Μία ακόμα έρευνα η οποία τοποθετεί την ηλεκτροκίνηση απέναντι στην τεχνολογία του υδρογόνου καταλήγει σε άκρως ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Ηλεκτροκίνηση ή υδρογόνο; Στο ερώτημα για το ποιο “καύσιμο” πρόκειται να μας οδηγήσει σε ένα μηδενικών ρύπων μέλλον έρχεται να απαντήσει μια νέα έρευνα, η οποία εκπονήθηκε από το Ινστιτούτο Κλιματικής Αλλαγής στο Potsdam της Γερμανίας.
Η έρευνα σύγκρινε δύο τεχνολογίες οι οποίες πρόκειται να μας απασχολήσουν στο άμεσο μέλλον καταλήγοντας σε συμπεράσματα που ενισχύουν την επιχειρηματολογία εκείνων που έχουν επενδύσει στη ηλεκτροκίνηση, εγκαταλείποντας -για την ώρα τουλάχιστον- το όραμα της υδρογονοκίνησης.
Αν και οι περισσότεροι κατασκευαστές αντιλαμβάνονται την ανάγκη αναζήτησης εναλλακτικών καυσίμων και των λύσεων που μπορούν να προσφέρουν σε διάφορους τομείς της καθημερινότητάς μας, το υψηλό κόστος παραγωγής τους καθώς και οι κίνδυνοι που μπορεί να κρύβει η εκτεταμένη χρήση τους δημιουργεί ερωτηματικά σε σχέση με τη διάδοσή τους.
Ένα ακόμα στοιχείο που αναδεικνύει η έρευνα του Ινστιτούτο Κλιματικής Αλλαγής στο Potsdam της Γερμανίας είναι το γεγονός ότι η ενέργεια που απαιτείται για την παραγωγή ή και τη διάθεση των συνθετικών καυσίμων ή στην προκειμένη περίπτωση του υδρογόνου είναι αρκετά μεγάλη, γεγονός που τα καθιστά λιγότερο… πράσινα και αποδοτικά σε σύγκριση με την απευθείας χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας για την κίνηση ενός οχήματος.
“Τα συνθετικά καύσιμα που βασίζονται στο υδρογόνο μπορούν να αποτελέσουν μια μεγάλη πηγή καθαρής ενέργειας ωστόσο εξίσου μεγάλο είναι το κόστος παραγωγής τους και οι σχετικοί κίνδυνοι που προκύπτουν από τη χρήση τους”, δήλωσε σχετικά στο “The Guardian” o επικεφαλής της έρευνας, Falko Ueckerdt.
“Αν μείνουμε προσκολλημένοι στους κινητήρες εσωτερικής καύσης επενδύοντας στα συνθετικά καύσιμα που έχουν ως βάση το υδρογόνο και αυτά αποδειχθούν δυσεύρετα και ακριβά τότε θα καταλήξουμε να καταναλώνουμε πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Συνεπώς, θα πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα να αξιοποιήσουμε τον συγκεκριμένο τύπο καυσίμων μόνο σε εκείνες τις περιπτώσεις που κρίνονται απολύτως απαραίτητα, όπως στην αεροπλοΐα και στη βιομηχανική παραγωγή χημικών ή χάλυβα”, συμπλήρωσε ο FalkoUeckerdt.
Σύμφωνα με την έρευνα του Ινστιτούτο Κλιματικής Αλλαγής στο Potsdam της Γερμανίας, η χρήση συνθετικών καυσίμων απαιτεί για την ώρα πενταπλάσια ενέργεια σε σχέση με εκείνη που χρειάζεται ένα ηλεκτροκίνητο όχημα για να παράξει το ίδιο έργο.
Ενέργεια που απαιτείται όχι μόνον για την παραγωγή των συνθετικών καυσίμων αλλά και για τη διάθεσή τους σε ένα δίκτυο πρατηρίων το οποίο θα μπορεί να εξυπηρετήσει τον στόλο των οχημάτων που θα διατηρήσουν ανάμεσα στις προδιαγραφές τους έναν κινητήρα εσωτερικής καύσης.
“Για την ώρα βρισκόμαστε πολύ μακριά από την παραγωγή του 100% της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Με τα σημερινά δεδομένα, λοιπόν, η χρήση καύσιμων που βασίζονται στο υδρογόνο θα οδηγήσει στην αύξηση και όχι στη μείωση των ρύπων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου”, δήλωσε ο Romain Sacchi, ο οποίος συμμετείχε στην έρευνα του γερμανικού ινστιτούτο, απαντώντας στο κατά πόσο τα περίφημα e-fuels μπορούν να δώσουν αξιόπιστες λύσεις στο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής.
Η παραγωγή των συνθετικών καυσίμων απαιτεί πολλαπλάσια ενέργεια σε σχέση με εκείνη που καταναλώνει ένα ηλεκτροκίνητο όχημα για να παράξει το ίδιο ακριβώς έργο.