Ένα επιστημονικό εργαλείο που λειτουργεί από το 1987 στη Θεσσαλονίκη αποδεικνύεται τον τελευταίο καιρό πολύτιμο για την ενημέρωση του κοινού και την προστασία του από την covid-19.
Ο αεροβιολογικός σταθμός καταγραφής της ανεμομεταφερόμενης γύρης εγκαταστάθηκε για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη το 1987 και λειτουργεί αδιαλείπτως από τότε. Σήμερα βρίσκεται υπό την εποπτεία του Τμήματος Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και συλλέγει δεδομένα για την κυκλοφορία γύρης και σπορίων μυκήτων στην ατμόσφαιρα της πόλης. Εδώ και μερικά χρόνια, η πληροφορία δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Δήμου Θεσσαλονίκης ώστε να ενημερώνονται οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της περιοχής και να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα για την εμφάνιση αλλεργιών. Καθώς, όμως, πριν από έναν μήνα δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα έρευνας που συνδέει στατιστικά τα υψηλά επίπεδα γύρης με τα υψηλά κρούσματα covid-19, η λειτουργία του σταθμού αποκτά νέα σημασία.
Το ΑΠΘ στη μάχη με τη γύρη
Η καθηγήτρια του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ Δέσποινα Βώκου εξηγεί στο ΑΠΕ- ΜΠΕ ότι ο καθένας μπορεί να επισκέπτεται τη σελίδα του Δήμου Θεσσαλονίκης, στην οποία δημοσιεύεται κάθε εβδομάδα το δελτίο ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας γύρης που εκδίδει ο σταθμός. Εκεί θα δει αν οι συγκεντρώσεις κάθε ξεχωριστού τύπου γύρης είναι υψηλές ενδιάμεσες ή χαμηλές. Στο άμεσο μέλλον θα προστεθεί και η πληροφορία εάν η συνολική συγκέντρωση γύρης είναι πάνω από το κατώφλι των 200 έως 250 γυρόκοκκων ανά κυβικό μέτρο, πάνω από το οποίο βρέθηκε να ισχύει η σχέση γύρης με υψηλό αριθμό κρουσμάτων covid-19. Σε περίπτωση υψηλών επιπέδων γύρης, συνιστάται η χρήση της μάσκας ακόμη και σε υπαίθριο περιβάλλον, χωρίς καθόλου κόσμο.
Η γύρη μειώνει την άμυνα του οργανισμού έναντι ιών του αναπνευστικού συστήματος. Ο λόγος είναι ότι, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα στη Γερμανία που δημοσιεύτηκε πριν από έναν μήνα, η γύρη παράγει ουσίες που μειώνουν την άμυνα του οργανισμού απέναντι σε ιούς του αναπνευστικού συστήματος. Η έρευνα έδειξε ότι υψηλά επίπεδα γύρης στην ατμόσφαιρα συνδέονται με εκδήλωση υψηλότερου αριθμού κρουσμάτων covid-19, χωρίς ωστόσο να είναι ακόμη γνωστός ο μηχανισμός. «Φαίνεται ότι η γύρη, σε ό,τι αφορά τους αναπνευστικούς ιούς, έχει μια αρνητική επίδραση στον ανθρώπινο οργανισμό, που αφορά στη μείωση της δυνατότητας αποτελεσματικής απόκρισης του αμυντικού του συστήματος. Άρα, όταν έρχεται ο ιός ίσως προσβάλλει ευκολότερα τον οργανισμό σε σχέση με τις συνθήκες κατά τις οποίες δεν θα υπήρχε γύρη», υπογραμμίζει η κ. Βώκου.
Επηρεάζει όχι μόνο όσους έχουν αλλεργίες αλλά όλον τον πληθυσμό
Η ίδια διευκρινίζει, μάλιστα, ότι το γεγονός αυτό δεν αφορά μόνο όσους έχουν αλλεργίες και ούτως ή άλλως ξέρουν ότι θα πρέπει να προστατεύονται. «Οι άνθρωποι που δεν έχουν αλλεργίες δεν ξέρουν ότι και οι ίδιοι είναι επιρρεπείς σε αυτό το φαινόμενο. Όλοι επηρεαζόμαστε σε έναν βαθμό από αυτή την επίδραση της γύρης στην άμυνά μας. Μάλιστα, η ομάδα της Γερμανίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είναι απαραίτητο η γύρη να είναι αλλεργιογόνος, ώστε να μειώσει την αμυντική αντίδραση του οργανισμού καθώς αντίστοιχη επίδραση έχει και η γύρη από φυτά που δεν έχουν τέτοιες αλλεργιογόνες ιδιότητες».
Τι πρέπει να προσέχουμε
Σύμφωνα με την κ. Βώκου, τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας (στην οποία συμμετείχε και ο σταθμός του Τμήματος Βιολογίας παραχωρώντας δεδομένα μαζί με άλλους 247 σταθμούς από όλον τον πλανήτη) δείχνουν ότι πρέπει να προσέχουμε. «Δεν χρειάζεται να κάνουμε πολλά. Όμως η μάσκα - που πια την έχουμε συνηθίσει - είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος προστασίας», τονίζει χαρακτηριστικά. «Η μάσκα δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα, είναι απλώς ενοχλητική. Ωστόσο αν είναι να σωθεί ένας άνθρωπος και να παραμείνει υγιής φορώντας μάσκα, ειλικρινά δεν καταλαβαίνω γιατί υπάρχουν άνθρωποι που αρνούνται να τη φορέσουν. Είναι τόσο απλό, δεν είναι καμία ιδιαίτερη θυσία» προσθέτει με νόημα.
Ο σταθμός στη Θεσσαλονίκη και τα ίχνη της κλιματικής αλλαγής
Την ίδια στιγμή, ο αεροβιολογικός σταθμός μέτρησης γύρης του ΑΠΘ καταγράφει στοιχεία πολύτιμα για την παρακολούθηση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, όπως η χρονική μετατόπιση της ανθοφορίας νωρίτερα, η συνύπαρξή της με την εποχική γρίπη αλλά και η αύξηση των γυρεόκοκκων στην ατμόσφαιρα μαζί με την αύξηση της ελάχιστης θερμοκρασίας στην πόλη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το γνωστό σε κάποιους περδικάκι, ένα φυτό που θεωρείται ζιζάνιο και απλώνεται συνεχώς και παράγει όλο και περισσότερη γύρη, ή τα κυπαρισσοειδή που κυριαρχούν στο φορτίο γύρης της ατμόσφαιρας της πόλης και φθάνουν σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις. Καταστάσεις όπως αυτές μπορεί να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα και θα πρέπει να λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπόψη στον σχεδιασμό και στη διαχείριση του αστικού πρασίνου.
«Σήμερα, η δουλειά που εμείς κάνουμε τόσα χρόνια αρχίζει και αποκτά πολύ μεγαλύτερο νόημα από αυτό που είχε στο παρελθόν. Το θέμα των αλλεργιών που ήταν ανύπαρκτο στις αρχές του 20ού αιώνα είναι το μεγάλο θέμα του 21ου», υπογραμμίζει η κ. Βώκου.