίας σε πιο περιορισμένη έκταση για ορισμένους μήνες ακόμα, με εξάρσεις που ήδη βιώνουμε τις τελευταίες βδομάδες. Στη συνέχεια, πιθανότατα ο κορωνοϊός θα γίνει ενδημική νόσος, όπως περίπου και η γρίπη, χωρίς να αποκλείεται και η πλήρης εξαφάνισή του, κάτι που έχει συμβεί με άλλους ιούς.
Αύξηση των καρκίνων
Εκτός όμως από την αντιμετώπιση της πανδημίας και των άλλων ιογενών λοιμώξεων που είναι σε έξαρση, η ανθρωπότητα θα βρεθεί αντιμέτωπη τα επόμενα χρόνια με σημαντική αύξηση των καρκίνων. «Εξαιτίας της μειωμένης προσέλευσης για πρώιμη διάγνωση την τελευταία τριετία λόγω του Covid-19 και λόγω της έξαρσης των ψυχικών διαταραχών που προκάλεσε η ξαφνική στρεσογόνος απειλή για την υγεία μας και τη ζωή μας, αλλά και τα μέτρα εγκλεισμού και κοινωνικής αποστασιοποίησης, ειδικά στους νέους», εξηγεί ο Καθηγητής του ΕΚΠΑ.
Αλλαγές στα συστήματα υγείας
Ο Γιάννης Τούντας αναφέρεται και στις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στα συστήματα υγείας διεθνώς για την αντιμετώπιση των σύγχρονων απειλών καθώς και στο ποιες πρέπει να είναι οι προτεραιότητες για τη χώρα μας. Στο πλαίσιο αυτό, όπως λέει:
• Θα χρειαστεί τα κράτη να θέσουν την ενίσχυση του Τομέα της Δημόσιας Υγείας στις άμεσες προτεραιότητες της εθνικής πολιτικής και των δημοσίων δαπανών, δημιουργώντας νέους ισχυρούς θεσμούς και νέες αποτελεσματικές υπηρεσίες σε διεθνές, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Και επιπρόσθετα να διαμορφώσουν νέες σχέσεις συνέργειας της Δημόσιας Υγείας με τα συστήματα υπηρεσιών υγείας, στα οποία θα υπάρξουν επίσης σημαντικές αλλαγές.
• Τα συστήματα υγείας έχουν δομηθεί στη βάση μιας νοσοκομοκεντρικής-θεραπευτικής αντίληψης, υψηλής και ακριβής τεχνολογίας. Η λειτουργία τους εξυπηρετεί περισσότερο τα συμφέροντα του ιατροβιομηχανικού συμπλέγματος και του ιατρικού σώματος και λιγότερο τα συμφέροντα των πολιτών, που έχουν όλο και περισσότερες απαιτήσεις για αποτελεσματική, ποιοτική και κυρίως προσβάσιμη περίθαλψη. Η παρεχόμενη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη είναι κατά 30% άσκοπη και συχνά επικίνδυνη για την υγεία, την ώρα που οι συνεχώς αυξανόμενες δαπάνες υγείας θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας.
• Η στροφή στην Πρόληψη με την ενίσχυση της Δημόσιας Υγείας και της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) είναι επιτακτική ανάγκη. Το 20% των πρόωρων θανάτων μπορεί να προληφθεί, ενώ για κάθε ευρώ που ξοδεύουμε στην πρόληψη κερδίζουμε πέντε ευρώ από το κόστος των θεραπειών. Από την άλλη, τα νοσοκομειακά κρεβάτια θα μειώνονται συνεχώς, τα νοσοκομεία θα είναι μόνο για βαριά περιστατικά και νέες υπηρεσίες, όπως μονάδες χρόνιων ασθενών, πρόληψη και περίθαλψη στο σπίτι, κ.ά, θα αναπτύσσονται παράλληλα με την εξατομικευμένη θεραπεία και τη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας.
• Στην Ελλάδα, τόσο η Δημόσια Υγεία όσο και η ΠΦΥ είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένες. Τα πρόσφατα προγράμματα Πρόληψης και ο Προσωπικός Ιατρός είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά δεν αρκούν. Η οργάνωση της ΠΦΥ προϋποθέτει σημαντικούς επιπλέον υλικούς και ανθρώπινους πόρους για την παροχή ολοκληρωμένης Οικογενειακής Ιατρικής. Το ίδιο ισχύει και για τη Δημόσια Υγεία, που θα πρέπει να οργανωθεί, παράλληλα με το ΕΣΥ, με ισχυρή κεντρική διοίκηση και αποτελεσματικές αποκεντρωμένες υπηρεσίες, οι οποίες δεν θα περιορίζονται μόνο στην Πρόληψη, αλλά θα περιλαμβάνουν την Προστασία της υγείας και την Προαγωγή-Αγωγή Υγείας.