Τους λόγους που αναγκάστηκε να ανακρίνει τον πρίγκιπα Κάρολο, έπειτα από ισχυρισμούς πως σχεδίαζε να σκοτώσει την πριγκίπισσα Νταϊάνα, αποκαλύπτει ένας πρώην επικεφαλής της βρετανικής αστυνομίας.
Ο λόρδος Στίβενς, πρώην επικεφαλής της Σκότλαντ Γιάρντ, δήλωσε στην «Daily Mail» πως έπρεπε να «ακολουθήσει τα στοιχεία» και να ρωτήσει τον πρίγκιπα σχετικά με ένα σημείωμα που είχε γράψει η πρώην σύζυγός του, ισχυριζόμενη πως σχεδίαζε ένα ατύχημα με το αυτοκίνητό της.
Αυτή η άνευ προηγουμένου συνέντευξη διεξήχθη υπό τεράστια μυστικότητα στο St James Palace, κατά τη διάρκεια της τριετούς διερεύνησης του θανάτου της πριγκίπισσας Νταϊάνα σε αυτοκινητικό δυστύχημα στο Παρίσι το 1997.
Οι θεωρίες συνωμοσίας για τη δολοφονία της πριγκίπισσας Νταϊάνα από τον Κάρολο
Ένα κρίσιμο μέρος της έρευνας ήταν το σημείωμα που είχε γράψει η πριγκίπισσα Νταϊάνα, προβλέποντας ότι θα πεθάνει λόγω «αστοχίας του φρένου και σοβαρού τραυματισμού στο κεφάλι», ώστε ο πρίγκιπας Κάρολος να μπορέσει να παντρευτεί την πρώην νταντά των παιδιών τους, την Τίγκι Λέτζε Μπούρκε.
Στο σημείωμά της η Νταϊάνα πρόσθετε: «Η Καμίλα δεν είναι παρά δόλωμα. Είμαστε υποχείρια αυτού του άνδρα με κάθε έννοια της λέξης».
Ο λόρδος Στίβενς επιβεβαιώνει τώρα ότι διάβασε το σημείωμά της, το οποίο αργότερα θα τροφοδοτούσε θεωρίες συνωμοσίας για το θάνατό της, στη συνάντησή του με τον πρίγκιπα Κάρολο στις 6 Δεκεμβρίου 2005. Εκείνη την εποχή, λέει, αυτός και η ομάδα των ντετέκτιβ του δεν είχαν ιδέα τι έκανε την πριγκίπισσα Νταϊάνα να ανησυχεί τόσο πολύ για την ασφάλειά της.
Ο πρίγκιπας Κάρολος, ο οποίος ρωτήθηκε από τον λόρδο Στίβενς ως μάρτυρας και όχι ως ύποπτος, δεν μπόρεσε να εξηγήσει γιατί η πρώην σύζυγός του είχε γράψει το σημείωμα τον Οκτώβριο του 1995 και το άφησε σε ένα ντουλάπι στο παλάτι του Κένσινγκτον για τον μπάτλερ της, Πολ Μπαρέλ.
Σχεδόν δύο χρόνια αφότου έγραψε το σημείωμα αυτό, η 36χρονη τότε πριγκίπισσα Νταϊάνα, ο σύντροφός της Ντόντι αλ Φαγιέντ και ο οδηγός τους Ενρι Πολ σκοτώθηκαν όταν η Mercedes τους έπεσε σε μία κολόνα σε σήραγγα του Παρισιού.
Γιατί δεν ανέκριναν τον δημοσιογράφο του BBC που πήρε τη συνέντευξη-κόλαφο της Νταϊάνα
Σήμερα, ο λόρδος Στίβενς ισχυρίζεται πως ο πρώην δημοσιογράφος του BBC Μάρτιν Μπασίρ, ο οποίος φέρεται να χρησιμοποίησε πλαστά έγγραφα για να πείσει την πριγκίπισσα να του παραχωρήσει μια συνέντευξη στο BBC Panorama το Νοέμβριο του 2005, μπορεί να είχε εκμεταλλευτεί την ευπάθειά της και να την έκανε παρανοϊκή για την ασφάλειά της, την εποχή που έγραψε το σημείωμα.
Σε συνέντευξή του στην «Daily Mail» σχετικά με το θάνατο της πριγκίπισσας, ο πρώην αρχηγός της αστυνομίας εξέφρασε τη λύπη του για το γεγονός ότι αυτός και οι αξιωματικοί του δεν πήραν συνέντευξη από τον Μπασίρ κατά την έρευνά τους, την επιχείρηση Paget. Όπως λέει: «Εάν υπήρχε ο ισχυρισμός πως ο Μπασίρ είχε προσκομίσει φερόμενα πλαστά έγγραφα στην πριγκίπισσα Νταϊάνα, κάτι που αποτελεί ποινικό αδίκημα, θα το είχαμε διερευνήσει. Θεέ μου, θα το κάναμε. Αλλά αυτό αποκαλύφθηκε μόλις πρόσφατα, κάτι που είναι ατυχές».
Και συνεχίζει: «Εάν το ξέραμε τότε που κάναμε την έρευνά μας, σίγουρα θα τον είχαμε ρωτήσει. Δεν ξέρουμε τι είπε ο Μπασίρ στην πριγκίπισσα Νταϊάνα. Αλλά εάν είχε σπείρει φόβους στο μυαλό της, που την ανάγκασαν να γράψει αυτό το σημείωμα... Τότε αυτό ήταν που μας οδήγησε να ρωτήσουμε τον πρίγκιπα Κάρολο. Όταν παρακολουθήσαμε τη συνέντευξη Panorama στην αρχή της έρευνάς μας, δεν πέρασε καν από το μυαλό μας ότι ο Μπασίρ θα μπορούσε να είχε κάνει κάτι δόλιο. Σε τελική ανάλυση, επρόκειτο για το BBC, αυτό ήταν το εμβληματικό τους πρόγραμμα και μεταδόθηκε σε όλο τον κόσμο. Δεν υπήρχε κάτι στη συνέντευξη που δεν γνωρίζαμε μέχρι τότε. Αυτό που δεν γνωρίζαμε ήταν το πώς ο Μπασίρ είχε καταφέρει να την πάρει».
Η αιτία θανάτου της πριγκίπισσας Νταϊάνα
Το απόρρητο που περιβάλλει τη συνέντευξη του λόρδου Στίβενς με τον πρίγκιπα Κάρολο ήταν πολύ μεγάλη απογοήτευση για τον πατέρα του Ντόντι αλ Φαγιέντ, ο οποίος το 2007 έκανε μια μάταιη προσπάθεια να αποκτήσει πρόσβαση στα αντίγραφα.
Τελικά, τον Απρίλιο του 2008, η ετυμηγορία της έρευνας ανέφερε «δολοφονία λόγω της βαριάς αμέλειας οδήγησης των ακόλουθων οχημάτων και της Mercedes». Η επιτροπή διευκρίνισε επίσης ότι εν μέρει το δυστύχημα οφειλόταν «στην κατανάλωση αλκοόλ του οδηγού και τη μη χρήση των ζωνών ασφαλείας».