Ο Βρετανός δισεκατομμυριούχος σερ Τζέιμς Ντάισον διαθέτει σήμερα μια τεράστια περιουσία, μια εντυπωσιακή έπαυλη, έκταση 145.000 στρεμμάτων στην αγγλική εξοχή κι ένα γιοτ μήκους 100 μέτρων.
Αλλά η ζωή του διάσημου εφευρέτη, ιδιοκτήτη του ακριβότερου διαμερίσματος στη Σιγκαπούρη δεν ήταν ρόδινη, αφού μεγάλωσε κι έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του μέσα στη φτώχεια. Υπήρξε περίοδος, που ο 74χρονος σήμερα, Ντάισον είχε μόνον ένα ζευγάρι παπούτσια, καλλιεργούσε με τη γυναίκα του, Ντέιρντρε, λαχανικά για να ζουν κι έφτιαχνε ο ίδιος τα έπιπλά τους.
«Η γυναίκα μου έραβε τα ρούχα μας», εξομολογείται ο πλουσιότερος άνθρωπος πέρυσι στη Βρετανία. «Εκείνες τις μέρες δεν είχαμε και πολλά ρούχα. Μόνον από ένα ζευγάρι παπούτσια και δυο πουκάμισα. Κάποια στιγμή απέκτησα και κοστούμι», λέει στην εφημερίδα The Sun με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του “Invention: A Life”, που αφηγείται πώς ο Ντάισον κατάφερε χωρίς να σπουδάσει μηχανολόγος να γίνει ο πλουσιότερος εφευρέτης στην πατρίδα του. «Τα ρούχα τότε δεν ήταν τόσο φτηνά όσο σήμερα και αναγκαζόσουν να τη βγάλεις με λιγότερα, δεν χρειαζόταν να τα πλένεις κάθε μέρα. Ακούγεται λίγο αηδιαστικό, αλλά την έβγαζα μ’ ένα πουκάμισο επί τρεις μέρες, όχι όπως τώρα που αλλάζουμε κάθε μέρα. Όταν πήγαινα σχολείο, είχαμε μόνον δύο ποδιές την εβδομάδα, άρα έπρεπε να αντέχουν τρεις με τέσσερις μέρες».
Πατέρας τριών παιδιών ο Ντάισον αποδίδει στο βιβλίο του την εκπληκτική επιτυχία του στην «επιμονή» του παρά τις αποτυχίες και την απόφασή του να βαδίζει κόντρα στις «συμβατικότητες». «Δεν είχα λεφτά, δεν κληρονόμησα τίποτε, χρειάστηκε να δανειστώ μεγάλα ποσά για να κάνω όσα πέτυχα», λέει. Η αξία της επιχείρησής του με τις ηλεκτρικές οικιακές συσκευές, διάσημη για την ηλεκτρική της σκούπα χωρίς σακούλα, τους στεγνωτήρες χεριών και τις συσκευές φιλτραρίσματος του αέρα, μεταξύ άλλων, αποτιμάται στα 16,3 δισ. λίρες και η οικογένειά του φιγουράρει φέτος στην τέταρτη θέση των πλουσιότερων Βρετανών στη σχετική λίστα των Sunday Times.
Η ορφάνια και τα δύσκολα παιδικά χρόνια
Ο Τζέιμς Ντάισον έχει σήμερα στην κατοχή του μεγαλύτερες εκτάσεις απ’ ό,τι η βασίλισσα Ελισάβετ, μια έπαυλη στο Γκόστερσιρ, αμπελώνες στη νότια Γαλλία και το Nahlin, ένα γιοτ που κινείται με ατμό. Στο βιβλίο του υπαινίσσεται ότι η απώλεια του πατέρα του σε νεαρή ηλικία, ήταν που τον ώθησε να παλέψει σκληρά στη ζωή του και να πετύχει. Ο βετεράνος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, Άλεκ Ντάισον, που πολέμησε και στη Βιρμανία πέθανε από καρκίνο των πνευμόνων το 1956, όταν ο Τζέιμς ήταν μόλις εννέα ετών. Η μητέρα του, Μαίρη, κόρη εφημέριου, έγινε δασκάλα σε σχολείο, όταν χήρεψε και μεγάλωσε μόνη της τα παιδιά της, Η οικογένεια καλλιεργούσε έναν λαχανόκηπο, είχε κοτέτσι κι απέκτησε το πρώτο της ψυγείο, όταν ο Ντάισον ήγαν 12 ετών. «Ήταν υπέροχη η μητέρα μου, αποφασισμένη, όχι πολύ αυστηρή, μας έκανε να μην νιώθουμε την έλλειψη των χρημάτων».
Ως μαθητής ο Ντάισον έτρεχε σε αγώνες μεγάλων αποστάσεων, που του δίδαξαν, όπως λέει, τι σημαίνει «αποφασιστικότητα» Σπούδασε σε σχολή καλών τεχνών στο Λονδίνο, όπου ερωτεύτηκε τη μέλλουσα σύζυγό του, τη «φυσική καλλονή», όπως τη χαρακτηρίζει, Ντέιρντρε Χίντμαρς. Αν και επιβίωναν και οι δυο τους με φοιτητικά δάνεια, παντρεύτηκαν το 1967 κι απέκτησαν τρία παιδιά.
Ο δύσκολος δρόμος προς την επιτυχία
Τότε ήταν που άρχισε να ασχολείται με τις εφευρέσεις. Το 1974 ο Ντάισον εφηύρε μια χειράμαξα που είχε μια σφαίρα στη θέση του τροχού και η οποία έκανε τρελές πωλήσεις, αλλά ο ίδιος είχε εκχωρήσει την πατέντα στην κατασκευάστρια εταιρεία, οι μέτοχοι της οποίας τον πέταξαν έξω το 1979 και τον άφησαν «απένταρο» και χρεωμένο μ’ ένα μεγάλο δάνειο.
Ήταν ένα καίριο πλήγμα στην αυτοπεποίθησή του, αλλά είχε ήδη στα σκαριά την επόμενη εφεύρεση, μια επαναστατική ηλεκτρική σκούπα, που θα λειτουργούσε χωρίς σακούλες. Η οικογένεια επιβίωνε επί πέντε χρόνια με τον μισθό της Ντέιρντρε – καθηγήτριας Καλλιτεχνικών – και τα έσοδα από τις πωλήσεις πινάκων της, όσο ο Ντάισον τελειοποιούσε την εφεύρεσή του. Ζούσαν καλλιεργώντας κηπευτικά και φτιάχνοντας μόνοι τους τα έπιπλα και τα ρούχα τους. «Δεν υπήρχαν IKEA τότε κι έτσι δεν είχαμε ντουλάπες, ούτε πολλά καθίσματα. Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειάζεσαι και πολλά», λέει.
Το 1983, μετά από τέσσερα χρόνια και 5.126 αποτυχημένες προσπάθειες ο Ντάισον κατάφερε να κατασκευάσει τελικά την επαναστατική ηλεκτρική του σκούπα. Αλλά οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές απέρριψαν την εφεύρεσή του κι έτσι εκείνος αποφάσισε να κατασκευάσει μόνος του τις συσκευές. Μέσα σε 18 μήνες η DC01 σημείωνε τις περισσότερες πωλήσεις στη Βρετανία. Ωστόσο, χρειάστηκε να περιμένει μέχρι τα 48 του, το 1995, για να ξοφλήσει όλα τα χρέη του, που είχαν φθάσει τις 650.000 λίρες…
«Να γίνω μέλος της Βουλής των Λόρδων; Δεν έχω χρόνο»
Ο ένθερμος θιασώτης του Brexit δέχθηκε σφοδρά πυρά το 2002, όταν αποφάσισε να μεταφέρει τα εργοστάσιά του στη Μαλαισία, όπου ήταν φθηνότερα τα εργατικά χέρια αλλά και για να βρίσκονται πιο κοντά στις έδρες των προμηθευτών ανταλλακτικών στην Άπω Ανατολή και τις ασιατικές αγορές. Αργότερα το αρχηγείο της Ντάισον μεταφέρθηκε στη Σιγκαπούρη, όπου όπως λέει είναι πολύ ευνοϊκότερο το επιχειρηματικό περιβάλλον σε σύγκριση με τη Βρετανία, κι όπου το 405 των αποφοίτων είναι μηχανικοί (μόλις 4% το αντίστοιχο ποσοστό στη Βρετανία). Το 2017, ωστόσο, εγκαινίασε το Dyson Institute of Engineering and Technology στο Γουίτλσιρ, για να βοηθήσει στην εκπαίδευση της επόμενης γενιάς μηχανικών.
Φέτος το ΒBC του ζήτησε συγνώμη μετά τη δημοσίευση μηνυμάτων, που είχαν διαρρεύσει και στα οποία ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον υποσχόταν στον Ντάισον να «τακτοποιήσει» ένα φορολογικό ζήτημα για το προσωπικό εταιρείας του, που εργαζόταν για την ανάπτυξη αναπνευστήρων για την Covid-19. Το BBC ζήτησε συγνώμη επειδή χαρακτήρισε τον Ντάισον «επιφανή υποστηρικτή των Συντηρητικών», κάτι που τον ενόχλησε ιδιαίτερα, πόσω μάλλον που όπως λέει ο ίδιος ο πρωθυπουργός του τηλεφώνησε ζητώντας του να σχεδιάσει τους αναπνευστήρες κι ο ίδιος έχασε κάπου 20 εκατ. λίρες στο πρότζεκτ. Όσο για το αν τρέφει πολιτικές φιλοδοξίες; «Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω χρόνο για να κάθομαι στα έδρανα της Βουλής των Λόρδων», λέει. «Προτιμώ να τον διαθέτω στην επινόηση νέων εφευρέσεων».