Είκοσι πέντε χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το πρωινό εκείνο που η πριγκίπισσα Νταϊάνα, το πιο διάσημο πρόσωπο στον πλανήτη τότε, έχασε τη ζωή της στο φρικτό τροχαίο στο Παρίσι.
Οι τηλεοράσεις σε όλο τον κόσμο μετέδιδαν το φρικτό νέο, ενώ η Βρετανία θρηνούσε την «πριγκίπισσα του λαού» και η βρετανική βασιλική οικογένεια έμπαινε σε μια δύσκολη ατραπό.
Δύο μικρά παιδιά, οι πρίγκιπες Γουίλιαμ και Χάρι, θρηνούσαν τη μητέρα τους δημοσίως -θέλοντας και μη-, γεγονός που τους καθόρισε και οι συνέπειές του έχουν αντίκτυπο μέχρι σήμερα. Πάντα μνημονεύουν τη μητέρα τους, πάντα εξηγούν πώς ο θάνατος της Νταϊάνα καθορίζει και σήμερα κάθε τους κίνηση.
Η φυγή του Χάρι είναι συνέπεια του θανάτου της μητέρας του και του κυνηγιού των παπαράτσι, ακόμη και η φυγή του Γουίλιαμ από το Λονδίνο συνδέεται εν μέρει με το γεγονός αυτό.
Τι συνέβη όμως εκείνη τη νύχτα στο Παρίσι; Η Νταϊάνα, ο σύντροφός της Ντόντι αλ Φαγιέντ, ο σωματοφύλακας της πριγκίπισσας Τρέβορ Ρις Τζόουνς και ο (μεθυσμένος, όπως αποδείχθηκε) οδηγός των Φαγιέντ, Ενρί Πολ, επιβιβάστηκαν άρον άρον στη μαύρη Mercedes από την πίσω είσοδο του ξενοδοχείου Ritz, για να πάνε στο διαμέρισμα του Ντόντι.
Οι παπαράτσι είχαν πάρει είδηση ότι η Νταϊάνα ήταν στο Ritz και είχαν περικυκλώσει το ξενοδοχείο. Γρήγορα καταστρώθηκε το σχέδιο απόδρασης του ζευγαριού από την πίσω πόρτα. Οι παπαράτσι το κατάλαβαν και ξεκίνησε το κυνήγι. Κάπου εκεί, καθώς ο Ενρί Πολ έτρεχε στους δρόμους του Παρισιού για να μεταφέρει γρήγορα το ζευγάρι στο σπίτι του και ταυτόχρονα να ξεφύγει από τους παπαράτσι, έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου, χτύπησε διαδοχικά στις κολώνες της υπόγειας γέφυρας Αλμά και όλα τελείωσαν σε λίγα δευτερόλεπτα για τρεις από τους τέσσερις επιβαίνοντες της μαύρης Mercedes. Ο Ενρί Πολ και ο Ντόντι αλ Φαγιέντ έχασαν τη ζωή τους επί τόπου. Η πριγκίπισσα Νταϊάνα ήταν ζωντανή, αλλά βαριά τραυματισμένη, μολονότι εξωτερικά δεν φαινόταν. Κατάφερε και ψέλλισε κάποιες λέξεις πριν την παραλάβει το ασθενοφόρο για να τη μεταφέρει στο νοσοκομείο, όπου, παρά τις προσπάθειες των γιατρών, άφησε την τελευταία της πνοή.
Η περιγραφή του γιατρού που πρώτος έφθασε στο σημείο του φρικτού τροχαίου της πριγκίπισσας Νταϊάνα
Ενας από τους πρώτους ανθρώπους που πλησίασαν τη διαλυμένη Mercedes ήταν ο Γάλλος γιατρός Frederic Mailliez.
Είναι ο γιατρός που προσπάθησε απεγνωσμένα να σώσει την πριγκίπισσα Νταϊάνα και ο οποίος δηλώνει ακόμη και σήμερα ότι θα αισθάνεται πάντα υπεύθυνος για τις τελευταίες στιγμές της.
Ο Frederic Mailliez βρήκε την Νταϊάνα χωρίς τις αισθήσεις της, να παλεύει να αναπνεύσει στο πάτωμα της διαλυμένης Mercedes, στη σήραγγα Alma, στις 31 Αυγούστου 1997.
Πριν από λίγες ημέρες, μιλώντας στο ΑΡ με αφορμή τη σημερινή επέτειο, δήλωσε ότι εξακολουθεί να νιώθει στιγματισμένος από όσα συνέβησαν εκείνο το βράδυ και τη συνειδητοποίηση ότι ήταν ένας από τους τελευταίους ανθρώπους που είδαν την πριγκίπισσα ζωντανή.
«Συνειδητοποιώ ότι το όνομά μου θα είναι πάντα συνδεδεμένο με αυτή την τραγική νύχτα», δήλωσε στο Associated Press ο Mailliez, ο οποίος επέστρεφε στο σπίτι του από ένα πάρτι όταν έπεσε πάνω στο τροχαίο δυστύχημα. «Αισθάνομαι λίγο υπεύθυνος για τις τελευταίες της στιγμές».
Ο Mailliez οδηγούσε μέσα στο τούνελ όταν είδε μια Mercedes που κάπνιζε και είχε σχεδόν χωριστεί στα δύο, αλλά δεν αναγνώρισε ότι η γυναίκα στο αυτοκίνητο ήταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα, παρά το γεγονός ότι αναγνώρισε ότι ήταν μια «πολύ όμορφη γυναίκα».
«Περπάτησα προς τα συντρίμμια. Άνοιξα την πόρτα και κοίταξα μέσα», είπε.
Περιγράφοντας τη σκηνή, είπε: «Τέσσερις άνθρωποι, δύο από αυτούς ήταν προφανώς νεκροί, καμία αντίδραση, καμία αναπνοή, και οι άλλοι δύο, στη δεξιά πλευρά, ζούσαν, αλλά ήταν σε σοβαρή κατάσταση. Ο συνοδηγός ούρλιαζε, ανέπνεε. Θα μπορούσε να περιμένει μερικά λεπτά. Η γυναίκα, η νεαρή κοπέλα, ήταν γονατισμένη στο πάτωμα της Mercedes, είχε το κεφάλι της κάτω. Δυσκολευόταν να αναπνεύσει. Χρειαζόταν γρήγορα βοήθεια».
Έτρεξε στο αυτοκίνητό του για να καλέσει τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και να πάρει έναν αναπνευστικό σάκο.
«Ήταν αναίσθητη», είπε. «Χάρη στον αναπνευστικό μου σάκο (…) ανέκτησε λίγη περισσότερη ενέργεια, αλλά δεν μπορούσε να πει τίποτα».
Ο γιατρός θα μάθαινε αργότερα την είδηση -μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο- ότι η γυναίκα που περιέθαλψε ήταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα.
«Ξέρω ότι είναι περίεργο, αλλά δεν αναγνώρισα την πριγκίπισσα Νταϊάνα», είπε. «Ήμουν στο αυτοκίνητο στο πίσω κάθισμα και έδινα βοήθεια. Συνειδητοποίησα ότι ήταν πολύ όμορφη, αλλά είχα επικεντρώσει την προσοχή μου σε αυτό που έπρεπε να κάνω για να σώσω τη ζωή της και δεν είχα χρόνο να σκεφτώ ποια ήταν αυτή η γυναίκα».
«Κάποιος πίσω μου μού είπε ότι τα θύματα μιλούσαν αγγλικά, οπότε άρχισα να μιλάω αγγλικά, λέγοντας ότι είμαι γιατρός και κάλεσα το ασθενοφόρο», είπε. «Προσπάθησα να την παρηγορήσω».
Καθώς βοηθούσε την πριγκίπισσα Νταϊάνα, παρατήρησε τη λάμψη των φλας των φωτογραφικών μηχανών των παπαράτσι που είχαν συγκεντρωθεί.
Μια βρετανική έρευνα διαπίστωσε ότι ο σοφέρ της Νταϊάνα, Ενρί Πολ, ήταν μεθυσμένος και οδηγούσε με μεγάλη ταχύτητα για να αποφύγει τους φωτογράφους που τον καταδίωκαν.
Ο Mailliez δήλωσε ότι δεν είχε «καμία μομφή» για τις ενέργειες των φωτογράφων μετά το δυστύχημα. «Δεν με εμπόδισαν να έχω πρόσβαση στα θύματα… Δεν τους ζήτησα βοήθεια, αλλά δεν παρεμπόδισαν τη δουλειά μου».
Οι πυροσβέστες ήρθαν γρήγορα και η Νταϊάνα μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο του Παρισιού, όπου πέθανε λίγες ώρες αργότερα.
«Ήταν ένα τεράστιο σοκ όταν έμαθα ότι ήταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα και ότι πέθανε», δήλωσε ο Mailliez.
Στη συνέχεια, άρχισε η αυτοαμφισβήτηση. «Έκανα ό,τι μπορούσα για να τη σώσω; Έκανα σωστά τη δουλειά μου;», αναρωτήθηκε ο ίδιος.
«Το έλεγξα με τους καθηγητές ιατρικής μου και το έλεγξα με τους ερευνητές της αστυνομίας» είπε, και συμφώνησαν ότι έκανε ό,τι μπορούσε.
Η επέτειος ανακινεί ξανά αυτές τις αναμνήσεις, αλλά επανέρχονται επίσης «κάθε φορά που περνάω από τη σήραγγα Αλμά», είπε.
Καθώς ο Mailliez μιλούσε, όρθιος στην κορυφή της σήραγγας, αυτοκίνητα έμπαιναν και έβγαιναν βιαστικά περνώντας μπροστά από την κολώνα όπου συνετρίβη, η οποία φέρει τώρα ένα σχέδιο με στένσιλ του προσώπου της Νταϊάνα.
Το τραύμα που προκάλεσε τον θάνατο της Νταϊάνα
Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, το τραύμα που σκότωσε την Νταϊάνα ήταν «πολύ μικρό» και «σπάνιο».
Στο βιβλίο του Unnatural Causes, ο Δρ Richard Shepherd δήλωσε ότι η Νταϊάνα είχε υποστεί ένα μικροσκοπικό, θανατηφόρο σχίσιμο σε μια φλέβα σε έναν από τους πνεύμονές της, το οποίο ήταν απίστευτα σπάνιο.
Έγραψε: «Ο συγκεκριμένος τραυματισμός της είναι τόσο σπάνιος που σε ολόκληρη την καριέρα μου δεν πιστεύω ότι έχω δει άλλον. Ο τραυματισμός της Νταϊάνα ήταν ένας πολύ μικρός τραυματισμός, αλλά στο λάθος σημείο».
Η Νταϊάνα είχε επίσης υποστεί διάσειση, είχε σπάσει το χέρι της και είχε τραύματα στους μηρούς της.